Οι 7 ενστάσεις για το πολεοδομικό σχέδιο ανάπλασης της ΔΕΘ
Μια διαμαρτυρία για το «Πολεοδομικό Σχέδιο Εφαρμογής (ΠΣΕ) του Ειδικού Πολεοδομικού Σχεδίου (ΕΠΣ) του Εκθεσιακού Κέντρου Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ).
Λέξεις: Στυλιανή Λεφάκη, Αρχιτέκτων
Με αφορμή την ανάρτηση στην ιστοσελίδα του Δήμου Θεσσαλονίκης, στις 24 Ιουνίου 2020, και την επικείμενη έγκριση του Πολεοδομικού Σχεδίου Εφαρμογής του Ειδικού Χωρικού Σχεδίου για την ανάπλαση της ΔΕΘ, ως πολίτες της Θεσσαλονίκης, εκφράζουμε την έντονη διαφωνία και ανησυχία μας για ένα σχέδιο που μετατρέπει μια έκταση ζωτικής σημασίας για την πόλη μας σε χώρο υψηλής δόμησης και εντατικής χρήσης, χωρίς να λαμβάνει υπόψη του τη δομή του αστικού ιστού της πόλης και με πλήρη καταστρατήγηση του βασικής περιβαλλοντικής και πολεοδομικής σημασίας άξονα του ανατολικού ρήγματος.
Με το υπό έγκριση σχέδιο, ο χώρος της ΔΕΘ καθίσταται ένας άκρως επιβαρυντικός παράγων για την αειφόρο ανάπτυξη και ανάδειξη του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης, ένας χώρος λειτουργικά, και πιθανότατα αισθητικά, ασύμβατος με τη διαχρονία της αυθεντικής ελληνικής πόλης, όπως σχεδιάστηκε και υλοποιήθηκε πριν από έναν αιώνα· ένας χώρος που δεν σέβεται τη συλλογική μνήμη του τόπου και δεν λαμβάνει υπόψη του τα καινοτόμα περιβαλλοντικά, πολεοδομικά και αρχιτεκτονικά πρότυπα ανάπτυξης.
Τα στοιχεία του σχεδίου για τα οποία εκφράζονται οι ενστάσεις είναι:
1. Αύξηση της δόμησης
Η αύξηση της δόμησης ισοδυναμεί, ως γνωστό, με αύξηση της έντασης χρήσεων και μεγαλύτερο κυκλοφοριακό φόρτο. Λαμβάνοντας υπόψη και το πλέγμα των κεντρικών λειτουργιών που προτείνονται, η εφαρμογή του σχεδίου θα δράσει ασφυκτικά για το κέντρο της πόλης και όχι μόνο.
Στο προτεινόμενο ΠΣΕ η επιτρεπόμενη δόμηση αναφέρεται ότι δεν θα υπερβαίνει τα 96.000 τ.μ.. Οι περιοχές, ωστόσο, που προβλέπεται να καταλάβει, δεν ορίζονται σαφώς με υποχρεωτική οικοδομική γραμμή, ούτε αναφέρεται η μέγιστη επιτρεπόμενη κάλυψη γι’ αυτές. Οι ασάφειες επεκτείνονται ακόμη και στα επιτρεπόμενα ύψη, ανοίγοντας έτσι το δρόμο για την πλήρη δόμηση των περιοχών, με υπερμεγέθη κελύφη εκτός αστικής κλίμακας.
Οι περιοχές δόμησης δεν λαμβάνουν υπόψη τους τα σημαντικά υφιστάμενα κτίρια της ΔΕΘ, μάρτυρες της κληρονομιάς του μοντέρνου κινήματος, και τα καταδικάζουν σε κατεδάφιση. Επιπλέον, οι κοινόχρηστοι χώροι του σχεδίου δεν αντιμετωπίζονται σαφώς ως «ελεύθεροι χώροι» καθώς με το νέο σχέδιο φαίνεται να καταλαμβάνεται μέρος της επιφάνειάς τους από τα δημοτικά καταστήματα επί της οδού Αγγελάκη.
2. Ασυνέχεια του άξονα του ανατολικού ρήγματος
Η προβλεπόμενη δόμηση διακόπτει τη συνέχεια του βασικού άξονα του ανατολικού ρήγματος που διασφαλιζόταν με το σχέδιο Εμπράρ, και ο οποίος αποτελεί ουσιαστικό πνεύμονα και στοιχείο ανάπτυξης του υφιστάμενου αστικού ιστού της πόλης και του ιστορικού της κέντρου. Η καταστρατήγηση του άξονα δηλώνει και υπογραμμίζει άγνοια της δομής του αστικού ιστού της Θεσσαλονίκης και της σχέσης του χώρου της ΔΕΘ με αυτόν, αλλά και αδιαφορία για τις αντίστοιχες περιβαλλοντικές παραμέτρους και συνθήκες.
3. Οδυνηρή επιβάρυνση του ήδη κορεσμένου κυκλοφοριακού φόρτου
Ο ήδη βεβαρημένος κυκλοφοριακός φόρτος στον αστικό ιστό της πόλης, αντί να αντιμετωπιστεί επιβαρύνεται δραματικά από την πυκνότητα και ένταση των προτεινόμενων χρήσεων. Οι κάτοικοι και οι υφιστάμενες χρήσεις στον περίγυρο της ΔΕΘ αγνοούνται, ενώ επιδεινώνονται ανεπίτρεπτα οι ήδη δυσμενείς περιβαλλοντικές συνθήκες του κέντρου. Δεν υπάρχουν κυκλοφοριακές προβλέψεις για ένα τόσο μεγάλο εγχείρημα, ούτε χώρος για πρόσθετες υποδομές.
4. Απώλεια της μνήμης της πόλης και της πολιτιστικής της ταυτότητας
Το σχέδιο έχει αγνοήσει το θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς, παρακάμπτοντας επιπόλαια τη συνολική αξιολόγηση των υφιστάμενων κτιρίων, όπως επιβάλλεται από τους θεωρητικούς και μεθοδολογικούς κανόνες της αποκατάστασης ιστορικών συνόλων της μοντέρνας και σύγχρονης αρχιτεκτονικής. Κατά συνέπεια, δεν ασχολείται με τη διατήρηση καθ’ όλα αξιόλογων κτιρίων και την ενσωμάτωσή τους στην προτεινόμενη ανάπλαση με κατάλληλες χρήσεις· ενδιαφέροντα κτίρια της αρχιτεκτονικής του μοντέρνου κινήματος, έργα σημαντικών Ελλήνων αρχιτεκτόνων, καταδικάζονται σε κατεδάφιση και το συνεχώς δοκιμαζόμενο κτιριακό απόθεμα της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της πόλης καθίσταται κι εδώ φτωχότερο.
Μια τέτοια στάση, θεωρείται πολιτιστικά και περιβαλλοντικά ανεύθυνη. Πέρα από τη δεδομένη αρχιτεκτονική τους αξία, τα υφιστάμενα κτίσματα διατηρούνται σε αρκετά καλή κατάσταση και μπορούν να αξιοποιηθούν. Η ενδεχόμενη κατεδάφισή τους κρίνεται ασύμφορη και περιβαλλοντικά, σύμφωνα με τη διεθνή θεωρία και πρακτική και παράλογα σπάταλη, σε μια εποχή οικονομικής κρίσης. Σημειώνεται ότι η πρόθεση κατεδάφισης των αξιόλογων κτιρίων της ΔΕΘ έχει επικριθεί και διεθνώς: π.χ στο Νewsletter του International Docomomo του Απριλίου 2019, στη στήλη Heritage in danger, στην 1η θέση βρίσκεται η απειλή κατεδάφισης των μοντέρνων περίπτερων της ΔΕΘ (https://www.docomomo.com/heritage).
5. Αποκλεισμός του χώρου της ΔΕΘ από τον αστικό ιστό
Είναι γνωστό ότι στο χώρο της ΔΕΘ πρέπει να αντιμετωπιστεί το ζήτημα των ορίων του, έτσι ώστε να ενταχθεί στον ευρύτερο αστικό ιστό σύμφωνα με τις αρχές οργάνωσης των διεθνών προτύπων αστικού σχεδιασμού. Το προτεινόμενο σχέδιο, αντί να χειριστεί το πρόβλημα αυτό, καταργεί οριστικά ζωτικές για την πόλη συνδέσεις, όπως αυτή της Πανεπιστημιούπολης του ΑΠΘ με το κέντρο και την παραλία, του ιστορικού κέντρου με το Αλεξάνδρειο Μέλαθρο και το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, ή της οδού Σβώλου με το Αλεξάνδρειο Αθλητικό Κέντρο και από εκεί με την οδό Γρηγορίου Λαμπράκη.
6. Περιορισμός και υποβάθμιση των χώρων πρασίνου
Επειδή το σχέδιο δεν αντιμετωπίζει τον χώρο της ΔΕΘ ως τμήμα του άξονα του ανατολικού ρήγματος και τμήμα του πολεοδομικού ιστού της πόλης, αγνοεί και το ότι επιβάλλεται να εμπεριέχει σημαντικούς ελευθέρους χώρους πρασίνου. Στην προωθούμενη πρόταση οι χώροι πρασίνου δεν διασφαλίζονται, καθώς δεν οριοθετούνται και δεν καθορίζονται με σαφήνεια. Η προβλεπόμενη ασαφής χωροθέτησή τους δεν στηρίζει τον πρωταγωνιστικό ρόλο τους, αλλά τους καταδικάζει να περιοριστούν σε ό,τι έχει «περισσέψει» από τη δόμηση. Ο όποιος πράσινος χαρακτήρας του χώρου καταστρατηγείται και εμποδίζεται η κυριαρχία της υψηλής φύτευσης, έναντι των σκληρών και περιβαλλοντικά εχθρικών διαμορφώσεων. Είναι εξάλλου γνωστό ότι η έκταση της ΔΕΘ και η ευρύτερη περιοχή του δυτικού ιστορικού κέντρου διατρέχεται από χειμάρρους, οι οποίοι δεν έχουν αντιμετωπιστεί επαρκώς στο πλαίσιο μιας οργανωμένης αντιπλημμυρικής προστασίας έναντι της κλιματικής αλλαγής.
7. Απουσία ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής προσέγγισης
Το σχέδιο δεν ασχολείται με τη βελτίωση των επιβαρυμένων περιβαλλοντικών συνθηκών της πόλης και του κέντρου της και αγνοεί το νόημα της ολοκληρωμένης περιβαλλοντικής προσέγγισης και τη διαφημιζόμενη έννοια της «ανθεκτικής πόλης». Έργα ανάπλασης αντίστοιχης κλίμακας και σημασίας, επιβάλλεται να βασίζονται σε ένα περιβαλλοντικά υπεύθυνο πρόγραμμα ανάπτυξης της πόλης, προσαρμοσμένο στις απρόβλεπτες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, με το οποίο να διασφαλίζεται η βιωσιμότητά τους και να βελτιώνονται οι περιβαλλοντικές συνθήκες του χώρου στον οποίο εντάσσονται· παρόμοια έργα οφείλουν να λαμβάνουν υπόψη τις καινοτόμους στρατηγικές περιβαλλοντικού σχεδιασμού και διαχείρισης, και όχι να τις αγνοούν, επικαλούμενα τυπικές διαδικασίες.
Συμπερασματικά:
Το νέο σχέδιο προβλέπει μια «ανάπτυξη» εις βάρος του περιβάλλοντος της πόλης, επιδεινώνοντας τις συνθήκες διαβίωσης σε αυτή για τους απλούς κατοίκους της. Αγνοεί την ταυτότητα της πόλης, τις νέες συνθήκες και εξελίξεις, τους διεθνείς προβληματισμούς και τις διεθνείς πρακτικές σχεδιασμού. Η ελλιπής ενημέρωση του κοινού επισπεύδει την καταδίκη της πόλης του, με αντάλλαγμα μια επιπόλαια εκμετάλλευση και ανάπτυξη, που στερείται ιδεών, φαντασίας και δημιουργικότητας και για μια ακόμη φορά βασίζεται στην εύκολη λύση της υπερδόμησης σε οποιονδήποτε χώρο αποφασιστεί από τον «ιδιοκτήτη» του. Συνεπώς, το νέο σχέδιο για τη ΔΕΘ είναι αντίθετο στα δικαιώματα των πολιτών, τόσο στο φυσικό όσο και στο πολιτιστικό τους περιβάλλον.