Η Οικονομία του «Αύριο»
Η ιστορία δεν σταματά, είτε μας αρέσει είτε όχι. Το ζήτημα είναι αν θα τη διαμορφώσουμε ή αν θα την υποστούμε.
Ας ξεκινήσουμε με δύο βασικές διαπιστώσεις:
(1) Πέρα από την επιβεβαίωση του προφανούς, δηλαδή ότι η ιστορία δεν ολοκληρώθηκε στην κατάρρευση του Συμφώνου της Βαρσοβίας όπως διατυμπάνιζαν πολλοί «αναλυτές» διεθνώς λίγο πριν την αυγή του 21ου αιώνα, είναι πλέον πανθομολογούμενο ότι οι εξελίξεις εντείνονται και επιταχύνονται. Την ίδια στιγμή οφείλουμε βεβαίως να υπενθυμίσουμε ότι ιστορική εξέλιξη, επιταχυνόμενη ή όχι, δεν σημαίνει απαραιτήτως και πρόοδο.
(2) Η τρέχουσα πανδημική κρίση, όσο επίπονη και όσο κι αν είναι, όσο βαθιά κι αν αποδειχθεί, δεν αποτελεί αιτία των συστημικών αναταράξεων στο διεθνές οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι. Μπορεί να συνιστά σημαντικό παράγοντα επίσπευσης αυτών, όμως το υπόβαθρο που τις γεννά παραμένει το εξής τρίπτυχο: (α) βαθαίνουσες χωρικές αντιθέσεις και ταξικές ανισότητες, (β) επέκταση της αναντίκριστης υπερσυσσώρευσης των χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, (γ) επιδείνωση της περιβαλλοντικής κρίσης – τα όρια που προδιαγράφει η Γη για το πώς (και όχι τόσο για το πόσο) αναπτυσσόμαστε είναι πια παραπάνω από εμφανή.
Με δεδομένη λοιπόν την επίσπευση των εξελίξεων και την προκαλούμενη από την πανδημία του κορονοϊού «συντονισμένη ταλάντωση» στη διεθνή οικονομία, το αναπόφευκτο της συστημικής (μετ-) εξέλιξης έρχεται κοντύτερα.
Το ερώτημα όμως παραμένει, «μετεξέλιξη – προς τα πού;»
Η γενιά μας και οι επόμενες θα κληθούν να απαντήσουν σε αυτό, κινούμενοι -ες στο εξής δίπολο:
– Από τη μια, η κατ΄ ευφημισμόν διέξοδος της «ανακουφιστικής αυτοκαταστροφής», στο πλαίσιο της οποίας οι προαναφερομένες συστημικές αντιθέσεις θα ολοκληρωθούν οδηγώντας σε καταστρεπτικές συγκρούσεις και ανθρωπιστικές / περιβαλλοντικές συμφορές. Πάνω στα ερείπια των κατακτήσεων του αστικού μεταμοντερνισμού, τα απελευθερωμένα γκραμσιανά τέρατα της εποχής μας θα διεκδικούν μερίδιο στην εκμετάλλευση της όποιας αναδόμησης.
– Από την άλλη, η προοπτική των ριζοσπαστικών αλλαγών στην κατεύθυνση
(α) της μετατροπής της χρηματοπιστωτικής φούσκας σε δημοσιονομικό χώρο, που θα αξιοποιηθεί για τη βιώσιμη – κοινωνικά και περιβαλλοντικά – ανάπτυξη, ιδιαιτέρως των υστερουσών περιοχών του πλανήτη, (β) της μεταμόρφωση μιας ποσοτικά προσδιορισμένης εξέλιξης σε ποιοτική πρόοδο ή αλλιώς η επάνοδος στη λογική του «οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ᾿ ἐν τῷ εὖ τὸ πολύ», (γ) της αναδιανομής της τεχνολογικής προσόδου μέσα από μια διεθνώς συντονισμένη, γενναία μείωση του χρόνου απασχόλησης (προφανώς με διατήρηση αν όχι ενίσχυση των πραγματικών αμοιβών), καθώς και (δ) της επέκτασης των δημοσίων αγαθών και της σταδιακής υποκατάστασης των αγοραίων διεργασιών για τον προσδιορισμό του τι, πόσο και για ποιους παράγουμε, το οποίο δεν αποτελεί απλώς έναν ιδεολογικά προσδιορισμένο ευσεβή πόθο, αλλά πολύ περισσότερο μια αναγκαιότητα που επιτάσσει η ίδια η τεχνολογική ανάπτυξη.
Η ιστορία λοιπόν δεν σταματά, είτε μας αρέσει είτε όχι. Το ζήτημα είναι αν θα τη διαμορφώσουμε ή αν θα την υποστούμε.
*Ο Γρηγόρης Ζαρωτιάδης είναι κοσμήτορας της Σχολής Οικονομικών και Πολιτικών Επιστημών Α.Π.Θ., Πρόεδρος της ASECU http://www.asecu.gr, Πρόεδρος του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών Δημήτρης Μπάτσης, Μέλος της Συντονιστικής Επιτροπής του BSEMAN, https://bseman.net, Διευθυντής του Εργαστηρίου Παρευξείνιων και Μεσογειακών Μελετών http://ilabsem.web.auth.gr/.