Πώς η αθλητική απομόνωση της Ρωσίας μπορεί να πληγώσει περισσότερο τον Πούτιν

Πώς η εικόνα του ισχυρού άνδρα της Ρωσίας απειλείται από αυτές τις κυρώσεις με τρόπο που δεν μπορούν να το κάνουν οι οικονομικές και πολιτικές.

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
πώς-η-αθλητική-απομόνωση-της-ρωσίας-μπ-890442
Ραφαήλ Γκαϊδατζής
Πηγή: Unsplash

Ο αθλητικός και ο πολιτιστικός αποκλεισμός της Ρωσίας μετά την απόφαση εισβολή της στην Ουκρανία απειλεί την εικόνα του Πούτιν με τρόπο που δεν μπορούν να το κάνουν οι οικονομικές και πολιτικές κυρώσεις.

Η Ρωσία είναι απομονωμένη. Από την ημέρα που ο Πούτιν έδωσε την εντολή για εισβολή στην Ουκρανία, η χώρα εξοστρακίστηκε διπλωματικά (ακόμα και από τους πλέον στενούς συμμάχους της Μόσχας), οικονομικά (οι διεθνείς κυρώσεις ρίχνουν την αξία που έχει το ρούβλι), αλλά και πολιτιστικά.

Οι εθνικές ομάδες και οι σύλλογοι της Ρωσίας έχουν αποκλειστεί από διεθνείς αγώνες και τουρνουά, συμπεριλαμβανομένων των Προκριματικών του Παγκοσμίου Κυπέλλου 2022. Η ΔΟΕ και άλλες διεθνείς ομοσπονδίες αθλημάτων ακολούθησαν το ίδιο παράδειγμα. Ο τελικός του Champions League που επρόκειτο να διεξαχθεί στην Αγία Πετρούπολη τον Μάιο, μεταφέρθηκε στο Παρίσι. Το γκραν πρι της Formula 1 που ήταν προγραμματισμένο να διεξαχθεί στο Σότσι τον Σεπτέμβριο ακυρώθηκε. Η Ρωσία «εκδιώχθηκε» από τον διαγωνισμό της Eurovision, ενώ Disney, Warner Bros και Sony τις επέβαλαν κινηματογραφικό εμπάργκο.

Συνήθως αντιμετωπίζουμε τα πολιτιστικά μποϊκοτάζ ως μια συμβολική κίνηση, παρά μια σοβαρή απειλή για την γεωπολιτική θέση της Μόσχας. Αλλά απομονώνοντας την Ρωσία σε αθλητικό και πολιτιστικό επίπεδο, οι φορείς στέλνουν ένα σαφές -και ενδεχομένως επιζήμιο- μήνυμα προς τον Πούτιν. Εάν η Ρωσία συνεχίζει να ξεπερνά τα όρια απέναντι στην Ουκρανία, θα αντιμετωπιστεί ως ξένο σώμα από τον υπόλοιπο κόσμο.

Οι πολιτιστικές αυτές κυρώσεις θα έχουν μικρές οικονομικές επιπτώσεις για την Ρωσία, αλλά μεγαλύτερο στον ρωσικό λαό, αλλά και στον ίδιο τον Πούτιν. Άλλωστε, δεν έκρυψε ποτέ την αγάπη του για τον αθλητισμό, εάν θυμηθούμε τα πλάνα να παίζει χόκει. Αποκλείοντας την Ρωσία από τις αρένες αυτές οι διεθνείς φορείς όχι μόνο αρνούνται στον Πούτιν μια σημαντική πλατφόρμα προπαγάνδας, αλλά υπονομεύουν και την εικόνα της δυναμικής του. Οι αποφάσεις να του αφαιρεθούν οι τίτλοι του επίτιμου προέδρου και πρέσβη της Διεθνούς Ομοσπονδίας Τζούντο και της τιμητικής μαύρης ζώνης στο ταεκβοντό είναι ιδιαίτερα προσωπικά χτυπήματα.

Η βιομηχανία της μόδας στηρίζει την Ουκρανία

Η ειρωνεία είναι ότι ο λόγος που ο Πούτιν ενδιαφέρεται τόσο για τον αθλητισμό είναι επίσης φαινομενικά ο λόγος που αποφάσισε να εισβάλλει στην Ουκρανία. Για να επιβεβαιώσει τη δύναμη και το καθεστώς της Ρωσίας ως παγκόσμιας δύναμης. Η Ρωσία έχει για χρόνια επενδύσει χρόνο και χρήμα για να διασφαλίσει ότι οι εθνικές της ομάδες θα κυριαρχούν, έστω και αν κάποιες φορές ξεπερνούν τα όρια των κανόνων για να το κάνουν. Το πολυετές κρατικό πρόγραμμα ντόπινγκ της χώρας, οι αποκαλύψεις του οποίου οδήγησαν στην αφαίρεση πολλών Ολυμπιακών μεταλλίων, εμπόδισε την Ρωσία να συμμετάσχει επίσημα στους δύο προηγούμενους Ολυμπιακούς Αγώνες. Ωστόσο, οι Ρώσοι αθλητές μπορούν να λάβουν μέρος υπό τη σημαία της Ρωσικής Ολυμπιακής Επιτροπής.

Τώρα, λόγω του Πούτιν, Ρώσοι και Λευκορώσοι Ολυμπιονίκες, θα μπορούν να λάβουν μέρος στους επερχόμενους Χειμερινούς Παραολυμπιακούς Αγώνες μόνο ως ουδέτεροι αθλητές και χωρίς να μπορούν να κερδίσουν μετάλλια.

Μπορούν οι αθλητικές κυρώσεις, ο αποκλεισμός από την Eurovision ή και το τζούντο, να αλλάξουν την πολιτική σκέψη του Πούτιν όσον αφορά την Ουκρανία; Ο Ρώσος πρόεδρος απεχθάνεται την ήττα για να υποχωρήσει σε θέματα φαινομενικά ασήμαντα όπως ο αθλητισμός και η τέχνη, ειδικότερα όταν συγκρίνονται με τις οικονομικές και στρατιωτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα.

Δε σημαίνει όμως ότι οι παραπάνω κυρώσεις δεν έχουν αποτέλεσμα. Ο αθλητισμός έχει μεγάλη σημασία για την Ρωσία. Ιδιαίτερα, όταν το 2010 η χώρα κέρδισε τη δυνατότητα να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο του 2018, ο Πούτιν είχε μιλήσει με ενθουσιασμό για τον αντίκτυπο που είχε το ποδόσφαιρο στην πατρίδα του, το Λένινγκραντ, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και το πώς βοήθησε τους ανθρώπους να υψώσουν ανάστημα και να επιβιώσουν.

Η Vera Tolz, καθηγήτρια Ρωσικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Μάντσεστερ, επισημαίνει ότι το Κρεμλίνο είναι ιδιαίτερα ευαίσθητο όταν κάτι σχετίζεται με τον αθλητισμό, γιατί είναι κάτι που ενδιαφέρει την πλειοψηφία του απλού κόσμου. Μπορεί ο Πούτιν να αγνοήσει το μποϊκοτάζ από την Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών (αν και πολλοί άνθρωποι της ρωσικής πολιτιστικής ελίτ δεν συμπαθούν τον Πούτιν για όλα αυτά), δεν ισχύει το ίδιο όταν πρόκειται για αποκλεισμό των Ρώσων αθλητών από μεγάλες διεθνείς διοργανώσεις. «Μέσα από τις αθλητικές επιτυχίες ο Πούτιν θέλει να προβάλει τη δύναμη του» λέει η Tolz.

Η έως τώρα αντίδραση της Μόσχας στα παραπάνω, ταιριάζει απόλυτα με το αφήγημα του Κρεμλίνο. Δηλαδή, ότι οι κυρώσεις είναι απόδειξη του μίσους της Δύσης όχι μόνο για τον Πούτιν, αλλά για όλο τον λαό της Ρωσίας. Ωστόσο, όσο παραμένει η πολιτιστική απομόνωση, τόσο πιο γρήγορα θα καταρριφθεί αυτό το αφήγημα. Εάν οι Ρώσοι δεν μπορούν να απολαμβάνουν δραστηριότητες που αγαπούν, όπως να παρακολουθούν τις ομάδες τους να αγωνίζονται σε διεθνείς διοργανώσεις, να βλέπουν τις πρόσφατες κινηματογραφικές κυκλοφορίες, να δώσουν το παρών σε μια ζωντανή συναυλία, η ανοχή τους απέναντι στην κυβέρνηση θα αρχίσει να εξαντλείται. Αρκετοί Ρώσοι αστέρες του αθλητισμού, μουσικοί και άλλα εξέχοντα άτομα του πολιτισμού, έχουν ήδη εκφράσει την αντίθεση τους στην εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Το να δίνεις τη δυνατότητα στην Ρωσία να φιλοξενεί τον τελικό του Champions League, ένα γκραν πρι της Formula 1 ή να πάρει μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες προσδίδει έναν βαθμό σεβασμού που δεν ταιριάζει με τη συμπεριφορά της χώρας στο διεθνές πολιτικό πεδίο τις τελευταίες ημέρες. «Με την πάροδο του χρόνου θα πρέπει οι Ρώσοι να αρχίσουν να αναρωτιούνται. Γιατί μας αποκλείουν από τόσες αθλητικές εκδηλώσεις και μπορούν να λαμβάνουν μέρος χώρες με χαμηλότερη δυναμική;» σημειώνει ο James Nixey, ο διευθυντής του προγραμμάτος Russia-Eurasia του Chatham House, ενός think tank με έδρα το Λονδίνο.

ΠΗΓΗ: The Atlantic

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα