Πόσα Ματαρόα ακόμα;
Πόσα Ματαρόα με νέους επιστήμονες, καλλιτέχνες, διανοητές να άφησαν την Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια της "κρίσης"
Λέξεις: Γεράσιμος Χαριτόπουλος
Χθες βράδυ, είδα στην ΕΡΤ2 ένα ντοκιμαντέρ γύρω από το θρυλικό Ματαρόα. Το πλοίο δια του οποίου, τον Δεκέμβριο του 1945, μερικοί φωτισμένοι υπότροφοι του Γαλλικού Ινστιτούτου (ο Κορνήλιος Καστοριάδης, η Μιμίκα Κρανάκη, η Νέλλη Ανδρικοπούλου, ο Κώστας Αξελός και πόσοι ακόμη) έφευγαν από την Ελλάδα -μια Ελλάδα που σκεπαζόταν από τα σύννεφα του εμφυλίου- για τη Γαλλία. Μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που καθένας τους, άφησε το δικό του, δυνατό στίγμα στη διανόηση, τις τέχνες (ο Κορνήλιος Καστοριάδης, επί παραδείγματι, δεν θα ήταν υπερβολή να ειπωθεί ότι άλλαξε, με το πνεύμα του, τη ζωή του γράφοντος).
Έβλεπα λοιπόν, και σκεφτόμουν πόσα Ματαρόα με νέους επιστήμονες, καλλιτέχνες, διανοητές να άφησαν την Ελλάδα όλα αυτά τα χρόνια της “κρίσης”. Που δεν ήταν ακριβώς κρίση αλλά το φυσικό αποτέλεσμα δεκαετιών δανεικής ευμάρειας, λαϊκιστικών κυβερνήσεων, διαφθοράς, φαυλοκρατίας. Πόσοι τέτοιοι άνθρωποι θα ανθίσουν σε πιο γόνιμα εδάφη απ’ αυτά του υπέροχου ελληνικού τοπίου, που δυστυχώς έχει παραδοθεί στη μονοκαλλιέργεια που επιλέγουν, πρώτες και καλύτερες, οι πολιτικές δυναστείες του τόπου παράγοντας διαφθορείς και διεφθαρμένους “ημέτερους”.
Κάποια στιγμή στο ντοκιμαντέρ η μεγαλύτερη κόρη του Καστοριάδη, η Σπάρτη (Sparta), θέτει το ερώτημα, αν είχαν μείνει όλοι αυτοί οι άνθρωποι πίσω θα ήταν, άραγε, η Ελλάδα διαφορετική; Ή θα τους είχε περίπου “φάει”, όπως είχε πει χαρακτηριστικά ο πατέρας της, μη αφήνοντάς τους να ανοίξουν τα φτερά που άνοιξαν στους γαλλικούς ουρανούς; Τείνω να συμφωνήσω με τον πατέρα. Και ίσως εκεί, σε αυτό το ζύγι, να κρίνονται αρκετά. Πότε και κατά πόσον μια “κρίσιμη μάζα” δημιουργικών, οραματικών ανθρώπων θα μπορούσε να αλλάξει αυτή την πατρίδα, αντί να της επιτρέπει να αλλάζει η ίδια αυτούς – ή να τους διώχνει.
Πόσα Ματαρόα ακόμα;