Πρόσωπα… αλλιώς: Σοφία Ελίζα Μπουράτση
Απαντά στο ερωτηματολόγιο Στανισλάφσκι.
Εικόνες – συνέντευξη – σύλληψη ιδέας: Νόπη Ράντη
Κονσταντίν Στανισλάβσκι (1863-1938) | Σκηνοθέτης, ηθοποιός και θεωρητικός του θεάτρου.
(Σύμφωνα με τη μέθοδο Στανισλάβσκι, τα βασικότερα ερωτήματα που πρέπει ο κάθε χαρακτήρας να μπορεί να απαντήσει ώστε να θεωρείται ολοκληρωμένος και αληθινός, είναι: Ποιος είμαι, πού είμαι, τι κάνω, τι θέλω και το μαγικό Εάν που ορίζει μια φανταστική συνθήκη).
-Ποιος είσαι;
Είμαι η Σοφία – κάποιοι όμως με φωνάζουν Ελίζα. O Στανισλάφσκι δημιούργησε αυτό το ερωτηματολόγιο για να βοηθήσει τους ηθοποιούς να προσεγγίσουν ένα χαρακτήρα. Λοιπόν, εάν έπρεπε να με υποδυθεί ένας ηθοποιός καλό θα ήταν να ήξερε ότι μέχρι πριν την καραντίνα έπαιρνα το αεροπλάνο κάθε 15 μέρες και ότι τώρα είμαι πολύ ευτυχισμένη που ζω εδώ (και τώρα). Θα έπρεπε επίσης να ξέρει ότι (δυστυχώς) είμαι συνέχεια με το τηλέφωνο και τον υπολογιστή μου στο χέρι επειδή είμαι παθιασμένη με τη δουλειά μου (ακόμα την αντιλαμβάνομαι σαν περιπέτεια, σαν δώρο, σαν πρόκληση) και δέχομαι να της δίνω όλο το χρόνο που απαιτεί. Αλλά της είμαι και πιστή: όταν πρέπει να μελετήσω ή να γράψω, κάνω βουτιά και τότε κανείς δε μπορεί να με βρει. Όπως δε μπορεί να με βρει κανείς κι όταν ξεφεύγω να γεμίσω τις μπαταρίες μου (σε παραλίες και χωριά της χώρας όπου δεν πιάνει ούτε το 3310).
Ο ηθοποιός του παιχνιδιού αυτού θα έπρεπε επίσης να μπει στο ρόλο ενός ανθρώπου που κάνει γιόγκα και διαλογισμό (αλλά με πολύ χαλαρούς ρυθμούς), να κάνει …οινολογικές έρευνες με την ίδια σοβαρότητα που απαιτεί η φιλοσοφία, η κοινωνία και η τέχνη, να πίνει matcha όλη μέρα για να συνέλθει, να μάθει να αντέχει να έχει ανθρώπους που αγαπάει σε όλες τις γωνιές της Ευρώπης (και κάποιους από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού) και να μπορεί να έχει φίλους, συνεργάτες, εραστές, αγάπες… ανθρώπους δικούς του, με τους οποίους φαινομενικά δεν έχει απολύτως κανένα κοινό. Να μπει στο πετσί ενός ανθρώπου που πιστεύει ακόμη τόσο στην Ευρώπη όσο και στον πολιτισμό. Θα έπρεπε να βρει τρόπο να εμπιστεύεται ακράδαντα τη σύγχρονη τέχνη, το στοχασμό και το παρόν – όσο συχνά κι αν αυτό γίνεται σκληρό. Διότι αυτό έχουμε μπροστά μας και με αυτό διαπραγματευόμαστε τα πάντα. Και θα έπρεπε να μη φοβάται – ή να μη συνειδητοποιεί – τα κόστη της γλυκιάς περιπλάνησης που απαιτεί να μετακινείσαι εκεί που σε πάει το επόμενο σου πρότζεκτ.
Πολλοί λένε ότι είμαι «ροζ». Ίσως και να είμαι ακόμα λίγο ροζ, επειδή το ροζ είναι το χρώμα του δέρματος, επειδή είναι χρώμα που εάν το αντιμετωπίζεις με χιούμορ αυτοσαρκάζεσαι και θυμάσαι πόσο μικρό πραγματάκι είναι ο άνθρωπος, και επειδή τώρα πρόσφατα ίσως και να έγινε και τρυφερά φεμινιστικό – δε γίνεται να είσαι γυναίκα και να μη συνειδητοποιείς ότι πάντα θα παλεύεις από τη θέση της γυναίκας. Θα έπρεπε λοιπόν επίσης ο ηθοποιός αυτός να αγαπάει το σώμα των ανθρώπων σε όλες του τις εκφάνσεις, μέχρι και όταν εκείνο συρρικνώνεται … και να βλέπει στο σώμα μία πηγή ομορφιάς κι ελευθερίας.
Τέλος, ο ηθοποιός που θα έπαιζε το ρόλο μου θα έπρεπε να πιστεύει και στη «νεράιδα ευκαιρία» (όπως λέει ο καλός μου φίλος που γνώρισα μόνο από τα βιβλία του διότι πέθανε όταν ήμουν ενός έτους, ο Γάλλος φιλόσοφος Vladimir Jankélévitch), τη νεράιδα ευκαιρία λοιπόν που εάν δε την αδράξουμε στη στιγμή, μας ξέφυγε, σαν αυτά τα «σχεδόν-τίποτε», τα μικροσκοπικά, που κάνουν τη ζωή μας πανέμορφη.
-Που είσαι;
Είμαι στο σπίτι μου, στη Θεσσαλονίκη, βρίσκεται (περίπου) πάνω από το ναό της Αφροδίτης. Σπίτι μου εδώ στη Θεσσαλονίκη είναι και η Πριγκηπέσσα Μουσική Σκηνή (επειδή δεν υπάρχει πιο γλυκό μέρος στον κόσμο), και το Καραμπουρνάκι όπου μένει ο θησαυρός μου η γιαγιά μου, σπίτι μου είναι και Τo Pikap που μαζεύει τα δημιουργικά πνεύματα της πόλης, και το MOMus – Πειραματικό Κέντρο Τεχνών που φιλοξένησε την αγαπημένη μου δουλειά – τους Τίμιους Παράνομους.
Μετά από 4 χώρες και 5 πόλεις, κατάφερα να είμαι στον τόπο στον οποίο νιώθω άλλοτε σπίτι μου και άλλοτε λιγότερο ξένη απ΄ ότι αλλού. Είναι πολλές οι ευρωπαϊκές γωνιές όπου νιώθω σπίτι μου, αλλά το γεγονός ότι δε χρειάζεται να πάρω αεροπλάνο για να φτάσω στο ελληνικό καλοκαίρι (στην λιτότητα που το χαρακτηρίζει) μου φαίνεται σαν να είναι η μεγαλύτερη πολυτέλεια που μπορεί να προσφέρει η ζωή στον άνθρωπο, παρόλες τις πολύ σοβαρές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο πολιτισμός στη χώρα μας τον τελευταίο καιρό. (Σχεδόν) κάθε πρωί που ξυπνάω γιορτάζω το φως, τα πρόσωπα, τις ατάκες, τα παιχνίδια και τις ευχές που ακούω καθημερινά από παντού (τον ταξιτζή, τους συνεργάτες, τους μαθητές μου στη φυλακή, τους φίλους μου, τους συνανθρώπους μου, αυτούς που συναντώ τυχαία …).
Σπίτι μου τώρα είναι λοιπόν αυτό εδώ το νεοκλασικό, το μαγικό… που πρόσφατα μετέτρεψα για ένα μήνα σε εργαστήριο και για πέντε μέρες σε γκαλερί, ίσως να φαίνεται στις φωτογραφίες κάποιο απόσπασμα από το UNHOLY QUEST, την ατομική έκθεση του Μίλτου Δίγκα που κάναμε εδώ. Ήταν μία αντίδραση ανοίγματος στον τρόπο με τον οποίο η εμπειρία της καραντίνας μας έκλεισε στους εαυτούς μας και μας έκανε να φοβόμαστε τους άλλους. Μου είχαν λείψει οι ξένοι, οι τυχαίες συναντήσεις, οι συζητήσεις και οι αναζητήσεις (τα όνειρα) μεταξύ αγνώστων που προκαλεί ένα έργο. Μου είχε λείψει και αυτή η κίνηση της πρόσκλησης ενός νέου καλλιτέχνη, να του δίνεις ένα χώρο και να του λες: κατοίκησε τον. Και πήρε το χώρο και τον έκανε δικό του, τον μετέτρεψε σε παγανιστικό κήπο ο άτιμος, είναι πολύ καλός!!!
Είμαι εδώ λοιπόν, αλλά η αληθινή αλήθεια είναι ότι θα ήθελα να βρεθώ καταμεσής του Αιγαίου. Να ζω ήδη την ουσιαστική καθαρτική εκείνη διαδικασία (με τα αλάτια στα μαλλιά) που σε φέρνει επιτέλους αντιμέτωπο με τον εαυτό σου.
-Τι κάνεις;
Προκαλώ συναντήσεις ανάμεσα σε ανθρώπους που δε θα συναντιόντουσαν ποτέ, ανάμεσα σε χώρους και έργα τέχνης, ανάμεσα σε θεσμούς, με κύρια εργαλεία τη φιλοσοφία και τη σύγχρονη τέχνη. Διδάσκω, επιμελούμαι εκθέσεις και εκδόσεις, κάνω έρευνα, γράφω, ερωτεύομαι, παλεύω να μη βολευτώ ποτέ σε μία συνθήκη που θα απενεργοποιήσει την κριτική μου σκέψη.
Ίσως ο κοινός παρονομαστής αυτών που κάνω να είναι η αναζήτηση του ωραίου, της αισθητικής απόλαυσης. Αυτής όμως της ικανοποίησης που παραμένει ανήσυχη, που θέτει ερωτήματα, που προκαλεί συλλογικότητες (έστω και για λίγο), που παλεύει για έναν κόσμο που θα είναι πιο ανοιχτός, πιο προσιτός σε όλους. Αυτό το άνοιγμα (η υπέρβαση) είναι το χαρακτηριστικό της τέχνης και ενίοτε του στοχασμού.
-Τι θέλεις;
Θέλω να μαθαίνω και να διδάσκω, να ανακαλύπτω και να μοιράζομαι. Θέλω βεβαίως ειρήνη, υγεία, απλότητα, ηρεμία, ομορφιά και αγάπη. Σιωπή, μουσική, τέχνη, τολμηρούς ανθρώπους γύρω μου, θέλω να μη φοβάμαι να βουτήξω στην επόμενη περιπέτεια, θέλω να μη ξεχάσω ποτέ τα μάτια των εκπαιδευόμενων στη φυλακή και τις φωνές τους όταν λένε ότι η τέχνη έγινε το παράθυρο επικοινωνίας τους προς τα έξω. Θέλω να μην ανοίξω τα social media για ένα μήνα, θέλω να μη φύγω από την Ελλάδα. Θέλω να μην υποφέρουν άνθρωποι. Θέλω η κοινωνία μας να σταματήσει να είναι τόσο αντίξοη για τους πιο ευαίσθητους, τους διαφορετικούς, τους καλλιτέχνες, τους outsiders.
-Εάν…….θα….
Στα γαλλικά λέμε ότι με τα «εάν» θα βάζαμε μέχρι και το Παρίσι μέσα σε ένα μπουκάλι. Όμως όλοι ξέρουμε ότι το Παρισάκι δε χωράει πουθενά… οπότε προτιμώ να ρωτώ τον εαυτό μου «γιατί», «τί» και «πώς». Και μετά να υλοποιώ – ιδανικά να υλοποιούμε, συλλογικά.
Selfie:
Η Σοφία Ελίζα Μπουράτση γεννήθηκε στο Λουξεμβούργο. Εργάζεται στον κόσμο της σύγχρονης τέχνης ως ανεξάρτητη θεωρητικός τέχνης, επιμελήτρια και σύμβουλος στις πολιτιστικές πολιτικές. Είναι διδάκτωρ Αισθητικής και Επιστημών της Τέχνης από το Université Paris 1 – Panthéon-Sorbonne, με θέμα έρευνας το σώμα, τις εικόνες του και τα κοινωνικά, φιλοσοφικά, επιστημονικά και πολιτικά του όρια, όπως εκφράζονται μέσα από τη σύγχρονη τέχνη. Τα ερευνητικά της πεδία αφορούν επίσης τη σωματοποίηση του εγκλεισμού και την ιδρυματοποίηση του σώματος και της σκέψης, τις αισθητικές του δημόσιου χώρου, τις αστικές και οικολογικές σύγχρονες μεταμορφώσεις και τις εικαστικές και ακτιβιστικές πρακτικές οικειοποίησης των κοινών. Ασχολείται επίσης με την εικαστική φωτογραφία. Κατά καιρούς διδάσκει στο Πανεπιστήμιο (Université du Québec à Montréal 2016-2017) και στη φυλακή (Γενικό Κατάστημα Κράτησης Θεσσαλονίκης, από το 2016). Ζει και εργάζεται μεταξύ Λουξεμβούργου και Ελλάδος. Πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη επιμελήθηκε την έκθεση «Τίμιοι Παράνομοι. Πρόσωπο. Ελευθερία. Σιωπή» στο MOMus Πειραματικό Κέντρο Τεχνών (26.2 με 28.6.2020), μία σύμπραξη 9 καλλιτεχνών με εκπαιδευόμενους του 3ου Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας Θεσσαλονίκης που βρίσκεται στο Γενικό Κατάστημα Κράτησης στα Διαβατά και την ατομική έκθεση του Μίλτου Δίγκα UNHOLY QUEST στο σπίτι της (1-5 Ιουλίου 2020).
https://www.instagram.com/