Η Στέλλα Άνταμς είναι η ελληνίδα Jessica Jones και αυτό το καταλαβαίνεις από τα βιβλία της
Η Κική Τσιλιγγερίδου μιλά για την τριλογία της που ενδεχομένως να δούμε στην τηλεόραση σύντομα.
Βυθισμένος ουρανός. Πύρινη Κόλαση. Κρύο Δέρμα. Συνδετικός κρίκος ένα και μοναδικό πρόσωπο. Η Στέλλα Άνταμς. Η αντισυμβατική αστυνομικός, η ηρωίδα που εμπνεύστηκε η Κική Τσιλιγγερίδου για την αστυνομική της τριλογία. Κινηματογραφική δράση, έντονα περιγραφικά στοιχεία, μυστήριο, ερωτηματικά και ανατροπές «ένα βιβλίο που θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει σενάριο blockbuster ταινίας τύπου Die Hard» όπως αναφέρεται στη κριτική της η Άντζη Κουνάδη. Στη συνέντευξη που παραχώρησε η συγγραφέας στη Parallaxi, μιλά για τη εν λόγω αστυνομική τριλογία και μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις της για το μέλλον.
Οι δυσκολίες που αντιμετώπισε ο χώρος του βιβλίου εξαιτίας της πανδημίας δε φάνηκαν να εμποδίζουν την έκδοση των δύο τελευταίων βιβλίων της τριλογίας, της Πύρινης Κόλασης και του Κρύου Δέρματος, τα οποία και κυκλοφόρησαν για πρώτη φορά μέσα στο διάστημα αυτό.
«Θα μπορούσα να σας πω πως δεν νιώθω όσο καλά θα περίμενε κανείς, γιατί ακριβώς λόγω της πανδημίας οι πωλήσεις έπεσαν τρομερά στα περισσότερα βιβλία και σχεδόν στο σύνολο των εκδοτικών οίκων. Και χτυπήθηκαν κυρίως βέβαια όσα μυθιστορήματα κυκλοφόρησαν ακριβώς πάνω στα lockdown» υπογράμμισε η συγγραφέας προσθέτοντας πώς νιώθει χαρούμενη που εκδόθηκαν έστω και κάτω από αυτές τις συνθήκες και δείχνει αισιόδοξη για το αναγνωστικό τους μέλλον.
«Ήταν κάτι που έπρεπε να γίνει, κάτι που πίστεψε ο εκδότης μου, ο Χάρης Νικολακάκης, και κάτι που είχαμε αποφασίσει και προγραμματίσει να κάνουμε ήδη από το 2018, όταν και σχεδιάστηκε η έκδοση των βιβλίων. Εντέλει, η πανδημία δεν μας επηρέασε. Τη νικήσαμε. Αυτό θα έκανε και η ίδια η Στέλλα Άνταμς. Και, όσον αφορά τις πωλήσεις, είμαι σίγουρη πως και αυτές θα αναθερμανθούν».
Δηλώνει φανατική αναγνώστρια αστυνομικής λογοτεχνίας ήδη από τα νεανικά της χρόνια και το θεωρεί ως το πιο σύγχρονο, ευέλικτο και πιο κοντά στον άνθρωπο λογοτεχνικό είδος των ημερών μας. Στα βιβλία εκτυλίσσονται καταστάσεις γύρω από θέματα όπως τη βία, τη παρενόχληση, το trafficking, την εκδίκηση. Θέματα που απασχολούν συχνά τη κοινή γνώμη. Εύλογα θα ρωτούσε κανείς αν εκτός από πηγή έμπνευσης αποτελούν και ζητήματα βαθύτερου κοινωνικού προβληματισμού για ‘κείνη.
«Όχι, αυτό δεν αφορά τα βιβλία. Στα βιβλία μου συμβαίνουν τέτοια εγκλήματα, και η Στέλλα Άνταμς αναλαμβάνει τη συνέχεια — είναι εκδικήτρια και υπέρ της αυτοδικίας, παρά τη θέση της στην αστυνομία. Όμως όχι, τα βιβλία είναι περιπέτειες, δεν κάνουν κήρυγμα. Είναι κάτι που το απεχθάνομαι αυτό στη λογοτεχνία.
Ναι, θα διαβάσετε για ομοφοβικά εγκλήματα στην τριλογία. Θα διαβάσετε για μπούλινγκ. Θα διαβάσετε για τρανσφοβία και για γυναικοκτονίες. Θα διαβάσετε για βιασμούς. Αυτά αναλαμβάνει η Στέλλα Άνταμς. Και ενίοτε τα αναλαμβάνει με τον δικό της τρόπο. Όμως δεν λέει ποτέ, ούτε η ίδια ούτε εγώ σαν αφηγήτρια, ότι αυτά τα πράγματα είναι κακά. Το ξέρουμε ότι είναι κακά! Ίσα-ίσα, αυτό που λέγεται στα βιβλία είναι ότι αυτό που κάνει η Στέλλα Άνταμς, είναι άσχημο. Γιατί αυτό που κάνει η Στέλλα Άνταμς είναι να πάρει ένα πτυσσόμενο ρόπαλο ή το πιστόλι της και να πάει να κάνει τη δουλειά. Κάτι που δεν συνιστώ σε κανέναν, ασφαλώς».
Από τις πρώτες και όλες σελίδες οι αναγνώστες γνωρίζουν την ανατρεπτική πρωταγωνίστρια του βιβλίου. Ίσως και να τους έρθουν στο νου κάποιες εικόνες που παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά με φανταστικά στοιχεία που εντοπίζουμε τις περισσότερες φορές σε σειρές κόμικς.
«Η Στέλλα Άνταμς έχει λευκό δέρμα, κατακόκκινα μαλλιά και φοράει συνεχώς μαύρα γυαλιά γιατί έχει ένα περίεργο πρόβλημα με την όρασή της. Αυτά, ναι, είναι εντελώς στοιχεία κόμικς. Η φιγούρα της δηλαδή. Αλλά μη φανταστεί κανείς ότι έχουμε να κάνουμε με μια υπερηρωίδα που πηδάει από στέγη σε στέγη μέσα στη νύχτα. Ασφαλώς μπορεί να σπάσει στο ξύλο οποιονδήποτε άντρα βρεθεί μπροστά της, και συχνά το κάνει, αλλά κυρίως θα τη δείτε σε ένα μπαρ, μόνη, να πίνει. Φυσικά, όταν δεν έχει κάποια υπόθεση να λύσει. Και στα βιβλία αυτό ακριβώς κάνει, ή αυτό ακριβώς θέλει να κάνει. Είναι πολύ πιο συνηθισμένη από όσο δείχνει με μια πρώτη, «επιπόλαιη» ματιά. Όμως λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο, που δεν είναι άλλος από τη νέμεσή της από το παρελθόν. Μια ιστορία για την οποία διαβάζουμε και στα τρία βιβλία…»
Στην ερώτηση τί πιστεύει ότι θαυμάζουν οι αναγνώστες και τί προσωπικά αγαπά περισσότερο στην εκρηκτική Στέλλα Άνταμς, απαντά στέλνοντας ένα μήνυμα για όλες τις γυναίκες προσθέτοντας μια χιουμοριστική πινελιά στο τέλος.
«Δεν ξέρω τι θαυμάζουν οι αναγνώστες επάνω της. Ίσως το γεγονός ακριβώς ότι η Στέλλα Άνταμς δεν το βάζει κάτω, ότι θα ψάξει μέχρι το τέλος για να βρει λύσεις. Και χωρίς να νοιαστεί για το τι θα συμβεί στην ίδια. Μάλλον αυτό. Συν το γεγονός ότι αποτελεί μία συνισταμένη πολλών γυναικών που ξέρουμε όλες μας, εκείνες που κάποια στιγμή είπαν, «Φτάνει πια». Αυτό που θαυμάζω εγώ είναι που γυμνάζεται κάθε μέρα, εξ ου και μένει τόσο αδύνατη, ενώ εγώ ζήτημα είναι να βρίσκω χρόνο για τρεις φορές την εβδομάδα…»
Αν και τα βιβλία αποτελούν μια αστυνομική τριλογία, μπορεί το καθένα να διαβαστεί και ξεχωριστά χωρίς να ακολουθήσει υποχρεωτικά τη πρωτότυπη σειρά έκδοσης. Οι υποθέσεις που αναλαμβάνει η πρωταγωνίστρια των βιβλίων διαδραματίζονται στην Αθήνα αν και η συγγραφέας ζει στη Θεσσαλονίκη.
«Επέλεξα την Αθήνα επειδή είναι πολύ πιο μεγάλη, μία «μητρόπολη», και γεμάτη άγνωστα μέρη — κυρίως σε εμένα. Ήταν ο πιο κοντινός σε μια Sin City τόπος που μπορούσα να βάλω στα βιβλία. Η Θεσσαλονίκη μας είναι πιο μαζεμένη και τόσο γνωστή μου και τόσο αγαπημένη μου, που δεν θα μπορούσα, ή τουλάχιστον δεν θέλησα, να τη γεμίσω τόσο σκοτάδι».
Παράλληλα, για το αν δυσκολεύτηκε να συνδυάσει τη δημοσιογραφική της ιδιότητα κατά τη συγγραφική διαδικασία, απάντησε αρνητικά επισημαίνοντας πως τα χαίρεται εξίσου και τα δύο, την τηλεόραση και τα βιβλία, και ότι το ένα δεν μπλέκεται καθόλου με το άλλο.
Αν και για την ίδια, δημοσιογραφία και συγγραφή αποτελούν δυο διαφορετικά κομμάτια της επαγγελματικής της ζωής, για τη τριλογία της Στέλλας Άνταμς έχουν γραφτεί πολλές κριτικές που υποστηρίζουν πως θα μπορούσε να μεταφερθεί κάλλιστα στη μικρή ή μεγάλη οθόνη.
«Σίγουρα είναι το όνειρό μου για τη Στέλλα Άνταμς. Ειδικά η τηλεόραση, ειδικά μία πλατφόρμα που έχει παρελθόν στο είδος, θα ήταν η ιδεώδης συνέχειά της. Δεν είναι όμως κάτι που γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη, ειδικά υπό τις παρούσες, ακόμη δύσκολες συνθήκες. Αλλά είναι κάτι για το οποίο ήδη συζητάμε. Θα δούμε. Πάντως, αισιοδοξώ».
Η Κική Τσιλιγγερίδου αναφέρθηκε και στο μέλλον αποκαλύπτοντας κάποια από τα επόμενα συγγραφικά της βήματα. «Είναι ένα μυθιστόρημα που θα κυκλοφορήσει τον Ιούνιο του 2022, από τις Εκδόσεις Bell, και θα είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από τη Στέλλα Άνταμς, αν και πάλι φυσικά αστυνομικό, και πάλι με γυναίκα πρωταγωνίστρια. Μολονότι, από την άλλη, η πρωταγωνίστρια μου δεν είπε την τελευταία της λέξη ακόμα. Αλλά έχουμε καιρό γι’ αυτό…»
Πριν κλείσουμε το βιβλίο και αφήσουμε την Στέλλα Άνταμς να συνεχίσει να εξιχνιάζει εγκλήματα με το δικό της ανορθόδοξο τρόπο, αξίζει να παραθέσουμε ένα μικρό απόσπασμα από τον Βυθισμένο ουρανό. Ως ένας ελεύθερος συνειρμός για τα εγκλήματα που δυστυχώς δεν μένουν μονάχα μέσα στα βιβλία. Για τα εγκλήματα και τους δολοφόνους που βρίσκονται τώρα στην επικαιρότητα αλλά και για εκείνους που δεν θα μαθευτούν ποτέ.
Γραμμές… χαρακιές… και ένα πλέγμα δρόμων που αλληλομπλέκονταν, διασταυρώνονταν και σχημάτιζαν μία φωλιά από αδιέξοδα. Μπορούσε να βρει έναν κανόνα εκεί, ένα σχέδιο, ένα καλούπι, μία μήτρα: τα πάντα κατέληγαν σε αδιέξοδο. Τα πάντα. Όλα. Το καθετί. Δεν υπήρχε πουθενά, και σε τίποτε, μία καθαρή έξοδος κινδύνου. Μια οδός διαφυγής. Κάτι που να σε κάνει να ελπίζεις. Όλα ήταν ένα, και αυτό το ένα ισούνταν με μηδέν.
Εγώ σε αυτήν την παράγραφο του βιβλίου προσθέτω: Σ’ αυτό το μηδέν μέσα στο κεφάλι τους να μείνουν για πάντα καταδικασμένοι.