Τα «Αόρατα Παιδιά» των ιδρυμάτων
Τι εντύπωση έχουμε για τα παιδιά που μεγαλώνουν στα ιδρύματα; Ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες που ζουν τα παιδιά;
Τι εντύπωση έχουμε για τα παιδιά που μεγαλώνουν στα ιδρύματα; Είμαστε αρκετά ευαισθητοποιημένοι πάνω σ’ αυτό το ζήτημα; Ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες που ζουν τα παιδιά; Ο κόσμος είναι δεκτικός να ακούσει την αλήθεια και να μάθει τί ακριβώς συμβαίνει με την ιδρυματική κοινωνική φροντίδα;
Για όλα αυτά αλλά και για την ανισότητα που βιώνουν τα παιδιά σε ιδρύματα, σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά που ζουν στις οικογένειές τους εφόσον είναι κατάλληλες και αυτές μίλησε στη Parallaxi η κ. Ελένη Γεωργάρου με αφορμή το έργο «Τα δικαιώματα των παιδιών που ζουν σε ιδρύματα – Τα αόρατα παιδιά» που υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund στην Ελλάδα
Ποιος είναι ο στόχος του έργου τα «Αόρατα Παιδιά»;
Στόχος του έργου είναι να ενημερωθεί το ευρύ κοινό και οι απασχολούμενοι στον τομέα της κοινωνικής εργασίας – εργαζόμενοι, εθελοντές, μέλη διοικήσεων, δημόσιες και δημοτικές κοινωνικές υπηρεσίες, δωρητές- και τη Δικαιοσύνη, για την ανισότητα που βιώνουν τα παιδιά σε ιδρύματα, σε σχέση με τα υπόλοιπα παιδιά που ζουν στις οικογένειές τους εφόσον είναι κατάλληλες και αυτές. Η ανισότητα προκύπτει από μια σειρά παραβιάσεων στα δικαιώματα των παιδιών όπως αυτά ορίζονται στη Διεθνή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού του ΟΗΕ και έχουν αποτυπωθεί στις δύο Ειδικές Εκθέσεις που έχει συντάξει η Ανεξάρτητη Αρχή Συνήγορος του Πολίτη – Κύκλος Δικαιωμάτων του Παιδιού, το 2015 με τίτλο: «Τα δικαιώματα των παιδιών που ζουν σε ιδρύματα: Διαπιστώσεις και Προτάσεις του Συνηγόρου για τη λειτουργία των ιδρυμάτων παιδικής προστασίας» και το 2020 με τίτλο «Από το ίδρυμα στην κοινότητα: εναλλακτική φροντίδα ευάλωτων παιδιών και υποστήριξη οικογενειών».
Στις δύο αυτές εκθέσεις, διαπιστώνεται ότι τα παιδιά που ζουν σε ιδρύματα διαφοροποιούνται μειωτικά στο επίπεδο εκπαίδευσής τους, στην φροντίδα της ψυχικής και σωματικής υγείας, στην κοινωνική ζωή, την ψυχαγωγία, το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα, το σεβασμό στην προσωπικότητα και την ελεύθερη έκφραση της γνώμης τους.
Όταν ένα παιδί μπει σε ίδρυμα, σταματά το ενδιαφέρον του δημόσιου κοινωνικού συστήματος να παρακολουθεί την εξέλιξη του και τον τρόπο που μεγαλώνει , και παύει να λειτουργεί με στόχο την όσο το δυνατόν συντομότερη ένταξη του παιδιού σε οικογενειακό περιβάλλον ανάδοχης ή θετής οικογένειας, όταν η φυσική οικογένεια αδυνατεί να το επανεντάξει στους κόλπους της. Για αυτό και ο τίτλος του προγράμματός μας είναι «Τα αόρατα παιδιά». Επισημαίνεται επίσης ο κοινωνικός στιγματισμός στα παιδιά των ιδρυμάτων, η εξ αυτού κοινωνική περιθωριοποίηση και η μεγάλη δυσκολία κοινωνικής ένταξης μετά την ενηλικίωση.
Εξίσου σημαντικός στόχος είναι να αναδειχθούν τα ζητήματα: α) της έλλειψης εφαρμογής μιας ενιαίας παιδαγωγικής πολιτικής για τα παιδιά που τοποθετούνται σε ίδρυμα, με αποτέλεσμα κάθε ίδρυμα να ακολουθεί το δικό του μοντέλο ανατροφής των παιδιών με βάση την ιδεολογική, θρησκευτική ή κοινωνική άποψή του που κάποιες φορές αντιβαίνει στις διατάξεις της ΔΣΔΠ β) της έλλειψης ουσιαστικής εποπτείας και ελέγχου του τρόπου που μεγαλώνουν τα παιδιά μέσα στα ιδρύματα και αν λειτουργούν προς όφελος ή όχι των παιδιών. Όταν ένα παιδί μπει σε ίδρυμα ο μόνος που έχει δικαιοδοσία πάνω σε αυτό είναι το ίδιο το ίδρυμα, δηλαδή η διοίκησή του. Οι αποφάσεις για τη ζωή του λαμβάνονται μόνο από το ίδρυμα, χωρίς την συνδρομή και την συνεργασία των δημοσίων κοινωνικών υπηρεσιών όπως θα πρέπει γ) της έλλειψης διαφάνειας και τήρησης αναλυτικών στατιστικών στοιχείων από τα ιδρύματα και το Εθνικό Ίδρυμα Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που πρέπει να τηρούνται τόσο για τις εισαγωγές παιδιών και τους λόγους αυτών, του χρόνου παραμονής τους, την γεωγραφική κατανομή τους, το έργο προετοιμασίας αποϊδρυματοποίησης και τα αποτελέσματα αυτής ανά δομή φιλοξενίας ανηλίκων δ) Την περίκλειστη λειτουργία και την απαγόρευση προσπέλασης στην κοινωνία μέσω εθελοντών και ανθρώπων που νοιάζονται για τον τρόπο ζωής των παιδιών. Μεγάλο πρόβλημα αποτελεί το γεγονός ότι οι διοικήσεις των ιδρυμάτων συγκροτούνται από ανθρώπους με «φιλανθρωπικό» προφίλ, χωρίς να ελέγχεται και να εγκρίνεται από το κράτος, η καταλληλότατά τους να ασκούν το τόσο σημαντικό έργο της πορείας της ζωής χιλιάδων παιδιών.
Για όλα αυτά τα ζητήματα το έργο «Τα αόρατα παιδιά» εκτός από την ανάδειξή τους, θα επιδιώξει και την πρόταση λύσεων.
Ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες διαβίωσης και ανατροφής παιδιών που περνούν μεγάλο μέρος της ζωής τους σε κλειστά ιδρύματα;
Τα παιδιά που μπαίνουν σε ιδρύματα υφίστανται στην πραγματικότητα μια δευτερογενή κακοποίηση, όπως εκφράστηκε ρητά και από τη Συνήγορο του Παιδιού στην Ειδική Έκθεση του 2020. Τόσο η διαδικασία εισαγωγής σε ένα ίδρυμα όσο και η διαμονή σε αυτό, δημιουργεί έντονο τραυματικό σοκ σε ένα παιδί που δεν έχει προετοιμαστεί προηγουμένως και από κανέναν για τις νέες συνθήκες της ζωής του. Στα περισσότερα ιδρύματα τα παιδιά ζουν πολλά μαζί σε δωμάτια των 2 έως 6 κρεβατιών και όλοι οι υπόλοιποι χώροι είναι κοινόχρηστοι. Το προσωπικό είναι ολιγάριθμο, χωρίς ειδική εκπαίδευση για τη φροντίδα παιδιών με ειδικές ανάγκες ανατροφής , όπως είναι τα παιδιά αυτά που προέρχονται από έντονα κακοποιητικό περιβάλλον και εγκατάλειψη.
Επίσης το προσωπικό αυτό αλλάζει συχνά γιατί οι θέσεις δεν είναι καλά αμειβόμενες αλλά και οι διευθυντικές θέσεις καλύπτονται από ανθρώπους που μπορεί να είναι αδαείς σε σχέση με το αντικείμενο, χωρίς προϋπηρεσία, χωρίς ειδικές γνώσεις και χωρίς καμιά αξιολόγηση.
Στα ιδρύματα υπάρχουν συνήθως, αλλά όχι πάντα, επιστημονικές ομάδες αλλά και αυτές είτε δεν έχουν την κατάλληλη εκπαίδευση είτε υπακούν στις αποφάσεις των διοικήσεων για να μη χάσουν τη δουλειά τους. Τα παιδιά τοποθετούνται σε ίδρυμα συχνά μεταβαίνοντας με περιπολικό της αστυνομίας, δεν έχουν κοντά τους κανένα άνθρωπο να τα καθησυχάσει και να τους εξηγήσει τις νέες συνθήκες και τις προοπτικές τους και πρέπει να προσαρμοστούν όσο το δυνατόν γρηγορότερα για να επιβιώσουν. Υπάρχουν και δομές οι οποίες λειτουργούν με το σύστημα των ανεξάρτητων κατοικιών σε ένα ενιαίο απομονωμένο από τον αστικό ιστό χώρο οι οποίες λειτουργούν και πάλι με προσωπικό, χωρίς ιδιαίτερη κατάρτιση και χωρίς να αποβάλουν τον ιδρυματικό χαρακτήρα.
Στις δομές μάλιστα αυτά τα παιδιά αποσπώνται στην εφηβεία και ζουν σε στέγες ημιαυτόνομης διαβίωσης, μοντέλο που δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα ανατροφής παιδιών στην οικογένεια. Σε ένα ίδρυμα τα παιδιά μεγαλώνουν αναπτύσσοντας πολύ νωρίς τους κανόνες αυτοπροστασίας και επιβίωσης, ισχύει ο νόμος του «ισχυρότερου» και μεγαλώνουν χωρίς καμιά εξατομικευμένη φροντίδα στις ανάγκες κάθε παιδιού. Οι συνθήκες της ζωής είναι ιδρυματικές, με πρόγραμμα σε όλη την καθημερινότητα. Τα παιδιά χάνουν κάθε ελεύθερη επαφή με το εξωτερικό περιβάλλον πλην της φυσικής οικογένειας εάν επιτρέπεται ή αντίθετα τους επιβάλλεται η επαφή με τη βιολογική οικογένεια χωρίς να είναι βέβαιο ότι αυτό ανταποκρίνεται στις ανάγκες και το συμφέρον τους. Υπάρχει κάποιες φορές και επικοινωνία με εθελοντές χωρίς όμως και αυτό το σύστημα να υπόκειται σε κάποιους κανόνες λειτουργίας. Τα παιδιά δεν έχουν τη δυνατότητα της ηρεμίας και ιδιωτικότητας στο χώρο όπου ζουν, της εκπαιδευτικής υποστήριξης π.χ. μέχρι σήμερα δε γνωρίζουμε πώς ανταποκρίθηκαν τα παιδιά των ιδρυμάτων στην εξ αποστάσεων εκπαίδευση λόγω του covid-19 γιατί δεν υπάρχουν ούτε ηλεκτρονικοί υπολογιστές για κάθε παιδί, ούτε πρόσωπα που θα τα υποστηρίξουν στη διαδικασία αυτή. Kαθώς τα παιδιά αυτά εισέρχονται σε ένα ίδρυμα με πολύ μεγάλες μαθησιακές δυσκολίες και καθυστέρηση στην εκπαιδευτική διαδικασία αυτό συχνότατα παραμένει και μέσα στο ίδρυμα. Έχουμε υποβάλλει αναφορά στο Συνήγορο του Παιδιού για να ελέγξει τις συνθήκες παρακολούθησης της εξ’ αποστάσεως εκπαίδευσης των παιδιών των ιδρυμάτων, αλλά μέχρι σήμερα δεν έχουμε πόρισμα. Δεν διαθέτουν τεχνολογικό εξοπλισμό όπως τα περισσότερα παιδιά στο σπίτι τους, εκτός των κινητών τηλεφώνων, δεν έχουν ωφέλιμα περιβαλλοντικά ερεθίσματα για την ευρύτερη μόρφωσή τους και την ανάπτυξη δεξιοτήτων που θα βοηθήσει την κοινωνική τους ένταξη.
Συνήθως ανακυκλώνονται προβληματικές συμπεριφορές και αντιλήψεις που κάθε παιδί φέρνει μαζί του όταν μπαίνει στο ίδρυμα. Δεν δίνεται στα παιδιά καμιά ευκαιρία για λήψη συνηγορίας σε εξωτερικό πρόσωπο ή φορέα, όταν αισθάνονται και τα ίδια ότι υπάρχουν σε βάρος τους αρνητικές συμπεριφορές. Παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με το νόμο οι Περιφέρειες της χώρας είναι υποχρεωμένες να κάνουν ελέγχους και να εποπτεύουν τον τρόπο που μεγαλώνουν τα παιδιά με το θεσμό του κοινωνικού συμβούλου, ούτε οι Περιφέρειες ούτε οι Περιφερειάρχες αντιλαμβάνονται τη σημαντικότητα του θεσμού αυτού. Πολλές Περιφέρειες δεν έχουν κοινωνικούς συμβούλους και όσες έχουν, λόγω της έλλειψης εκπαίδευσης και ενημέρωσης διενεργούν τυπικούς ελέγχους, χωρίς να έρχονται σε επαφή με τα παιδιά και να μαθαίνουν τα προβλήματά τους.
Τραγικό είναι το θέμα των παιδιών με ελαφρές αναπηρίες ή ψυχοκοινωνικές διαταραχές που διαβιώνουν σε χώρους εντελώς ακατάλληλους γι’ αυτά και καταλήγουν συχνά με την ενηλικίωσή τους σε δομές ψυχικής υγείας, κάτι που θα μπορούσε να αποφευχθεί με την κατάλληλη ανατροφή κατά προτίμηση σε ανάδοχη οικογένεια και δευτερευόντως σε ειδικές δομές με την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση.
Οι διοικήσεις των ιδρυμάτων συχνά παρεμβαίνουν αυθαίρετα στη ζωή παιδιών χωρίς να έχουν ούτε τις γνώσεις ούτε τον έλεγχο καταλληλόλητάς τους για το ρόλο αυτό. Είναι γεγονός επίσης ότι οι διοικήσεις των ιδρυμάτων ούτε αναδεικνύουν ούτε αποκαλύπτουν τις παθογένειες που υπάρχουν μέσα στα ιδρύματα και τις κακοποιήσεις που γίνονται σε βάρος παιδιών είτε από προσωπικό ιδρυμάτων είτε από άλλα παιδιά. Οι κακοποιήσεις δεν είναι απαραίτητο να είναι σωματικές, συχνότερα είναι ψυχικές. Κάθε τέτοιο γεγονός βγαίνει συνήθως στη δημοσιότητα «κατά λάθος» μέσω εθελοντών ή των ίδιων των παιδιών που μπορεί να το εκμυστηρευτούν σε τρίτους.
Συχνότατα, ιδίως τα ιδιωτικά ιδρύματα παιδικής προστασίας είναι αντίθετα στο θεσμό της αναδοχής και της υιοθεσίας των παιδιών γιατί ενδιαφέρονται περισσότερα για την δική τους ύπαρξη με τον λανθασμένο αυτόν τρόπο, παρά για την κατάλληλη φροντίδα των παιδιών. Θέλουμε με το έργο αυτό να αναδείξουμε επίσης ότι τα ιδρύματα δεν είναι απαραίτητο και δεν μπορεί να καταργηθούν με την επικράτηση της οικογενειακής φροντίδας των απροστάτευτων παιδιών. Πρέπει όμως να μετασχηματίσουν το μοντέλο λειτουργίας τους ,να λειτουργούν με προτεραιότητα να αποκαταστήσουν τα παιδιά σε οικογένειες υποστηρίζοντάς τες και να δημιουργήσουν μικρά «σπίτια» διαμονής μέσα στον αστικό ιστό για παιδιά που είτε είναι μεγαλύτερα σε ηλικία είτε γιατί υπάρχουν άλλοι λόγοι που καθιστούν προτιμητέα την παραμονή σε μια δομή φιλοξενίας.
Στην Ελλάδα είμαστε αρκετά ευαισθητοποιημένοι πάνω στο συγκεκριμένο θέμα;
Στην Ελλάδα, υπάρχει γενικά η εντύπωση ότι δεν είναι καλό να μεγαλώνουν τα παιδιά σε ιδρύματα. Ωστόσο, τόσο εξαιτίας της δημοσιότητας και του χειρισμού των ΜΜΕ από τους επικεφαλής των ιδρυμάτων και της ατεκμηρίωτης αυτοαξιολόγησης του έργου τους που την υπερπροβάλλουν, όσο και εξαιτίας των «διπλών μηνυμάτων» που δίνουν οι θεσμικοί πολιτειακοί παράγοντες όπως η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, ο Πρόεδρος της Κυβέρνησης και της Μείζονος Αντιπολίτευσης όταν επισκέπτονται και επικροτούν το έργο των ιδρυμάτων κλειστής φροντίδας, χωρίς να έχουν καμία ανεξάρτητη αξιολογική έκθεση στα χέρια τους, για λόγους δημοσίων σχέσεων και πολιτικού οφέλους, δημιουργούν μια θετική εικόνα στο ευρύ κοινό.
Την ίδια στιγμή που οι κυβερνήσεις προσπαθούν – όχι τόσο ικανοποιητικά – να κατοχυρώσουν το δικαίωμα των ευάλωτων παιδιών στην οικογενειακή φροντίδα μέσω της αναδοχής και της υιοθεσίας και όχι της εισαγωγής και παραμονής στο ίδρυμα, οι επικεφαλής του κράτους, επισκέπτονται και συγχαίρουν ιδρύματα για το έργο τους. Σημειολογικά είναι λάθος και παραπλανητικό. Ωστόσο ο κόσμος είναι δεκτικός να ακούσει την αλήθεια και να μάθει τί ακριβώς συμβαίνει με την ιδρυματική κοινωνική φροντίδα. Και αυτό θα προσπαθήσουμε να κάνουμε μέσω του έργου που αναλάβαμε να υλοποιήσουμε. Πρέπει επίσης να πείσουμε τον κόσμο να είναι περισσότερο δεκτικός στην αναδοχή παιδιών μεγαλύτερης ηλικίας και παιδιών με προβλήματα υγείας ή αναπηρίας, πάντα με την προϋπόθεση της σταθερής υποστήριξης από τους αρμόδιους φορείς.
Το έργο πραγματοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, το οποίο χρηματοδοτείται από ξένες χώρες. Γιατί πιστεύετε στην Ελλάδα δεν υπάρχουν αντίστοιχες χρηματοδοτήσεις για τόσο σοβαρά ζητήματα;
Το έργο «Tα δικαιώματα των παιδιών που ζουν στα ιδρύματα / Τα αόρατα παιδιά» υλοποιείται στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, με φορέα υλοποίησης εμάς, το ΔΙΚΤΥΟ ΑΝΑΔΟΧΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΕΘΕΛΟΝΤΩΝ «ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ» αστικό σωματείο και εταίρο την ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΑΣΤΙΚΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΜΑΘ Α.Ε.Ε. με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Το πρόγραμμα Active citizens fund, ύψους € 12εκ, χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) περιόδου 2014 – 2021, γνωστού ως EEA Grants. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενδυνάμωση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας των πολιτών και στην ανάδειξη του ρόλου της στην προαγωγή των δημοκρατικών διαδικασιών, στην ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τη διαχείριση της επιχορήγησης του προγράμματος Active citizens fund για την Ελλάδα έχουν αναλάβει από κοινού το Ίδρυμα Μποδοσάκη και το SolidarityNow.
Ο λόγος που δεν υπάρχουν χρηματοδοτήσεις και κυρίως δεν υπάρχει βούληση από τις κυβερνήσεις να οργανωθούν συστήματα μεταρρυθμίσεων της αναχρονιστικής ιδρυματικής κοινωνικής πολιτικής είναι γιατί το Κράτος δεν θέλει να συγκρουστεί με τα ιδιωτικά ιδρύματα τα οποία, εκτός από το ρόλο φροντίδας παιδιών σε κλειστές δομές, παράγουν και άλλο έργο, πιο ανοιχτό στην κοινωνία και είναι θετικό αυτό.
Ωστόσο, «κλειστά» ιδρύματα που διατηρούν πολύ ψηλά τον τομέα των δημοσίων σχέσεών τους και εκκλησιαστικά ιδρύματα που έχουν πίσω τους την υποστήριξη της Εκκλησίας, έχουν δημιουργήσει μια μεγάλη επιρροή στην κοινωνία και μπορούν να διαμορφώσουν κύματα συμπάθειας ή αντιπάθειας προς μια κυβέρνηση, η οποία θέλει να αποφύγει το πολιτικό κόστος. Από την άλλη πλευρά το κράτος στέκεται αμήχανο και άπραγο σε αποφασιστικές κινήσεις περιορισμού των ιδρυμάτων γιατί δεν έχει κάνει ακόμη καμιά προετοιμασία για να καλύψει τις ανάγκες παιδιών που για οποιοδήποτε λόγο θα χρειαστεί να ενταχθούν στο προνοιακό σύστημα παιδικής προστασίας.
Συνοπτικά, το Κράτος δεν μπορεί να επιβάλει πολιτικές και κυρώσεις σε ιδρύματα με σκοπό τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στο σύστημα, γιατί δεν ξέρει πώς να φροντίσει τα παιδιά που ζουν σε αυτά και είναι πολλά και κάθε μέρα προστίθενται και άλλα. Ας σημειωθεί κάτι εδώ που είναι πολύ σημαντικό και δείχνει και την πραγματική κατάσταση «φόβου» του κράτους προς τα ιδρύματα. Από το 1995 εκκρεμεί η έκδοση υπουργικής απόφασης που θα καθορίζει τις προϋποθέσεις ίδρυσης και λειτουργίας ιδρυμάτων, το ίδιο το κράτος παραβαίνει τη νομοθεσία που λέει ότι κανένας φορέας παιδικής προστασίας, δηλαδή σωματείο ή ίδρυμα ή αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες, δεν μπορεί να λειτουργεί χωρίς άδεια της δημόσιας αρχής και ωστόσο όλα τα ιδρύματα λειτουργούν χωρίς άδειες ή με άδειες παιδικών σταθμών ως πλέον παρεμφερείς. Δεν υπάρχει ουσιαστική πιστοποίηση καταλληλότητας από κανένας και καμία αξιολόγηση του έργου. Ισχύει ακόμη για μια σειρά ιδρυμάτων που λειτουργούν ως σωματεία, το νομοθετικό διάταγμα της δικτατορίας Ν.Δ. 1111/1972 και δεν έχει αλλάξει 40 χρόνια μετά.
Ελπίζουμε ότι με τη χρηματοδότηση αυτή και την ευκαιρία που μας δίνεται να αναδείξουμε αυτό το θέμα που είναι θέμα Δημοκρατίας και όχι φιλανθρωπίας, θα βοηθήσουμε και την Πολιτεία να δει τα πράγματα με μεγαλύτερη ευθύνη και οργανωτικότητα.
Ποιες δράσεις θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια του συγκεκριμένου έργου και ποια η χρονική διάρκειά του.
Το έργο θα έχει διάρκεια 19 μηνών, ξεκινώντας από το Νοέμβριο του 2021 και λήγοντας το Μάιο του 2021. Σε αυτό το χρονικό διάστημα θα πραγματοποιηθούν τέσσερα εργαστήρια επιμόρφωσης για επαγγελματίες της κοινωνικής εργασίας, φοιτητές και πτυχιούχους Τμημάτων Κοινωνικής Εργασίας, Ψυχολογίας, Κοινωνιολογίας, Νομικής διάρκειας 3 ημερών το καθένα σε τέσσερις πόλεις. Στην Καλαμάτα, τα Ιωάννινα, τη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα. Αμέσως μετά θα πραγματοποιηθούν στις ίδιες πόλεις «ανοιχτές» εκδηλώσεις στο ευρύ κοινό στο οποίο θα γίνει ενημέρωση για τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών στα ιδρύματα, τις διαπιστώσεις και τις προτάσεις του Συνηγόρου του Παιδιού καθώς και την εξέλιξη του έργου της αποϊδρυματοποίησης. Θα γίνει παραγωγή ενός ραδιοτηλεοπτικού κοινωνικού μηνύματος για τα παιδιά των ιδρυμάτων και θα κατασκευαστεί το website του φορέα υλοποίησης, του Δικτύου «Δικαίωμα στην Οικογένεια» Στο διάστημα αυτό θα παραχθεί και εκπαιδευτικό και ενημερωτικό υλικό που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάθε μελλοντική επιμόρφωση όσων εμπλέκονται με το χώρο της κοινωνικής εργασίας των ανηλίκων. Ελπίζουμε ότι οι δράσεις αυτές θα φτάσουν στους αποδέκτες τους και θα επιτελέσουν τον σκοπό τους.