Τα κτίρια φαντάσματα της πόλης που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ
Γνωστά κτίρια της πόλης που παραμένουν ημιτελή ή παρατημένα
Κάθε πόλη έχει τα δικά της abandoned places. Κτίρια που ξεκίνησαν φιλόδοξα για να στεγάσουν ανθρώπους, εταιρίες, για να γίνουν δημόσια τοπόσημα και όμως παραμένουν δεκαετίες εγκαταλειμμένα.
Λίγο πιο πάνω από το πανεπιστημιακό νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, με μέτωπο προς την Αγίου Δημητρίου, μεταξύ της οδού Αγίου Δημητρίου και των εγκαταστάσεων του Παιδαγωγικού Τμήματος, εδώ και 25 χρόνια περίπου ένα γιαπί ορθώνεται σε πλήρη εγκατάλειψη στον χώρο του πανεπιστημιακού campus.
Το πολυώροφο κτίριο, του οποίου η αρχική μελέτη περιελάμβανε έξι υπέργειους και τρεις υπόγειοθς ορόφους, προοριζόταν ως μονάδα αποκατάστασης παραπληγικών γι΄αυτό και είναι γνωστό σαν κτίριο παραπληγικών, και μ΄αυτό το όνομα ορίζεται και στους χάρτες του campus.
Μια ωραία ιδέα και μια μελέτη που έμεινε στα συρτάρια και πάγωσε στα μπετά, ενώ έχει γίνει βραχνάς στη διοίκηση αφού πρέπει συγχρόνως να φροντίσει για τη φύλαξή του. Πρόσφατα και με υπόδειξη του δήμου, η διοίκηση έφραξε τα κενά ανάμεσα στους ορόφους με μια πρόχειρη σιδηροκατασκεύη για να αποτρέψει την είσοδο στο κτίριο αφού υπάρχει μεγάλος κίνδυνος ατυχήματος. Οι υπόγειοι και ο περιβάλλων χώρος του κτιρίου χρησιμοποιούνται σαν πάρκινγκ για τους εργαζόμενους του ΑΠΘ.
Το κτίριο, στη σημερινή -ημιτελή- μορφή του αποτελείται από δυο υπόγειους ορόφους (υπόγεια), δυο ισόγειους (λόγω της υψομετρικής διαφοράς μεταξύ της ανατολικής και της δυτικής όψης και τέσσερις ακόμη υπέργειους ορόφους. Το κτίριο ήταν μια έμπνευση της πρυτανείας Αντώνη Τρακατέλλη, το 1990 που θέλησε να δημιουργήσει μια μονάδα αποθεραπείας ατόμων με βαριές μετατραυματικές κακώσεις και παραπληγικών. Ως γνωστό τέτοιο κέντρο δεν υπήρχε στη Β. Ελλάδα (σήμερα υπάρχει μια ιδιωτική μονάδα στη Δράμα), ενώ η ανάγκη ήταν μεγάλη.
Η ανέγερσή του ξεκίνησε το 1991 ενταγμένο στα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα (ΜΟΠ). Τρία χρόνια αργότερα το έργο σταμάτησε αφού δεν κατάφερε η διοίκηση να το εντάξει στο δεύτερο κοινοτικό πλαίσιο στήριξης και παρόλο που έγινε προσπάθεια να μπει στο πρόγραμμα των δημόσιων επενδύσεων με εθνικούς πόρους το σχέδιο δεν ευοδώθηκε.
Τελικά ακυρώθηκε το αρχικό σχέδιο, ο έκτος όροφος δεν ανεγέρθηκε ποτέ και έγινε ένας νέος σχεδιασμός για ένα κτιριακό συγκρότημα γραφείων που θα εξυπηρετούσε ερευνητικούς σκοπούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς αλλά και θα λειτουργούσαν εκεί τμήματα σχολών για τα οποία δεν υπάρχει χώρος στο ΑΠΘ και το Πανεπιστήμιο αναγκάζεται να ενοικιάσει χώρους για τη στέγασή τους.
Όσες προσπάθειες κι αν έγιναν δεν κατέστη δυνατόν να μπει σε κάποιο πρόγραμμα χρηματοδότησης για την αποπεράτωσή του. Το 2007 επί πρυτανείας Αναστάσιου Μάνθου έγινε άλλη μια προσπάθεια τροποποίησης του σχεδιασμού του με σκοπό την ένταξή στο 4ο Κοινοτικό πλαίσιο αλλά κι αυτή δεν ευοδώθηκε.
ΤΟ 2010, όταν αντιπρύτανης ήταν ο κ. Πανάς στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος έγινε μια νέα μελέτη από το ΑΠΘ με συμβούλους την εταιρεία αρχιτεκτονικών μελετών Πολις α.ε.ε. Το έργο αναφέρεται στον επανασχεδιασμό και στην αποπεράτωση του κτιρίου διοικητικού και εκπαιδευτικού προγραμματισμού.
Παρά το γεγονός ότι η μελέτη αφορούσε στην αποπεράτωση υφισταμένου ημιτελούς κτιρίου, στον σχεδιασμό της ολοκλήρωσής του και στην επιλογή των υλικών ακολουθήθηκαν οι αρχές του βιοκλιματικού σχεδιασμού, ενώ παράλληλα εξασφαλιζόταν η δυνατότητα αξιοποίησης συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την υποστήριξη της λειτουργίας. Στην τελική μορφή του το κτίριο, σύμφωνα με τη μελέτη, θα αποτελείται από δυο υπόγεια, δυο ισόγεια και έξι ακόμη υπέργειους ορόφους.
Παρά το γεγονός ότι η μελέτη αφορούσε στην αποπεράτωση υφισταμένου ημιτελούς κτιρίου, στον σχεδιασμό της ολοκλήρωσής του και στην επιλογή των υλικών ακολουθήθηκαν οι αρχές του βιοκλιματικού σχεδιασμού, ενώ παράλληλα εξασφαλιζόταν η δυνατότητα αξιοποίησης συστημάτων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για την υποστήριξη της λειτουργίας. Στην τελική μορφή του το κτίριο, σύμφωνα με τη μελέτη, θα αποτελείται από δυο υπόγεια, δυο ισόγεια και έξι ακόμη υπέργειους ορόφους.
Μετά την αλλαγή διοίκησης του ΑΠΘ, το έργο εγκαταλείφθηκε ενώ δεν έγινε κάποια νέα προσπάθεια ένταξής του σε κάποιο πρόγραμμα με σκοπό της αποπεράτωσή του. Άλλο ένα δημόσιο έργο που θα μπορούσε να ικανοποιήσει υπαρκτές ανάγκες του ΑΠΘ και να αποτελέσει στολίδι μοντέρνας αρχιτεκτονικής στην πόλη μετατράπηκε σε κτίριο φάντασμα, ένας ορθογώνιος σκελετός από μπετόν που ορθώνεται γκρίζο στο πανεπιστημιακό campus σφραγίζοντας το σημείο με μια αίσθηση εγκατάλειψης.
Στη διασταύρωση, που βρίσκεται στις οδούς Πατριάρχου Κυρίλλου και Βουτυρά, δεσπόζει ένα έρημο συγκρότημα κατοικιών.
Πρόκειται για το έργο του οικοδομικού Συν/σμού «Αγιος Χριστόφορος». Το συγκρότημα πολυκατοικιών που ξεκίνησε να χτίζεται πριν δεκαετίες βρίσκεται σε ένα οικόπεδο περίπου 1.200τμ.
Το αρχικό του σχέδιο, του 1988, οπότε και ξεκίνησε η ανέγερση, προέβλεπε τέσσερις διώροφες πολυκατοικίες με υπόγειο η κάθε μια και αίθριο στη μέση, με σκοπό να γίνουν επαγγελματικοί χώροι.
Ιδιοκτήτης του οικοπέδου ο Οικοδομικός Συνεταιρισμός Κατοίκων Παλαιού Σταθμού «Άγιος Χριστόφορος».
Η περιπέτεια του ξεκινά το 1978 οπότε αφού σχεδιάστηκε ο νέος σύγχρονος οικισμός ξεκίνησαν οι απαλλοτριώσεις των οικοπέδων της περιοχής των Ξυλάδικων, με όσους ιδιοκτήτες αποφάσισαν τότε να δώσουν τα οικόπεδα τους για αντιπαροχή.
Το πρόβλημα προέκυψε το 1988, όταν κατά τη διάρκεια των πράξεων τακτοποίησης των οικοπέδων προέκυψαν θέματα αποζημιώσεων και διεκδικήσεων, τα οποία δεν ξεπεράστηκαν ποτέ.
Επιπλέον υπήρξαν και διαφωνίες με τον εργολάβο για τον τρόπο οικοδόμησης του συγκροτήματος, η εταιρία στο μεταξύ πτώχευσε και το έργο παραμένει φάντασμα.
Τα τελευταία χρόνια ο χώρος έγινε συχνά τόπος κατάληψης από πρόσφυγες και δυστυχώς εστία μόλυνσης. Εκκενώθηκε από την αστυνομία και περιφράχθηκε με λαμαρίνες από το δήμο.
Έχουν ακουστεί κατά καιρούς σχέδια για να προχωρήσει όπως η προσκύρωση τμήματος οικοπέδου που ανήκει στην ΕΥΑΘ. Με την ολοκλήρωση του έργου θα μπορούσαν να αποκατασταθούν οι 100 οικογένειες που έδωσαν προκαταβολές και θα δοθεί στον Δήμο παιδικός σταθμός και κοινόχρηστο δίκτυο πεζοδρόμων
Στέκεται εδώ και 19 χρόνια ακριβώς, απέναντι από το υπέροχο κτίριο του Παλιού Τελωνείου νυν Επιβατικού Σταθμού, στο Λιμάνι, σε πλήρη παράφωνη αρχιτεκτονική αντιπαράθεση. Το 8ωροφο ακίνητο που ανήκει στην ΕΒΖ (Ελληνική Βιομηχανία Ζαχάρεως) έμεινε ημιτελές, κοινώς στα μπετά, πολύ πριν γίνουν γνωστά τα οικονομικά προβλήματα της Βιομηχανίας.
Ανήκει στο πακέτο των ακινήτων που έχουν βγει προς πώληση σε μια διαδικασία που έχει συμφωνηθεί ανάμεσα στην εταιρία, το υπουργείο Ανάπτυξης και την Τράπεζα Πειραιώς (αγοραστή της ΑΤΕ από την οποία δανειουδοτούνταν η ΕΒΖ) με σκοπό την εξυγίανση των οικονομικών της ΕΒΖ μέσω μιας αναδιάρθρωσης του δανεισμού της ύψους 150 εκατ. ευρώ.
Το 2016 κυκλοφόρησαν πληροφορίες για πώληση που προβλέπονταν να μειώσει το χρέος κατά περίπου 50 εκ. Η Τράπεζα έχει ζητήσει μεταξύ άλλων την πώληση ακίνητης περιουσίας (παλαιών εργοστασίων και ακινήτων) και τη ρευστοποίηση των δύο μονάδων που διαθέτει η ΕΒΖ στη Σερβία (Crvenka και Sajkaska, έναντι συνολικού τιμήματος τουλάχιστον 25 εκατ.)
Η απόφαση πάρθηκε στα τέλη Αυγούστου του 2016 στην έκτακτη γενική συνέλευση της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης με βασικό θέμα την έγκριση από τον βασικό μέτοχο -τον εκκαθαριστή της Αγροτικής Τράπεζας- των όρων δανειακής αναδιάρθρωσης με την Τράπεζα Πειραιώς. Το σχέδιο διάσωσης της Ελληνικής Βιομηχανίας Ζάχαρης, περιλάμβανε την πώληση των περιουσιακών της στοιχείων με στόχο την απομείωση του τραπεζικού της δανεισμού κατά 49,58 εκατ., ενέκριναν οι μέτοχοι της εισηγμένης. η πώληση των ακινήτων εντάσσεται στη διαδικασία εξυγίανσης των οικονομικών της ΕΒΖ που έχει συμφωνηθεί ανάμεσα στην εταιρία, το υπουργείο Ανάπτυξης και την Τράπεζα Πειραιώς.
Η αγγελία πώλησης έγραφε: Ημιτελές ακίνητο οκτώ ορόφων και δύο υπογείων, στην οδό Κουντουριώτη 9, στη Θεσσαλονίκη, απέναντι ακριβώς από το λιμάνι, έναντι τουλάχιστον 2,9 εκατ. ευρώ. Το ακίνητο διαθέτει κύριους χώρους 4.846,54 τετρ. μέτρων, βοηθητικούς χώρους 564,70 και δύο υπόγεια που χρησιμεύουν και ως πάρκινγκ 1131,74 και 1010 τετρ. μέτρων αντιστοίχως.
Η ιστορία του
Η απόφαση της ΕΒΖ να οικοδομήσει εκεί ένα νέο κτίριο γραφείων (με πρόθεση να στεγαστεί στο ισόγειο του κτιρίου Κατάστημα της ΑΤΕ) χρονολογείται από τη δεκαετία του 80. Για την ανέγερση του κτιρίου γραφείων στο ιδιόκτητο οικόπεδο της ΕΒΖ, η πρώτη μελέτη μπήκε στο συρτάρι ενώ η δεύτερη ανατέθηκε στον Αρχιτέκτονα Μηχανικό Γιώργο Κονταξάκη στις αρχές της δεκαετίας του 90. Η ανέγερση του οκταώροφου κτιρίου με τα 2 υπόγεια πάρκινγκ ανατέθηκε στην Δομοτεχνική ΑΕ, με μειοδοτικό διαγωνισμό που αφορούσε στη θεμελίωση και την κατασκευη του σκελετού από σκυρόδεμα, πολλά χρόνια αργότερα. Το έργο ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2001 και ολοκληρώθηκε στις 21/11/2002.
Η ΕΒΖ δεν συνέχισε με προκήρυξη νέου διαγωνισμού για την ολοκλήρωση του κτιρίου και το άφησε έκτοτε ημιτελές. Για το ημιτελές πολυώροφο ακίνητο της εταιρείας στην οδό Κουντουριώτη 9 στη Θεσσαλονίκη, το καλοκαίρι έδειξαν ενδιαφέρον τρεις επιχειρήσεις από το εξωτερικό και συγκεκριμένα από το Ισραήλ, τη Ρωσία και την Τουρκία, που δραστηριοποιούνται στον ξενοδοχειακό κλάδο και επιθυμούν να κάνουν το πρώτο τους βήμα στην ελληνική αγορά από τη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με πληροφορίες, το κτίριο ήταν ανάμεσα στα υποψήφια για την μετοίκηση της Παρευξείνιας Τράπεζας, σε ιδιόκτητο κτίριο. Το μόνο διεθνές πιστωτικό ίδρυμα με έδρα τη Θεσσαλονίκη, η Τράπεζα Εμπορίου και Ανάπτυξης του Εύξεινου Πόντου, στεγάζεται σε εκμισθωμένο κτίριο, από το 1999 που ιδρύθηκε, παρόλο που η Ελλάδα, ως ιδρυτικό μέλος και φιλοξενούσα χώρα, είχε δεσμευτεί με τον ν. 2707/1999 ότι θα κατέβαλε «κάθε δυνατή προσπάθεια να συνδράμει την τράπεζα στην απόκτηση με δωρεά, χρηματοδότηση, μίσθωση ή ενοικίαση εκείνου του καταστήματος που θα επιλέξει η τράπεζα».
Μέχρι το 2009 το κράτος πλήρωνε το μίσθωμα αλλά μετά το ξέσπασμα της κρίσης αδυνατούσε να ανταέξέλθει κι έτσι η Τράπεζα πλήρωνε το ενοίκιο και εξακολουθεί παρά την ΚΥΑ που ψηφίστηκε το 2014 (6537/ΔΟΟ 76 13 Φεβρουαρίου 2014) και την υπογραφή σχετικής Συμφωνία Εκούσιας Εισφοράς της Ελλάδος με τη διοίκηση της Τράπεζας Εμπορίου και Ανάπτυξης του Εύξεινου Πόντου, για παραχώρηση ακινήτου. Να θυμήσουμε ότι η Θεσσαλονίκη είχε επιλεγεί ως έδρα της επενδυτικής τράπεζας υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα θα είχε εξασφαλίσει τη στέγασή της. Δεν γνωρίζουμε αν εξακολουθεί να υπάρχει ενδιαφέρον για το κτίριο από αυτήν την πλευρά.
Τελικά ο διαγωνισμός κηρύχθηκε άγονος λίγους μήνες μετά. Έκτοτε κυκλοφόρησα φήμες για τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο που δεν επαληθεύτηκαν ποτέ.
Στη γωνία Β. Όλγας και Φλέμινγκ δεσπόζει εδώ και δεκαετίες έρημο το παλαιό κτίριο γνωστό και ως Καπναποθήκη. Ένα θεριό 16.500 τ.μ., που κτίσθηκε το 1958 από την Ιταλική Εταιρεία Καπνών Ανατολής.
Μετά το 1970 και ως το 1982 νοικιάσθηκε στον Εθνικό Οργανισμό Καπνού και για ένα διάστημα στέγασε το Ιταλικό Προξενείο.
Έχουν ακουστεί αρκετές φορές σχέδια για τη μετατροπή του σε ξενοδοχείο χωρίς ποτέ να έχει προχωρήσει κανένα.
Με πρόταση-Παρουσίαση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο “Δημόσιος Χώρος” (28 – 30 Μαρτίου 2019) των Κ.Φουτάκη, Χ. Καρακάση, Ζ. Κοκόγια που δημοσίευσε το ΤΕΕ προτείνονταν:
Πρόταση επανάχρησης του κτιριακού συγκροτήματος
Στην περιοχή Β. Όλγας, όπου η δόμηση είναι πολύ πυκνή και κυρίαρχη χρήση είναι η κατοικία, η εξασφάλιση δημόσιου χώρου για τους κατοίκους είναι απαραίτητη. Ανάγκες όπως δημιουργικότητα, κοινωνικοποίηση, συλλογικό πνεύμα, επαφή με τον πολιτισμό, αναζητούν χώρο ελεύθερης έκφρασης. Το συγκρότημα μελέτης αποτελεί τον μεγαλύτερο κενό χώρο της περιοχής και ένα κτιριακό απόθεμα, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει ώστε να αντισταθμιστεί σε κάποιον βαθμό η έλλειψη δημόσιων χώρων.
Η προνομιούχα θέση του οικοπέδου και το μέγεθός του (4.580 τ.μ.) ευνοεί την εγκατάσταση ποικίλων χρήσεων που θα απευθύνονται στους κατοίκους της περιοχής και σε ολόκληρη την πόλη. Η πρόταση επικεντρώνεται στην αναζωογόνηση του κτιριακού συγκροτήματος συνδυάζοντας την επανάχρηση των κτιρίων με την αξιοποίηση των ελεύθερων χώρων. Βασικό στοιχείο είναι ο σχεδιασμός νέων δημόσιων χώρων, τόσο εσωτερικών όσο και εξωτερικών, προκειμένου να αποκατασταθεί η σύνδεση με τη γειτονιά και την πόλη και να δημιουργηθεί ένα ελκυστικό κέντρο πολιτιστικής και δημιουργικής δραστηριότητας ικανό να συμβάλει στην αναβάθμιση της περιοχής. Προτείνεται η ενσωμάτωση χρήσεων πολιτιστικού και κοινωνικού χαρακτήρα προκειμένου το κτίριο να αποτελέσει σημείο συνάντησης και αλληλεπίδρασης, έναν χώρο έκφρασης που βασίζει τη λειτουργία του στα άτομα που δρουν μέσα σ’ αυτό. Πρότυπο αποτελούν παρόμοια κτίρια σε Ευρωπαϊκές πόλεις (Καρακάση και Φουτάκη 2016).
Οι νέες χρήσεις θα πρέπει να ανταποκρίνονται τόσο στις ανάγκες των κατοίκων όσο και στους περιορισμούς που θέτουν τα ίδια τα κτίρια και η τυπολογία τους. Στο κτίριο του Ιταλικού Ινστιτούτου, αναφορικά με την προηγούμενη χρήση του, προτείνεται η ενσωμάτωση εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων εκμάθησης ξένων γλωσσών. Στο κτίριο των διαμερισμάτων, λόγω της τυπολογίας του, θα διαμορφωθούν χώροι προσωρινής κατοικίας για φοιτητές, εργαζόμενους, ή επισκέπτες. Το κτίριο της καπναποθήκης θα λειτουργεί ως πυρήνας του συγκροτήματος συγκεντρώνοντας πολλαπλές δραστηριότητες και χώρους συνάντησης, έκφρασης και δημιουργίας. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η οικονομική βιωσιμότητα, συνδυάζονται χώροι δημιουργικών – πολιτιστικών δραστηριοτήτων ελεύθερης πρόσβασης με συμπληρωματικές χρήσεις που αποφέρουν έσοδα, δηλαδή στούντιο προσωρινής κατοικίας στο κτίριο των διαμερισμάτων και χώροι εργασίας για νέους επαγγελματίες (θερμοκοιτίδες) στο κτίριο της καπναποθήκης. Οι επιλογές αυτές υποστηρίζονται από συγκεκριμένες λύσεις που αποτυπώνονται σχεδιαστικά (Καρακάση, Φουτάκη, Κοκόγια 2017).
Για τους ανοιχτούς χώρους κυρίαρχο ζήτημα αποτέλεσε η αμφίδρομη σχέση του κτιρίου με τον αστικό χώρο. Η απουσία δημόσιων χώρων, υπαίθριων ή στεγασμένων, στην περιοχή δικαιολογεί την πρόθεση για δημόσιο χαρακτήρα στο ισόγειο. Αυτό αφορά τόσο εξωτερικούς χώρους του συγκροτήματος, όπου δημιουργούνται δύο πλατείες στα ήδη υπάρχοντα κενά μεταξύ των κτιρίων, όσο και εσωτερικούς ισόγειους χώρους. Ειδικά στο επίπεδο του ισογείου στόχος ήταν να δημιουργηθεί ένα αστικό πέρασμα. Σήμερα το συγκρότημα περιβάλλεται εξωτερικά από κάγκελα, είναι ένα σύνολο τελείως κλειστό και εξαιρετικά εσωστρεφές σε σχέση με την πόλη. Το γεγονός αυτό καθιστά απροσπέλαστο μεγάλο μέρος του οικοδομικού τετραγώνου και δυσκολεύει τη μετακίνηση των πεζών στη γειτονιά, επομένως ήταν ένα στοιχείο που έπρεπε να επαναπροσδιοριστεί. Έτσι τα αυστηρά όρια της περίφραξης διακόπτονται προκειμένου να γίνει το συγκρότημα περισσότερο διαπερατό.
Ειδικότερα, δημιουργούνται δύο εξωτερικοί δημόσιοι χώροι που έχουν διαφορετικό χαρακτήρα μεταξύ τους, λόγω της θέσης τους στο συγκρότημα και του μεγέθους τους. Ο χώρος που περιβάλλει το κτίριο διαμερισμάτων βρίσκεται σε εγγύτητα με τη Β. Όλγας, επομένως, οι εμπορικές χρήσεις που προτείνονται στη στοά του ισογείου, ενισχύουν το χαρακτήρα του ως αστικό πέρασμα και συνάδουν με τον εμπορικό χαρακτήρα του οδικού άξονα. Αντίθετα, ο υπαίθριος χώρος ανάμεσα στην καπναποθήκη και το Ιταλικό Ινστιτούτο μπορεί να αποτελέσει έναν χώρο στάσης και κύριας υποδοχής στο συγκρότημα, μια πλατεία για τη γειτονιά, καθώς είναι απομακρυσμένος από την κυκλοφορική ένταση της Β. Όλγας και ταυτόχρονα έχει επαρκές μέγεθος για τον σκοπό αυτό.
Για τον σχεδιασμό του ισογείου αξιοποιήθηκε η φυσική κλίση του εδάφους και το τυπολογικό χαρακτηριστικό της καπναποθήκης, το ημιυπόγειο, ώστε να αναδιαμορφωθούν τα διαφορετικά επίπεδα του ισόγειου χώρου των τριών κτιρίων σε έναν ενιαίο χώρο πλήρως προσβάσιμο. Έτσι, η πλατεία εισέρχεται μέσα στο κτίριο της καπναποθήκης με ομαλή κλίση δημιουργώντας έναν στεγασμένο ημιυπαίθριο δημόσιο χώρο, ο οποίος αποτελεί πλέον το ισόγειο του κτιρίου της καπναποθήκης. Είναι ένα δημόσιο πέρασμα που συνδέει τους υπαίθριους χώρους του συγκροτήματος και παράλληλα ένας ευπροσάρμοστος χώρος ο οποίος μπορεί να εξυπηρετήσει διάφορες χρήσεις (αγορά, εκδηλώσεις, συγκεντρώσεις κ.α.).
Ο σχεδιασμός της πλατείας και του ισόγειου χώρου προέκυψε από την πρόθεση να παροτρυνθεί η είσοδος στο κτίριο. Δημιουργείται μια πορεία που κατευθύνει τον επισκέπτη από τον εξωτερικό χώρο του συγκροτήματος στο εσωτερικό του κτιρίου της καπναποθήκης, το κέντρο όλων των δραστηριοτήτων. Στον πυρήνα του κτιρίου τοποθετείται μια σκάλα -αμφιθέατρο που αποτελεί τον χώρο υποδοχής και συγκέντρωσης. Η σκάλα και η εξωτερική πλατεία δημιουργούν ανάμεσά τους έναν ουσιαστικό χώρο αλληλεπίδρασης, γνωριμίας και δημιουργίας.
Ανάμεσα στη Θέρμη και τη Ρεδαιστό συναντά κανείς ένα συγκρότημα πολυκατοικιών που ανήκουν σε στρατιωτικούς της αεροπορίας. Το συγκρότημα βρίσκεται πίσω από συρματοπλέγματα με απαγόρευση εισόδου στους ”μη έχοντας εργασίαν”
Ανάμεσα στις κατοικίες υπάρχουν μερικά κτίρια που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ και παραμένουν στο στάδιο των τούβλων. Πρόκειται για κτίρια φαντάσματα που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ.
Το 2014 είκοσι μία (21) εκτάσεις στο δήμο Θέρμης πέρασαν στην ιδιοκτησία του ΤΑΙΠΕΔ για να πουληθούν, βρίσκονται στη λίστα του ΤΑΙΠΕΔ και περιλαμβάνονται στα διαφημιστικά του έντυπα.
Ανάμεσα σε αυτά περιλαμβάνονται το αεροδρόμιο ΣΕΔΕΣ και οι κατοικίες αξιωματικών και υπαξιωματικών αλλά και η σχολή Υπαξιωματικών διοίκησης της Αεροπορίας.