Ταξίδι στο Περού. Μια ανεπανάληπτη εμπειρία.
Ένα μαγικό οδοιπορικό.
Λέξεις: Ευαγγελία Μίχου
Κοντά 500 χρόνια μετά την κατάληψη του Κούσκο, τότε πρωτεύουσα και κέντρο της αυτοκρατορίας, το οποίο οι Ίνκας θεωρούσαν το κέντρο του Κόσμου, Νοέμβρη του 1532 από τον Ισπανό Φρανσίσκο Πιζάρο, έφτασε επιτέλους η στιγμή για την εκπλήρωση του τάματος: Το προσκύνημα στο Μάτσου Πίχτσου (Σημ: Προσοχή στο Χ. Προφέρεται κάτι μεταξύ χ και κ. Γράφεται Machu Picchu και στην γλώσσα Κέτσουα Machu σημαίνει Παλιό και Picchu Πυραμίδα, μασημένα φύλλα κόκας και Βουνό. «Παλιό Βουνό» όπως επικράτησε. Αλλά Πίτσου, χωρίς το χ(κ), σημαίνει πέος!!!). Χωρίς να γνωρίζουμε πως, από το μηδενικό ύψος του Ειρηνικού μέχρι τα 5.000 μέτρα των Ανδεων, αυτή η «Χώρα του Ηλιου» είναι ένα διαρκές προσκύνημα. Προσκύνημα στην Φύση, στην Ιστορία, στην Τέχνη, στους απλούς Ανθρώπους που αγωνίζονται με πάθος για την διατήρησή τους.
Περίπου 300 χρόνια υπό ισπανική κατοχή και 200 ως ανεξάρτητο κράτος (φέτος γιορτάζουν κι οι Περουβιανοί τα 200 χρόνια της Ανεξαρτησίας τους) μετά τις στρατιωτικές εκστρατείες του Χοσέ ντε Σαν Μαρτίν και του Σιμόν Μπολιβάρ και την μυστηριώδη εξαφάνιση πολλών, προγενέστερων πολιτισμών, είναι παντού έντονη η συνέχεια της καταγωγής τους. Οι ντόπιοι σου λένε από ποια φυλή είναι και μεταξύ τους μιλάνε Κέτσουα ή Αϊμάρα, οι δυο πολυπληθέστερες φυλές που απέμειναν. Που κάποτε ήταν εχθροί αλλά τώρα μπορεί και να παντρευτούν μεταξύ τους.
Η παλιά πρωτεύουσα, το Κούσκο, εξακολουθεί να είναι ξεχωριστή στην χώρα. Και μπορεί οι φορεσιές των γυναικών εκεί να έχουν επηρεαστεί από τους φραμπαλάδες των σπανιόλων αλλά έχουν κεντημένα τα πανάρχαια σύμβολά τους και τα έντονα χρώματα. Από το πάλαι ποτέ κραταιό Κούσκο, μετά την επέλαση του Πιζάρο, απέμειναν το Παλάτι, ο Ναός του Ήλιου και ο Ναός των Παρθένων του Ήλιου και τμήμα των τειχών του, που εμφανίστηκαν μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1950. Σήμερα, είναι μια πόλη-χωνευτήρι των πολιτισμών που πέρασαν, με γραφικά πέτρινα δρομάκια και στην κεντρική Πλατεία των Όπλων διακρίνεις το μεγαλειώδες μπαρόκ μίγμα των Ινκας, των Ανδεων και των κατακτητών.
Το οδοιπορικό στο Περού είναι ένα κυνήγι κρυμμένων θησαυρών. Διανύοντας οδικώς την χώρα, όσο κουραστικές μπορεί να είναι κάποιες πολύωρες διαδρομές, σε ανταμείβουν πάντα με κάτι διαφορετικό που ξεπροβάλει, κυριολεκτικά, στο πουθενά. Το Περού έχει χρώμα. Και είναι το χρυσαφί. Το χρυσαφί της άμμου όταν διασχίζεις τον Δρόμο του Ωκεανού, που ενώνει τον Ειρηνικό με τον Ατλαντικό, την Panamerican Road, κατά μήκος του Ειρηνικού και το χρυσαφί των πλαγιών των Ανδεων, όπου, από τα 3.000 μέτρα και πάνω το μόνο που φυτρώνει είναι το «κίτρινο χόρτο», οι στίπες, που είναι η βασική τροφή για την χρυσαφένια βικούνια και που νομίζεις ότι το αυτοκίνητο διασχίζει μια απέραντη χρυσαφένια θάλασσα, όπως τις λικνίζει ακατάπαυστα ο μόνιμος αέρας της κορδιλιέρας.
Εχει και το σκληρό χρώμα των βράχων, στις κορφές των βουνών. Και το καφέ του τούβλου των άπειρων μισοτελειωμένων σπιτιών, σε πόλεις και χωριά, για να μην πληρώνουν φόρο. Οι περισσότερες πόλεις και χωριά του Περού δεν είναι γραφικές ούτε όμορφες…
Και το πράσινο των οάσεων και της ζούγκλας. Και το μπλε του ωκεανού και των λιμνών και τ’ ουρανού.
Αλλά αυτό που μένει έντονα, όταν διασχίζεις 15 μέρες την χώρα, είναι το χρυσαφί. Σαν το χρυσάφι που κρύβει στα σπλάχνα του, μαζί με το ασήμι, τον χαλκό και άλλα πολύτιμα μέταλλα, ανεξάντλητα χιλιετίες τώρα και που ήταν η βασική αιτία που εξαφανίστηκαν φυλές και πολιτισμοί για την κατοχή του. Και που μπορεί μεν να κατατάσσουν το Περού 2η χώρα στην εξαγωγή πολύτιμων μετάλλων αλλά η εκμετάλλευσή τους γίνεται κυρίως από ξένες εταιρείες και παρ’ όλο που είναι το πρώτο εξαγώγιμο προϊόν τους, ο μισός λαός και παραπάνω ζει στο επίπεδο ή στο όριο της φτώχειας. Κάποιοι χρυσοθήρες, απομεινάρια μιας άλλης εποχής, ψάχνουν ακόμη ψήγματα χρυσού στις όχθες του Madre de Dios
Το οδοιπορικό στο Περού είναι μια συναισθησία. Είναι η μίξη των αισθήσεων. Ακούς τη γεύση, μυρίζεις το χρώμα, χαϊδεύεις την ιδέα, πώς να τα περιγράψεις;
Είναι οι απερίγραπτοι ήχοι της ζούγκλας της Αμαζονίας, που σε κρατούν ξάγρυπνο και το βράδυ, να μην χάσεις ούτε ένα κρώξιμο, μια κραυγή,
το τραγούδι της οικογένειας των Ούρος που σε υποδέχονται στο νησάκι τους στην Τιτικάκα,
ο ακατάπαυστος θόρυβος των κροκάλων που χτυπιούνται μεταξύ τους όταν τα κύματα του Ειρηνικού σκάνε στην παραλία της Λίμας, ενώ οι σέρφερς χορεύουν πάνω τους.
Είναι το ανθρώπινο βουητό που κατακλύζει τους Δημόσιους χώρους, οι φωνές των παιδιών που παίζουν,
τα σιγοψιθυρίσματα του εφηβικού ζευγαριού που μόλις σχόλασε κι οι μουσικές στις πλατείες.
Είναι τα αλυχτίσματα των θαλάσσιων ελεφάντων που ακούς το βράδυ στο δωμάτιό σου, στο «Δαχτυλίδι του Ηλιου», το Παράκας και ξυπνούν τα φλαμίνγκο στην ακροθαλασσιά που αρχίζουν να μαλώνουν. Και το μικρό ελεφαντάκι στα νησιά Μπαλλέστας που έβηχε συνέχεια.
Είναι το δυνατό γέλιο των Ανθρώπων, που ξεσπάει αβίαστα σε κάθε αστείο και σου το ανταποδίδουν με πειράγματα. Γιατί οι Περουβιανοί είναι ένας πολύ φιλικός και χαμογελαστός Λαός. Και στ’ αυτιά θα μείνει το γάργαρο γέλιο κι η φωνή τους που αφηγείται. Που μιλάει για την ιστορία του τόπου τους, για τις παραδόσεις, για τους προγόνους, για όσα τους έμαθε ο πατέρας τους για την επιβίωση στην ζούγκλα και θέλει να μοιραστεί μερικά μυστικά της μαζί σου. Όπως πώς εντοπίζεις τις ταραντούλες που βγαίνουν μόνο βράδυ, τους καιμάν και τους αλιγάτορες που κοιμούνται στα ρηχά, τις φαρμακευτικές ιδιότητες φύλλων και χόρτων, τα σημάδια στον κορμό από τους τερμίτες, τα δέντρα με τις «διάσημες» ρίζες
Και να σου δείξει την ζούγκλα από ψηλά, ισορροπώντας σε 8 γέφυρες, κρεμασμένες στις κορφές των ψηλότερων δέντρων, όπως έκαναν οι πρόγονοί του, παρέα με κοκκινοπίθηκους.
Τόσο που να θέλεις να μείνεις για πάντα στον Παράδεισο της Αμαζονίας, στο ξύλινο σπιτάκι πάνω σε πασσάλους, γιατί πλημμυρίζει ο ποταμός Madre de Dios και μπορεί να ξυπνήσεις με τους αλιγάτορες παρέα. Που δεν έχει κλειδαριά στην πόρτα, ούτε τζάμια παρά μόνο σίτες για τα κουνούπια, ο μοναδικός εχθρός από τον οποίο κινδυνεύεις. Και όπου η ανθρώπινη παρουσία είναι ασφάλεια και φροντίδα κι ας έχεις ρεύμα λίγες ώρες το πρωί και το βράδυ και καθόλου τηλέφωνο, σταθερό ή κινητό. Μόνο με τους «θορύβους» της γης, του νερού, των πλασμάτων της Φύσης….
Είναι τα πολύχρωμα υφαντά και πλεκτά και φαγητά στους πάγκους των ντόπιων, από τις απέραντες Λαϊκές μέχρι τα πιο απρόσμενα σημεία, στην έρημο ή στα 5.000 μέτρα ψηλά.
Είναι οι πολύχρωμες φορεσιές, οι ζώνες και τα καπέλα γυναικών και αντρών, κεντημένα με τα χαμένα στους αιώνες σύμβολα που δηλώνουν την προσωπική, κοινωνική και οικογενειακή κατάσταση αλλά και μυστικιστικά και παγανιστικά, της πανάρχαιας θρησκείας και φιλοσοφίας και η Ινδιάνα στον ροζ τοίχο στο Πούνο, που πάει τα λουλούδια της στη Μαντόνα, στην εκκλησία.
Είναι τα ανεξήγητα, χαραγμένα στην πέτρα, σχήματα της Νάσκας με το απίστευτο γεωγλυφικό, ανάμεσα στο 500 πΧ και 500 μΧ
Είναι το βαθύ μπλε του ουρανού, και του Ωκεανού κι οι θαλάσσιοι ελέφαντες που λιάζονται στα νησάκια Μπαλλέστας.
Είναι η χρυσαφένια δύση στη Λίμα κι ο καπνός που ξέρασε το ηφαίστειο στο ηλιοβασίλεμα
Είναι τα άγρια βικούνια που βόσκουν παρέα με τα οικόσιτα αλπάκα και λάμα και σου κλείνουν το δρόμο
Είναι ο γαλαξίας κι οι αστερισμοί το βράδυ, στο βαθύτερο φαράγγι του κόσμου μεν, το Κόλκα, σ’ ένα από τα ψηλότερα βουνά δε. Κι είσαι τόσο κοντά στον ουρανό κι η ατμόσφαιρα τόσο αραιή, που θαρρείς πως θα βυθιστείς στην αστρική σκόνη του γαλαξία.
Είναι οι μυρωδιές των μπαχαριών, των αρωματικών βοτάνων, των φρούτων, των κρεάτων στις κλειστές αγορές.
Είναι τα αρώματα των λουλουδιών στα πάμπολλα πάρκα, σε κάθε πόλη και χωριό, στους τοίχους, στους κήπους.
Είναι η σαπίλα των φύλλων στην υγρή ζούγκλα και του γκουανό στα νησιά Μπαλλέστας. Το γκουανό είναι το καλλίτερο βιολογικό λίπασμα από τις κουτσουλιές των πουλιών, πλούσιο σε φώσφορο. Από το εισερχόμενο συνάλλαγμα της εξαγωγής του το Περού καλύπτει την ετήσια δόση του χρέους του!
Είναι η μυρωδιά των Ούρος, σαν την μυρωδιά των καλαμιών, με τα οποία είναι φτιαγμένα τα νησάκια τους, στην λίμνη Τιτικάκα.
Είναι η ανάσα που κρατάς ασυναίσθητα όταν περπατάς στο ίδιο μονοπάτι που περπατούσαν οι πρώτοι ινδιάνοι για να πάνε από το Εκουαδόρ στην Χιλή και κάπου εκεί στη μέση, στο Raqchi, δημιούργησαν τον πρώτο Ιερό τους Τόπο και μια τεχνητή λίμνη με νερό από το βουνό
Είναι η ανάσα που σου κόβεται στα 5.000 μέτρα, όχι τόσο από την έλλειψη οξυγόνου αλλά γιατί γύρω σου βρίσκονται τα μεγαλύτερα ηφαίστεια, που από αυτό το υψόμετρο τα βλέπεις απλά βουναλάκια
Είναι το χάδι στη σάρκα των απαλότερων μαλλιών στον κόσμο, του βικούνια και του αλπάκα. Το βικούνια κοστίζει 6.000 δολάρια το κιλό και το αποκαλούν animal fiber, όχι wool.
Είναι το απαλό χεράκι που ξεπροβάλει απ’ το «μπογαλάκι» στην πλάτη της μάνας, που πουλάει καραμέλες κόκας.
Είναι το χάιδεμα της τροπικής βροχής του Αμαζονίου στο πρόσωπο και το πυρπόλημα των ακτίνων του Ηλιου στο Μάτσου Πίχτσου στα κατάβαθα του είναι σου. Μυσταγωγία…
Κι εκεί που οι τέσσερις αισθήσεις σου είναι κορεσμένες και λες πως βρίσκεσαι στον Παράδεισο, έρχεται η έκρηξη της Κόλασης. Μια κόλαση γεύσεων!!! Από το ντόπιο απεριτίφ, το πίσκο σάουερ, που είναι το «ταπεινό» μας τσίπουρο χτυπημένο με ασπράδι αυγού, αγκοστούρα, λεμόνι και σιρόπι, μέχρι τα βελούδινα μους και σορμπέ και κρέμες και γλυκά.
Όλα με ντόπια προϊόντα γιατί το Περού βγάζει τα πάντα. Από καλαμπόκια και πατάτες όλων των χρωμάτων και αποχρώσεων μέχρι αγκινάρες και σπαράγγια. Μαζί με τα φρούτα, από φράουλες και ροδάκινα μέχρι μάγκο και φρούτα του πάθους, δημιουργούν μια απίθανη παλέτα που σου την σερβίρουν για σαλάτα. Και, απλά, δεν θέλεις να την χαλάσεις με το πιρούνι σου…
Το σεβίτσε, ωμό ψάρι μαριναρισμένο σε εσπεριδοειδή έχει την πρωτοκαθεδρία. Για τους λάτρεις των θαλασσινών είναι η ηδονή του ουρανίσκου με τα χτένια, τα μύδια, τα όστρακα, τις γαρίδες.
Το μοσχαρίσιο φιλέτο και το κρέας του αλπάκα, με εξαιρετικές σως, λειώνουν στο στόμα. Μια κουζίνα εντυπωσιακή αλλά εξαιρετικά ελαφριά, πιάτα ιδιαίτερα προσεγμένα είτε σε ένα από τα καλλίτερα εστιατόρια στον κόσμο με θέα τα αρχαία κάστρα στην Λίμα
είτε μια ομελέτα στο μαγειρείο του νησιού Τακίλε, με θέα στην λίμνη Τιτικάκα, που τώρα τους πήγαν ηλεκτρικό ρεύμα και ίντερνετ, όπως και στα Ούρος, γιατί έκλεισαν πέρυσι τα σχολεία λόγω κόβιντ και τα παιδιά μπήκαν στην τηλεκπαίδευση.
Πώς να περιγράψεις, λοιπόν, όλα αυτά; Μόνο να τα ζήσεις. Και μέσα σε 15 μέρες τι να πρωτοπρολάβεις, σ’ ένα τμήμα μόνο της μεγάλης χώρας; Ισα ένα τραγούδι, μια ματιά στις χιονισμένες βουνοκορφές, μια κομμένη ανάσα στα 5.000 μέτρα υψόμετρο, ένα φευγαλέο χάδι από ένα ντόπιο που σε είδε «χαμένη» στα μυστήρια των Ινκας, ένα κομμάτι σεβίτσε που κρατάς στο στόμα μέχρι να λειώσει…
Τι να πεις για την Λίμα, που ίδρυσε ο Ισπανός Φρανσίσκο Πιζάρο μετά την καταστροφή του Κούσκο, με την ονομασία “Σιουδάδ ντε λος Ρέγιες”, δηλαδή “Πόλη των Βασιλέων και το 1543 ορίσθηκε πρωτεύουσα της Αντιβασιλείας του Περού και που ο πληθυσμός της είναι όσο όλος της Ελλάδας; Μια πόλη που συνεχώς επεκτείνεται. Που δεν βρέχει ποτέ αλλά ο ήλιος είναι μόνιμα, σχεδόν, πίσω από ένα γκρίζο πέπλο. Κυριολεκτικά ένα «τοπίο στην ομίχλη». Που ήταν από τις σπάνιες φορές που είδαμε γαλάζιο τον ουρανό της.
Και στις πλούσιες συνοικίες με θέα τον Ωκεανό και στις φτωχογειτονιές, πίσω από τα τείχη, που κάποτε έγιναν για να προφυλάσσουν την πόλη από τους πειρατές.
Μια πόλη με πολύ πράσινο και δημόσιους χώρους, ακόμη και πίσω από τα τείχη, πεντακάθαρη, όπως όλες οι περουβιανές πόλεις, σε αντίθεση με την ύπαιθρο όπου υπάρχουν διάσπαρτα όλων των χρωμάτων οι πλαστικές σακούλες, μπουκάλια και τενεκεδάκια αναψυκτικών και άλλα πολλά… Η Λίμα είναι μια κανονική πρωτεύουσα. Με τα μεγάλα εμπορικά κέντρα με όλες τις διεθνείς φίρμες, με πολυτελή ξενοδοχεία και εστιατόρια, με πρωτευουσιάνικη κυκλοφοριακή συμφόρηση.
Πώς να περιγράψεις την πτήση πάνω από τις Ανδεις, προς την Λευκή Πόλη, την Αρεκίπα, που σημαίνει «ήρθα και μένω» στη γλώσσα των Ινκας, χωμένη στην αγκαλιά 3, κάποτε, ηφαιστείων, του Τσατσάνι με 6.770 μ. ύψος, του Μίστι στα 5.825 και του Πίσου Πίχτσου, που εξαφανίστηκε μετά την έκρηξή του;
Και μετά η ανάβαση, όλο και πιο ψηλά, στην καρδιά των Ανδεων, στο φαράγγι Κόλκα. Με στάσεις για προσαρμογή στο υψόμετρο, πίνοντας τσάι κόκας και μασώντας τα φύλλα της.
Κι από κει στο Πούνο, στις όχθες της ψηλότερης λίμνης και την Πουκάρα, την πρώτη κοιτίδα πολιτισμού, που επηρέασε την λίμνη και όλη την περιοχή, με τα πρώτα Ιερά και τις τέχνες της κεραμικής και της κλωστοϋφαντουργίας. Τιτικάκα σημαίνει γκρι πούμα αλλά και πέτρινο πούμα. Κι η λίμνη μοιάζει με πούμα. Το πούμα, το φίδι κι ο κόνδορας ήταν και είναι τα ιερά σύμβολα της χώρας. Αν και δεν υπάρχουν πια πούμα. Τα σκότωσαν όλα…
Στα νησάκια της Τιτικάκα χτυπάει ακόμα η παλιά, ινδιάνικη καρδιά. Χωρίς να έχει σταματήσει ο χρόνος, υπάρχει μια αυθεντική συνέχεια στην καθημερινή ζωή. Κάθε νησάκι εκλέγει για ένα χρόνο τον αρχηγό του, που είναι πάντα γυναίκα και αποφασίζουν συλλογικά, κάθε Κυριακή, για τις δραστηριότητες, τον συνεταιρισμό τους, την κατανομή εργασιών, το μαγείρεμα και ό, τι αφορά την κοινή ζωή τους. Οι γυναίκες κάνουν κουμάντο ενώ οι άντρες ασχολούνται με το ψάρεμα, τις καλλιέργειες, το πλέξιμο. Εκλέγουν κι έναν Δήμαρχο για 3 χρόνια, που ο ρόλος του είναι οι επαφές με την Κυβέρνηση της χώρας και η μεταφορά των αιτημάτων για επίλυση των προβλημάτων.
Οι Ινκας ήταν σκληροί με τους εχθρούς τους αλλά είχαν οργανώσει το κράτος τους, και είχαν εφαρμόσει διοικητικό σύστημα που φρόντιζε και τις παραμικρές λεπτομέρειες για τα συμφέροντα και την ευημερία όλων των κοινωνικών τάξεων. Όλη η γη ήταν ιδιοκτησία του αυτοκράτορα, ο οποίος τη μοίραζε στους κατοίκους ανάλογα με τις ανάγκες τους. Οι Ίνκας μοίραζαν τη γη στους αρχηγούς των οικογενειών για καλλιέργεια. Το υπόλοιπο το διαιρούσαν σε δυο τμήματα, το ένα του Ήλιου και το άλλο του Ίνκα. Τα δύο αυτά τμήματα τα καλλιεργούσαν υποχρεωτικά όλοι οι πολίτες. Τα εισοδήματα της γης του Ήλιου πήγαιναν στη διατροφή των δημοσίων υπαλλήλων, ενώ της γης του Ίνκα αποθηκεύονταν για ενδεχόμενο λιμό. Τα χωράφια που ανήκαν σε τυφλούς, ανάπηρους, χήρες και ορφανά, τα καλλιεργούσαν οι γείτονές τους (από το πολυσέλιδο έντυπο του ΚΑΝΟΝΑ για την ιστορία του Περού, που μας έδωσε με το υπόλοιπο υλικό για το ταξίδι).
Και σήμερα, οι 5.000 αλυκές του Μαράς στην Ιερή Κοιλάδα, που στα Κέτσουα οι ντόπιοι τις ονομάζουν «Ιερά Δάκρυα», θεωρώντας ότι οι κρύσταλλοι άλατος είναι τα δάκρυα των προγόνων τους, παραχωρούνται από την Κοινότητα στις οικογένειες. Οι οποίοι εξακολουθούν να βγάζουν το αλάτι όπως ακριβώς οι πρόγονοί τους τον 16ο αιώνα, να το πουλούν στο Κράτος και να τις κληροδοτούν στα παιδιά τους, χωρίς δικαίωμα να τις πουλήσουν. Ανθός αλατιού, που βραβεύτηκε ως ο καλλίτερος στον κόσμο, από αλμυρές πηγές στην καρδιά των Ανδεων, στα 3.500 μέτρα, αστείρευτες όλο το χρόνο ανά τους αιώνες, με την ίδια πάντα χημική σύσταση νερού και σταθερή θερμοκρασία 22 βαθμούς Κελσίου χειμώνα – καλοκαίρι!!!
Το ίδιο γίνεται με το σπανιότερο και καλλίτερο μαλλί στον κόσμο, των Βικούνια που ζουν στα 4.000 μέτρα. Η κομψή προβατοκάμηλος των Ανδεων θεωρείται εθνική περιουσία του Περού, είναι πλέον απειλούμενο είδος από τότε που εμφανίστηκαν οι πρώτοι Ευρωπαίοι και Νοτιοαμερικάνοι λαθροκυνηγοί και η προστασία της και η εκμετάλλευση του μαλλιού της ανατέθηκε στους κατοίκους των Κοινοτήτων της περιοχής που ζει. Επειδή δεν μπόρεσαν ποτέ να τις εξημερώσουν, κάθε χρόνο, οι κάτοικοι πηγαίνουν στους τόπους βοσκής τους, τις περικυκλώνουν με τον ήχο τυμπάνων και όσο προλαβαίνουν ξυρίζουν το μαλλί του ψηλού λαιμού τους. Γιατί η βικούνια τρέχει με 50 χλμ την ώρα. Μετά την πρώτη επεξεργασία του, το πουλούν στο κράτος.
Μα και για την συλλογή του γκουανό, το περίφημο βιολογικό λίπασμα, μόνο οι κάτοικοι της περιοχής έχουν πρόσβαση στα νησάκια Μπαλλέστας.
Ο Περουβιανός Λαός είναι Λαός που αγαπάει με πάθος τον Τόπο του. Και θέλει οπωσδήποτε να σου το μεταδώσει. Που αγωνίζεται να κρατήσει τα βουνά του, τα ποτάμια του, τις λίμνες του κι όποιον θησαυρό του απέμεινε από τους προγόνους του από χιλιετίες πριν, παρά την, δεδομένη, διαφθορά των κυβερνόντων. Κι ας είναι πέτρες αυτός ο θησαυρός. Και στην πέτρα ήταν ιδιαίτερα τεχνίτες. Τεράστιοι όγκοι μένουν σταθεροί ο ένας πάνω στον άλλον, χωρίς καν λάσπη, και στο κενό ανάμεσά τους δεν χωράει ούτε ένα φύλλο χαρτί. Αλλά οι Ινκας ήταν και εξαιρετικοί μηχανικοί, ειδικά στην αντισεισμική τεχνική. Όταν γίνεται σεισμός, οι πέτρες στα κτίσματα «χορεύουν» αριστερά και δεξιά και μετά γλιστράνε στη θέση τους. Τα παράθυρα σε σχήμα τραπεζίου απορροφούν τους κραδασμούς και δεν υπάρχουν ζημιές, αιώνες τώρα, στην πιο σεισμογενή περιοχή της γης!
Γιατί τα άπειρα χρυσά και ασημένια αντικείμενα εξαφανίστηκαν μαζί με τους δημιουργούς τους, λίγο από τους συνεχείς μεγάλους σεισμούς, περισσότερο από τις ισχυρότερες φυλές, μέχρι που ήρθαν οι Ισπανοί και λεηλάτησαν τα πάντα. Κοσμήματα, αγάλματα και θρόνοι, στολίδια και αντικείμενα ολόχρυσα ή ασημένια, έφτασαν στην Ισπανία ως λειωμένα μέταλλα. Επιπλέον, μέχρι το 1950, δεν υπήρχε νομοθεσία προστασίας των αρχαίων κι όποιος ήθελε έκανε ανασκαφές και ιδιωτικές συλλογές. Οσα, λίγα, απέμειναν, εκτίθενται στο Μουσείο Χρυσού της Λίμας, το οποίο, όμως, ήταν κλειστό λόγω κόβιντ αλλά και σε ιδιωτικά μουσεία, όπως το Μουσείο Ραφαέλ Λάρκο Χερέρα , που ήταν ένας πλούσιος συλλέκτης και έχει στην κατοχή του 55.000 αντικείμενα, κυρίως προκολομβιανής τέχνης σε 3 τμήματα: Κεραμικής, Χρυσού και Ερωτικό. Γιατί, πάντοτε, οι περουβιανοί ήταν ελεύθεροι στις σχέσεις τους.
Και τώρα ακόμα, αρκετές οικογένειες επιμένουν ένα ζευγάρι να μείνει μαζί για 3 χρόνια, το μισό διάστημα στο σπίτι της κοπέλας και το άλλο μισό στου άντρα. Αν κάνουν και παιδί ακόμα καλλίτερα. Κι αφού διαπιστώσουν ότι μπορούν να ζήσουν μαζί, παντρεύονται. Αν όχι, χωρίζουν και το παιδί το κρατάει η οικογένεια της μητέρας. Την συνήθεια αυτή τους την έκοψαν οι ισπανοί κατακτητές με το πρόσχημα της χριστιανικής θρησκείας αλλά, ουσιαστικά, για να εισπράττουν φόρους από την νέα οικογένεια. Στο νησάκι Τεκίλε, στην Τιτικάκα, εξακολουθεί ακόμα να ισχύει για όλους και για να γίνει ο γάμος πρέπει να έχουν υποχρεωτικά το απολυτήριο γυμνασίου.
Το μόνο καλά κρυμμένο μέρος που τους γλύτωσε ήταν το Μάτσου Πίχτσου (όπως είπαμε στην αρχή, προσοχή στην προφορά του χ(κ) πριν το τ). Ωσπου, τον Ιούλιο του 1911 ξεκίνησε από το Κούσκο η Περουβιανή αποστολή του Γέιλ, την οποία οργάνωσε και χρηματοδότησε ο ιστορικός και αρχαιολόγος Χίραμ Μπίνγκαμ και κάποιοι παλαιοί συμφοιτητές του. Και, ως άλλος Ελγιν, μάζεψε ό,τι βρήκε και τα πήγε στο Γέιλ. Κάποια, μπορεί και στο σπίτι του. Κανείς δεν ξέρει, λένε στο Περού, τι ακριβώς βρήκε και πήρε μαζί του. Στις επίμονες αιτήσεις τους στο Γέιλ για επιστροφή των ευρημάτων, πρόσφατα τους έστειλαν κάποια αγγεία και αγαλματάκια…
Αλλά, ακόμα κι αν λείπουν τα χρυσάφια ή, ίσως, επειδή λείπουν, αυτό το μέρος δεν μπορεί να περιγραφεί. Ταξιδεύοντας με το τραίνο από το Ollantaytambo, μέσα στην τροπική ζούγκλα και πλάι στον ποταμό Ουρουμπάμπα, που περιτριγυρίζει το βουνό σαν κουλουριασμένο φίδι, μέχρι το γραφικό Aguas Calientes, από όπου συνεχίζεις με λεωφορείο σε μια, επίσης «φιδίσια», διαδρομή στο βουνό, τίποτα δεν σε προετοιμάζει για το συγκλονιστικό μέρος που θα αντικρύσεις, όταν φτάσεις στο πρώτο σημείο παρατήρησης.
Δεν είναι το μεγαλείο των βουνοκορφών που το αγκαλιάζουν και τα λάμα, αγέρωχοι ιδιοκτήτες-φρουροί του χώρου.
Δεν είναι οι πέτρινοι, επιβλητικοί τοίχοι και τα κτίσματα που διατηρήθηκαν παρά τους σεισμούς, ούτε οι αναβαθμίδες που χρησιμοποιούνταν ως χωράφια και το περίπλοκο σύστημα ύδρευσης, και όλα αυτά σε διαφορετικές ζώνες, μια γεωργική, μια γειτονιά με κατοικίες, μια βασιλική συνοικία και μία ιερή περιοχή.
Δεν είναι ο Ναός του Ήλιου και η γρανιτένια αναπαράσταση του βουνού πίσω της, όλα συμβολικά, όλα μελετημένα και συνδεδεμένα με τον Ηλιο.
Δεν είναι ο «μισός» Σταυρός του Νότου, που «ολοκληρώνεται» με την σκιά του (πάντα, όλα σε σχέση με τον Ηλιο), ο «Τσακάνα», που στα Κέτσουα σημαίνει “γέφυρα”, με τα 3 επίπεδα που συμβολίζουν τους 3 κόσμους και την δύναμή τους, με τα 12 «σκαλοπάτια», τους άπειρους συμβολισμούς και με τα 3
σύμβολα (τριλογία) του Περού: Χάνακ Πάτσα: Πάνω κόσμος /Σύμπαν (Κόνδορας ή αετός) Κάι Πάτσα: Ο Μέσος Κόσμος / εδώ & τώρα Μητέρα Γη ( πούμα) Ούχου Πάτσα: Κάτω κόσμος / εσωτερικά πεδία ( φίδι)
και στην κορυφή του είναι ο Βιρακότσα (‘Ηλιος-πηγή) ενώ την βάση του «κρατάει» η Μάνα Γη (Πάτσα Μάμα).
Είναι όλα αυτά και ακόμα περισσότερα, που μπορείς μόνο να τα νοιώσεις. Άλλα να τα αφουγκραστείς, άλλα να τα αφήσεις να σε κατακλύσουν, κατάχαμα στην Πάτσα Μάμα όταν ο Βιρακότσα σε πυρώνει.
Πώς να εκφράσεις το Δέος;
Πληροφοριακά και γιατί όσο περισσότερο τριγυρνώ στις γειτονιές του Κόσμου, όλο και περισσότερους Λαούς ανακαλύπτω που δεν «έτρωγαν βαλανίδια όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες», όπως μας μάθαιναν στα χρόνια μου στο σχολείο, που αν και, ομολογουμένως, δεν βρήκα την κομψότητα και την τελειότητα των αρχαιοελληνικών δημιουργημάτων πουθενά, αλλά περπάτησα σε μονοπάτια αρχαιότερα από τα δικά μας και είδα τεχνικές κατασκευές με επιστημονικές, και όχι μόνο, γνώσεις, παλαιότερες από τις προγονικές μας, όπως στο Περού τελευταία, λίγα στοιχεία γι’ αυτόν τον Λαό. Από το πολυσέλιδο έντυπο για την ιστορία του Περού, που μας εφοδίασε ο ΚΑΝΟΝΑΣ, με τον οποίο ταξιδέψαμε.
Εναν Λαό με ιστορία, πολιτισμό και οργανωμένες κοινωνίες, τουλάχιστον 7.500 χρόνων. Απαρχές της σύνθετης κοινωνικής οργάνωσης ανιχνεύτηκαν στην ακτή του Περού ανάμεσα στο 5000 και στο 2000 π.Χ., όταν το κυνήγι παραμερίστηκε λόγω της αφθονίας θαλασσίων πόρων και εδώδιμων άγριων φυτών που φύτρωναν στις κοιλάδες των ποταμών. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για αγροτικές καλλιέργειες στα χαμηλότερα υψόμετρα των Άνδεων από 6.000 χρόνια π.Χ. και είναι βέβαιο ότι οι άνθρωποι που ζούσαν εκεί την εποχή εκείνη καλλιεργούσαν το βαμβάκι και τα φασόλια. Η καλλιέργεια του βαμβακιού υπήρχε ήδη το 3500 π.Χ. στην Τσίλκα και Αγκόν και χρησιμοποιούνταν για να κατασκευάζονται δίχτυα ψαρέματος και καρό υφάσματα. Από το 3000 π.Χ., καλλιεργούνταν νεροκολοκύθες και τις χρησιμοποιούσαν σαν δοχεία και σημαδούρες για τα δίχτυα. Στα 1500 π.Χ. καλλιεργούσαν καλαμπόκι και η πατάτα ήταν γνωστή από πολλούς αιώνες ενώ η κεραμική τέχνη τους χρονολογείται από το 2000 π.Χ.
Ήδη το 2600 π.Χ. είχαν ανεγερθεί μεγάλοι ναοί-τύμβοι στην κεντρική ακτή του Περού. Το εμπόριο μεγάλων αποστάσεων είχε εγκαινιαστεί στα μέσα της 3ης χιλιετίας π.Χ. Πολύχρωμα θαλάσσια όστρακα, για παράδειγμα, ανταλλάσσονταν με βολβούς από τις Άνδεις και με ζωηρόχρωμα φτερά από την Αμαζονία. Πολλά από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά των μεταγενέστερων πολιτισμών των Άνδεων είχαν σαφώς διαμορφωθεί το 2500 π.Χ. και υπάρχουν έντονα και στα χαρακτηριστικά, τα ήθη και τα έθιμα των Περουβιανών του 2021 μ.Χ.