Η Θεσσαλονίκη σε κρίσιμο σταυροδρόμι για το μέλλον της ΔΕΘ
Η πόλη κατάφερε μέχρι σήμερα να διατηρήσει τη μοναδική έκταση χαμηλής δόμησης στην περιοχή της ΔΕΘ.
Λέξεις: Χαρίτων Σαρλ Χιντήρογλου
Μεγαλωμένος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης (να εκεί σαν να βλέπω το χωματόδρομο της Δεσπεραί), από το 1962 (χρονιά με πάρα πολλά χιόνια), μπορώ να δηλώσω, χωρίς κανέναν ενδοιασμό, τη συναισθηματική μου φόρτιση για την έκταση που σήμερα καταλαμβάνει η ΔΕΘ. Και ενώ όλα στην Ευρώπη εξελίσσονται στους ρυθμούς της περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης θεσπίζοντας ακόμα και διεύθυνση Περιβάλλοντος και Υγείας, από όπου ο καθένας μπορεί να αντλεί πλήθος πληροφοριών, για καλές πρακτικές βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας των πόλεων, κάποιοι πετούν χαρταετούς αδιαφορώντας για το μέλλον της πόλης. Μύωπες και αλλήθωροι, των οποίων οι πολιτικές χαντάκωσαν το μέλλον της πόλης, ισχυρίζονται πως τώρα επιδιώκουν την οικονομική ανάπτυξή της. Δεν αναφέρονται στη βιωσιμότητα και στην περιβαλλοντική αναβάθμιση της πόλης. Μπορεί να χρησιμοποιούν τους όρους αυτούς, αλλά κατά το δοκούν. Δηλαδή, μόνο ως περιτυλίγματα για την υιοθέτηση των στρατηγικών της οικοδόμησης για οικοδόμηση χωρίς σχέδιο βιωσιμότητας. Όταν, όμως, αναφερόμαστε στη βιωσιμότητα της πόλης προφανώς συμπεριλαμβάνουμε τα ζητήματα της υγείας (ψυχική και σωματική), της οικονομίας (μείωση της ανεργίας) και της ασφάλειας – υγιούς διαβίωσης των πολιτών. Παραβλέπουν μεθοδικά τις διεθνώς αναγνωρισμένες καλές πρακτικές βιωσιμότητας των ανθεκτικών πόλεων και λησμονούν τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν για στοιχειώδη αναβάθμιση της Θεσσαλονίκης.
Σε προγενέστερο άρθρο μου ανέφερα χαρακτηριστικά, πως οι διοικήσεις οφείλουν να έχουν συνέχεια και συνέπεια και πως θα πρέπει κάθε δημόσια διοίκηση να σέβεται τις δημοκρατικά εκλεγμένες προηγούμενες διοικήσεις και τις αποφάσεις τους. Σε κάθε περίπτωση όταν οι συνθήκες αλλάζουν θα μπορούσε μια διοίκηση να αναθεωρήσει προγενέστερες αποφάσεις διοικήσεων, αλλά κάτω από συγκεκριμένες δημοκρατικές διαδικασίες και όχι με πραξικοπηματικού τύπου δράσεις.
Η αναφορά μου στον όρο Ανθεκτικές Πόλεις, προφανώς και δεν είναι τυχαία. Και για του λόγου του αληθές, αναζητήστε τη εξαιρετική μελέτη (100 Ανθεκτικές Πόλεις μια πρωτοβουλία του Ιδρύματος Ροκφέλερ) την οποία ολοκλήρωσε ειδική ομάδα επιστημόνων τον Ιούνιο του 2016. Την μελέτη αυτή χαιρέτησε ο Δήμαρχος της Πόλης Γιάννης Μπουτάρης, γράφοντας «Για τη Θεσσαλονίκη, ανθεκτικότητα σημαίνει η δημιουργία μίας πόλης εξωστρεφούς, δημιουργικής και φιλικής που μεριμνά για την ασφάλεια και την ευημερία των πολιτών της, ενδυναμώνει την τοπική οικονομία και προστατεύει τους φυσικούς της πόρους.» Και ρωτώ, τί πιο σαφές προς τις νέες τοπικές αυτοδιοικήσεις της ευρύτερης περιοχής; Δεν είμαι εδώ για να αξιολογήσω τις προγενέστερες διοικήσεις του Δήμου, αυτό που με ενδιαφέρει είναι να γίνει γνωστό πως υπήρχαν μελέτες και μελέτες για τη βιωσιμότητα της πόλης μας.
Επί του παρόντος θα επιλέξω τα ακόλουθα: (1) Κατ’ αντιστοιχία η Θεσσαλονίκη είναι σαν τη Βαρκελώνη, το Μόναχο, τη Λυών κ.ά. Μεταξύ των σημαντικότερων χαρακτηριστικών των πόλεων αυτών σημειώνεται το πλούσιο ανθρώπινο δυναμικό, η συνδεσιμότητα και η οικονομική ποικιλομορφία. (2) Η Θεσσαλονίκη, εδώ και αιώνες, διατηρεί την πολυπολιτισμικότητά της. Με εξωστρεφείς πολιτικές προσπαθεί να ακολουθήσει τις διεθνώς αναγνωρισμένες καλές πρακτικές βιώσιμης ανάπτυξης με ευρωπαϊκό προσανατολισμό. Δεν είναι διόλου τυχαίο που το 2014 επιλέχθηκε ως Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας.
Η Θεσσαλονίκη, όμως, από το 1956 δέχθηκε πλήθος πολεοδομικών ρυθμίσεων που την οδήγησαν σε πυκνή αστική δόμηση. Μάλιστα, πολλές περιπτώσεις καταγράφονται ακόμα και ως άναρχες. Η πυκνή δόμηση όμως προκαλεί πολλαπλά πλήγματα στην αστική διαβίωση. Ο πληθυσμός του ευρύτερου πολεοδομικού συγκροτήματος σήμερα ξεπερνά το 1,2 εκατομμύρια κατοίκους. Η συμμετοχή της νεολαίας, επί του συνόλου, αγγίζει ακόμα και τις 250.000. Έτσι δικαίως χαρακτηρίζεται και ως μια πόλη των νέων με πολλαπλές δυνατότητες ανάπτυξης ήπιου, ποικιλόμορφου και φιλόξενου τουρισμού.
Η πόλη κατάφερε μέχρι σήμερα να διατηρήσει τη μοναδική έκταση χαμηλής δόμησης στην περιοχή της ΔΕΘ. Η έκταση αυτή συνδέεται άμεσα με τον ορεινό όγκο της πόλης δίνοντας την ευκαιρία οξυγόνωσης του πυκνοδομημένου αστικού κέντρου.
Η πόλη της Θεσσαλονίκης βρίσκεται ενώπιων μιας ιστορικής ευθύνης για το μέλλον της. Οι ευθύνες είναι τόσο σημαντικές όσο ποτέ άλλοτε. Και ενώ οι αποφάσεις τροποποιήθηκαν στη διάρκεια των τελευταίων 15 χρόνων, χωρίς επαρκείς διαβουλεύσεις, σήμερα πρέπει να δούμε ξανά το όλο θέμα της διάθεσης των εκτάσεων της ΔΕΘ σε μητροπολιτικού πάρκου με νηφαλιότητα. Το ζήτημα δεν έχει κλείσει για πολλούς θεσσαλονικείς, από τους οποίους πολλοί είναι επιστήμονες που γνωρίζουν τα ζητήματα της βιωσιμότητας των πόλεων του μέλλοντος. Η συζήτηση άνοιξε και δεν πρόκειται να κλείσει όσο επώδυνη και αν είναι.
*Ο Χαρίτων Σαρλ Χιντήρογλου είναι Καθηγητής του Τμήματος Βιολογίας ΑΠΘ