Ο Toni Sulo πιστεύει ότι η street art είναι η πιο άμεση μορφή επανάστασης τέχνης
Το 2005 περπατώντας στην Τσιμισκή ανέβηκε από περιέργεια σε ένα κτίριο και όσο άλλαζε ορόφους με εγκαταλειμμένα διαμερίσματα αποφάσισε να αφήσει ένα κορίτσι κρυμμένο στον τοίχο, με ό,τι είχε πάνω του.
Το 2005 περπατώντας στην Τσιμισκή, είχε την περιέργεια να μπει σε ένα κτίριο που του κίνησε την περιέργεια. Όσο άλλαζε τους ορόφους περνώντας καταστήματα και μετά εγκαταλειμμένα διαμερίσματα αποφάσισε να αφήσει ένα κορίτσι κρυμμένο σε έναν τοίχο, με ό,τι είχε πάνω του. Ένα πινέλο και ένα μαύρο χρώμα που έτυχε να κουβαλάει.
Συνέντευξη στην Έλενα Ταξίδου | Εικόνες παραχωρήθηκαν από τον Toni Sulo
«Γεννήθηκα στην Ερσέκα της Αλβανίας και ήρθα στην Ελλάδα το 1997, στην ηλικία των 10 ετών για να συναντήσω τους γονείς μου, οι οποίοι ήταν οικονομικοί μετανάστες. Μαθήτευσα στο 4ο Δημοτικό, Γυμνάσιο και Λύκειο Κουφαλίων και στη συνέχεια μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη όπου και παρακολούθησα μαθήματα ζωγραφικής. Με απασχόλησαν τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα, όπως η οικολογία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και θεώρησα την τέχνη του δρόμου ως την πιο άμεση μορφή επανάστασης της τέχνης.»
«Όλοι μας βιώνουμε μια δύσκολη περίοδο, ο καθένας βρίσκει τρόπους να “γκρεμίζει” τους τοίχους του. Προσωπικά επέλεξα να αλλάξω το μέσο έκφρασης μου και να αντικαταστήσω τους τοίχους με καμβάδες, δουλεύοντας εκεί τις κοινωνικές μου ανησυχίες με κύριο θέμα τον COVID19» αναφέρει για την περίοδο της καραντίνας ο street artist Toni Sulo.
Ο καλλιτέχνης που ανάμεσα σε καμβάδες και τοίχους, πινέλα και σπρέι, δουλεύει ως μπαρίστα στη Βέροια, σημειώνοντας το προφανές πως είναι δύσκολο δηλαδή στις μέρες μας να επιβιώσει κάποιος αποκλειστικά από την Τέχνη. Παράλληλα βρίσκεται στην ολοκλήρωση του πρώτου του βιβλίου με θέμα την εξέλιξη της street art στην Αλβανία και πρωταγωνιστεί σε ταινία μικρού μήκους του σκηνοθέτη Roman Filiev που φέρει ως τίτλο το όνομά του.
Σε πραγματικό χρόνο έργα του μπορείς να βρεις -ίσως και να έτυχε να περάσεις ήδη από μπροστά τους- μεταξύ άλλων στη Θεσσαλονίκη, στην Αθήνα, στα Κουφάλια, στη Χαλκηδόνα, στην Βέροια, στα Τίρανα, στην Κορυτσά και στο Λέτσε της Ιταλίας.
«Γενικότερα επιλέγω όσο το δυνατόν μεγάλα αστικά κέντρα ώστε να ευαισθητοποιήσω όσο περισσότερο κόσμο μπορώ. »
Για το πώς ξεκίνησε η εμπλοκή του με το γκράφιτι θυμάται την ανάγκη του όπως λέει για να μοιραστεί προβληματισμούς με τους φίλους του. Από τότε μέχρι και σήμερα σε κάθε έργο του παρατηρείς πως θίγει ξεκάθαρα χωρίς υπόνοιες κοινωνικά ζητήματα και ανοίγει τις «κλειστές πόρτες» πολυκατοικιών βγάζοντας σε κοινή θέα όσα συνήθως κρύβονται πίσω τους.
«Αυτό που θυμάμαι καλύτερα είναι η ανάγκη μου να δημιουργήσω μέσω του Graffiti και να μοιραστώ τους προβληματισμούς μου με τους φίλους μου, πράγμα που οδήγησε στην ίδρυση της ομάδας G.A.P. (Graffiti Academy People). Το πρώτο μου σχέδιο ήταν μια συλλογική παρόρμηση της ομάδας με θέμα μια προσωπογραφία ο καθένας, είχαμε έλλειψη πόρων (ενώ οι υπόλοιποι έφηβοι γύρω μου ενδιαφέρονταν για καφετέριες και videogames, εμείς μαζεύαμε τις οικονομίες μας και τα μεροκάματα μας για να επενδύσουμε σε υλικό, σπρέι κλπ) αλλά ο ενθουσιασμός και το μεράκι κάλυπτε την πρακτική αδυναμία.
Με το πέρασμα του χρόνου άρχισα να γίνομαι πιο συγκεκριμένος κι επιλεκτικός στα projects μου, καθώς ωρίμαζα και σε προσωπικό επίπεδο. Επικεντρώθηκα σε θεματικές δομές της τέχνης μου όπως ο σεβασμός πάνω στο γυναικείο φύλο, η μόλυνση του περιβάλλοντος και κάποιες κινηματογραφικές και μουσικές αναφορές. Μεγάλη έμπνευση αποτελούσαν πάντα οι πρώτοι street artists της χώρας, αφού ένας από του κύριους λόγους που με κέρδισε το graffiti ήταν ένα περιοδικό που έπεσε τυχαία στα χέρια μου με θέμα τα πρώτα graffiti της Ελλάδας.»
Street artist ή artist σκέτο; Πινέλο ή σπρέι; Καμβάς ή τοίχος; Ποιο είναι το σημείο αναφοράς του και ποια τα μέσα που χρησιμοποιεί περισσότερο για να εκφραστεί;
«Θεωρώ ότι δεν χωράνε ταμπέλες στο ζήτημα της τέχνης, μπορεί δηλαδή να αλλάζει το μέσο της έκφρασης αλλά όχι η έκφραση η ίδια. Σαφώς η τέχνη του δρόμου δίνει πιο έντονα το στοιχείο της κοινωνικής αντίδρασης αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν με εκφράζει εξίσου και η ήρεμη δύναμη ενός καμβά.»
«Ένας καμβάς λειτουργεί για μένα περισσότερο σαν κάποια μορφή ημερολογίου και προσωπικών ευαισθησιών ενώ στον τοίχο εξωτερικεύω τις κοινωνικές μου ανησυχίες, είναι η φωνή μου, τα μηνύματα που θέλω να δώσω στον κόσμο.
Αγαπάω πινέλο και σπρέι το ίδιο, όμως το graffiti είναι η αδρεναλίνη μου, η παράνομη απόλαυση μου. Εκεί εστιάζω περισσότερο στον τρόπο που θα περάσει το μήνυμά μου οπότε ίσως να το επιλέγω λίγο πιο εύκολα.»
Πεδίο του όπως εξηγεί και κύρια θεματικά του είναι «ό,τι συσχετίζεται με την φύση του ανθρώπου και τα προβλήματα της κοινωνίας, είτε είναι πολιτικά, είτε οικονομικά, είτε οικολογικά.»
«Η φτώχεια, η μετανάστευση, το προσφυγικό, η βία κατά των γυναικών γίνονται αφορμές των έργων μου. Είναι θέματα που πρέπει να ακουστούν, να ειδωθούν, να αντιμετωπιστούν και σαν καλλιτέχνης του δρόμου και σαν άνθρωπος που ονειρεύεται μια καλύτερη κοινωνία, οφείλω να τα τονίσω μέσα από την τέχνη μου.»
Περισσότερα έργα – Aκολουθήστε τον καλλιτέχνη στο Instagram