Featured

Βυζαντινό Κάστρο Ρεντίνας: Ένας σημαντικός αρχαιολογικός χώρος σε πλήρη απαξίωση

Ένας εξαιρετικά σημαντικός χώρος του παρελθόντος που δεν απολαμβάνει την φροντίδα, αλλά και την προσοχή που θα έπρεπε

Μάριος Δαδούδης
βυζαντινό-κάστρο-ρεντίνας-ένας-σημαν-722431
Μάριος Δαδούδης

Ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους έξω από την πόλη της Θεσσαλονίκης, είναι το Βυζαντινό Κάστρο της Ρεντίνας.

Πρόκειται για μία τοποθεσία η οποία κατοικούνταν από τη Νεολιθική εποχή και είναι απορίας άξιον το γεγονός πως, υπάρχουν ανθρώπινα λείψανα μέσα σε πλαστικές σακούλες και καφάσια παρατημένα, μέσα στο κατεστραμμένο σπιτάκι στην είσοδο του κάστρου.

Ένας εξαιρετικά σημαντικός χώρος του παρελθόντος, ο οποίος σε καμία περίπτωση δε απολαμβάνει, τόσο την εμπορική τουριστική προσοχή, όσο και την φροντίδα του χώρου που του αξίζει.

Το κάστρο της Ρεντίνας δεσπόζει σε κορυφή λόφου, στην είσοδο των κατάφυτων στενών της Ρεντίνας ή “μακεδονικών Τεμπών” (40°39’22″Ν – 23°37’22″Ε)

Έλεγχε την πορεία της Εγνατίας οδού μέσω της κοιλάδας του Ρήχιου ποταμού και συνεπώς την κίνηση εμπορευμάτων και στρατευμάτων μεταξύ Θεσσαλονίκης και Κωνσταντινούπολης. Ο χώρος έχει ανασκαφεί και αναστηλωθεί μερικώς, παραμένει όμως προς το παρόν αρχαιολογικός χώρος κλειστός για το ευρύ κοινό.

Ιστορία

Ίχνη ανθρώπινης παρουσίας στο λόφο μαρτυρούνται από ευρήματα της νεολιθικής ακόμη εποχής. Η κατοίκηση συνεχίζεται αδιάλειπτα ως την ύστερη αρχαιότητα. Τότε, και συγκεκριμένα περί το 450 μ.Χ πραγματοποιείται η πρώτη οχύρωση.Είναι σχεδόν βέβαιο πως σε αυτό συνετέλεσε η εποίκηση από κατοίκους της Αρέθουσας, μεγάλης αρχαίας πόλης της περιοχής η οποία καταστράφηκε μετά από διαδοχικές βαρβαρικές επιδρομές (Γότθοι 254,258,267,269 μ.Χ, Βησιγότθοι 380, Έρουλοι 475,479 μ.Χ).

Αργότερα, ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός (527-565) ενισχύει τις οχυρώσεις και επανιδρύει το κάστρο- πρόκειται για το φρούριο Αρτεμίσιον που αναφέρει ο Προκόπιος. Από το 570 οι Σλάβοι διασχίζουν το Δούναβη προς νότον και καθ’όλη τη διάρκεια του 7ου αιώνα, δεν αρκούνται πλέον σε επιδρομές, αλλά εγκαθίστανται σε μεγάλες ομάδες στην ερημωμένη ύπαιθρο.

Δημιουργούν νησίδες πληθυσμού, τις Σκλαβηνίες οι οποίες έχουν δική τους οργάνωση και ηγεσία. Tην κοιλάδα του Ρήχιου επικοίζει το βαρβαρικό φύλο των Ρηγχίνων, οι οποίοι όμως πιθανότατα ήταν βλάχικης καταγωγής και συμπαρασύρθηκαν από την κάθοδο των Σλάβων, καθώς αναφέρονται επανειλημμένα και ως “Βλαχορηγχίνοι”.

Επόμενος σταθμός στην ιστορία της Ρεντίνας, ο οποίος φανερώνει και την ουσιαστική καμπή στη ζωή του κάστρου, είναι η ανακήρυξή της σε έδρα επισκοπής περί το 900 (σύμφωνα με τη Νεαρά ΧVI του Λέοντος Σοφού (886-907)). Ο επίσκοπος Λητής ονομάζεται πλέον “Λητής και Ρεντίνης” και εγκαθίσταται στη Ρεντίνα, καθώς η Λητή έχει παρακμάσει και εγκαταληφθεί μετά τις επιδρομές και τις επακόλουθες μετακινήσεις πληθυσμών.

Κατά το 10ο αιώνα τα τείχη επισκευάζονται, πύργοι επανακτίζονται εκ βάθρων, δημιουργείται το υπόσκαφο κλιμακοστάσιο και ανοικοδομείται ο κύριος όγκος των κατοικιών και των δημοσίων κτιρίων.

Το κάστρο ακολουθεί την ιστορική πορεία της Μακεδονίας κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο.

Το 1204 καταλαμβάνεται από τους Φράγκους σταυροφόρους ιππότες και θα αποτελέσει ένα από τα δυναμάρια του φράγκικου Βασιλείου της Θεσσαλονίκης ως πριν το 1224, οπότε και περνά στα χέρια του Δεσποτάτου της Ηπείρου.

Μετά τη μάχη της Κλοκοτίνιτζας (1230) ο γιος του Θεόδωρου, Ιωάννης Δούκας Κομνηνός ανακηρύσσει εαυτόν δεσπότη Θεσσαλονίκης. Η φρουρά του θα εγκαταλείψει τη Ρεντίνα, μόλις πληροφορηθεί πως καταφθάνει στην περιοχή μεγάλο εκστρατευτικό σώμα της Νίκαιας με επικεφαλής τον αυτοκράτορα Ιωάννη Βατάτζη.[3]

Ο Βατάτζης εισήλθε στο κάστρο και διανυκτέρευσε εκεί (1242). Χρυσό νόμισμά του που βρέθηκε εσωτερικά της πύλης εισόδου, ίσως προέρχεται από την ιστορική εκείνη διανυκτέρευση.

Ακριβώς έναν αιώνα αργότερα (1342), κατά το δεύτερο βυζαντινό εμφύλιο, το φρούριο καταλαμβάνει ο Ιωάννης Καντακουζηνός και εγκαθιστά φρουρά. Ακολούθως εκπολιορκεί το κάστρο ο Συργής, κεφαλή των Σερρών, συλλαμβάνει αιχμαλώτους τους στρατιώτες και τους άρχοντες του κάστρου που συνεργάστηκαν με τον Καντακουζηνό, τους φυλακίζει και τους βασανίζει.

Κατά την παλαιολόγεια περίοδο ο οικισμός γνωρίζει ανάπτυξη, χτίζονται και επισκευάζονται οχυρώσεις, καθώς και ο μικρός ναός με τρούλο, ερείπια του οποίου σώζονται σήμερα.

Το κάστρο αποτελεί πλέον, εκτός από έδρα επισκοπής και έδρα κατεπανικίου (Κατεπανίκιον Ρεντίνας) και αναφέρεται συχνά στα αρχεία των αγιορείτικων μονών.(13ος-14ος αι.) Η Ρεντίνα πέφτει διαδοχικά στους Σέρβους (π.1345), στους Έλληνες (1371), στους Τούρκους (1383), ξανά στους Έλληνες(1402) και οριστικά στους Οθωμανούς (πριν το 1423).

Με την τελική κατάκτηση από τους Τούρκους αρχίζει η παρακμή του κάστρου που θα οδηγήσει στην οριστική εγκατάλειψη του. Στην περιοχή εγκαθίστανται Γιουρούκοι νομάδες και το διοικητικό κέντρο μετατοπίζεται στο Μπεσίκι (σημ.Βόλβη). Λίγα νομίσματα του 16ου αιώνα υποδηλώνουν ένδειξη κατοίκησης, το 17ο αιώνα όμως, είναι σίγουρο πως πυκνή βλάστηση έχει καταλάβει ως τελευταίος κατακτητής το κάστρο.

Το κάστρο

Ο οικισμός περιβάλλεται από εξωτερικό τείχος το οποίο ενισχύεται με πύργους ή προβόλους.

Ήταν καλά αρμολογημένο και επιχρισμένο με λευκό κονίαμα, κάτι που προσέδιδε λευκωπή όψη στο κάστρο. Ένα δίδυμο τείχος των παλαιολόγειων χρόνων διαχωρίζει εγκάρσια την οχυρωμένη έκταση σε δύο τμήματα. Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται η τειχισμένη ακρόπολη και στο υψηλότερο σημείο της τρίκλιτη ξυλόστεγη βασιλική του 10ου αιώνα χτισμένη πάνω σε κινστέρνα. Αυτός ήταν ο επισκοπικός ναός.

Στα Α δεσπόζει ο μικρός τρουλλαίος παλαιολόγειος ναός σε σχήμα σταυρού. Σπαράγματα τοιχογραφιών μαρτυρούν πως είχε ιστορηθεί.

Ένας τρίτος ναός εντοπίστηκε ΝΔ κοντά στην κεντρική πύλη με προσκτίσματα και νεκροταφείο.

Τέσσερις κινστέρνες εξασφάλιζαν την υδροδότηση του οικισμού. Επιπλέον σε περίοδο πολιορκίας, το σκοπό αυτό εξυπηρετούσε συγκρότημα αιθουσών στους πρόποδες επί του ποταμού, το οποίο συνδεόταν με υπόσκαφη μυστική κλιμακωτή σήραγγα με το κάστρο.

Το μεγαλύτερο μέρος των κατοικιών και των εργαστηρίων χτίστηκε κατά το 10ο αιώνα και βρίσκεται στο ΝΔ τμήμα. Τα σπίτια είναι απλά και συχνά μονόχωρα.

Από τις ανασκαφές που διενεργήθηκαν υπό τον καθηγητή Μουτσόπουλο, ήρθαν στο φως πλήθος ευρημάτων τα οποία φωτίζουν την καθημερινή ζωή και την ιστορία της περιοχής και των βυζαντινών οχυρωμένων οικισμών της περιόδου γενικότερα.

Μέρος των ευρημάτων εκτίθεται στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, στην μόνιμη έκθεση “το βυζαντινό Κάστρο”.

ΠΗΓΕΣ:

1.Ν.Κ.Μουτσόπουλος, Ρεντίνα Ι, ΤΕΕ, Αθήνα 2001 2.Ν.Κ Μουτσόπουλος, Ρεντίνα ΙΙ, ΤΕΕ, Αθήνα 2001 3.Hammond,A History of Macedonia, Οxford Un.Pr.,Oxford 1989 4.Ιωάννης Καντακουζηνός,Ιστορία 5.Νικηφόρος Γρηγοράς, Ρωμαϊκή ιστορία 6.Γεώργιος Ακροπολίτης, Χρονική Διήγησις

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα