Υποκρισία και ελληνική αρχιτεκτονική
Είναι άκρως ανήθικο και υποκριτικό να φτιάχνουμε καρτ ποστάλ, αφίσες και σποτάκια με τον Παρθενώνα μέσα σε μια θάλασσα από ειδυλλιακά γραφικά σπιτάκια.
Λέξεις: Χρήστος Λαζάρου
Στα τέλη του 2019, λίγο πριν την έλευση του κορονοϊού και της καραντίνας, βγήκαν στη δημοσιότητα σχέδια και εικόνες από δύο αρχιτεκτονικές προτάσεις για το μελλοντικό καζίνο του Ελληνικού στην Αθήνα.
Τα δημοσιεύματα σύντομα πυροδότησαν μια έκρηξη αρνητικών σχολίων στο δημοσιογραφικό τομέα αλλά και στα ηλεκτρονικά μέσα δικτύωσης της χώρας.
Ομολογουμένως, θα πρέπει να συμφωνήσω κι εγώ με άλλους αναγνώστες και να πω πως βρίσκω κάπως φτωχή την αρχιτεκτονική αυτών των προτάσεων.
Ωστόσο αυτό που εξαγρίωσε το κοινό δεν ήταν τόσο η αρχιτεκτονική, η οποία ήταν μάλιστα αρκετά ταπεινή και σοβαρή για καζίνο, όσο το γεγονός ότι για μια από τις δύο προτάσεις, το αρχιτεκτονικό γραφείο που την μελέτησε δήλωσε ότι εμπνεύστηκε από τη μορφή των Καρυάτιδων της αθηναϊκής Ακρόπολης.
Σύντομα διασαφηνίστηκε πως η δήλωση ήταν μεγάλη αστοχία αφού το ίντερνετ γέμισε με φωτογραφίες από σούβλες με γύρο που ήταν υποτίθεται και αυτές εμπνευσμένες από τις Καρυάτιδες.
Εκείνες τις μέρες διάβασα μια αρχιτεκτονική άποψη που έλεγε πως είναι λάθος να ενστερνιζόμαστε μια αισθητική τύπου Dubai ή Atlantic city. Είναι σαφώς προτιμότερο να σχεδιάσουμε ένα κτήριο που θα διέπεται από την φυσιογνωμία του ελληνικού πνεύματος. Με λίγα λόγια, να σχεδιάσουμε ένα κτήριο που θα εκφράζει αυτό που είμαστε πραγματικά και όχι κάτι ξένο και εξιδανικευμένο. Αν πουλήσουμε κάτι του οποίου την φύση δεν κατέχουμε και δεν νιώθουμε, τότε το προϊόν μας θα αποτύχει.
Η άποψη αυτή μου προκάλεσε καταιγισμό σκέψεων. Αντιλήφθηκα πως ο άνθρωπος που έγραψε αυτό το κείμενο είχε στο μυαλό του έναν τύπο αισθητικής κοντά στην εθνογραφική παράδοση της χώρας μας, προσαρμοσμένο βέβαια στα σύγχρονα πρότυπα. Φυσικά και επικροτώ αυτή τη λογική.
Ωστόσο, με βάση αυτό το συνειρμό, έκανα κάποιες σκέψεις για την ελληνική αστικότητα.
Αυτό δηλαδή που ονομάζουμε τσιμεντένιο χάος των πολυκατοικιών.
Πριν χρόνια είχα κάνει ένα ταξίδι στην Αττάλεια της Τουρκίας. Εκεί μεταξύ άλλων γνώρισα μια κοπέλα από τη Σερβία η οποία μου είπε ότι είχε επισκεφθεί την Αθήνα μια φορά πριν λίγο καιρό. Την ρώτησα πώς της φάνηκε και διστακτικά μου απάντησε ότι η ελληνική πρωτεύουσα της θύμισε το Πακιστάν. Όχι, δεν εννοούσε τους μετανάστες. Μου εξήγησε ότι η αισθητική των κτηρίων και η συμπεριφορά των ανθρώπων στο δρόμο και την οδήγηση δεν είχαν καμία σχέση με το ιδανικό αφήγημα που είχε στο μυαλό της για την Αθήνα, την κοιτίδα του δυτικού πολιτισμού.
Αν και το Καράτσι, η Λαχόρη και το Ισλαμαμπάντ (η πρωτεύουσα του Πακιστάν) είναι τελείως διαφορετικές πόλεις από την Αθήνα, οφείλω να πω ότι καταλάβαινα απόλυτα για ποιο πράγμα μιλούσε η Σέρβα.
Είναι άκρως ανήθικο και υποκριτικό να φτιάχνουμε καρτ ποστάλ, λευκώματα, αφίσες, βίντεο και σποτάκια με τον Παρθενώνα μέσα σε μια θάλασσα από ειδυλλιακά γραφικά σπιτάκια.
Είναι λάθος να φτιάχνουμε εκπομπές και ντοκιμαντέρ με πλάνα από τα νεοκλασσικά μέγαρα της πόλης όταν ακριβώς από δίπλα βρίσκουμε ένα πλήθος από μίζερες πολυκατοικίες.
Σαφώς είναι προτιμότερο να πουλήσουμε την Αθήνα και την Ελλάδα έτσι όπως είναι. Όπως έχω γράψει και παλιότερα, από τις φαβέλες του Ρίο ντε Τζανέιρο μέχρι τα υπόγεια κλαμπ του ανατολικού Βερολίνου, υπάρχει πλήθος παραδειγμάτων από πόλεις και τόπους που βρήκαν τον εαυτό τους, βρήκαν την ολοκλήρωση και την οικονομική ευχέρεια αποδεχόμενοι την αισθητική παρακμή και εστιάζοντας σε μια νέα αληθινή ταυτότητα.
Θα ήταν λυπηρό να δούμε κάποια στιγμή την Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη να αλλάζουν τις προσόψεις των πολυκατοικιών σε κλασσικά πρότυπα με βάση ίσως το παράδειγμα της ανάπλασης του 2014 στα Σκόπια της Βόρειας Μακεδονίας.
Σε κάθε περίπτωση, ας μην γίνουμε Disneyland ή Caesar’s Palace (καζίνο στο Las Vegas).