Έτσι έλαμψε η γαστρονομία το Σαββατοκύριακο στη Χαλκιδική

Η γαστρονομική εμπειρία του Sani Gourmet στη Χαλκιδική.

Parallaxi
έτσι-έλαμψε-η-γαστρονομία-το-σαββατοκ-443919
Parallaxi

Η 14η Μαΐου ήταν και η τελευταία ημέρα για τη 14η σεζόν του Sani Gourmet, στη Χαλκιδική, με τη διοργάνωση να έχει περάσει από πλείστους μετασχηματισμούς και εξελίξεις στα χρόνια της πορείας της μέχρι και το 2019.

“Έκλεισε η αυλαία των δείπνων, σειρά έχει ο απολογισμός και βλέπουμε το επόμενο” τόνισε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9 FM”, η Γεωργία Δώδου, υπεύθυνη για την επικοινωνία της διοργάνωσης, που εξήγησε τη φιλοσοφία του Sani Gourmet και μίλησε για το μέγεθος της αποδοχής του από τους απανταχού λάτρεις της γαστρονομικής κουλτούρας -συχνά αποκαλούμενους πλέον “foodies”- της Ελλάδας και όχι μόνο.

Πριν από 14 χρόνια, το 2006, το ξεκίνημα ήταν διστακτικό και είχε διάρκεια ενός τριημέρου, ενώ είχαμε καλέσει τρεις σεφ με αστέρι Michelin και είχαμε σε κάποιο βαθμό πειραματιστεί. Αυτή ήταν μια γιορτή, για την οποία αφού τελείωσε είδαμε τη δυναμική που είχε κι έτσι την αμέσως επόμενη χρονιά το τριήμερο εξελίχθηκε σε δωδεκαήμερο” περιγράφει η κα Δώδου, σύμφωνα με την οποία, λίγες ώρες μετά και τα τελευταία δείπνα που διοργανώθηκαν, έφτασε τα “1.600 με 1.700 περίπου άτομα” ο αριθμός των επισκεπτών, οι οποίοι επέλεξαν να βρεθούν στο σημείο συνάντησης κορυφαίων σεφ από την Ελλάδα και το εξωτερικό, έστω και μια φορά.

Οι περισσότεροι επισκέπτες έφτασαν στη Χαλκιδική από διάφορα σημεία της χώρας και από το εξωτερικό, έστω και για ένα τραπέζι. Έλληνες και ξένοι επισκέπτες, που σε όλα τα χρόνια της παρουσίας τους στα τραπέζια της διοργάνωσης, καθίστανται στη συνέχεια και πρεσβευτές της χώρας: “Η ελληνική κουζίνα είναι μια από τις πλέον υγιεινές κουζίνες” σημείωσε η κα Δώδου.

Οκτώ βραβευμένοι σεφ, 15 αστέρια Michelin

Φέτος και όπως μετέφεραν οι διοργανωτές, στους χώρους εστίασης όπου έλαβε χώρα η διοργάνωση, επί πέντε μέρες βρέθηκαν να μαγειρεύουν οκτώ σεφ βραβευμένοι με 15 αστέρια Michelin. Επρόκειτο για τον Γερμανό Thomas Bühner, τη Γαλλίδα Stephanie Le Quellec, τον Βρετανό Simon Rogan, τον Ινδό Manjunath Mural, τον Βραζιλιάνο Rafa Costa e Silva, τον Ιάπωνα Takagi Kazuo, τον Αμερικανό Fredrik Berselius αλλά και τον Αυστραλό Greg Malouf. Το δε 2019 είναι και η πρώτη χρονιά η διοργάνωση αποκτά και μια νέα ενότητα, τα επονομαζόμενα Sani Gourmet Side Monthly Events, που αποτελούν “ένα μηνιαίο γαστρονομικό ημερολόγιο“.

Η γαστρονομία ως πόλος έλξης και πρέσβειρα

Μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια ο κόσμος που έρχεται είναι κυρίως ο κόσμος που αγαπά τη γεύση. Είναι αυτός που θέλει να δοκιμάσει και να ταξιδέψει και μέχρι τη Χαλκιδική αλλά και – νοερά- μερικές χιλιάδες χιλιόμετρα πιο μακριά, αφού οι σεφ προέρχονται από μακρινούς προορισμούς” σημειώνει η κα Δώδου.

Όλοι οι σεφ που τώρα μεσουρανούν ήταν εκεί” συνεχίζει η υπεύθυνη επικοινωνίας της διοργάνωσης, που ερωτηθείσα για τη σημασία που έχει να κρατά ένας τόπος τις γεύσεις του και το αν πλέον δεν υπάρχουν “εθνικές” κουζίνες, μίλησε για χαρακτηριστικά που εξακολουθούν να διατηρούνται.

Οι Έλληνες σεφ αγαπήθηκαν και από τους ξένους πελάτες μας. Είναι πολύ βασικό για τον ξένο επισκέπτη να δοκιμάσει την κουζίνα του τόπου (σ.σ που επισκέπτεται), στη συγκεκριμένη περίπτωση αυτό αφορούσε την σύγχρονη ελληνική κουζίνα. Αυτό είχε μια τεράστια επιτυχία, οι κριτικές ήταν απίστευτες ενώ ακόμη και ξένα περιοδικά έγραψαν για τη διοργάνωση, γεγονός που μας έδωσε μεγάλη χαρά, γιατί ταξιδέψαμε την ελληνική κουζίνα στο εξωτερικό” σημειώνει, και τονίζει πως μια διοργάνωση “και μάλιστα σε ελληνικό επίπεδο” κάλλιστα μπορεί να ταξιδέψει παντού, ενώ αποτελεί και “πρεσβευτή της χώρας μας και έξω και μέσα”.

Για αυτές δε, τις τοπικές κουζίνες, των οποίων οι βασικές παράμετροι μοιάζει να διεθνοποιούνται μέσω των social media, η κα Δώδου είχε μια απάντηση με δύο παραμέτρους.

Οι σεφ του Sani Gourmet 2019 έφεραν μνήμες του τόπου τους στα πιάτα τους. Η ινδική κουζίνα, η ιαπωνική κουζίνα κ.ο.κ υπάρχουν (ως αμιγώς εθνικές). Σε άλλες περιπτώσεις, όπως στην αμερικάνικη, μιλάμε για μια μεικτή κουζίνα που ενσωματώνει διάφορες κουλτούρες, κάτι που συμβαίνει και με την αγγλική” σημείωσε, ενώ τόνισε πως πλέον όλα τα τοπικά χαρακτηριστικά ισχύουν μεν, απλά πρέπει να είναι ενταγμένα σε μια ιδέα.

«Το ζήτημα είναι να υπάρχει ένα concept, μια ιδέα. Για παράδειγμα ο Άγγλος σεφ επέλεξε να μαγειρέψει και όλα τα πιάτα να είναι gluten free (χωρίς γλουτένη), με οργανικές πρώτες ύλες, φρέσκα υλικά κ.ο.κ και είναι αυτό το συγκεκριμένο το είδος που το κατέχει, αυτό ασπάζεται, “εγώ αυτό κάνω”, θα πει στον πελάτη που θα φάει τις δημιουργίες του», σημείωσε.

«Η εκπαίδευση στο φαγητό είναι απαραίτητη, την έχουν δε ανάγκη και τα νεαρότερα άτομα ώστε να τρέφονται σωστά» συμπλήρωσε.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ ΜΠΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα