42ο Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας: Οι ταινίες που αγαπήσαμε

Κινηματογραφική ανταπόκριση από την πόλη της Δράμας.

Πάνος Αχτσιόγλου
42ο-φεστιβάλ-ταινιών-μικρού-μήκους-δράμ-490753
Πάνος Αχτσιόγλου

Τα τελευταία 42 χρόνια, στα μέσα του Σεπτέμβρη, η όμορφη πόλη της ανατολικής Μακεδονίας ζει στον κινηματογραφικό παλμό ταινιών μικρού μήκους, αρχικά από την Ελλάδα και σταδιακά από όλο τον κόσμο, επιβεβαιώνοντας την ενδογενή ανάγκη όλων μας να ζούμε μέσω αφηγήσεων, να ονειρευόμαστε ακούγοντας και βλέποντας.

Ώριμο πια, συμπληρώνοντας 42 χρόνια ζωής και έχοντας αντέξει χιλίων προβλημάτων, το Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας πάλλεται και αναπνέει στις πηγές της Αγίας Βαρβάρας, στα στενά σοκάκια της παλιάς πόλης, στο εμβληματικό Δημοτικό Ωδείο και στον κλασικό πια κινηματογράφο Ολύμπια, τονίζοντας πεισματικά την σημαντικότητα των παραγνωρισμένων και για πολλούς αδίκως απορριπτέων ταινιών μικρού μήκους. Μικρών-μεγάλων δημιουργιών που λανθασμένα θεωρούνται ως (μόνο) μια άσκηση τελειόφοιτων σχολών κινηματογράφου, προθάλαμο για μεγάλου μήκους πονήματα ή ανολοκλήρωτες σκέψεις που στερούνται βάθους και επεξεργασίας λόγω της μικρής τους διάρκειας. Στη Δράμα – ευτυχώς – βλέπουν τα πράγματα διαφορετικά. Η μικρή φόρμα πολλές φορές μπορεί να αποδειχτεί το ίδιο, αν όχι περισσότερο απαιτητική από μια μεγάλη σύνθεση, προκαλώντας τόσο τους δημιουργούς όσο και το κοινό να βυθιστεί στη συνοπτική της αφήγηση η οποία με τη σειρά της, απελευθερωμένη από τους κανόνες ή τις πιο σκληρές συμβάσεις που διέπουν ένα φιλμ μεγάλου μήκους, μπορεί να καταφέρει να σε μαγέψει με την ακρίβεια, την αμεσότητα και την καθαρότητα της ξεχωριστής κινηματογραφικής της γλώσσας. 

Στα 25 λοιπόν χρόνια από τη διεθνοποίηση του θεσμού, το Φεστιβάλ της πόλης της Μακεδονίας έχει να επιδείξει ένα ιδιαίτερα πλούσιο πρόγραμμα με ταινίες από όλες τις ηπείρους, υπό την επιμέλεια του οραματιστή και ακούραστου Καλλιτεχνικού Διευθυντή της Αντώνη Παπαδόπουλου, περιβάλλοντας τον πυρήνα του ίδιου του Φεστιβάλ (που δεν είναι άλλος από τους ίδιους τους Έλληνες και ξένους κινηματογραφιστές) από πλήθος παράλληλων εκδηλώσεων και δράσεων που στοχεύουν να ικανοποιήσουν ακόμη και τους πιο απαιτητικούς φίλους της τέχνης αλλά και να τους κρατήσουν απασχολημένους σχεδόν ολόκληρη την ημέρα από τις 15 έως τις 21 του Σεπτέμβρη. Από τις συνεντεύξεις των σκηνοθετών στο αίθριο της Αγίας Βαρβάρας και τα λογοτεχνικά μεσημέρια, έως τις προβολές ταινιών στις δύο αίθουσες της πόλης ως αργά το βράδυ, η πόλη της Δράμας και οι επισκέπτες της ερεθίζονται από την καλλιτεχνική δημιουργία, την αστείρευτη φαντασία και τον ουσιαστικό προβληματισμό των σκηνοθετών και των συντελεστών των ταινιών μικρού μήκους, επισημαίνοντας διαρκώς την ανάγκη ύπαρξης τέτοιων εγχειρημάτων ανεξάρτητα από τους αριθμούς, τις οικονομικές τους αποδόσεις, τα νούμερα και την εμπορικότητά τους.

Κατά τη διάρκεια της παρουσίας μας στο Φεστιβάλ, επιλέξαμε ίσως τις πιο ενδιαφέρουσες σινε-προτάσεις των δύο βασικών προγραμμάτων και σας τις παρουσιάζουμε συνοπτικά:

Διεθνές Διαγωνιστικό Πρόγραμμα 

Η Λίμνη της Ευτυχίας του Aliaksei Paluyan

Σε ένα μικρό και απομονωμένο χωριό της Λευκορωσίας, ένα εννιάχρονο κορίτσι προσπαθεί να επεξεργαστεί τον ξαφνικό θάνατο της μητέρας της, επωμιζόμενη ταυτόχρονα και χρέη που δεν αναλογούν στην ηλικία της. Όταν όμως ο πατέρας της αποφασίσει ότι δεν μπορεί να την αναθρέψει και την στέλνει σε κάποιο τοπικό ορφανοτροφείο, η Jasja αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια της, αναγκασμένη ταυτόχρονα να μεγαλώσει απότομα. Ο σκηνοθέτης καδράρει με εξαιρετικό τρόπο τις 3 διαφορετικές φάσεις της αφήγησης, ντύνοντάς τες με χρώματα που αντικατοπτρίζουν τη διάθεση και το βαθύ συναίσθημα της υπέροχης μικρής πρωταγωνίστριας, σε ένα φιλμ που κρατά το δράμα στο υπόβαθρο, αντιπροτείνοντας μια ιστορία ενηλικίωσης, αντίστασης και κουράγιου.

Αδελφοσύνη της Meryam Joobeur

Ένα αγροτικό δράμα και ταυτόχρονα ένα καίριο πολιτικοκοινωνικό σχόλιο ξεδιπλώνονται σχεδόν ταυτόχρονα στο σπουδαίο «μικρό» φιλμ της Αμερικανοτυνήσιας σκηνοθέτη, που μας μεταφέρει στους άγονους βοσκότοπους της αφρικανικής χώρας, αφηγούμενη την ιστορία ενός ταλαιπωρημένου βοσκού που ζει απομονωμένος με τη γυναίκα του και τα δύο τους παιδιά. Οι ήδη εύθραυστες ισορροπίες αναμένονται να ανατραπούν όταν ξαφνικά γυρίζει πίσω ο τρίτος και μεγαλύτερος γιος μαζί με την αφοσιωμένη μουσουλμάνα σύζυγό του. Αντηχώντας έντονα βιβλικές αναφορές, το φιλμ μαγεύει αφενός με την αμεσότητα και την στεγνή από αχρείαστους καλλωπισμούς αφήγηση, και αφετέρου από τον έντονο εθνογραφικό του χαρακτήρα, αποτυπωμένο κυρίως στα ξεχωριστής ομορφιάς πρόσωπα της αγροτικής οικογένειας.

Η παγίδα της Nada Ryadh

Με αξιοσημείωτη λεπτότητα αλλά και κινηματογραφικό σθένος η βραβευμένη Αιγύπτια σκηνοθέτης εξετάζει το αδιέξοδο στο οποίο οδηγούνται πολλές από τις γυναίκες της χώρας της όταν αποφασίσουν να λήξουν τον γάμο τους, αλλά η άλλη πλευρά ούτε συμφωνεί αλλά ούτε και συναινεί. Η εύστροφη σπουδή πάνω στο δικαίωμα της γυναίκας στην επιλογή μέσα σε ένα αφόρητα καταπιεστικό περιβάλλον, πλαισιώνεται από το σχεδόν μετα-αποκαλυπτικό σκηνικό ενός ερημωμένου και πλήρως κατεστραμμένου αιγυπτιακού παραθαλάσσιου θέρετρου στο οποίο μοιάζει να καταφεύγει ένα νεαρό ζευγάρι, αντικατοπτρίζοντας την θρυμματισμένη ψυχή της απεγνωσμένης κεντρικής ηρωίδας.

Μάνα του Vladimir Kott

Ένα νεαρό ζευγάρι κοινωνικών λειτουργών αναλαμβάνουν να επιστρέψουν με το φέρι ένα μικρό παιδί το οποίο κρυφά το έσκασε από τη χωρισμένη μητέρα του. Καθώς όμως το πλοίο διασχίζει την μισοπαγωμένη Βαλτική, αποκαλύπτεται μια άλλη ιστορία που θα κάνει τους επίσης νέους κοινωνικούς λειτουργούς να «λειτουργήσουν» περισσότερο με το συναίσθημα και λιγότερο ακολουθώντας το γράμμα του νόμου. Σε αντίθεση με το αρκτικό και αφιλόξενο σετ, τους πάγους που παραμερίζονται νωχελικά από το επιβλητικό φέρι και τους πεντακάθαρους αλλά απόκοσμους εσωτερικούς διαδρόμους του, το φιλμ ξεχειλίζει ζεστασιά και συναίσθημα τα οποία δεν θα μπορούσαν να αποτυπωθούν πιο εύγλωττα από το σπαρακτικά μονότονο νανούρισμα του φινάλε.  

Εθνικό Διαγωνιστικό Πρόγραμμα

Ρουζ του Κωστή Θεοδοσόπουλου

Έχοντας ως βασικό κινητήριο μοχλό μία ακόμη εξαιρετική ερμηνεία της σπουδαίας Σοφίας Κόκκαλη, το φιλμ ερευνά πώς ένα περιστατικό σεξιστικής βίας αλλάζει τις ισορροπίες ανάμεσα σε τρεις νεαρές και αντισυμβατικές κοπέλες, κάνοντας ακόμη μια φορά αντιληπτό το άλυτο και επίκαιρο πρόβλημα του σεξισμού, των διακρίσεων και της πατριαρχίας. Με κοφτό μοντάζ και απόλυτα πετυχημένες μουσικές επιλογές, το φιλμ του Θεοδοσόπουλου ξεχωρίζει στο Εθνικό Διαγωνιστικό, έχοντας ως κύριο ατού του την πανέξυπνη σκηνή του μεσημεριανού τραπεζιού της οικογένειας όπου οι ρόλοι αντιστρέφονται διαρκώς, οι συμβάσεις και τα οικογενειακά στερεότυπα αλλάζουν μορφές, οι υπαινιγμοί ξεμπροστιάζουν τις προσδοκίες μας οδηγώντας σε λάθος συμπεράσματα και η κορύφωση τελικά καταφτάνει από εκεί που δεν το περιμένεις.

Άννα και Φαίδρα της Ελίνα Πάνικ

Η Γεννημένη στην Αθήνα και με σπουδές στο Βερολίνο σκηνοθέτης και σεναριογράφος σκιαγραφεί με ιδιαίτερη κομψότητα και αμεσότητα τη σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα δύο όμοιες αλλά και τόσο διαφορετικές γυναίκες. Από τη μια η Άννα, μια τριαντάχρονη ηθοποιός με φαινομενικά ακλόνητη αυτοπεποίθηση η οποία αποφασίζει να ερευνήσει, στα πλαίσια του επόμενού της ρόλου, την ανθρώπινη τυφλότητα. Από την άλλη η Φαίδρα, μια αιθέρια αλλά ταυτόχρονα και αγωνίστρια γυναίκα, η οποία έχει γεννηθεί τυφλή. Η δυναμική σχέσης τους θα αναλυθεί με αφοπλιστική ακρίβεια και χωρίς μελοδραματισμούς, περνώντας υπέροχα από την ένταση στην εκτόνωση, από την αποστασιοποιημένη ευγένεια στην ειλικρινή ανθρώπινη επαφή και από τη μοιρολατρία στη συμφιλίωση και την αποδοχή.

Βασιλικός του Βαγγέλη Σέρφα 

«Μπορούμε να κόψουμε τις ρίζες που μας κρατούν δεμένους με το παρελθόν μας;». Αυτό μοιάζει να αποτελεί τον κεντρικό θεματικό πυρήνα της δεύτερης κινηματογραφικής δημιουργίας του διακεκριμένου με βραβείο σεναρίου στο 37ο Φεστιβάλ Δράμας Βαγγέλη Σέρφα. Στην ταινία του, ένας άνδρας αποφασίζει να επιστρέψει στο νησί του μετά από χρόνια για να παραστεί στην κηδεία της μητέρας του, η επιθυμία της οποίας είναι να κρατήσει και να φροντίσει μία μικρή γλάστρα με βασιλικό. Αυτό το όμορφο και ντελικάτο φυτό με το τόσο χαρακτηριστικό άρωμα θα γίνει ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα στον πρωταγωνιστή και τον τόπο που μεγάλωσε, με τον σκηνοθέτη να εξετάζει απελευθερωμένος από τα πρέπει και τους κοινωνικούς κανόνες τους ασυνείδητους δεσμούς που αναπτύσσει καθένας από εμάς με το σπιτικό του ή έστω με αυτό που κάποτε θεωρούσε πατρίδα του.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα