5 σημεία που θυμίζουν Φτηνά Τσιγάρα στη Θεσσαλονίκη
Φέραμε την ταινία του Ρένου Χαραλαμπίδη στα μέτρα μας.
«Θα ‘θελα τόσο πολύ να σε εντυπωσιάσω. Η μοναδική μας νύχτα ήταν ξαφνική και σύντομη, σαν μια μπόρα. Ούτε που πρόλαβα να αρχίσω. Ούτε που πρόλαβα να σου πω την μοναδική μου ιδιότητα. Είμαι συλλέκτης. Μαζεύω το πιο σκληρό και άγριο πράγμα του κόσμου. Στιγμές».
«Φτηνά Τσιγάρα», η πιο παράξενα ρομαντική ταινία της Ελλάδας των 00s. Έκανε πρεμιέρα ακριβώς στο πέρασμα της ανθρωπότητας στη νέα χιλιετία, αλλά ούτε που πρόλαβε να αρχίσει. Στα σινεμά της Αθήνας άντεξε μόλις μερικές εβδομάδες, αφού ως μια εισπρακτική αποτυχία ενοχλούσε τους διανομείς και τους ιδιοκτήτες των κινηματογράφων. Οι μετρημένοι στα δάχτυλα θεατές σηκώνονταν και χειροκροτούσαν μόλις έπεφταν οι τίτλοι τέλους, αλλά το ταμείο παρέμενε μείον. Ο Ρένος Χαραλαμπίδης κυκλοφορούσε σκυφτός στους δρόμους της πρωτεύουσας, στους ίδιους δρόμους που έκανε τα γυρίσματα, κι ήταν απαρηγόρητος. Μέχρι που ήρθε στις ζωές μας το YouTube και το κρυφό διαμάντι αποκαλύφθηκε. Το 2013 η ταινία ανέβηκε ολόκληρη στο διαδίκτυο και μέχρι σήμερα μετρά πάνω από 360.000 προβολές, μιλώντας με βαθιά αλήθεια στις αστικές ψυχές μας.
«Έτσι κι αλλιώς τα πράγματα θα κυλήσουν όπως θέλουνε αυτά. Η ζωή ξέρει κι εγώ την εμπιστεύομαι. Είμαι από αυτούς που πάντα κάπνιζαν φτηνά τσιγάρα».
Πριν λίγα χρόνια, όταν η ταινία προβλήθηκε σε σινεμά της Αθήνας για τους μυημένους στην ατμόσφαιρά της, ο Ρένος Χαραλαμπίδης δήλωνε πως θα μπορούσε να σκεφτεί την ιστορία των δύο πρωταγωνιστών του και σε άλλες πόλεις εκτός της πρωτεύουσας. Ακόμα και στη Θεσσαλονίκη, που είναι για εκείνον ο ιδανικός τόπος για να συναντηθούν δύο άγνωστοι.
Αν μεταφράσουμε αυτή την τυχαιότητα του έρωτα που περιδιαβαίνει τα πλάνα της ταινίας σε σημεία made in SKG, η φαντασία μπορεί να μας οδηγήσει σε γνωστά και άγνωστα μέρη. Σε χιλιοπερπατημένες διαδρομές που όμως αλλάζουν μονομιάς υπό το πρίσμα ενός «φτηνού τσιγάρου» ή υπό τον ήχο της μουσικής του Παναγιώτη Καλαντζόπουλου με τη φωνή της Έλλης Πασπαλά.
Βουτηγμένοι ως το κόκκαλο στη μαγεία ενός διαχρονικού φιλμ για τους αστικούς τυρρανισμένους έρωτες, διαλέξαμε τα παρακάτω 5 σημεία που μεταφέρουν ιδανικά την Αθήνα του Χαραλαμπίδη στη βόρεια εκδοχή της:
#1 Στο καρτοτηλέφωνο
Η Σοφία (Άννα Μαρία Παπαχαραλάμπους) βρίσκεται εκνευρισμένη μέσα σε έναν τηλεφωνικό θάλαμο. Μαλώνει με κάποιον που την αποφεύγει. Οι μονάδες της τηλεκάρτας τελειώνουν και πίσω της η Ακρόπολη είναι μαγευτικά φωτισμένη. Ο Νίκος (Ρένος Χαραλαμπίδης) καπνίζει στο παγκάκι ακριβώς από έξω και όταν εκείνη φεύγει με φόρα και χάνεται, το καρτοτηλέφωνο χτυπά με έναν έντονο και μακρόσυρτο ήχο. Ο Ρένος το σηκώνει, η φωνή από την άλλη μεριά του ακουστικού γελά σαρκαστικά και ρωτάει: «είσαι έτοιμος;». Ο πρωταγωνιστής απαντά «γεννήθηκα έτοιμος» και το ταξίδι στη νυχτερινή Αθήνα ξεκινά.
Λίγο αργότερα, ο Ρένος και η Σοφία βρίσκονται σε διπλανούς θαλάμους. Το τηλέφωνο ξαναχτυπά, αλλά αυτή τη φορά το σηκώνει εκείνη. «2030. Έχεις οικογένεια, παιδιά, έναν σύζυγο, λεφτά και τυχαία περνάς από το συγκεκριμένο καρτοτηλέφωνο και σκέφτεσαι ότι εκείνος ο άντρας που του είπες όχι ίσως να ήταν ο άντρας της ζωής σου. Άσε με να αποδείξω ότι δεν είμαι ο άντρας της ζωής σου». Ο Ρένος της κάνει την πιο περίεργη πρόταση και η γνωριμία τους παίρνει σχήμα.
Στη Θεσσαλονίκη του 2018 δεν υπάρχουν τηλεφωνικοί θάλαμοι. Μετά βίας υπάρχουν καρτοτηλέφωνα και αυτά παραμένουν σαν σκελετοί του παρελθόντος σε μιαν άκρη. Αν ένα σημείο έπρεπε να φιλοξενήσει την αυθόρμητη γέννηση αυτού του έρωτα κοντά σε ένα σύμβολο της πόλης, τότε το καρτοτηλέφωνο κοντά στον Λευκό Πύργο έρχεται συμβολικά σε αντιστοιχία με εκείνο της Ακρόπολης. Αν ένα βράδυ το ακούσεις να χτυπά, θα είναι το παραμύθι που καλεί γιατί ζητά να ξεκινήσει η ιστορία.
#2 Στο καφέ (που είναι ο νιπτήρας κάτω από τον καθρέφτη κάθε πρωί)
«Τα μπαρ είναι η ψυχολογική τουαλέτα, ο καφές είναι ο νιπτήρας κάτω από τον καθρέφτη κάθε πρωί». Ο Νίκος συχνάζει σε ένα καφενείο που ορίζεται από την παρουσία δύο τύπων που δίνουν σουρεαλιστική ζωντάνια στην αφήγηση. Ο Τέλης (Κώστας Τσάκωνας) και ο Τάκης (Άλκης Παναγιωτίδης) αμπελοφιλοσοφούν μπροστά από ένα ποτήρι με καφέ για τη ζωή, αλλά κυρίως για τις γυναίκες. Το χρώμα στους τοίχους μοιάζει παστέλ πράσινο, ένας μακρύς καθρέφτης βοηθά καταλυτικά την οπτική επαφή και ένας ανεμιστήρας κρέμεται από το ταβάνι και γυρνά, κι όλο γυρνά, για να υπενθυμίζει τον καύσωνα της πόλης.
Στους πράσινους τοίχους του Colombia, στο άρωμα μιας άλλης Θεσσαλονίκης στις «4 Εποχές», στον μεγάλο καθρέφτη του Basta και στον ανεμιστήρα που κρεμιέται από το ταβάνι στο «Γιασεμί» και τον «Ιπποπόταμο», ο Νίκος θα μπορούσε να συναντά τις περίεργες αυτές φιγούρες και όλους τους άλλους που στήνονται απέναντί του και μοιράζονται τα σωθικά τους μαζί του. Όλους τους χομπίστες της ζωής.
#3 Καντίνα στον Λυκαβηττό
Η Σοφία πίνει γαλλικό και ο Νίκος διπλό ελληνικό. Σε λίγο ξημερώνει και έχουν πια ανηφορίσει στον Λυκαβηττό. Ο έρωτάς τους, που ακούγεται να περπατά δυνατά και σταθερά στους άδειους δρόμους της Αθήνας, βρίσκει καταφύγιο στη θέα από ψηλά. Κλείνει ο ένας τα μάτια του άλλου «χωρίς αφορμή», όπως διατάζει το τραγούδι. Είναι πια χάραμα. Είναι η πρώτη τους κοινή μέρα μαζί.
Στα Κάστρα, σε ένα από τα πιο μαγικά σημεία της Θεσσαλονίκης, καταφεύγουν όλες οι μεγάλες ιστορίες αγάπης. Στα καλά και τα άσχημα. Χειμώνα και καλοκαίρι, ίσως λίγο περισσότερο τα βράδια του Αυγούστου, όταν η πόλη αδειάζει και από ψηλά ένα ερωτευμένο ζευγάρι μπορεί να νιώσει την απεραντοσύνη του κόσμου και της φλόγας που σιγοκαίει στην καρδιά. Ναι, ο Νίκος θα έπιανε τη Σοφία από το χέρι και θα ανηφόριζαν στα τείχη της πόλης.
#4 Στο Zonar’s με τη Σοφία και τον Νίκο
Εκεί που για «εσένα και για απόψε» ο Νίκος αυτοαποκαλείται Μέγας Ανατολικός και ερευνητής του χαμένου χρόνου. Εκεί που καπνίζουν και οι δύο τσιγάρα (ίσως) φθηνά αλλά ανεξάντλητα μπροστά στην προοπτική του έρωτά τους. Καθρέφτες ξανά, ξύλινες επενδύσεις και λευκοί καναπέδες.
Στο Oinovate της Συγγρού με τις υπόλευκες αποχρώσεις του, στο κατάλευκο Ύψιλον, στη μίνιμαλ αισθητική του «Στόρι» στην Αρχαία Αγορά οι δύο πρωταγωνιστές θα μπορούσαν να καπνίσουν και να φλερτάρουν, να φλερτάρουν και να καπνίσουν. Πολλά τσιγάρα, πολλές ενδόμυχες σκέψεις που βγαίνουν από τα χείλη αλλοιωμένες λόγω του φόβου μπροστά στο άγνωστο.
#5 Χρυσόψαρα στις χειρολαβές
Ίσως η πιο εμβληματική σκηνή της ταινίας, το πιο ονειρικό τέλος. Σε ένα λεωφορείο γεμάτο περιστέρια και χρυσόψαρα, ο Νίκος περπατά προς τη Σοφία, εκείνη πλησιάζει τα βήματά της προς το μέρος του και το φιλί τους γίνεται ολόκληρο μια δίνη που τους παρασύρει στο πεπρωμένο τους.
Πιασμένοι από τις χειρολαβές, σε ένα παλιό λεωφορείο κάθε πόλης σε αυτή τη χώρα, ένας τυχαίος Νίκος και μια τυχαία Σοφία θα μπορούσαν να τελειοποιήσουν τη δική τους ιστορία αγάπης. Στη Θεσσαλονίκη, σε ένα παλιό όχημα από αυτά που κυκλοφορούν ακόμα, μια χειρολαβή περιμένει να κοιτάξει αφ’ υψηλού ένα έρωτα που πάντα κάπνιζε «Φτηνά Τσιγάρα».
Η ζωή ξέρει. Εσύ την εμπιστεύεσαι;