Αγαπημένο μου ημερολόγιο – Υπάρχουν ακόμη άνθρωποι που γράφουν;
Κι όμως υπάρχουν...τρεις νέες κοπέλες εξηγούν!
Αγαπημένο μου ημερολόγιο…Μία συνήθεια που κράτησε ζωντανές γενιές και ιστορίες ανθρώπων, που έβγαλε στην επιφάνεια έρωτες, μυστικά που κρυβόντουσαν κάτω από την σκόνη χρόνων, που εκτόνωσε την σκέψη και δυνάμωσε την φαντασία.
Στην Gen Z και στους Millenials, οι ταινίες με τα μυστικά ημερολόγια, έλυναν και έδεναν, και γι’ αυτό το να έχεις το προσωπικό σου ημερολόγιο και να τηρείς τον άγραφο κανόνα του να αναγράφεις τι συμβαίνει στην ζωή σου καθημερινά ήταν μία μυσταγωγία, ειδικά στην εφηβεία όποτε ξεκινούσαν και οι πρώτες αγαθές αγάπες, οι πρώτοι καυγάδες με φίλους, οι πρώτες συνειδητοποιήσεις για την ζωή.
Στα συρτάρια στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, σε ένα δερμάτινο σημειωματάριο με κίτρινες σελίδες που μύριζε χαρτί, διαβάζαμε για πρώτη φορά το γενεαλογικό δέντρο της οικογένειας και αναπολούσαμε εκείνες τις εποχές όπου όλα ήταν λίγο πιο ρομαντικά.
Η ιστορία του ημερολογίου
Η ανάγκη του ανθρώπου να καταγράφει την καθημερινότητά του είναι σχεδόν τόσο παλιά όσο και η γραφή. Από την αρχαιότητα, οι άνθρωποι άρχισαν να κρατούν προσωπικές σημειώσεις, χρονικά ή αφηγήσεις — όχι πάντα με καθαρά ιδιωτικό σκοπό, αλλά συχνά ως καταγραφή της ζωής, του καιρού, των γεγονότων, ακόμη και των εσωτερικών σκέψεων.
Στην Αρχαία Ρώμη, υπήρχε το adversaria, ένα είδος προσωπικού σημειωματάριου. Οι Ρωμαίοι συγκρατούσαν παρατηρήσεις, σκέψεις και λογαριασμούς σε πήλινες ή ξύλινες πλάκες με κερί. Αντίστοιχα, στην Αρχαία Ελλάδα, φιλόσοφοι και μαθητές κρατούσαν προσωπικά υπομνήματα — μια μορφή στοχαστικής γραφής, πιο κοντά στο σημερινό journaling με φιλοσοφικό χαρακτήρα.
Κατά τον Μεσαίωνα, μοναχοί και θρησκευτικοί στοχαστές κρατούσαν spiritual diaries — καταγραφές καθημερινής προσευχής, εσωτερικών πειρασμών και θρησκευτικών εμπειριών. Η γραφή λειτουργούσε ως πνευματική αυτοπαρατήρηση. Η πιο διάσημη περίπτωση είναι η Margery Kempe (1373–1438), η οποία θεωρείται πως έγραψε το πρώτο “αυτοβιογραφικό ημερολόγιο” στην Αγγλική γλώσσα.
Κατά την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, το ημερολόγιο γίνεται όργανο προσωπικής και ψυχικής παρατήρησης. Ο Samuel Pepys (1633–1703), Άγγλος δημόσιος υπάλληλος, έμεινε στην ιστορία για το λεπτομερές του ημερολόγιο, όπου κατέγραφε τόσο πολιτικά γεγονότα όσο και προσωπικές στιγμές, με εντυπωσιακή ειλικρίνεια.
Κατά τη διάρκεια του 18ου και 19ου αιώνα, η γραφή ημερολογίου διαδίδεται σε μορφωμένες τάξεις και αργότερα γίνεται προσβάσιμη και στη μεσαία τάξη, ιδιαίτερα με την αύξηση του αναλφαβητισμού και τη διάδοση της τυπογραφίας. Ιδιαίτερα οι γυναίκες κρατούσαν ημερολόγια — συχνά συνδεδεμένα με τη “σωφροσύνη” και την καλλιέργεια. Ένα παράδειγμα είναι το ημερολόγιο της Anne Frank, το οποίο έγινε παγκόσμιο σύμβολο εσωτερικού διαλόγου εν καιρώ καταστροφής.
Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η ψυχολογία αναγνώρισε τη δύναμη της «εκφραστικής γραφής». Εμφανίστηκαν θεραπείες βασισμένες στην ημερολογιακή γραφή, ενώ στα ‘70s και ‘80s, το journaling εντάσσεται σε ψυχοθεραπευτικές πρακτικές.
Σήμερα, η ημερολογιακή γραφή έχει πάρει άπειρες μορφές: από έντυπα journaling με στόχο την ενσυνειδητότητα (mindfulness journals) μέχρι ψηφιακές πλατφόρμες που συνδυάζουν κείμενο, εικόνα και ήχο. Το ημερολόγιο έχει περάσει από την κρυφή συρταριέρα στο κινητό, παραμένοντας όμως ο πιο προσωπικός καθρέφτης.
Υπάρχουν άνθρωποι που γράφουν σήμερα ημερολόγιο;
Σε μία εποχή που όλα κινούνται σε ταχύτητα φωτός, οι άνθρωποι μοιράζονται απευθείας τα συναισθήματα τους, απαντούν εύκολα, ποστάρουν την κάθε καλή τους στιγμή, μια μερίδα νέων —ίσως περισσότεροι απ’ ό,τι νομίζουμε— διαλέγει τη σιωπή. Όχι την παθητική σιωπή, αλλά εκείνη που γράφεται με μελάνι ή πληκτρολογείται αργά σε ένα άδειο έγγραφο. Είναι οι νέοι ηλικίας 15 έως 30 ετών που επιλέγουν να κρατούν ημερολόγιο.
Η γραφή ημερολογίου επιστρέφει, όχι μόνο ως πράξη εσωτερικής αναζήτησης, αλλά και ως αντίσταση σε μια εποχή συνεχούς εξωστρέφειας. Δεν είναι τυχαίο πως, σύμφωνα με έρευνα του National Literacy Trust το 2022, σχεδόν το 30% των νέων στη Βρετανία δηλώνουν ότι κρατούν ημερολόγιο. Κι όχι μόνο το κρατούν· το αγαπούν. Εκείνοι που το κάνουν, εμφανίζουν υψηλότερη απόλαυση στη γραφή και μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στον εαυτό τους. Το ημερολόγιο, για αυτούς, δεν είναι εργαλείο – είναι σύμμαχος.
Η ανάγκη για αυτή τη μορφή εσωστρεφούς έκφρασης φαίνεται να κορυφώθηκε μέσα στην πανδημία. Εκεί, πίσω από τις κλειστές πόρτες, χιλιάδες νέοι έστρεψαν το βλέμμα προς τα μέσα. Η επιστημονική κοινότητα επιβεβαιώνει την αξία αυτής της απλής πράξης. Το Journal of the American Medical Association έχει δημοσιεύσει έρευνες που συνδέουν τη γραφή με τη μείωση του άγχους και των ψυχοσωματικών συμπτωμάτων. Και μια φινλανδική μελέτη του 2019, σε εφήβους με καταθλιπτικά συμπτώματα, έδειξε ότι η χρήση ηλεκτρονικών ημερολογίων βοήθησε σημαντικά στην αυτοπαρατήρηση και στη μείωση της συναισθηματικής έντασης.
Κι αν κάποτε η γραφή γινόταν με στυλό πάνω σε κιτρινισμένες σελίδες, σήμερα μεταμορφώνεται. Πολλοί νέοι επιλέγουν ηλεκτρονικά μέσα: εφαρμογές όπως το Day One και το Reflectly, Google Docs που δεν ανοίγονται ποτέ από άλλον, ακόμη και φωνητικά αρχεία. Κοινός παρονομαστής όμως παραμένει ένας: η ανάγκη για ιδιωτικότητα σε έναν κόσμο που απαιτεί συνεχή έκθεση.
Αν και η έρευνα του Pew Research Center (2008) έδειχνε ότι η ημερολογιακή γραφή ήταν πιο διαδεδομένη στις νεαρές γυναίκες (49% έναντι 20% των αγοριών), σήμερα το χάσμα αυτό φαίνεται να μικραίνει. Η ανάγκη για ενδοσκόπηση διαπερνά φύλα, ταυτότητες και κοινωνικά στερεότυπα.
Η Κυριακή αναφέρει πως ένας από τους πρώτους φόβους που θυμάται να έχω, δεν ήταν ούτε το σκοτάδι, ούτε οι βελόνες, ούτε τα τέρατα με τα πολλά μάτια που βλέπαμε στα κινούμενα σχέδια. Ήταν μήπως κάποτε χάσει το μυαλό της:
“Να μην θυμάμαι ποια είμαι. Να μην ξέρω τι έχω ζήσει. Να χαθούν μέσα μου οι λεπτομέρειες. Τα καλοκαίρια, οι ατάκες, οι στιγμές. Ήθελα να κρατήσω τα πάντα. Τις μυρωδιές, τις λέξεις, τις φάτσες, τις παιδικές μου πατάτες στη φιλία, τα ταξίδια, τις μέρες που έκλαψα χωρίς λόγο και τις νύχτες που ένιωθα ότι δεν θα μεγαλώσω ποτέ. Και φυσικά τα τραγικά στιχάκια που πίστευα πως ήταν ποίηση. Για να μη φύγουν, τα έγραφα. Στην αρχή ήταν κάτι σαν αποθηκευτικό μέσο τύπου USB (της δεκαετίας του 2000), για σκέψεις, συναισθήματα και στιχουργήματα έντεκα χρονών που αν τα διαβάσω τώρα θα κλάψω και θα γελάσω μαζί. Κάπου εκεί, απέκτησα το πρώτο μου ημερολόγιο. Το έπαιρνα παντού. Σχολείο, πάρκα, παγκάκια, λεωφορεία, εκδρομές. Αν είχε τσάντα, ερχόταν. Αν δεν είχε, κρατιόταν σφιχτά. Αν με ρωτήσεις τι έγραφα, ειλικρινά δεν ξέρω. Μάλλον μπερδεμένες σκέψεις με την απίστευτη σιγουριά πως είναι σημαντικές. Είχα μια εμμονική ανάγκη να αποθηκεύω τις στιγμές σαν να ήταν μικροί πολύτιμοι λίθοι. Σκέψεις, μυρωδιές, διάλογοι, ατάκες φίλων που δεν ήθελα να περάσουν και να φύγουν.
Μια από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές της ζωής μου και αν έχεις υπάρξει φίλος μου το έχεις ακούσει είναι να λέω «έχω να σας πω κάτι» και η παρέα να απαντάει με ένα μονότονο αλλά τρυφερό «όχι πάλι». Γιατί έχω την τάση να ξαναλέω ιστορίες. Να τις ξαναζώ με λέξεις. Να τις μοιράζομαι όχι για να τις ανακοινώσω αλλά για να τις επαναφέρω, να τις τιμήσω, να τις κρατήσω λίγο ακόμη. Θέλω να ζω τις στιγμές μου δύο φορές: μία όταν τις βιώνω και μία όταν τις διηγούμαι ή τις καταγράφω.
Μεγαλώνοντας, το μυαλό μου παρέμεινε στη θέση του αλλά απέκτησε δικά του κόλπα. Είναι λίγο υπερκινητικό, σαν κουτάβι που δεν κάθεται κάτω. Αν δεν γράψω τι πρέπει να κάνω, δεν θα το κάνω ποτέ. Αν δεν σημειώσω τι με αγγίζει, θα φύγει πριν προλάβει να πάρει μορφή. Το ημερολόγιο έγινε και εργαλείο. Όχι μόνο αποθήκη συναισθημάτων αλλά και σανίδα σωτηρίας από τον χαοτικό εαυτό μου. Και έτσι, σιγά σιγά, εμφανίστηκαν κι άλλα. Όχι ένα. Όχι δύο. Δώδεκα. Δώδεκα ημερολόγια. Όχι γιατί είμαι ψυχαναγκαστική (καλά, ίσως λίγο), αλλά γιατί κάθε ανάγκη θέλει τον δικό της χώρο. Ένα για τις καθημερινές μου σκέψεις. Ένα για τα βιβλία γιατί τι αξία έχει να συγκινηθείς με μια φράση και να μην τη θυμάσαι ποτέ ξανά; Ένα τρίτο για συνταγές, γιατί όπως έγραψα κάποτε με αφέλεια και τύψεις: «ποτέ ξανά ρίγανη στη σοκολάτα». Ένα άλλο για τα ταξίδια, για εκείνες τις λεπτομέρειες που δεν θα θυμάσαι όταν επιστρέψεις. Ένα για τις μέρες που ένιωσα ευγνωμοσύνη χωρίς να συμβεί κάτι μεγάλο. Ένα για τις εξομολογήσεις μου προς τη σχέση μου γιατί κάποια πράγματα δεν λέγονται, αλλά θέλεις να τα πεις. Ένα για τα μικρά fun facts όπως ότι τα φλαμίνγκο δεν γεννιούνται ροζ αλλά γίνονται ροζ επειδή τρώνε γαρίδες. Ένα για τα όνειρα. Ένα για τις νίκες μου. Ένα για τα απλά που με πληγώνουν. Ένα για την αναβλητικότητα μου (ναι, ακόμη κι αυτή έχει ανάγκη να οργανώνεται). Και το δωδέκατο… ε, για όλα όσα δεν χωράνε στα υπόλοιπα.
Κάποιοι γελούν όταν τους το λέω. Άλλοι με κοιτούν με ένα βλέμμα που λέει “μπράβο σου που το κρατάς”, και μετά κλείνει με ένα “αλλά εγώ ούτε τα ραντεβού μου δεν θυμάμαι”. Κάποιοι το βρίσκουν υπερβολή. Δεν με πειράζει. Για μένα είναι απλώς επιβίωση. Είναι η μόνη μου άμυνα απέναντι στη φθορά. Είναι η δική μου μάχη ενάντια στο να ξεχνώ ποια είμαι, τι ένιωσα, ποιον αγάπησα και πού στάθηκα για λίγο παραπάνω στο φως.
Δεν έχω όλα τα πράγματα στη ζωή μου σε τάξη. Ούτε τις σχέσεις μου, ούτε τα ρούχα μου, ούτε τη λίστα με τα βιβλία που θα διαβάσω. Αλλά τα ημερολόγιά μου είναι η μικρή μου επικράτεια. Ο μόνος χώρος που έχω απόλυτο έλεγχο. Εκεί μπορώ να είμαι απροστάτευτη, μελαγχολική, εκρηκτική, αναβλητική, παιδική, γεμάτη ελπίδα. Εκεί μπορώ να ξεσπάσω, να καταγράψω το γελοίο και το βαθύ στην ίδια σελίδα. Και όταν κάποτε μεγαλώσω κι άλλο αν είμαι τυχερή και έχω χρόνο μπροστά μου ελπίζω να έχω ένα ράφι γεμάτο τετράδια. Σαν σιωπηλή υπενθύμιση ότι η ζωή μου ήταν τόσο γεμάτη που έπρεπε να τη γράψω για να την θυμάμαι.
Το ημερολόγιο, τελικά, δεν είναι πολυτέλεια. Είναι ανάγκη. Σε μια εποχή που σχεδόν κάθε λέξη που λες μπορεί να γίνει δημόσια, το να κρατήσεις κάτι για σένα γίνεται πράξη προσωπικής επανάστασης. Είναι ένα καταφύγιο, ένας καθρέφτης που δεν παραμορφώνει, ένας διάλογος με τον μόνο άνθρωπο που σε ξέρει πραγματικά: τον εαυτό σου.
Ίσως αυτός να είναι ο πιο σιωπηλός ήχος της γενιάς μας. Κι ίσως, τελικά, ο πιο ειλικρινής.”
Η Κύνθια ξεκίνησε να γράφει ημερολόγιο στο δημοτικό: “Mεταξύ μας, τότε ήταν της μόδας η ταινία “Η Μπάρμπι και το ημερολόγιο” και θυμάμαι πως όλες οι φίλες μου είχαν πάρει αυτό το καταραμένο φουξ τετράδιο, με ύφασμα για εξώφυλλο και τρισδιάστατες πεταλούδες που άνοιγε μονάχα με ένα μαγικό βραχιόλι. Εμένα φυσικά, οι γονείς μου δεν μου το πήρανε, ούτε ο Άγιος Βασίλης μου το έφερε, οπότε έπρεπε να φτιάξω κάτι δικό μου. Θυμάμαι πως είχα βάλει στην άκρη κάποια χρήματα από τα κάλαντα και πήγα σε ένα βιβλιοπωλείο και αγόρασα ένα μωβ χοντρό σπιράλ ημερολόγιο με λουκετάκι παρακαλώ! Να τονίσω πως εκείνη την εποχή ήταν της μόδας η συλλογή με αυτοκόλλητα οπότε είχα και ένα άλμπουμ το οποίο το είχα ξεσκίσει επειδή ήθελα όλες οι σελίδες μου να είναι διακοσμημένες.
Τρίτη δημοτικού, οι πρώτες σελίδες του ημερολογίου μου, ήταν αποκλειστικά και μόνο για την πρώτη παιδική μου αγάπη τον Τασούλη και την αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος που μεταξύ μας, μου κόστισε 100-200 ευρώ στην ψυχολόγο μου μεταγενέστερα. “Αγαπημένο μου ημερολόγιο, σήμερα ο Τάσουλης μου έδωσε ένα χρυσό δαχτυλίδι της γιαγιάς του και μου είπε πως με αγαπάει” /”Αγαπητό μου ημερολόγιο, μου λείπει το παλιό μου σχολείο και οι φίλες μου, σε αυτή την τάξη δεν με συμπαθεί κανένας”/ “Αγαπητό μου ημερολόγιο, ο Τασούλης θα φύγει για δύο χρόνια στην Χίο, δεν θα με κάνει κανείς παρέα. Λες όταν γυρίσει να με αγαπάει ακόμη;”/ Aγαπητό μου ημερολόγιο, πλησιάζει καλοκαίρι, ξαφνικά τα κορίτσια της τάξης με συμπαθούν. Με κάλεσαν να πάω μαζί τους κατασκήνωση.” Παιδικές σκέψεις, που επειδή δεν είχα και πολλές φίλες όπως καταλαβαίνετε, κάπου έπρεπε να τις πω, για να μην αποκτήσω τραύματα.
Τέλος πάντων, το ημερολόγιο κράτησε μέχρι την Α’ Γυμνασίου όπου άλλαξα σχολείο, ήρθε και στην ζωή μου το MSN, οι νέοι φίλοι και όλα έγιναν ευκολότερα για εμένα. Ευτυχώς είχα μία σχετικά εύκολη εφηβεία, ήμουν δημοφιλής στο σχολείο είχα πολλές και καλές (το τονίζω) παρέες μία σταθερή σχέση για πολλά χρόνια οπότε δεν είχα την ανάγκη να γράψω. Πάντα βέβαια έγραφα κάτι που σχετιζόταν με την ζωή μου, μικρά κεφάλαια για βιβλία, ποιήματα, στίχους κλπ. Όπως πέρασαν τα χρόνια, στα 20 μου, διαγνώστηκα με καταθλιπτικές τάσεις. Και εκεί, η ψυχολόγος μου μου είπε, να ξεκινήσω να γράφω, δεν ήταν εύκολο. Δεν είχα να πω κάθε μέρα κάτι, και πολλές φορές το να πιάνω το στυλό στο χέρι μου προκαλούσε ακατάπαυστα δάκρυα. Οπότε στην αρχή έγραφα διάσπαρτες προτάσεις. Από τα 22 μου μέχρι και τα 24 είχα μία πολύ κακή σχέση, με έντονο πάθος και έρωτα. Όμως με έτρωγε σιγά-σιγά ψυχολογικά. Εκεί το ημερολόγιο μου πήρε φωτιά, μέχρι που ήρθε και η κατάθλιψη και η αγωγή και καθημερινά μοιραζόμουν πράγματα που δεν μπορούσα να πω σε κανέναν άλλον παρά μόνο στον ίδιο μου τον εαυτό. Η αλήθεια είναι πως η αποτύπωση των σκέψεων μου στο χαρτί με βοήθησε πολύ για να χωρίσω και να ξαναβρώ το φως που είχα χάσει.
Σήμερα, συμπληρώνοντας τα 27, έχω το daily journal μου που γράφω όλα όσα πρέπει να γίνουν μέσα στην ημέρα γιατί είμαι και αναβλητική σαν άνθρωπος και το προσωπικό ου ημερολόγιο που μπορεί να μην γράφω καθημερινά, όμως γράφω τις ημέρες που βυθίζομαι στην θλίψη χωρίς λόγο ή για σοβαρό λόγο, και τις ημέρες που έχω να μοιραστώ μαζί του τις πιο γεμάτες αγάπη στιγμές μου. Μπορεί να μην βάζω πια τα παιδικά αυτοκόλλητα, όμως, κολλάω polaroid, εισιτήρια από συναυλίες, υπογραμμίζω σημαντικές ημερομηνίες, ζωγραφίζω χαμογελαστές και λυπημένες φάτσες ανάλογα με την διάθεση μου. Δεν ξέρω αν είμαστε ρομαντικοί εμείς που προσπαθούμε να συγκεντρώσουμε την ενήλικη ζωή μας σε σελίδες, όμως, δεν θα ήθελα σε καμία των περιπτώσεων να έχω μόνο φωτογραφίες στο κινητό μου, χωρίς από πίσω να υπάρχουν οι διάλογοι του μοιράσματος μίας κοινής ζωής, τόσο με τον εαυτό μου, όσο και με τους ανθρώπους μου που σε αυτή την ηλικία επέλεξα να έχω στο πλάι μου. Μεταξύ μας, μέχρι και σήμερα το ημερολόγιο μου είναι η καλύτερη μου φίλη και αν γυρίσω πίσω τις σελίδες μου θυμίζει πάντα πως είναι οκέι να μην είσαι οκέι και πως όλα περνάνε αρκεί να έχεις την δύναμη να σηκωθείς!
Υ.Γ. Κάθε βράδυ πριν κοιμηθώ παίζει στα ακουστικά το τραγούδι της ημέρας και ένα διαφορετικό στυλό γράφει πάνω στις σελίδες μου, ενώ ο σύντροφος μου με ρωτάει: Πάλι γράφεις για την ζωή μας;
Υ.Γ. 2 Η αλήθεια είναι πως τώρα κρατάω και ημερολόγιο για τα έξοδα του μήνα και τα έσοδα (που με τα βίας υπάρχουν) ενήλικη ζωή!”
H Χριστίνα από την πλευρά της δεν θυμάται ακριβώς πότε άρχισε να γράφει: “Ίσως τότε που άρχισαν να με πνίγουν οι λέξεις που δεν έλεγα. Ίσως και λίγο πριν, τότε που συνειδητοποίησα πως δεν είχα κάποιον να πω “δεν είμαι καλά”, χωρίς να μου απαντήσει “έλα μωρέ, θα περάσει”.
Το πρώτο μου ημερολόγιο δεν είχε λουκέτο. Ήταν ένα τετράδιο με χοντρό εξώφυλλο και κάτι νερομπογιές που έμοιαζαν με ουρανό – ή τουλάχιστον έτσι ήθελα να μοιάζουν. Του έδωσα όνομα. Όχι «αγαπημένο μου ημερολόγιο» – αλλά κάτι πιο περίεργο. Νομίζω το έλεγα “Σιωπή”. Γιατί εκεί μιλούσα πιο πολύ από παντού.
Έγραφα βράδια κυρίως. Όταν όλα ήταν ήσυχα, κι εγώ ένιωθα πιο θορυβώδης από ποτέ. Δεν ήξερα τι να γράψω – έτσι ξεκινούσα πάντα: «δεν ξέρω τι να γράψω». Και μετά ξεκινούσαν όλα. Για τη μέρα, για τον Μάνο που με κοιτάζει στο διάλειμμα αλλά όχι στην τάξη, για τη μαμά που μαγειρεύει χωρίς να λέει πολλά, για το πώς φοβάμαι πως δεν θα γίνω ποτέ “κανονική”.
Στο λύκειο, το ημερολόγιο έγινε ο μόνος μου αυτόπτης μάρτυρας. Σε όλα. Στις κρίσεις πανικού που δεν ήξερα πως λέγονται έτσι. Στα “είμαι κουρασμένη” που έκρυβαν απελπισία. Στις απόπειρες να γράψω ποιήματα που τελικά ήταν απλά προτάσεις κομμένες από μέσα μου.
Όταν ξεκίνησα ψυχοθεραπεία, στα 19, η ψυχολόγος μου είπε: “γράφε, ακόμα κι αν δεν ξέρεις τι”. Της απάντησα: “το κάνω ήδη, απλώς δεν το λέω σε κανέναν”. Εκεί ξεχείλισε για πρώτη φορά. Δεν με χωρούσε πια ούτε το ίδιο το χαρτί. Τα δάκρυα μου μούσκευαν τις γωνίες, και κάποιες φορές το μελάνι έσβηνε όπως ήθελα να σβήσει κι ό,τι ζούσα.
Τώρα, στα 26, γράφω αλλιώς. Λιγότερο συχνά, αλλά με την ίδια ανάγκη. Έχω δύο τετράδια. Ένα για τις δουλειές της ημέρας – κι ένα άλλο, το “αληθινό”. Αυτό που γράφω όταν δεν αντέχω να μιλήσω φωναχτά. Όταν νιώθω πως μόνο το χαρτί έχει τον χρόνο και την υπομονή να με καταλάβει. Οπτικοποιώ τη μνήμη μου – σαν να προσπαθώ να της αποδείξω πως δεν ήταν όλα στο κεφάλι μου.
Το ημερολόγιό μου με έχει δει στα χειρότερά μου. Δεν με έχει κρίνει ποτέ. Δεν μου είπε “έλα μωρέ”, ούτε “τα θέλεις και τα παθαίνεις”. Κι αν με ρωτήσεις τι μου έχει δώσει, θα σου πω: χώρο. Χώρο να είμαι ευάλωτη, θυμωμένη, υπερβολική, και να μην ζητήσω συγγνώμη.
Αυτό είναι. Το ημερολόγιο μου δεν με διόρθωσε ποτέ. Κι ίσως γι’ αυτό με έμαθε να με αγαπάω λίγο παραπάνω.”