Η αλήθεια: Ο Χιροκάζου Κορεέντα αναζητά κάτι που μοιάζει με χίμαιρα στην σχέση μάνας και κόρης

Ο Πάνος Αχτσιόγλου παρακολούθησε την νέα ταινία του Χιροκάζου Κορεέντα «Η αλήθεια» και καταθέτει την κριτική του.

Πάνος Αχτσιόγλου
η-αλήθεια-ο-χιροκάζου-κορεέντα-αναζητ-538707
Πάνος Αχτσιόγλου

Ο Πάνος Αχτσιόγλου παρακολούθησε την νέα ταινία του Χιροκάζου Κορεέντα «Η αλήθεια» και καταθέτει την κριτική του.

La Vérité

Σκηνοθεσία: Hirokazu Koreeda

Ηθοποιοί: Catherine Deneuve, Juliette Binoche, Ethan Hawke 

Πόση αλήθεια κρύβεται στις αναμνήσεις ενός συναισθηματικού δεσμού που έχει περάσει από σαράντα κύματα; Ο Χιροκάζου Κορεέντα αναζητά κάτι που μοιάζει με χίμαιρα στην αρχετυπικά συγκρουσιακή σχέση μιας κόρης με τη διάσημη μητέρα της.

Η πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του βραβευμένου Ιάπωνα σκηνοθέτη Χιροκάζου Κορεέντα εξελίσσεται σε μια γλυκόπικρη αστική κωμωδία με κεντρικό άξονα τον σχεδόν αδύνατο συναισθηματικό δεσμό ανάμεσα σε μια αλαζόνα και μεγαλομανή μητέρα-διάσημη ηθοποιού και την μόνιμα ανασφαλή αλλά και υπερπροστατευτική κόρη της, η οποία καταφθάνει στο Παρίσι μαζί με τον ημι-επιτυχημένο επίσης ηθοποιό Αμερικανό άνδρα της και την αξιαγάπητη και αφοπλιστικά ειλικρινή κόρη της για να βοηθήσει την μητέρα της να ανταποκριθεί ίσως στον τελευταίο της ρόλο, ενός φιλμ επιστημονικής φαντασίας με έντονα συμβολικό για τους δυο τους περιεχόμενο. Φρέσκος από το περσινό βραβείο στις Κάννες για τους “Kλέφτες καταστημάτων” ο Κορεέντα προσπαθεί να μεταβιβάσει μια (ας επιτραπεί η αδόκιμη έκφραση) “ασιατική” νοοτροπία στην διαχείρηση των ανθρώπινων σχέσεων και ταυτόχρονα να στοχαστεί υπόκωφα και διακριτικά γύρω από την έννοια του χρόνου που περνά, την αναπόληση των χαμένων ευκαιριών, αλλά και των τύψεων και της συνειδητής μετάνοιας απέναντι στις εγωιστικές αποφάσεις που καθόρισαν τελικά το παρόν, το μέλλον, ίσως και την ίδια την επιβίωση του καθενός.

Χωρίς δεύτερη σκέψη, η βασική πλοκή της ιστορίας, όπως τελικά και η ενδεχόμενη επιτυχία της, καθορίζονται από την εξαιρετική χημεία δύο μεγάλων κυριών του γαλλικού σινεμά, με την Ζιλιέτ Μπινός να αφήνει εύστροφα το πάλκο στην Κατρίν Ντενέβ η οποία μάλλον δίνει την καλύτερη ερμηνεία των τελευταίων χρόνων της καριέρας της, παίζονται θαρρείς απλά τον εαυτό της στον ρόλο μιας ξεπεσμένης ντίβας που ακόμη έχει τη δύναμη να εξουσιάζει τη μικρή αυλή της, μεταμορφώνοντας σαν κακιά μάγισσα (μέσα από τα παιδικά μάτια της εγγονής της) τους ανθρώπους που την περιβάλλουν σε πειθήνια άλαλα όντα. Η κάμερα μοιάζει να ψάχνει όλες τις πιθανές οπτικές γωνίες στην προσπάθειά της να εξετάσει με κάθε λεπτομέρεια την πολύπαθη αυτή σχέση, η οποία στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να οδηγήσει στην ανακωχή αλλά όχι στην οριστική λύση.

Παρότι λοιπόν σε στιγμές το φιλμ μοιάζει να μεταδίδει μια αίσθηση ότι περισσότερο παρατηρεί κάτι από μια σχετική απόσταση – ίσως γιατί του φαίνεται διαφορετικό ή ανοίκειο – παρά διερευνά σε βάθος τα ταραγμένα και ευμετάβλητα συναισθήματα του πρωταγωνιστικού ζευγαριού, σε γενικές γραμμές καταφέρνει να αποδίδει εξ αιτίας κυρίως του σημαντικότατου καστ που εκμεταλλεύεται σχεδόν κάθε σεκάνς για να δείξει το ταλέντο και την ερμηνευτική του δεινότητα, όποτε βέβαια η πληθωρική περσόνα της Ντενέβ δεν εξουσιάζει την οθόνη. Απευθυνόμενο κυρίως σε ένα κοινό που γνωρίζει καλά τι πάει να δει, και παρόλα τα κλισέ και τις αδυναμίες του, το φιλμ αποκτά ουσία και ένταση καθώς προσεγγίζει το φινάλε, χωρίς βεβαίως να περιμένει κανείς μεγάλες ανατροπές ή κορυφώσεις. Η δε σκηνή του ανέμελου χορού στους δρόμους του Παρισιού, αν και λιγάκι παρατραβηγμένη, δένει τελικά πολύ όμορφα με αυτήν της διακριτικής συμφιλίωσης ανάμεσα στην γερασμένη σταρ και την γεμάτη ανασφάλειες κόρη της.

2,5/5 αστέρια,

Πάνος Αχτσιόγλου

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα