H Ανθή έκανε την πιο μαγική τέχνη επάγγελμα και ζει από αυτήν!
Ένα από τα πιο τρυφερά πλάσματα της Θεσσαλονίκης σε μια εξομολόγηση της ζωής της.
Λέξεις: Στέλλα Παϊσανίδη
Γεννήθηκε στη Λαμία και σπούδασε Νηπιαγωγός στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Παρόλα αυτά, το μέλλον της επεφύλασσε εκπλήξεις με αποτέλεσμα πολύ σύντομα να εγκαταλείψει το συνηθισμένο επάγγελμά της και να καταπιαστεί τελικά με την πιο μαγική τέχνη.
Η Ανθή Θάνου μένει σήμερα μόνιμα στη Θεσσαλονίκη και ασχολείται εξ ολοκλήρου με την τέχνη της αφήγησης παραμυθιών!
«Έχω καταφέρει να βιοπορίζομαι από αυτό που αγαπώ πολύ: την αφήγηση! Με πολλή δουλειά, επιμονή και υπομονή και βέβαια με έναν λιτό τρόπο ζωής», μου λέει η ίδια, δείχνοντας να έχει μία φύσει καλλιτεχνική υπόσταση.
Η ιδέα και ο ρόλος της μουσικής
Όπως μου εξηγεί η Ανθή, ξεκίνησε τα παραμύθια πριν από είκοσι χρόνια με την παρότρυνση ενός μουσικού. Ήταν δική του ιδέα να κάνουν παραστάσεις αφήγησης και μάλιστα με συνοδεία μουσικής. Από τότε σπάνια αφηγείται παραμύθια χωρίς μουσική.
«Θεωρώ ότι η μουσική, παρέα με το λόγο υπογραμμίζει το συναίσθημα, τη δράση των ηρώων, δυναμώνει τις εικόνες των παραμυθιών. Η μουσική και το τραγούδι ξεκουράζει τους μικρούς ακροατές και η παράσταση γίνεται διαδραστική αφού το κοινό μπορεί να τραγουδάει μαζί μας», σημειώνει και συμπληρώνει:
«Στις καταγραφές των λαϊκών παραμυθιών συχνά υπάρχουν στιχάκια τα οποία και προφανώς αφηγητής τα τραγουδούσε όταν έλεγε το παραμύθι, ε και γιατί όχι και μεις;».
Επιλογή των παραμυθιών- Μια ουσιαστική διαδικασία
Πέραν του ότι αφηγείται παραμύθια συνοδεία μουσικής, η Ανθή αφηγείται παραμύθια που της αρέσουν. Και αυτό είναι αξιοσημείωτο, αν σκεφτούμε πως η καλλιτέχνης έχει αποβάλει από την εργασία της οποιοδήποτε καταναγκαστικό στοιχείο.
«Αν εγώ δεν συγκινούμαι, αν εμένα δεν μου αρέσουν οι ιστορίες που λέω, τότε σίγουρα δε θα αρέσουν και στο κοινό μου. Η αφήγηση είναι τέχνη επικοινωνίας και ο μόνος τρόπος να επικοινωνήσω είναι μέσα από την αλήθεια μου», τονίζει και καταφέρνει ήδη από τα πρώτα λόγια της να με κερδίσει.
Βεβαίως, η αφηγήτρια κάνει λόγο και για ορισμένα κριτήρια επιλογής παραμυθιών.
«Το μόνο κριτήριο που βάζω είναι σε ποιους απευθύνομαι. Τα παραμύθια γεννήθηκαν σε μια εποχή που ήταν τρόπος διασκέδασης για τους ενήλικες. Αυτό σημαίνει πως μέσα σ’ αυτές τις προφορικές ιστορίες υπάρχει βία, βωμολοχίες, σκηνές ακατάλληλες για μικρά παιδιά. Όταν λοιπόν ετοιμάζω ένα πρόγραμμα αφήγησης για παιδιά προσέχω πολύ να μην υπάρχουν τέτοια στοιχεία».
Για δυσκολίες, προβληματισμούς και κάποιο αισιόδοξο τέλος ακούει τελικά ένα παιδί από τα χείλη της Ανθής, σε αντίθεση με τους ενήλικες που μένουν ίσως με ένα κακό τέλος, μια σκέψη, μια απορία.
Η Ανθή και το παραμύθι της καρδιάς της
Στα αγαπημένα της παραμύθια, η Ανθή αποκαλύπτει πως συμπεριλαμβάνεται αυτήν την περίοδο η «Γυναίκα Σκελετός», μια ιστορία που σε φέρνει αντιμέτωπο με τη φύση της ζωής, του θανάτου, της αγάπης.
«Η Γυναίκα Σκελετός γνωρίζει πότε τελειώνει και πότε ξαναρχίζει ένα κύκλος, μια σχέση. Έχει το ρόλο του οιωνού, είναι η πιο άγρια όψη της σχέσης. Μιλάει για τα ψυχικά στάδια που είναι απαραίτητα για να μάθουμε να αγκαλιάζουμε, μιλάει για το δέρμα που χάνεται σε κάποιες πλευρές στη σχέση και ξαφνικά εμφανίζεται πάλι με διαφορετική μορφή, υφή και απόχρωση, μιλάει για τους ανθεκτικούς δεσμούς της αγάπης», αναφέρει η αφηγήτρια δημιουργώντας μου την επιθυμία να ακούσω κάποτε αυτό το παραμύθι.
Αντιδράσεις μικρών και μεγάλων
Όσο για τις αντιδράσεις των μικρών φίλων και των μεγάλων, η Ανθή με πληροφορεί πως τις περισσότερες φορές επικρατεί εκκωφαντική σιγή, αλλά και ότι οι θεατές ξαφνιάζονται.
«Τα παιδιά βλέπουν τις εικόνες των παραμυθιών να ζωντανεύουν μέσα από το λόγο, τις κινήσεις, τις αλλαγές στη φωνή και οι μεγάλοι δεν περιμένουν ότι θα τους αφορά τελικά ένα παραμύθι», λέει και στο μυαλό της έρχεται μια από τις μοναδικές στιγμές της αφήγησης:
«Πέρσι στην παράσταση «φτου πιπέρι» με αποκριάτικα τραγούδια και πικάντικα παραμύθια το κοινό γελούσε τόσο μα τόσο πολύ που τρέχανε δάκρυα από τα μάτια τους, και γω μαζί μ’ αυτούς γελούσα και νομίζω ότι ήταν μια μοναδική στιγμή που όλοι μαζί ανασαίναμε τη ζωή!».
Αφηγήσεις και «καταραμένη» πανδημία
Δυστυχώς, η πανδημία δεν άφησε αλώβητη την τέχνη της Ανθής.
Παρότι η αφηγήτρια πραγματοποιεί τις λεγόμενες διαδικτυακές παραμυθοσυναντήσεις, τις χαρακτηρίζει κιόλας ως «λύση ανάγκης». Και έχει ένα δίκιο.
«Δεν είναι αυτό που μου αρέσει να κάνω γιατί δεν υπάρχει διάδραση με το κοινό. Δεν μπορώ να αγγίξω, να μυρίσω… παγώνουν οι αισθήσεις μας […] Όμως είναι το μοναδικό μέσο που έχουμε για να πούμε παραμύθια και θα το χρησιμοποιήσουμε για να μη χαθεί η σπίθα», υπογραμμίζει δίνοντας στο λόγο της μια νότα αισιοδοξίας.
Ωστόσο, αλώβητη δεν έμεινε ούτε η ψυχοσύνθεση της αφηγήτριας εξαιτίας του ιού.
«Είναι σχεδόν ανυπόφορο για μένα … νιώθω σαν τον Λομ (ήρωας παραμυθιού) που μέσα στο κεφάλι του στριμώχτηκαν παραμύθια γιατί δεν τα έλεγε σε κανέναν και μόνο τα διάβαζε ή τα άκουγε», παραδέχεται.
Οι παραστάσεις προ κοροναϊού
Πριν την πανδημία η τέχνη της Ανθής ξεδιπλωνόταν σε μουσεία, σχολεία, θέατρα, ανοιχτούς χώρους, γειτονιές σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο.
Επίσης επισκεπτόταν σχολεία οργανώνοντας παραστάσεις και δίνοντας υλικό παραμυθιών για διαθεματική προσέγγιση από τους εκπαιδευτικούς.
Γίνονταν παραστάσεις τα Σαββατοκύριακα σε διάφορες θεατρικές και μουσικές σκηνές καθώς και σε βιβλιοθήκες.
Τα τελευταία δέκα χρόνια η Ανθή συνεργάζεται με το Λαογραφικό και Εθνολογικό μουσείο Μακεδονίας Θράκης υλοποιώντας εκπαιδευτικά προγράμματα αφήγησης με αφορμή τις μόνιμες και περιοδικές εκθέσεις του μουσείου.
Μια σημαντικότατη συνεργασία
Στο δύσκολο αυτό αγώνα, που ξεκίνησε χρόνια πριν και που κορυφώνεται τώρα με την πανδημία, η Ανθή έχει δίπλα της «έναν εμπνευσμένο μουσικό, έναν σπουδαίο άνθρωπο, έναν εξαιρετικό φίλο και συνεργάτη», τον Αλέξανδρο Μακρή.
Συγκεκριμένα, η ταλαντούχα αφηγήτρια συνυπάρχει καλλιτεχνικά με τον Αλέξανδρο τα τελευταία έξι χρόνια.
«Βρεθήκαμε σε μια πολύ δύσκολη για μένα περίοδο ζωής, όταν έχασα τον σύντροφό μου και συνεργάτη μου. Τον Αλέξανδρο τον γνώριζα από κοινές παρέες, όμως ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα μπορούσαμε να υπάρξουμε καλλιτεχνικά. Κάναμε κάποιες πρόβες και κει είδα ότι είναι ένας ταλαντούχος μουσικός, με μεγάλη ευαισθησία. Επίσης είχαμε κοινή αισθητική ματιά για το πως πρέπει να είναι μια αφήγηση και το ρόλο που εκείνος θα έπρεπε να κρατήσει ως μουσικός».
Εν κατακλείδι…
Η Ανθή Θάνου κατάφερε να κάνει επάγγελμα την τέχνη της. Και αυτό, όπως είπα, είναι σπουδαίο. Πιο σπουδαίο, όμως, είναι το εξής: Η γυναίκα αυτή αφηγείται σε όλους ιστορίες που έχουν κάτι να πουν και μάλιστα με λαχτάρα, αγάπη και ήθος.
Κι αν κάτι χρειάζεται τώρα είναι σιγή, ένα ζευγάρι αυτιά και μια σχετική με τον ιό διαχείριση για την ακούσουμε ξανά να λέει τις πιο συναρπαστικές ιστορίες βγαλμένες από κάποιο παραμύθι.
Αυτό κι αν θα ‘ταν βάλσαμο.
Λίγα ακόμα λόγια για την Ανθή Θάνου
Το 1999 αποφάσισε να ταξιδέψει στον κόσμο των παραμυθιών. Συντροφιά της είχε ένα σακούλι γεμάτο παραμύθια.
Συχνά όλα αυτά τα χρόνια κοντοστέκεται και αφηγείται παραμύθια σε Μουσεία, σε Θέατρα, Μουσικές σκηνές, Φυλακές, Βιβλιοθήκες σε Φεστιβάλ στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Συμμετέχει σε πανεπιστημιακά συνέδρια με αφηγήσεις και σεμινάρια στην Ελλάδα και στη Κύπρο.
Διοργανώνει βιωματικά εργαστήρια για την τέχνη της αφήγησης προσπαθώντας να επικοινωνήσει την τέχνη της και να μοιραστεί ιστορίες με άλλους.
Πέντε βιβλία- CD κυκλοφορούν με το όνομα της με λαϊκά παραμύθια από όλο τον κόσμο.