Δυο λωρίδες έχει ο δρόμος, μη στέκεσαι σε εκείνη με τη σκιά

Τα ζώα δεν είναι σάκος του μποξ, αλλά πολύτιμοι σύντροφοι.

Εύη Κουρίδου
δυο-λωρίδες-έχει-ο-δρόμος-μη-στέκεσαι-σ-567691
Εύη Κουρίδου
Κεντρική Εικόνα Unsplash

Από τότε που μπήκε στη ζωή μου μια γάτα, έχω γίνει πιο ευαίσθητη σε θέματα που αφορούν ζώα. Μπορώ να κάτσω ώρα να παρατηρώ πώς μία γάτα σκαρφαλώνει από το μπαλκόνι στα κεραμίδια, πώς ένας σκύλος μαίνεται στην όψη μιας τυχαίας γάτας στον δρόμο, πώς τα πρόβατα στο χωριό μου εμποδίζουν την κυκλοφορία και πάλι δε θα καταλάβω γιατί ενοχλούν τόσο. Και δε θα καταλάβω, γιατί εγώ πια ξέρω καλά. Από τότε που μπήκε στη ζωή μου μια γάτα, έχω άφθονο αλισβερίσι αγάπης.

Η κολλητή μου φίλη είναι μαμά μιας τετράποδης γλύκας και είναι ο λόγος που συχνά επισκεπτόμαστε ένα πάρκο της γειτονιάς μας στην Τούμπα. Δε συχνάζουμε μόνο εμείς αλλά και άλλοι πολλοί με τα σκυλάκια τους, καθώς το μέρος πραγματικά ενδείκνυται. Σε μία από τις βόλτες μας, έτυχε να «ενταχθούμε» σε μία κουβέντα για τις φόλες που έχουν ανιχνευτεί στο πάρκο. «Να προσέχετε κορίτσια, να προσέχετε», ακούγαμε. Και οι δύο στραμμένες πάνω στη Μόκκα μην τυχόν και φάει κάτι ύποπτο· ή κάτι, οτιδήποτε· και ξαφνικά από βόλτα αναψυχής και ξεγνοιασιάς κατέληξε βόλτα προσοχής και κινδύνου. Κάπου εκεί είναι που κατάλαβα ότι το κεφάλαιο «φόλες» υπάρχει ακόμη. Και όχι μόνο αυτό.

Πέρα από τις φόλες, υπάρχει μεγάλη κακοποίηση των ζώων. Ένα πεδίο που χωράει πολλή συζήτηση. Σίγουρα όμως υπάρχουν εκείνοι οι θύτες που βαθιά μέσα τους γνωρίζουν καλά το ποιόν τους και για αυτό συνειδητά δεν έχουν κάποιο κατοικίδιο και υπάρχουν και εκείνοι που, εκτός από το ότι δεν έχουν καθόλου αυτογνωσία, είναι και θρασείς ώστε να έχουν κατοικίδιο. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει ένας κοινός παρονομαστής: μισάνθρωποι.

«Σκότωσε με καραμπίνα τον σκύλο του», «Βίασε ένα αδέσποτο κουτάβι», «Κρέμασαν γάτα, αφού πρώτα της έβγαλαν τα μάτια» είναι τίτλοι που φιγουράρουν καθημερινά. Δεν είναι ότι οι Έλληνες είναι οι κακοί και οι άλλοι λαοί οι καλοί, απλώς η Ελλάδα σαν κράτος δεν φρόντισε ποτέ να δημιουργήσει μια φιλόζωη κουλτούρα. Καμία ελληνική κυβέρνηση ποτέ δεν φρόντισε να εμφυσήσει πως μία μη ανθρώπινη ζωή έχει την ίδια σημασία με μία ανθρώπινη. Έτσι, θέριεψε η ιδέα ότι τα ζώα είναι κατώτερα και ως κατώτερα πρέπει να αντιμετωπίζονται. Είναι βλέπεις εύκολο να ξεσπάσεις σε ένα ανυπεράσπιστο ζώο και κάπως έτσι να τονώσεις το «εγώ» σου, να επιβληθείς και να νιώσεις κυρίαρχος. Είναι εύκολο για έναν μισάνθρωπο να βγάλει όλη τη σκατίλα της ψυχής του σε ένα ζώο.

Έχουμε επίσης τη νοοτροπία «να πάρουμε μωρέ ένα σκυλάκι, τα σκυλιά είναι χαρά». Απλώς όχι. Το δοκίμασα κι εγώ. Το σκυλάκι δεν είναι πασατέμπο για να περνάς την ώρα σου, να γεμίζει το σπίτι σου. Θα πάει κάτι στραβά στη δουλειά, στη σχέση και θα είναι το αποκούμπι σου. Όντως θα είναι, αλλά μέσα από μια βαθύτερη σύνδεση, που θα περιλαμβάνει και ευχάριστες στιγμές. Θα είναι εκεί και στα καλά σου ή απλώς θα υπάρχει και ίσως λίγο να καταριέσαι που δεν μπορείς να φύγεις εκείνο το τριήμερο με την παρέα σου; Εάν θα υιοθετήσεις ένα σκυλάκι, είναι πάνω-κάτω σαν να υιοθετείς ένα παιδί. Έχει ευθύνες που, αν στο τέλος της ημέρας δεν τις «κοιτάς» με χαμόγελο, καλύτερα να μην μπεις στη διαδικασία. Διότι και αυτά λαμβάνουν την αύρα σου· το βλέπω συνεχώς στην φίλη μου, που πήρε – έσωσε θα έλεγα – ένα σκυλάκι κακοποιημένο. Ναι, η Μόκκα που ήδη αναφέρθηκε και τώρα είναι ένα τρισευτυχισμένο πλάσμα, έχει περάσει δύσκολα.

Αν γυρίσουμε πίσω τον χρόνο ή αν υποθέσουμε ότι εκείνο το απόγευμα Χριστουγέννων δεν είχαν συναντηθεί, σήμερα είτε θα ήταν ένα εντελώς εξαθλιωμένο ζωάκι είτε εν τέλει δε θα άντεχε τις κακουχίες. Θα τον γυρίσουμε όμως, για να δείτε τι μπορεί να βιώσει ένα τόσο δα πλασματάκι σε κάποια «σύγχρονη» ελληνική γειτονιά. Θα δούμε πώς άλλη μία βόλτα αναψυχής παίρνει άλλη τροπή.

Ήταν λοιπόν δεμένη σε μία παλιά αποθήκη, χωρίς νερό και φαγητό, εντελώς παρατημένη. Η φίλη μου αμέσως προσπάθησε να επικοινωνήσει με την φιλοζωική της πόλης, όμως λόγω ημέρας δεν κατάφερε να έρθει σε επαφή. Ακολούθησε ένα διάστημα αναμονής, μήπως και επικοινωνήσει η φιλοζωική, κάτι που δεν έγινε ποτέ. Το να πάει εκεί να την πάρει και όχι απλώς να αφήσει τροφή, ήταν μονόδρομος. Την έβαλε στο αμάξι δίχως πολλή σκέψη, καθώς δεν μπορούσε να διανοηθεί πως θα μείνει άλλο λίγο έτσι, με την πεποίθηση ότι κάποιος θα την αναζητήσει. Κάτι τέτοιο δε συνέβη. Μάλιστα, πέρασε πολλές φορές από το μέρος εκείνο, όπου ούτε πέτυχε κάποιον άνθρωπο αλλά ούτε βρήκε κάποιο φυλλάδιο ή σημείωση.

Σε δεύτερο χρόνο, την πήγε σε κτηνίατρο ο οποίος έψαξε για τσιπάκι – και τι περίεργο – δε βρήκε. Με ένα τσιπάκι θα μπορούσαν εύκολα να έρθουν σε επαφή με αυτόν που είχε την ευθύνη της – ή σωστότερα, τον ανεύθυνο που όφειλε να προσέχει αυτό το πλάσμα. Ήταν το σημείο που κατάλαβε ότι μόλις μπήκε στη ζωή της η Μόκκα. Έκτοτε είναι οικογένεια και η μία δίνει τη δική της νότα στη ζωή της άλλης. Η αγάπη κάνει θαύματα και σαν την τετράποδη αγάπη δεν υπάρχει ρε παιδιά.

Δείτε επίσης:

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα