Η οδυνηρή πραγματικότητα του να αγαπάς έναν συνωμοσιολόγο

Η επώδυνη πραγματικότητα του να αγαπάς έναν συνωμοσιολόγο και να θυσιάζεσαι για τη σωτηρία του

Ιωάννα Μπαντή
η-οδυνηρή-πραγματικότητα-του-να-αγαπά-1106533
Ιωάννα Μπαντή

Πριν αλλάξουν όλα, η Έμιλι Πότερ ήταν μια πετυχημένη δικηγόρος. Ήταν μια ειλικρινής, προοδευτική και εξωστρεφής γυναίκα που ζούσε στο Τενεσί. Ίσως περισσότερο απ’ όλα να τη χαρακτήριζε πως ήταν μια στοργική, χωρισμένη μητέρα τριών παιδιών.

Είχε ένα ιδιαίτερο δεσμό με τον Άνταμ, τον νεότερό της: Όταν οι μεγαλύτερες αδερφές του έφυγαν από το σπίτι, οι δύο τους φρόντιζαν τα ζώα που είχαν στη μικρή τους φάρμα, παρακολουθούσαν σειρές όπως το Jeopardy και το  Lost και μια φορά τον μήνα, επιβράβευαν τον εαυτό τους με δείπνο σε κάποιο πολυτελές εστιατόριο, όπου θα δοκίμαζαν τις περισσότερες επιλογές του καταλόγου. Ο Άνταμ αποφάσισε πως θα ακολουθούσε την καριέρα της μητέρας του, την οποία αποκαλούσε “ήρωα”.

Λίγα χρόνια αργότερα στάλθηκε ένα email το οποίο έγραφε: “Κατέστρεψε και ρίξε το DNA μου ” και προειδοποιούσε : ” Έρχεται πόνος για σένα, την αγαπημένη σου Κίνα Τζο, την απάτη Ομπάμα και τη γυναίκα του Μάικλ”.

Συνωμοσιολογία : Επίπλαστη πραγματικότητα ή καλά κρυμμένη αλήθεια;

Αυτό που συνέβη στην Έμιλι, δεν θεωρείται γρίφος. Όπως περιγράφει και η δημοσιογράφος τεχνολογίας, Jesselyn Cook, στο βιβλίο της ” The Quiet Damage : QΑnon and the destruction of the American Family“, η Έμιλι (ψευδώνυμο, όπως όλα τα ονόματα που χρησιμοποιεί η Cook), έμπλεξε στο “QΑnon”, ένα εκτεταμένο σύνολο ακροδεξιών θεωριών, με πιστό κοινό, τουλάχιστον το 20% των Αμερικάνων.

Στον πυρήνα αυτού του σκοτεινού διαστήματος , υπάρχει το “Q”, μια μυστηριώδης αφίσα διαδικτυακού φόρουμ, που ισχυρίζεται πως είναι κυβερνητικός αξιωματούχος, σε άμεση συνεργασία με τον Ντόναλντ Τραμπ. Το “Q”, υποστηρίζει , πως συνεργάζονται για να καταπολεμήσουν ένα διαβολικό κλιμάκιο της παγκόσμιας ελίτ και υποστηρίζει, πως οι συγκεκριμένοι πολιτικοί και διασημότητες, κακοποιούν παιδιά, τα διακινούν σε κυκλώματα μαστροπείας, τα τρώνε συλλέγουν το αίμα τους και προπαγανδίζουν την πανδημία του Covid, για να βλάψουν τους πολίτες, με το περιεχόμενο των εμβολίων.

Πώς η Έμιλι και τόσοι άλλοι θα μπορούσαν να παρασυρθούν από αυτούς τους ισχυρισμούς, αποτελεί ένα τεράστιο μυστήριο. Ένα μυστήριο που η Cook, δεν προσποιείται πως μπορεί να επιλύσει στο βιβλίο της. Το “The Quiet Damage”, δεν μπορεί εύκολα να σε βοηθήσει να αντιληφθείς πως οι άνθρωποι καταλήγουν οπαδοί του QAnon, αλλά κύριος στόχος του είναι να επεξηγήσει τη συνωμοσιολογική σκέψη. Δεν εστιάζει στον κόσμο της Έμιλι, όσο στον κόσμο των “Άνταμ”: Σε όλους όσοι μένουν αποσβολωμένοι και παρακολουθούν μέλη της οικογένειάς τους να παραπαίουν στην άβυσσο. Η Cook εστιάζει στην εμπειρία του να αγαπάς κάποιον, ο οποίος ζει και βιώνει μια κρίση, αλλά και στο ερώτημα : “Πόσο πιθανό είναι να σταθείς στο πλάι τους;”

Πηγή: Unsplash

Οι άνθρωποι δεν έλκονται από το QAnon, μόνο λόγω της παραπληροφόρησης ή επειδή επισκέφτηκαν έναν σύνδεσμο που αλλοίωσε τη ροή του αλγορίθμου τους. Το βιβλίο πραγματεύεται τον τρόπο με τον οποίο η θεωρία συνωμοσίας εκμεταλλεύεται τις ευάλωτες προσωπικότητες. Ακολουθώντας πέντε διαφορετικές αμερικανικές οικογένειες, ξετυλίγει τις “ανεκπλήρωτες ανάγκες” των μελών τους. Τους τρόπους που βίωναν τον πόνο, προδίδονται από την κοινωνία και γενικότερα, τα “κακώς κείμενα” της ζωής. Η Έμιλι, για παράδειγμα, βρέθηκε να μεγαλώνει μόνη της τρία παιδιά, όταν ο σύζυγός της αυτοκτόνησε και έπειτα η ίδια απομονώθηκε όταν μετακόμισαν από το κολλέγιο που σπούδαζαν. Φυσικά, οι άνθρωποι έχουν πολλά υποκείμενα τραύματα, ωστόσο δεν υποκύπτουν σε μια επίπλαστη πραγματικότητα “δεξιών παραλογισμών”.  Οι πρωταγωνιστές αυτού του βιβλίου αγνοούν τον λόγο που οι δικοί τους άνθρωποι υπέκυψαν στις αυταπάτες, όπως και οι αναγνώστες. Το μόνο σίγουρο είναι πως οι υποστηρικτές της συνωμοσιολογίας, ήθελα να πιστέψουν σε κάτι. Αυτό στο οποίο κατέληξαν, βέβαια, να πιστεύουν ίσως δεν είχε ακριβές νόημα.

Υπό αυτή την έννοια, το βιβλίο δεν εστιάζει τόσο στο QAnon. Η Cook, συχνά βγαίνει εκτός θέματος, για να εξηγήσει πως το δίκτυο συνωμοσίας, εκμεταλλεύτηκε το άγχος και τη μοναξιά των ανθρώπων, τις πρώτες ημέρες τις πανδημίας, ή ακόμη και τις πραγματικές αδικίες, όπως τον συστημικό ρατσισμό, για να διαδώσει την παράνοια.

Αντλεί θέματα από εκατοντάδες ώρες συνεντεύξεων με φίλους και τις οικογένειες των “θυμάτων”, βυθίζοντας τον αναγνώστη στη διαπροσωπική δυναμική των χαρακτήρων της και αφηγούμενη ευτράπελα και ανέκδοτα, όπως σε μια ταινία, σε παρασύρει στη δράση αλλά και σε τέλματα. Οι ιστορίες είναι συναρπαστικές, όχι μόνο λόγω της παράδοξης φύσης του QAnon, αλλά επειδή η ιδέα της “εξαφάνισης” ενός αγαπητού ατόμου, είναι τραυματική.

Στη πραγματικότητα, οι υποστηρικτές του QAnon, δεν είναι οι μόνοι, στο βιβλίο, που κυνηγούν ένα φως στο σκοτάδι.

Σε ένα άλλο παράδειγμα, ο Ματ, προετοιμάζεται για την “Καταιγίδα” ( όρος που χρησιμοποιείται για την πιθανή στρατιωτική κατάληψη της εξουσίας, από τον Τραμπ), μετατρέποντας το ήμισυ του ετήσιου εισοδήματος της οικογένειάς του, σε ασημένια και χρυσά νομίσματα, καλύτερα για διαπραγματεύσεις στον επερχόμενο “νέο κόσμο”, όπου το αμερικανικό νόμισμα θα είναι άχρηστο στις συναλλαγές. Η Αντρέα, η σύζυγός του, την οποία έχει ουσιαστικά εγκαταλείψει, έχει στραφεί σε μια πολυεθνική εταιρεία μάρκετινγκ. Σπαταλάει υπέρογκα ποσά, στο να αγοράζει και να πουλάει ρούχα, στο οποίο αποτυγχάνει, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι που έχουν “πέσει στα δίχτυα” της εταιρείας, με την πρόφαση της οικονομικής ανεξαρτησίας και ψυχικής ελευθερίας.  Η συγγραφέας δείχνει με επιδέξιο τρόπο πόσο η ιστορία της Αντρέα αντικατοπτρίζει την ιστορία του Ματ: ” Όλα όσα της υποσχέθηκαν δεν ήταν τίποτα παρά ένα παραμύθι” . “Στη θέση του, ράφια με ροζ, μωβ και πορτοκαλί ρούχα που δεν είχαν αγοραστεί, ήταν παρατεταγμένα στο υπόγειο, δίπλα στις επικαλυμμένες με σκόνη προμήθειες έκτακτης ανάγκης του Ματ, περιμένοντας την Καταιγίδα”.

Η Cook, επίσης, καθιστά σαφές, ότι τα μέλη της οικογένειας όπως η Andrea, δεν έχουν στρωμένο μονοπάτι να διαβούν. Οι άνθρωποι που ακολουθεί κάνουν διαφορετικές επιλογές, όλες δύσκολες, για το πως- και για πόσο διάστημα- να προσπαθήσουν να επαναφέρουν το αγαπημένο τους άτομο στην πραγματικότητα. Μια οικογένεια μετά από μερικές εβδομάδες εντατικής προσπάθειας , κατάφερε κάτι :

Όταν μια πρώην υποστηρίκτρια του Μπέρνι Σάντερς, η Άλις, βρίσκεται στα άδυτα του QAnon, ο σύντροφός της, Κρίστοφερ και ο πατέρας της, Τεντ, απομακρύνουν σταδιακά τις πεποιθήσεις της : Αντί να επικρίνουν τους ισχυρισμούς της Άλις, τις κάνουν ειλικρινείς ερωτήσεις σχετικά με αυτούς και ενώ όσο αυτή αποδεικνύει την αφοσίωσή της σε αυτές, τόσο η ζωή της γίνεται ολοένα και δυσκολότερη. Σε κάποιο σημείο, η Άλις, τάσσεται κατά του Bill Gates , λέγοντας ότι ο ίδιος έχει παραδεχτεί πως κέρδισε “20 προς 1” απόδοση , από επένδυση του ιδρύματός του σε εμβόλια.

Ο Κρίστοφερ συμφωνεί πως θα έπρεπε να είναι επιφυλακτικοί με τους ανθρώπους που κατέχουν εξουσία, αλλά σημειώνει πως εκείνος άκουσε κάτι διαφορετικό για το ζήτημα αυτό : Ο Gates επισημαίνει πως υπήρξε μια επιστροφή “20 προς 1”, για τον κόσμο. Μαζί βρίσκουν το εν λόγο βίντεο του Gates και η Άλις αντιλαμβάνεται πως έκανε λάθος και οι ορίζοντες του μυαλού της διευρύνονται. Σε αυτό το σημείο, το βιβλίο γίνεται παραπάνω ελπιδοφόρο. Με υπομονή και ενσυναίσθηση, φαίνεται να προτείνεται, πως μπορεί κανείς να προφτάσει κάποιον που η σκέψη του τρέχει πολύ μακριά.

Η συγγραφέας, ωστόσο, δεν θέλει να υπονοήσει πως κάθε συγγενής οφείλει να παραμένει δίπλα στο αγαπημένο πρόσωπο, εφόρου ζωής. Ο Άνταμ για παράδειγμα, οδηγείται στο χείλος της αυτοκτονίας, προσπαθώντας να σώσει τη μητέρα του : Αρχίζει να ερευνά το QAnon μανιωδώς, αντί να μελετά για τις εξετάσεις του στο δικηγορικό σύλλογο, νομίζοντας ότι μπορεί να αντικρούσει τους ισχυρισμούς του, όμως όταν προσπαθεί να αποδείξει την αλήθεια στη μητέρα του, καταλήγει να δέχεται απειλητικά mail. Αρχίζει να χάνει μεγάλα ποσά στο τζόγο, μειώνει τις αντοχές στη δουλειά του και η “κατηφόρα” του τελειώνει μόνο όταν αποδέχεται πως έχει “χάσει” τη μητέρα του για πάντα. Η Cook, το παρουσιάζει ως μια στιγμή νίκης, όσο παράδοξο κι αν ακούγεται : “Έπαψε να παλεύει για την Έμιλι, πλέον παλεύει για τον Άνταμ”.

Υπάρχει περιθώριο αυτοσωτηρίας;

Οι άλλες ιστορίες του βιβλίου προκαλούν διαφορετικά ερωτήματα : Πότε το να τα παρατάς σημαίνει ότι έχεις περιθώριο να σώσεις τον εαυτό σου ή κάποιον τρίτο; Η Tayshia, για παράδειγμα, μια ακτιβίστρια φυλετικής δικαιοσύνης που απομακρύνεται από την αδερφή της, Kendra, ένθερμη υποστηρίκτρια του QAnon , φοβάται ότι αφήνει τους δύο γιούς της Kendra, από τους οποίους ο μικρότερος είναι τρομοκρατημένος από τις ιστορίες της μητέρας του, περί αιμοδηψίας και ήδη χάνει φίλους όταν τις εκμυστηρεύεται στο σχολικό του περιβάλλον. Η Tayshia, ξεκινά να εργάζεται σε ένα σπίτι στη νέα της πόλη και εκεί συνδέεται με έναν έφηβο τον Bailey. Του εκτυπώνει ένα ποίημα της Maya Angelou : “Ακριβώς όπως τα φεγγάρια και σαν τους ήλιους, / Με τη βεβαιότητα της παλίρροιας, / Ακριβώς όπως οι ελπίδες ξεπηδούν ψηλά, / Ακόμα, θα σηκωθώ”. Είναι ένα μήνυμα επιμονής , πιθανόν όχι μόνο για τον Bailey, αλλά και για την Tayshia, που δεν έχει σταματήσει να υποστηρίζει τρίτους, ακόμη και τώρα που στέκεται δίπλα στην οικογένειά της.

Η Cook δεν υποστηρίζει πως οι οπαδοί του QAnon βρίσκονται εκτός πραγματικότητας. Για την ακρίβεια, “ζωγραφίζει” μια εικόνα για το πως το QAnon έχει στρεβλώσει την κοινωνία, διαλύοντας τις σχέσεις- ένα αποτέλεσμα πόνου και μοναξιάς που ξεπερνά κάθε άτομο. Όταν μια τέτοια εμμονή κυριαρχεί σε κάποιον, δύσκολα τον προσεγγίζει κανείς αυτό τον άνθρωπο και οι επιπτώσεις μπορεί να αποβούν μοιραίες. Ακόμη και η Άλις, στο τέλος του βιβλίου, μπαίνει στον πειρασμό να επιστρέψει στο QAnon, παρά την καθοδήγηση της οικογένειάς της και παρά την κατανόηση πως αυτή η κοσμοθεωρία, που της κόστισε φιλίες και σχεδόν κατέστρεψε τη ζωή της, ήταν μια φάρσα. Αν η δύναμη του QAnon φαντάζει μυστηριώδης, οφείλεται στο γεγονός ότι και οι άνθρωποι είναι μυστηριώδη πλάσματα. Ακόμη και αυτοί που αγαπάμε.

ΠΗΓΗ: The Painful Reality of Loving a Conspiracy Theorist – The Atlantic

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα