It Chapter 2: Πέτυχε τελικά η «συνταγή» στο νέο φιλμ;
O Πάνος Αχτσιόγλου είδε τη νέα ταινία και καταλήγει.
Λέξεις: Πάνος Αχτσιόγλου
It Chapter 2
Σκηνοθεσία: Andy Muschietti
Ηθοποιοί: Jessica Chastain, James McAvoy, Bill Hader
Η παρέα των «Loosers» ξαναγυρνά στον τόπο του τρόμου 27 χρόνια μετά, αναλαμβάνοντας να αντιμετωπίσει για ακόμη μία φορά το υπέρτατο κακό και ο Άντι Μουσιέτι επιχειρεί να ολοκληρώσει ένα μεγαλεπήβολο πρότζεκτ σκοντάφτοντας λιγάκι ανάμεσα στην κυριολεκτική αποτύπωση και τη μεταφορική έκφραση των ενοχών, της ντροπής και των εφηβικών φόβων που όλοι κουβαλάμε μέσα μας
Το δεύτερο μέρος του πολυαναμενόμενου χόρορ και διασημότητατου εφηβικού μυθιστορήματος του πατέρα του τρόμου Στίβεν Κίνγκ συνεχίζει από εκεί που άφησε το νήμα ο κινηματογραφικός προκάτοχός του, έχοντας παράλληλα πολλά ατού στο τσεπάκι του: το ίδιο επιτελείο, την ίδια αγάπη για τη συγγραφική του πρώτη ύλη, την ίδια λαχτάρα για μια έξυπνη και νοσταλγική αναδρομή στους φόβους, τα άγχη και τις ανομολόγητες επιθυμίες που στοίχειωναν τα όνειρα των παιδιών των 80s, ένα καστ με δύο πολύ σημαντικούς πρωταγωνιστές (Τζέσικα Τσαστέιν και Τζέιμς ΜάκΑβοϊ) και μια μόδα (ή κυρίαρχη τάση, αν θέλετε) που συνοδεύει τη θέασή του, έχοντας δημιουργήσει ένα ολοκαίνουριο fan base το οποίο έρχεται να προστεθεί στο ήδη υπάρχον κοινό των σαραντάρηδων. Όλα μοιάζουν ιδανικά για να μπορέσει μια ταινία να κλείσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο μία σχεδόν αδύνατη διασκευή, αλλά και να αφήσει το στίγμα της στην κινηματογραφική χρονιά που μπαίνει ως ένα νέο φιλμ τρόμου που αντηχεί εικόνες, αρώματα και συναισθήματα του (όχι και τόσο μακρινού) παρελθόντος.
Δυστυχώς όμως, τα πράγματα μοιάζουν να μην πετυχαίνουν απόλυτα στο φιλμ του Μουσιέτι. Η αφήγηση παραπατά ευθύς εξ αρχής, αφού δίνει την εντύπωση ότι επαναλαμβάνεται διαρκώς, με σκοπό και μόνο την δημιουργία ευφάνταστων εικόνων τρόμου που αποσκοπούν να στοιχειώσουν τα όνειρα των πρωταγωνιστών και του (κυρίως νεότερου) κοινού. Η αλήθεια βέβαια είναι ότι και το βιβλίο – στο ξεκάθαρα πιο αδύναμο δεύτερο μέρος του – ακολουθεί την ίδια τακτική, αλλά εδώ τα πράγματα γίνονται εξόφθαλμα, εκπέμποντας μια αίσθηση ότι το γράψιμο του σεναρίου έγινε τεμπέλικα, χωρίς αναθεωρήσεις του πρωτότυπου, ή έστω πλαισιωμένο από έξυπνους σκηνοθετικούς ελιγμούς. Το μόνο που βλέπουμε ξανά και ξανά είναι μια μανιέρα στη φόρμα (το κινηματογραφικό παρόν να εναλλάσσεται διαρκώς με, καλογυρισμένα είναι η αλήθεια, φλάσμπακς που είτε εκθέτουν εξόφθαλμα τους συμβολισμούς της ταινίας είτε δεν προσφέρουν σχεδόν σε τίποτε) με αφήγηση που μοιάζει να τικάρει διαρκώς κουτάκια. Ο σκηνοθέτης κάνει ό,τι μπορεί για να επαναφέρει το κλίμα παράνοιας, ποπ τρόμου και αθωότητας της αμερικάνικης επαρχίας της δεκαετίας του 80, αλλά το μόνο που πετυχαίνει είναι να σε κάνει να βλέπεις ξανά το προ διετίας πρώτο κεφάλαιο, με τη μόνη διαφορά ότι οι πρωταγωνιστές αυτή τη φορά είναι ενήλικοι.
Επιπροσθέτως, σου αφήνει μόνιμα μια αίσθηση ότι όλα αυτά που εξελίσσονται μπροστά σου συμβαίνουν σε μια γυάλα, σε ένα καλογυαλισμένο στούντιο, ή έστω σε έναν αποκλεισμένο τόπο χωρίς καμία διάδραση με το περιβάλλον του. Δεν αισθάνεσαι ποτέ ότι η πόλη πενθεί για τον χαμό των παιδιών (όπως συνέβαινε 27 χρόνια πριν), ότι οι άνθρωποι κλείνονται στα σπίτια τους το βράδυ υπό το φόβο του τέρατος που καραδοκεί στους υπονόμους, ότι οι θεωρίες διαδέχονται η μία την άλλη (κάτι που συμβαίνει σχεδόν απόλυτα στην πετυχημένη και βασισμένη στην ίδια αισθητική σειρά του Νέτφλιξ «Stranger Things»). Φτάνεις δε σε τέτοιο σημείο απάθειας σε σχέση με το αφηγηματικό υπόβαθρο, που σου μπαίνουν σε στιγμές ιδέες που αφορούν την ίδια την αληθοφάνεια των γεγονότων με ολόκληρη την ιστορία να αποτελεί κύημα της φαντασίας κάποιων κακοποιημένων και παραμελημένων παιδιών. Τέλος, αν συνυπολογίσεις την αχρείαστα μεγάλη διάρκεια, τις λανθασμένα αποκλεισμένες σκηνές του βιβλίου αλλά και τη λιγότερο «ενήλικη» επεξεργασία των ειδικών εφέ καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι το δεύτερο κεφάλαιο του «It» θα μπορούσε σαφώς καλύτερα και σίγουρα λιγότερο ανιαρά. Αναπολώντας για ακόμη μια φορά περισσότερο το μυθιστόρημα που άφησε τη δική του μοναδική σφραγίδα στη μυθοπλασία του τρόμου, και λιγότερο τελικά την κινηματογραφική του μεταφορά, δεν μπορείς να μην σταθείς στην σχεδόν συγκινητική σκηνή στην οποία εμφανίζεται ο ίδιος ο Στίβεν Κίνγκ ως ιδιοκτήτης του παλιατζίδικου στο Ντέρι αλλά και το ξαφνική cameo πέρασμα του σπουδαίου δημιουργού Πίτερ Μπογκντάνοβιτς στον ρόλο ενός αλαζόνα σκηνοθέτη.
Δείτε το τρέιλερ της ταινίας:
2,5/5 αστέρια