Κεφαλούδι, τόφου, αβοκέτα: Τι είναι τελικά αυτά που έψαχνε όλη η Ελλάδα το 2024
«Τι είναι», τελικά, το top-3 των αναζητήσεων μας για τη χρονιά που φεύγει στην πλατφόρμα της Google
Όπως συνηθίζεται, όσο οδεύουμε προς το φινάλε της κάθε χρονιάς, γυρνάμε τον χρόνο πίσω για να δούμε γεγονότα, πρόσωπα και στιγμές που μας απασχόλησαν στους μήνες που πέρασαν.
Η Google λοιπόν έκανε γνωστά τα όσα ψάξαμε στην Ελλάδα το 2024 και μας γεννήθηκαν φυσικά και εμάς απορίες με τη λίστα που είδαμε στα μάτια μας.
Όπως για παράδειγμα το «Γιατί ιδρύθηκε το Λας Βέγκας» που ήταν στο νούμερο 4 στην λίστα με τις αναζητήσεις σχετικές με το «γιατί», αλλά και δύο θέσεις παρακάτω εκεί όπου συναντάμε το «Γιατί σκάνε οι ντομάτες».
Όσο για το νούμερο 9 «Γιατί νυστάζω συνέχεια», απλώς να δηλώσουμε ότι συμπάσχουμε…
Κάθε χρόνο ωστόσο εντύπωση μας προκαλεί και οι κορυφαίες αναζητήσεις στην κατηγορία «Τι είναι».
Αποφασίσαμε λοιπόν να ψάξουμε και εμείς να δούμε τι είναι το κεφαλούδι, το τόφου και η αβοκέτα, οι τρεις δηλαδή αναζητήσεις που… έσπασαν τα κοντέρ της Google μέσα στο 2024.
Δεν μπορούμε βέβαια να δώσουμε απάντηση στο ερώτημα γιατί έψαχναν όλοι γι’ αυτά, αλλά τουλάχιστον να σας πούμε τι ήταν τελικά αυτά που έψαχναν με μανία.
Ας τα πάρουμε λοιπόν με τη σειρά.
Τι είναι το κεφαλούδι
Διαβάζουμε μέσα από την ιστοσελίδα της Ελληνικής Ορνιθολογικής Εταιρείας και το κείμενο της Μαρίας Παναγιωτοπούλου:
«Το Κεφαλούδι είναι μια πάπια με ασυνήθιστη εμφάνιση, απαραγνώριστη για όσους τυχερούς το συναντήσουν σε κάποιο υγρότοπο. Το αρσενικό έχει χοντρό άσπρο κεφάλι με μαύρο σώμα και γαλαζωπό “πρησμένο ράμφος”, ενώ το σώμα του είναι ανοιχτόχρωμο καφέ και η μυτερή σκληρή ουρά του είναι συχνά ανασηκωμένη, δίνοντάς του μια χαρακτηριστική σιλουέτα.
Αρσενικά και θηλυκά έχουν το ίδιο μικρό μέγεθος, δεν ξεπερνούν τα 43-48 εκατοστά, όμως τα θηλυκά είναι γενικά πιο σκουρόχρωμα στο κεφάλι, με ανοιχτόχρωμα μάγουλα που τα διασχίζει μια σκούρα γραμμή, ενώ το σώμα τους έχει ξανθοκάστανο χρώμα.
Περπατούν με δυσκολία στη στεριά και σπάνια παρατηρούνται να πετούν κάνοντας μόνο τις απαραίτητες μετακινήσεις για τη μετανάστευση. Είναι όμως ταχύτατα στην κίνησή τους μέσα στο νερό, χρησιμοποιώντας για προώθηση την ιδιόμορφη ουρά τους.
Τα Κεφαλούδια αναπαράγονται σε μικρά ρηχά έλη γλυκού ή υφάλμυρου νερού, τα οποία όμως συνδέονται με μεγαλύτερα υγροτοπικά οικοσυστήματα. Τέτοιου είδους υγρότοποι έχουν συχνά εποχιακό χαρακτήρα δηλαδή δημιουργούνται από ανοιξιάτικες πλημμύρες και ξηραίνονται το καλοκαίρι, όμως χαρακτηρίζονται ως ιδιαίτερα παραγωγικοί καθώς είναι πλούσιοι σε υδρόβια βλάστηση και ασπόνδυλα. Το χειμώνα, τα Κεφαλούδια προτιμούν μεγάλης έκτασης υφάλμυρες ή αλμυρές λίμνες.
Η οικολογία του είδους παρουσιάζει αρκετά ενδιαφέροντα και παράξενα σημεία. Η σωματική τους κατασκευή τα κάνει να είναι περισσότερο εξαρτημένα από το υγρό στοιχείο από ότι τα άλλα είδη παπιών. Επίσης είναι ένα από τα λίγα είδη υδροβίων πουλιών που περνάει δύο πτερόροιες τον χρόνο, μία κατά την αναπαραγωγή και μία κατά το χειμώνα, με αποτέλεσμα κατά τη διάρκεια της πτερόροιας να μην μπορούν να πετάξουν καθόλου.
Το χειμώνα σχηματίζουν μεγάλα κοπάδια, όμως την άνοιξη σκορπίζονται σε μικρές ομάδες για την ανεύρεση κατάλληλων περιοχών για αναπαραγωγή. Επειδή τα έλη που προτιμούν για να φωλιάσουν είναι περιοδικού χαρακτήρα και σχηματίζονται σε διαφορετική έκταση κάθε χρόνο ανάλογα με τις εκάστοτε καιρικές συνθήκες, τα Κεφαλούδια έχουν προσαρμοστεί ανάλογα, έχοντας εξελιχθεί έτσι ώστε να γεννούν αργότερα από τα άλλα είδη παπιών κι επίσης να γεννούν πολλά αυγά. Αν και το αναπαραγωγικό τους δυναμικό είναι ιδιαίτερα υψηλό (φτάνει ως το 80%), ωστόσο λίγα ώριμα πουλιά αναπαράγονται κάθε χρόνο, με αποτέλεσμα στο σύνολο του πληθυσμού, η αναπαραγωγική επιτυχία να είναι σχετικά χαμηλή.
Η εξάρτηση των Κεφαλουδιών από τα εποχιακά έλη και τους μικρούς ρηχούς υγροτόπους που σχηματίζονται ευκαιριακά, αποτελεί και τη μεγαλύτερη απειλή για την επιβίωσή τους καθώς τέτοιες περιοχές είναι που δέχονται τη μεγαλύτερη πίεση για αποξήρανση και απόδοση στη γεωργία ή την κτηνοτροφία.
Επίσης οι παρεμβάσεις στην υδρολογία εκτεταμένων υγροτοπικών συστημάτων με τον έλεγχο των πλημμυρών, τα αναχώματα και τα φράγματα, τα αρδευτικά δίκτυα, τις αποστραγγίσεις και τις υπερβολικές γεωτρήσεις, έχουν διαταράξει τον υδρολογικό κύκλο και έχουν εξαφανίσει σχεδόν τα εποχιακά έλη.
Το Κεφαλούδι, είναι πλέον ένα από τα σπανιότερα είδη πουλιών στον κόσμο, με παγκόσμιο πληθυσμό που δεν ξεπερνά τα 15.000 άτομα. Η σημερινή κατανομή του είναι έντονα κατακερματισμένη, παρουσιάζοντας κυρίως δύο υποπληθυσμούς, ένα στη δυτική και ένα στην ανατολική Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα και την Κασπία. Ο δυτικός υποπληθυσμός είναι επιδημητικός και αποτελείται από περίπου 1000 άτομα που αναπαράγονται κυρίως στην Ισπανία αλλά και στην Αλγερία και στην Τυνησία. Ο ανατολικός πληθυσμός είναι μεγαλύτερος και μεταναστευτικός.
Τα Κεφαλούδια γεννούν κυρίως στην Τουρκία, όπου βρίσκεται και ο μεγαλύτερος παγκόσμια πληθυσμός τους με 200-300 ζεύγη, ενώ λιγότερα αναπαράγονται στη Ρωσία, στο Ιράν και περιστασιακά στη Ρουμανία.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στις αρχές του αιώνα, ο πληθυσμός του Κεφαλουδιού υπολογιζόταν σε πάνω από 100.000 άτομα, ενώ σήμερα έχει μειωθεί κατά τα 4/5. Κεφαλούδια φώλιαζαν στην Ιταλία, στην Κορσική, στο Μαρόκο, στην Ουγγαρία, στην Αλβανία και υπάρχουν αναφορές και για την Ελλάδα.
Από τη δεκαετία του ‘80 το Κεφαλούδι εμφανίζεται σχεδόν κάθε χρόνο στους υγροτόπους της Μακεδονίας και της Θράκης σε μικρούς αριθμούς. Όμως από το 1990 έχει παρατηρηθεί μια κατακόρυφη αύξηση των ατόμων που επισκέπτονται τη χώρα μας, φτάνοντας το 1997 τον αριθμό ρεκόρ των 2.300 πουλιών στη Λίμνη Βιστονίδα. Η προτίμησή τους για αυτή τη λίμνη είναι φανερή καθώς το σύνολο των πουλιών που έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια είναι στη Βιστονίδα, με εξαίρεση ελάχιστα και μεμονωμένα άτομα στις λίμνες Ισμαρίδα και Κερκίνη.
Ακόμα δε γνωρίζουμε τι είναι αυτό που έλκει τα Κεφαλούδια στη Λ.Βιστονίδα και μάλιστα σε συγκεκριμένες θέσεις της όπως το νοτιοανατολικό τμήμα όπου εκβάλλει ο ποταμός Τραύος. Επίσης δεν γνωρίζουμε αν αυτά τα πουλιά προέρχονται από τη Τουρκία ή από τη Ρωσία.
Με τη χρηματοδοτική βοήθεια της Ολλανδικής οργάνωσης για την προστασία των πουλιών (Vogelbescherming), ξεκίνησε από τον Οκτώβριο του 1998 η συστηματική φύλαξη και παρακολούθηση του κεφαλουδιού στη Λ.Βιστονίδα, που περιλαμβάνει συνεργασία με Τούρκους και Ισπανούς ειδικούς».
Τι είναι λοιπόν το τόφου
Το τόφου είναι προϊόν που δημιουργείται από το γάλα σόγιας. Παρασκευάζεται όπως το τυρί. Είναι δημοφιλές σε πολλές χώρες της Άπω Ανατολής (Ιαπωνία, Κίνα κ.α) και σε ανθρώπους που ακολουθούν τη χορτοφαγία ή την αυστηρή χορτοφαγία (veganism).
Η πρώτη αναφορά του τόφου (ως Ντουφου) γίνεται από τον Κινέζο Τάο Κου γύρω στο 950 μ.Χ. Πρωτοεμφανίστηκε στην Ευρώπη κατά το 1700, αλλά έγινε δημοφιλές σε αυτήν περίπου την εποχή της αντικουλτούρας της δεκαετίας του 1960 και από τότε θεωρείται εναλλακτική του ζωϊκού γάλακτος στην Δυτική δίαιτα.
Η παρασκευή του τόφου μοιάζει με την αντίστοιχη του τυριού, αλλά η βασική της διαφορά είναι ότι το ρόλο του γάλακτος κατέχει ένα λευκό παχύρρευστο υγρό που βγάζουν τα μουλιασμένα σε νερό φασόλια της σόγιας.
Τι είναι τελικά η αβοκέτα
Η Αβοκέτα είναι παρυδάτιο καλοβατικό πτηνό της οικογενείας των Ανωραμφιδών, που απαντά και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Recurvirostra avosetta και δεν περιλαμβάνει υποείδη (μονοτυπικό).
Ο λατινικός όρος Recurvirostra για το γένος, προέρχεται από τα συνθετικά recurvare «λυγίζω, κάμπτω» + rostrum «ράμφος» και παραπέμπει στο χαρακτηριστικό κυρτωμένο ράμφος του πτηνού.
Η επιστημονική ονομασία avosetta «αβοκέτα» έχει βενετσιάνικη ρίζα και, εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο έργο του Αλντροβάντι Ορνιθολογία (1603).
Πιθανολογείται ότι η ονομασία σχετίζεται με την ιταλική λέξη avvocato (=δικηγόρος), για να υπενθυμίζει τη μαυρόασπρη «στολή» του πτηνού, όπως ήσαν ντυμένοι οι δικηγόροι της εποχής, αυτό όμως δεν έχει τεκμηριωθεί ικανοποιητικά.
Η αγγλική λέξη pied στη λαϊκή ονομασία του είδους (Pied avocet), έχει μεταμεσαιωνική προέλευση (1350-1400) και προέρχεται από τη λέξη pie, που σημαίνει «δίχρωμος» και, μάλιστα, «ασπρόμαυρος», συσχετιζόμενη απόλυτα με το φτέρωμα του πτηνού. Άλλωστε, το ίδιο συνθετικό υπάρχει και σε άλλες αγγλικές λέξεις με παρόμοια σημασία, όπως λ.χ. magpie (=καρακάξα) ή pied horse (=άλογο με κηλίδες).
Η λόγια ελληνική ονομασία του πτηνού ανώραμφος, παραπέμπει στο χαρακτηριστικό ράμφος του είδους, που «βλέπει» προς τα πάνω.
Το είδος περιγράφηκε από τον Λινναίο ως Recurvirostra Avosetta (Ιταλία, 1758), στο έργο του Systema Naturae. Υπάρχει σταδιακή (clinal) αύξηση του μεγέθους των ατόμων από τα δυτικά προς τα ανατολικά.
Το είδος εμφανίζει ευρύ φάσμα κατανομής στον Παλαιό Κόσμο (οικοζώνες: Παλαιαρκτική, Αφροτροπική, Ινδομαλαϊκή), με τα δυτικά όρια, στη μεν Ευρασία, στην περιοχή της Ιβηρικής, στη δε Αφρική, σε όλες τις παράκτιες περιοχές του Ατλαντικού, από το Μαρόκο μέρι τη Νοτια Αφρική. Τα ανατολικά όρια της επικράτειας εκτείνονται μέχρι τη Μογγολία και τη Σινική Θάλασσα. Προς βορράν, οι περιοχές εξάπλωσης αρχίζουν από τη νότια Σκανδιναβία και τη νότια Σιβηρία.
Στην Ευρώπη, η αβοκέτα είναι πουλί αναπαραγωγής στις ακτές του Ηνωμένου Βασιλείου, τη νότια Σουηδία, την Εσθονία, τη Δανία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Πορτογαλία. Στην Ισπανία φωλιάζει τόσο στην ακτή και την ενδοχώρα. Είναι επίσης επιδημητική στη Σαρδηνία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Ουγγαρία, τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Στην Αυστρία παρατηρούνται στη λίμνη Νόιζιντλ (Neusiedl), όπου το 2004 μετρήθηκαν περισσότερα από 500 ενήλικα πουλιά, αλλά η επιτυχία αναπαραγωγής τους ήταν ανησυχητικά χαμηλή. Επίσης, το Δέλτα του Βόλγα είναι μία από τις μεγάλες ευρωπαϊκές περιοχές αναπαραγωγής της αβοκέτας.
Η αβοκέτα είναι ένα από τα πλέον αναγνωρίσιμα παρυδάτια πτηνά και, με το χαρακτηριστικό ασπρόμαυρο πτέρωμα και το ράμφος της, δύσκολα συγχέεται με άλλο είδος (indistinguishable).
Τα ενήλικα αλλά και τα νεαρά πουλιά που, ήδη έχουν αποκτήσει το πτέρωμά τους, έχουν πολύ όμορφη χαρακτηριστική «ενδυμασία», στην οποία δεσπόζει η αντίθεση μεταξύ χιονόλευκου και μαύρου χρώματος. Η κορυφή του κεφαλιού, ο τράχηλος, τα εξωτερικά φτερά της ωμοπλάτης, τμήμα της άνω επιφανείας των πτερύγων και το τελευταίο τριτημόριό τους, είναι μαύρα, με όλα τα υπόλοιπα μέρη πλην των ταρσών και του ράμφους, να είναι λευκού χρώματος. Το σκουρόγκριζο ράμφος είναι εξαιρετικά ιδιαίτερο, έχει μήκος άνω των 7 εκατοστών, είναι πολύ λεπτό –ιδιαίτερα στην άκρη του- και, είναι έντονα κυρτωμένο προς τα πάνω. Οι ταρσοί, είναι κομψοί, λεπτεπίλεπτοι και έχουν χρώμα μολυβί με κάποια υποκύανη απόχρωση. Τα πόδια έχουν 4 δακτύλους, με τον τέταρτο να είναι υπολειμματικός στο πίσω μέρος του ποδιού, ενώ οι 3 μπροστινοί συνδέονται με νηκτική μεμβράνη.
Τα φύλα μοιάζουν αρκετά, αλλά τα θηλυκά έχουν κοντύτερο -ωστόσο πιο κυρτωμένο- ράμφος, ενώ κάποιες φορές, δείχνουν πιο ανοικτό τόνο στο χρώμα της βάσης του ράμφους και, κάποιο λευκόχρωμο δακτύλιο γύρω από τον οφθαλμό.
Τα νεαρά πουλιά, που δεν έχουν ακόμη αποκτήσει το τελικό τους πτέρωμα, έχουν σκούρο «σάπιο-μήλο» -όχι μαύρο- χρωματισμό στα φτερά της ωμοπλάτης (scapulars).
Περισσότερα για την αβοκέτα μπορείς να βρεις ΕΔΩ
Πηγή Εικόνας: pexels-asphotograpy