Featured

Η πανδημία άλλαξε τον παγκόσμιο χάρτη ευτυχίας

Οι ηλικιωμένοι έγιναν πιο χαρούμενοι ενώ οι νεότεροι πιο δυστυχισμένοι

Parallaxi
η-πανδημία-άλλαξε-τον-παγκόσμιο-χάρτη-738845
Parallaxi

Οι πολιτικοί και οι δημόσιοι αξιωματούχοι αναφέρονται καθημερινά στις επιπτώσεις του COVID-19 στη δημόσια υγεία και στην οικονομία. Οι πολίτες εκλαμβάνουν συχνά αυτές τις αναφορές ως αόριστες, καθώς τους απασχολεί πολύ και η ίδια η διάθεσή τους. Η αίσθηση του άγχους και της θλίψης, πώς θα καταφέρουν να είναι χαρούμενοι και αισιόδοξοι.

Με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Ευτυχίας στις 20 Μαρτίου, ερευνητές που συνδέονται με το Δίκτυο για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη των Ηνωμένων Εθνών, επιχείρησαν να εντοπίσουν αυτά τα συναισθήματα και να εξετάσουν πώς έχουν διαμορφωθεί από την πανδημία. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, τα ευρήματά τους δείχνουν πως δεν έχουν μεταβληθεί τα ποσοστά ευτυχίας στην εποχή COVID, και μάλιστα έχουν αυξηθεί στις μεγαλύτερες ηλικίες.

Το Ινστιτούτο Gallup, κάνει τις ίδιες ερωτήσεις σε πολλές χώρες. Προτρέπει για παράδειγμα το κοινό να φανταστεί μια σκάλα, με σκαλοπάτια αριθμημένα από το 1 έως το 10. Το πάνω σκαλοπάτι αντιπροσωπεύει την καλύτερη ζωή που θα μπορούσε να έχει κάποιος και το κάτω, τη χειρότερη. Η ερώτηση είναι: Σε ποιο σκαλί βρίσκεσαι τώρα;

Οι απαντήσεις των πολιτών σε αυτήν την ερώτηση, γνωστή ως σκάλα Cantril, υποδηλώνουν ότι ο κόσμος ήταν το ίδιο χαρούμενος μέσα στη δίνη της πανδημίας όσο ήταν και πριν από το χτύπημα του κοροναϊού. Ο μέσος όρος βαθμολογίας σε 95 χώρες, μη σταθμισμένος ως προς τον πληθυσμό, αυξήθηκε ελάχιστα από 5,81 μεταξύ 2017-2019 σε 5,85 το 2020. Ωστόσο, το μοτίβο μίας ικανοποιητικής ζωής έχει αλλάξει, όπως και η ηλικιακή κατανομή. Η πανδημία έχει κάνει τους ηλικιωμένους πιο χαρούμενους.

Παρόλο που ο Covid-19 απειλεί τους ηλικιωμένους πολύ περισσότερο από τους νέους, με τον κίνδυνο θανάτου να διπλασιάζεται για κάθε οκτώ χρόνια ζωής, οι ηλικιωμένοι δηλώνουν πιο χαρούμενοι. Σε παγκόσμιο επίπεδο, μεταξύ 2017-19 και 2020 η ευτυχία ενισχύθηκε κατά 0,22 βαθμούς στη σκάλα του Cantril μεταξύ ατόμων άνω των 60 ετών.

Στη Βρετανία, μια χώρα με εξαιρετικά δεδομένα ευτυχίας, όλοι είναι πιο “πεσμένοι”, κάποιοι λίγο περισσότερο από άλλους. Εκεί, καθώς και σε άλλες εύπορες χώρες, το ηλικιακό προφίλ της ευτυχίας πριν από την πανδημία είχε σχήμα U . Ο κόσμος ξεκίνησε την ενήλικη ζωή του σε μια χαρούμενη κατάσταση. Στη συνέχεια έγινε μίζερη κατά τη μέση ηλικία, ενώ στην τρίτη ηλικία άρχισαν να γίνονται και πάλι πιο χαρούμενοι. Όσοι όμως έφτασαν σε μια πολύ προχωρημένη ηλικία, βρέθηκαν πάλι πίσω στη μελαγχολία.

Σήμερα το μοτίβο έχει μια ανοδική κλίση. Οι νέοι είναι λιγότερο ικανοποιημένοι από τους μεσήλικες, οι οποίοι είναι λιγότερο ικανοποιημένοι από τους ηλικιωμένους. Αυτό μπορεί να αποδοθεί στο πρόγραμμα εμβολιασμού της Βρετανίας, το οποίο στοχεύει πρώτα τους ηλικιωμένους, παρόλο που το μοτίβο είχε δείξει να αλλάζει και πριν από τους εμβολιασμούς.

Η δυνατότητα βιντεοκλήσεων επέτρεψε σε πολλούς ηλικιωμένους να παραμείνουν σε επαφή με τις οικογένειές τους – μερικές φορές πιο συχνά από ό,τι πριν από την πανδημία. Σε χώρες που μπήκαν σε καραντίνα, είχαν τη χαρά να αναγνωρίσουν ότι η κοινωνία έκανε θυσίες για να τους προστατεύσει. Και όπως επισημαίνει ο John Helliwell, οικονομολόγος στο University of British Columbia, ο οποίος έγραψε μέρος της έκθεσης World Happiness Report, οι μεγαλύτεροι άνθρωποι αισθάνονται πιο υγιείς. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το 36% των ανδρών άνω των 60 ετών δήλωσαν ότι είχαν πρόβλημα υγείας πέρυσι, από 46% κατά μέσο όρο τα τρία προηγούμενα χρόνια, ενώ για τις γυναίκες , το αντίστοιχο ποσοστό έπεσε από 51% σε 42%. Οι ηλικιωμένοι ίσως τελικά να μην είναι στην πραγματικότητα πιο υγιείς. Απλά, ο covid-19 άλλαξε το κριτήριο. Αισθάνονται πιο υγιείς επειδή έχουν αποφύγει μια ασθένεια που θα μπορούσε να τους σκοτώσει.

Εν τω μεταξύ, οι νέοι είχαν μια σκληρή χρονιά. Πολλοί έχασαν τις δουλειές τους – στην Αμερική το ποσοστό ανεργίας για άτομα ηλικίας 20 έως 24 ετών αυξήθηκε από 6,3% το Φεβρουάριο του 2020 σε 25,6% δύο μήνες αργότερα (μειώθηκε στο 9,6% τον προηγούμενο μήνα). Σε ορισμένες πλούσιες χώρες, οι νέες γυναίκες είχαν έναν ιδιαίτερα δύσκολο χρόνο. Συχνά εργάζονται σε τομείς, όπως η φιλοξενία, οι οποίοι έχουν πληγεί, ενώ με το κλείσιμο των σχολείων, πέφτει επάνω τους και όλη η φροντίδα των παιδιών.

Συνήθιζαν επίσης να έχουν πλούσια κοινωνική ζωή, κάτι το οποίο κάνει την πανδημία ακόμη πιο δύσκολη. “Οι άνθρωποι που έχουν συνηθίσει να βλέπουν πολλούς φίλους πραγματικά υπέφεραν – κυρίως οι γυναίκες και τα νεότερα άτομα», αναφέρει η Xiaowei Xu του Institute for Fiscal Studies.

Ορισμένες χώρες τα έχουν καταφέρει καλύτερα. Ενώ στη Βρετανία η ευτυχία του κόσμου υποχώρησε το 2020, η Γερμανία ανέβηκε από 15η στην 7η θέση της λίστας με τις πιο ευτυχισμένες χώρες στον κόσμο. Η Βρετανία υπέμεινε μακρά lockdown και δείκτη θνησιμότητας 190 ανά 100.000 άτομα από την έναρξη της πανδημίας, όταν ο αντίστοιχος δείκτης της Γερμανίας είναι μόλις 77 ανά 100.000.

Γενικότερα, οι χώρες που ήταν στην κορυφή του χάρτη ευτυχίας πριν από την πανδημία παραμένουν εκεί. Οι τρεις χώρες με την υψηλότερη κατάταξη το 2020 –η Φινλανδία, η Ισλανδία και η Δανία– ήταν μεταξύ των τεσσάρων κορυφαίων το 2017-19. Και οι τρεις έχουν αντιμετωπίσει ικανοποιητικά την πανδημία και έχουν δείκτη θνησιμότητας κάτω από 21 ανά 100.000. Η Ισλανδία έχει αρνητικό ποσοστό, κάτι στο οποίο συμβάλει το οτι είναι ένα απομακρυσμένο νησί.

Η πιο ενδιαφέρουσα πρόταση στην Παγκόσμια Έκθεση Ευτυχίας είναι ότι κάποιες συσχετίσεις μεταξύ covid-19 και ευτυχίας λειτουργούν αμφίδρομα. Οι συγγραφείς δεν υποδηλώνουν ότι η ευτυχία βοηθά τις χώρες να αντισταθούν στον covid-19. Αντιθέτως, υποστηρίζουν ότι αυτό που διατηρεί την εθνική ευτυχία κάνει επίσης τα μέρη αυτά πιο ικανά στην αντιμετώπιση των πανδημιών. Κι αυτό είναι η εμπιστοσύνη. Οι δημοσκοπήσεις του Gallup δείχνουν ότι πολλά από τα μέρη που αντιμετώπισαν καλύτερα το covid-19, όπως οι σκανδιναβικές χώρες και η Νέα Ζηλανδία, έχουν ευρεία πίστη στους θεσμούς και στους ξένους. Η πλειοψηφία των κατοίκων τους πιστεύουν ότι ένας γείτονας θα επέστρεφε ένα πορτοφόλι αν το έβρισκε.

Κάποιες χώρες δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν το covid-19 για πολλούς προφανείς λόγους. Ορισμένες είναι φτωχές, άλλες δεν έχουν καλή καθοδήγηση, δεν έχουν πρόσφατη εμπειρία με ασθένειες όπως αυτή ή δεν μπορούν να αστυνομεύσουν τα σύνορά τους. Ωστόσο ο Jeffrey Sachs, οικονομολόγος στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια, προτείνει έναν άλλο λόγο: πολιτικοί και αξιωματούχοι σε πολλές εύπορες χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής αποφάσισαν ότι δεν μπορούσαν να ζητήσουν πάρα πολλά από το κοινό. Ο συνδυασμός του ατομικισμού και της λιγότερο σταθερής θεσμικής εμπιστοσύνης σήμαινε ότι ένιωθαν ανίκανοι να επιμείνουν σε καραντίνες ή στη χρήση μάσκας, έως ότου η κατάσταση γίνει απελπιστική.

Εάν αυτό ισχύει, τότε μπορεί να εξηγήσει την πτώση της ευτυχίας της Λατινικής Αμερικής και την αυξανόμενη ευτυχία της Ανατολικής Ασίας. Η Αργεντινή, η Βραζιλία, η Κολομβία και το Μεξικό έγιναν λιγότερο ευτυχείς το 2020. Η Κίνα, η Ιαπωνία και η Ταϊβάν έγιναν περισσότερο. Είναι σαν οι χώρες της Λατινικής Αμερικής να είχαν ένα λάθος είδος ευτυχίας πριν από το 2020, λέει ο κ. Helliwell – μια ευτυχία που βασίζεται στις στενές κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων, και όχι στα υψηλά επίπεδα κοινωνικής εμπιστοσύνης.

Η διάχυτη έλλειψη εμπιστοσύνης έκανε δυσκολότερο για τις χώρες της Λατινικής Αμερικής να αντιμετωπίσουν τον covid-19 με έναν ολοκληρωμένο τρόπο. Οι άνθρωποι μπορούν και διατηρούν την απόσταση μεταξύ τους, αλλά αυτό είναι συναισθηματικά δύσκολο σε χώρες όπου οι άνθρωποι είναι συνήθως τόσο κοινωνικοί. Οι Μεξικανοί στερήθηκαν τα χαλαρά γεύματα της Παρασκευής και τις οικογενειακές συγκεντρώσεις της Κυριακής (αν και μερικοί συνεχίζουν ούτως ή άλλως).

Η Αμερική δεν ανταποκρίθηκε επαρκώς στον covid-19 και το πλήρωσε με μεγάλο αριθμό θανάτων. Ωστόσο, η δημοσκόπηση Gallup ανιχνεύει μια μικρή αύξηση στο επίπεδο ευτυχίας των Αμερικανών το 2020. Μια έρευνα από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας δείχνει ότι το άγχος και το ψυχικο στρες αυξήθηκαν στην Αμερική τον περασμένο Μάρτιο και Απρίλιο, αλλά μετά υποχώρησαν. Τα δύο “κύματα” της πανδημιας που ακολούθησαν φάνηκαν να μην τους επηρέασαν περισσότερο.

Πηγή: Economist

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα