Το αμερικανικό πρόβλημα της δημοσιογραφίας

Η δουλειά ενός δημοσιογράφου σήμερα είναι να ανακοινώσει κάτι που δεν μπορεί ακόμη να γνωρίζει σε κοινό που είναι πεπεισμένο οτι το γνωρίζει ήδη. 

Parallaxi
το-αμερικανικό-πρόβλημα-της-δημοσιογ-759034
Parallaxi

Το επάγγελμα του δημοσιογράφου ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερα αγχωτικό καθώς πρέπει να τηρεί αυστηρές  προθεσμίες και μέσα σε λίγες ώρες να παραδώσει το κείμενό του αφού έχει προσπαθήσει να απλοποιήσει όσο μπορεί το οποιοδήποτε επίμαχο θέμα. Εως τώρα οι πηγές έρχονται από δύο κατευθύνσεις: από τους αξιωματούχους που γνωρίζουν τα πράγματα, αλλά θέλουν ανταλλάγματα, και τους απλούς πολίτες που συναντούν στον δρόμο, που σπάνια γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται. Η σύγχρονη δημοσιογραφία προσθέτει και μια τρίτη πηγή: έναν online καταιγισμό από video, και σχόλια με ακούσιες συνέπειες.

Υπάρχει πλέον μεγάλο δίλημμα ως το ποιον μπορεί κανείς να εμπιστευθεί, μετά από μία σειρά υποθέσεων: τη δολοφονία του George Floyd, το θάνατο του αξιωματικού Brian Sicknick, στην υπόθεση του πυροβολισμού του Ma’Khia Bryant – στην οποία οι πρώτοι ισχυρισμοί ήταν λανθασμένοι. Η εύκολη απάντηση είναι: Σταματήστε να πιστεύετε στις αρχές. Όμως κι αυτοί που μιλούν εκ μέρους των θυμάτων δεν είναι πάντοτε ακριβείς.

Από μια άποψη, η ιστορία των ειδήσεων είναι απλώς μια ιστορία για το ποιος δήλωσε κάτι και γιατί. Από αυτή την οπτική, η δημοσιογραφία είναι μια έκφραση δύναμης – “ποιος ορίζει την αφήγηση”. Αλλά η δημοσιογραφία καθοδηγείται επίσης από αρχές. Η επιδίωξη της αντικειμενικότητας είχε κυριαρχήσει για δεκαετίες, μέχρι να “καταρρεύσει” τελικά κάτω από το συντονισμένο bullying των κοινωνικών μέσων και του Donald Trump.

Καθώς η αμερικανική δημοσιογραφία ”παραπαίει”, αποπροσανατολισμένη από αντικρουόμενους ισχυρισμούς και αβέβαιη ως προς το ποια είναι τα ιδανικά της, η κεντρική διένεξη είναι η εξής: Τελικά οι ειδήσεις πρέπει να περιγράφουν τον κόσμο; Ή να  προσπαθούν να τον διορθώσουν;

Η δημοσιογραφική μου καριέρα ξεκίνησε στα τέλη της δεκαετίας του 90 στο Associated Press, του οποίου η αποστολή ήταν να παράγει άρθρα που κατά κάποιο τρόπο εξέφραζαν ολόκληρη τη χώρα. To AP , και ο τύπος γενικότερα, πάντα αγωνιζόταν να αντιμετωπίζει τις πηγές ισότιμα, ωστόσο, παρά τις καλύτερες προθέσεις του, μερικές φορές έδινε βαρύτητα στις δηλώσεις των “ισχυρών” και παραγκώνιζε τους αδύναμους. Εν μέρει, αυτό είναι πρακτικό. Όσοι έχουν την εξουσία ξέρουν πολλά, ορίζουν την πολιτική και έχουν γραφεία τύπου. Δημιουργείται έτσι ο εξής ηθικός κίνδυνος: Τους χρειαζόμαστε.

Η εμπιστοσύνη στην εκδοχή των αρχών αποτέλεσε πρόβλημα μετά την 11η Σεπτεμβρίου, όταν πολλά αμερικανικά μέσα ενημέρωσης αποδέχτηκαν τους ψευδείς ισχυρισμούς της κυβέρνησης Μπους για τα ιρακινά όπλα μαζικής καταστροφής. Κατά την επόμενη Ρεπουμπλικανική κυβέρνηση, οι δημοσιογράφοι είχαν να αντιμετωπίσουν ένα πιο οξύ πρόβλημα: Τι να κάνουν όταν αυτός με τις πυρηνικές βόμβες είναι ένας κατά συρροή ψεύτης;

Αντί να είναι αμερόληπτα, πολλά από τα αριστερά Αμερικανικά ΜΜΕ πήραν θέση, που δεν ισοδυναμούσε όμως με σκεπτικισμό απέναντι στην εξουσία, αλλά με έναν επί μέρους σκεπτικισμό που βασίζεται στην πολιτική. Ο σεβασμός προς τον Λευκό Οίκο έγινε σεβασμός προς τις προοδευτικές φωνές.

Αν πρέπει να επιλέξουμε μεταξύ δικαιοσύνης και αλήθειας, επιλέγουμε και τα δύο. Έτσι, οι προοδευτικοί δημοσιογράφοι που επιδιώκουν τελευταία την ηθική σαφήνεια επιμένουν ότι έτσι πετυχαίνουν και μεγαλύτερη ακρίβεια, ενώ δημοσιογράφοι που εξακολουθούν να επιδιώκουν την αντικειμενικότητα λένε ότι η προσέγγισή τους είναι πιο πιθανό να φέρει δικαιοσύνη.

Τον 18ο αιώνα, ο φιλόσοφος David Hume περιέγραψε το πρόβλημα “Is-ought ” (δηλ. το πρόβλημα μεταξύ του “είναι” και του “οφείλειν“) θέλοντας να διακρίνει τα γεγονότα από τις αξίες. Από τη μια φαίνεται να έχουμε γνώσεις για γεγονότα, δηλαδή για το τι ουδέτερα παρατηρούμε να είναι (τι υπάρχει, τι συμβαίνει), και από την άλλη πεποιθήσεις για το τι θα έπρεπε να είναι ή τι θα όφειλε να είναι (να συμβαίνει κλπ). Ο ίδιος ισχυριζόταν οτι οι δηλώσεις πραγματικών στοιχείων είναι μια διαφορετική κατηγορία από τις δηλώσεις περί ηθικής, οπότε δεν μπορεί κάποιος να αναφέρεται σε κάτι για το πως θα έπρεπε να είναι βασιζόμενος αποκλειστικά σε δηλώσεις για το τι είναι. Ο πολιτισμός μας φοβάται το αντίθετο, ότι αυτό που θα έπρεπε να είναι “υπονομεύεται” από αυτό που είναι. Ως εκ τούτου, η Fox News υποτίμησαν τη δολοφονία άοπλων ιρακινών πολιτών επειδή οι Αμερικανοί βετεράνοι διέπραξαν το έγκλημα και οι επικριτές της αστυνομικής βίας απέτυχαν να σημειώσουν ότι, όταν ένας αξιωματικός πυροβόλησε τον 16χρονο Ma’Khia Bryant, φάνηκε οτι προσπαθεί να μαχαιρώσει μια άλλη νεαρή γυναίκα.

Η ορθολογιστική στοχαστής Julia Galef παρουσιάζει ένα χρήσιμο πλαίσιο για την κατανόηση αυτής της επιστημονικής σύγκρουσης στο νέο της βιβλίο, The Scout Mindset: Why Some People See Things Clearly and Others Don’t. Οι άνθρωποι, αναφέρει, χρησιμοποιούν δύο τρόπους αξιολόγησης του κόσμου: κάποιοι τηρούν τη στάση των στρατιωτών (υπερασπίζουν αυτό που πιστεύουν) και άλλοι τη στάση των προσκόπων (ερευνούν τι υπάρχει εκεί έξω).

Η μεταφορά στρατιωτών / προσκόπων χαρτογραφείται τακτικά στις εικόνες των δελτίων ειδήσεων- ένας αγωνίζεται για μια δίκαιη κοινωνία και ένας δίνει προτεραιότητα στην αναζήτηση πληροφοριών και στοιχείων.  Η περιγραφή της Galef για τη στάση των προσκόπων μοιάζει με τον ρόλο που θα πρέπει να έχει η ίδια η δημοσιογραφία: “να μας βοηθήσει να δούμε τα πράγματα καθαρά, ώστε να μπορούμε να διορθώσουμε προβλήματα, να παρατηρήσουμε ευκαιρίες, να καταλάβουμε ποια ρίσκα αξίζει να πάρουμε , να αποφασίσουμε πώς θέλουμε να περάσουμε τη ζωή μας και, μερικές φορές, να κατανοήσουμε καλύτερα τον κόσμο στον οποίο ζούμε”.  Από την άλλη, η  στάση των στρατιωτών μοιάζει με τα κίνητρα των social media: “να μας βοηθήσουν να διατηρήσουμε πεποιθήσεις που ενισχύουν την αυτοεκτίμησή μας, να κρατήσουμε υψηλά το ηθικό μας, να πείσουμε άλλους ανθρώπους, να καλλιεργήσουμε μια ελκυστική εικόνα και να μπορέσουμε να ενταχθούμε στις κοινωνικές μας ομάδες”.

Οι στρατιώτες είναι απαραίτητοι. Κινητοποιούνται για αυτό που θεωρούν σωστό, μπορεί να αλλάξουν την κοινωνία προς το καλύτερο. Αλλά το να ξεκινήσουν με το οφείλειν για να καταλήξουν στο είναι, αποτελεί μια συνταγή για διαφθορά σε ολόκληρη την ιστορία, όπως αυτοί που αναζητούσαν μια καλύτερη κοινωνία πριν από 100 χρόνια και κατέληξαν σε Σοβιετικούς απαράτσικ.

Πάμε πίσω στον έντιμο δημοσιογράφο, που του έχει ανατεθεί να εξηγήσει μια συγκεχυμένη διαμάχη, η οποία δεν είναι πλήρως κατανοητή και καλύπτεται ήδη από ένα σωρό αντιφατικούς ισχυρισμούς. Μετά από χρόνια βιομηχανικής κατάρρευσης, με μαζικές απολύσεις και αδιάκοπη ζήτηση για περισσότερο περιεχόμενο, η δημοσιογραφία δεν είναι και η πιο φανταστική δουλειά. Ένα ανώτερο στέλεχος έχει τον χρόνο να παρακολουθήσει σεμινάρια σχετικά με την δεοντολογία των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Άλλοι δεν έχουν χώρο στο πρόγραμμά τους ούτε για μεσημεριανό γεύμα. Απλώς προσπαθούν να ανταπεξέλθουν, πιέζονται να αναπαράγουν ειδήσεις χωρίς χρόνο για να τις διασταυρώσουν οι ίδιοι, ανατρέχοντας  σε online δωρεάν πηγές.

Αυτή η καταθλιπτική πραγματικότητα δεν σημαίνει ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να σταματήσουν να κάνουν ρεπορτάζ. Σημαίνει να αναγνωρίσουμε ότι η δημοσιογραφία είναι μια ξεκληρισμένη βιομηχανία, κλονίζεται από την οικονομική παρακμή και από τη διασταύρωση πυρών του πολιτισμού. Οι ειδήσεις δεν αποτελούν πλέον συν-εξάρτηση μεταξύ αρχών και δημοσιογράφων. Είναι ένα τρίγωνο μίσους των αρχών, των δημιουργών περιεχομένου και του άμορφου κοινού στο Διαδίκτυο.

Αυτό απαιτεί μια νέα ηθική για την παραγωγή δημοσιογραφίας και για την ανάγνωσή της. Ακολουθούν μερικές ιδέες για να ξεκινήσουμε:

1. Μην είστε τόσο εύπιστοι. Οι δηλώσεις των ισχυρών πρέπει να αντιμετωπίζονται με σκεπτικισμό. Αλλά και οι ευάλωτοι δεν είναι απαραίτητα σωστοί. Να είστε προσεκτικοί όταν εμπιστεύεστε εκείνους των οποίων την πολιτική υποστηρίζετε.

2. Λάβετε υπόψη σας τις κριτικές των εχθρών σας. Η υπερβολική επίκριση για τη δουλειά των δημοσιογράφων είναι σκληρή και συχνά αποπροσανατολιστική . Μια αμυντική στάση είναι κατανοητή, αλλά η αμυντικότητα δυσφημίζει το έργο. Αναγνωρίστε τα λάθη ως μέρος ενός κατά τα άλλα ορθού project.

3. Τα παζλ χρειάζονται υπομονή. Από το σύστημα insta-news που προσφέρει το διαδίκτυο, πρέπει να περιμένουμε εσφαλμένες αναφορές. Αντισταθείτε στην παρόρμηση των κοινωνικών μέσων για να αντιστοιχίσετε το καλό ή το κακό σε κάθε νέο κομμάτι του παζλ.

Οι αξίες και τα πιστεύω μας κατά την εξέταση των αβέβαιων γεγονότων που συμβαίνουν φαίνεται τολμηρή. Δεν είναι. Αντίθετα, υποτάσσεται στα κίνητρα της οικονομίας πληροφοριών-επιρροής. Η αληθινή τόλμη και η καλύτερη δημοσιογραφία, αψηφά εύκολα κίνητρα. Αυτό σημαίνει ότι καταγράφετε πραγματικά γεγονότα παρά τον πιεστικό αρχισυντάκτη. Σημαίνει οτι δίνετε ευκαιρία να ακουστούν οι “κακοί”. Και αυτό σημαίνει διαρκείς επιθέσεις από ηθικολόγους του Twitter.

Ίσως να έχουν δίκιο για το πώς όφειλαν να είναι τα πράγματα. Αλλά πρώτα, πρέπει να καταλάβουμε πώς πραγματικά είναι.

*Από το άρθρο του συγγραφέα Tom Rachman στο Atlantic.com

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα