La Casa De Papel: Αποκωδικοποιώντας την σειρά φαινόμενο του Netflix!

Χωρίς να ακολουθούν spoilers, μερικοί λόγοι για τη τεράστια επιτυχία της σειράς.

Γιάννης Συκοβάρης
la-casa-de-papel-αποκωδικοποιώντας-την-σειρά-φαιν-741470
Γιάννης Συκοβάρης

Όταν η πρώτη σεζόν του “La Casa De Papel” έκανε πρεμιέρα στο ισπανικό κανάλι Antena 3, το 2017, κανένας δεν περίμενε τη παγκόσμια επιτυχία που επρόκειτο να ακολουθήσει. Αντίθετα, η σειρά είχε μία ομολογουμένως αποτυχημένη πορεία στο Ισπανικό δίκτυο και κόπηκε μετά από τη προβολή του τελευταίου επεισοδίου της πρώτης σεζόν, αφού το κανάλι είχε ήδη μειώσει τα επεισόδια που επρόκειτο να γυριστούν.

Αν και το πρώτο επεισόδιο σημείωσε τηλεθέαση 4,5 εκατομμυρίων, η οποία θεωρήθηκε μία από τις καλύτερες πρεμιέρες στην ισπανική τηλεόραση από το 2015, οι τηλεθεατές έχασαν σταδιακά το ενδιαφέρον τους και παρά τις θετικές κριτικές, το φινάλε της πρώτης σεζόν είχε λιγότερους από τους μισούς τηλεθεατές που παρακολούθησαν τη πρεμιέρα.

Οι δημιουργοί και το καστ των ηθοποιών της σειράς άρχισαν να αποδέχονται πως η αυτή δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί και παρά τις βλέψεις τους για περισσότερα επεισόδια, άρχισαν να ψάχνουν καινούργιες τηλεοπτικές στέγες και πρότζεκτ. Όλα, όμως, άλλαξαν στο τέλος 2017, όταν το Netflix ανακάλυψε τη σειρά κι αποφάσισε να τη προσθέσει στη λίστα σειρών και ταινιών που χρειαζόταν, για να συμπληρώσει απλά το πρόγραμμα του.

Χωρίς να έχει διευκρινιστεί ποτέ αν είναι αλήθεια ή υπερβολή, ο Andy Harries της εταιρείας “Left Bank Pictures”, δήλωσε το 2020 πως «το Netflix αγόρασε τη σειρά, στη κυριολεξία, έναντι 2 δολαρίων από τον ισπανικό σταθμό Antena 3». Με μηδενική προώθηση και μοιράζοντας το πρώτο υλικό της σειρά σε δύο ξεχωριστές σεζόν, με επεισόδια μικρότερης διάρκειας, το Netflix έκανε διαθέσιμη τη σειρά στους συνδρομητές του, χωρίς ιδιαίτερες προσδοκίες.

Μέσα σε μόλις δύο εβδομάδες, οι χρήστες της πλατφόρμας, άρχισαν να ανακαλύπτουν και να βλέπουν τη σειρά. Μετά από τέσσερις μήνες, το “La Casa De Papel” ήταν ήδη ένα παγκόσμιο φαινόμενο. Σύμφωνα με το ντοκιμαντέρ που δημιουργήθηκε για τη σειρά, το “La Casa De Papel”  είναι το πιο επιτυχημένο πρόγραμμα του Netflix στη Γαλλία, την Ιταλία, την Αργεντινή, τη Χιλή, τη Βραζιλία και τη Πορτογαλία, ενώ η σειρά έχει επίσης σημαντικό κοινό στη Βόρεια Αφρική, τη Μέση Ανατολή και τη Τουρκία.

Η τρίτη σεζόν της σειράς δεν άργησε να ακολουθήσει, ένα χρόνο αργότερα. Το Netflix πήρε την απόφαση, να μην επέμβει καλλιτεχνικά στη δημιουργία της σειράς κι έτσι έδωσε στο δημιουργό της, Alex Pina, και την ομάδα του, απόλυτη ελευθερία. Παράλληλα, μεγάλωσε κατά πολύ τον προϋπολογισμό της σειράς, κάνοντας τη τέταρτη σεζόν του “La Casa De Papel”, τη πιο ακριβή σεζόν ανά επεισόδιο, που έχει δημιουργηθεί ποτέ στην Ισπανία. Αυτό έδωσε τη δύναμη στους δημιουργούς της σειράς να επεκτείνουν τη παραγωγή κι εκτός της χώρας, κάτι που δεν ήταν δυνατό κατά τη παραγωγή των πρώτων επεισοδίων.

Σαν αποτέλεσμα, 34 εκατομμύρια συνδρομητές συντονίστηκαν με τον τρίτο κύκλο της σειράς, μονάχα τη πρώτη εβδομάδα προβολής του. Η τρίτη σεζόν του “La Casa De Papel”, μάλιστα, κατάφερε να εκθρονίσει τη σειρά “Stranger Things”, ομολογουμένως το πιο επιτυχημένο προϊόν του Netflix, από τη πρώτη θέση, τη πρώτη εβδομάδα προβολής της, το καλοκαίρι του 2019. Μέχρι σήμερα, πάνω από 167 εκατομμύρια συνδρομητές της πλατφόρμας, έχουν παρακολουθήσει τη σειρά, σε παραπάνω από 190 χώρες.

Το αποτύπωμα του “La Casa De Papel” όμως, είναι τεράστιο και σε ένα κοινωνικό επίπεδο. Οι υποστηρικτές της σειράς, σύμφωνα με το δημιουργό της, κάνουν μαζικά τατουάζ με τους πρωταγωνιστές, ενώ οι μάσκες και οι κόκκινες ενδυμασίες της συμμορίας, συναγωνίζονται αυτές του “The Handmaid’s Tale”, ως τα πιο αναγνωρίσιμα τηλεοπτικά κοστούμια των τελευταίων χρόνων. Παράλληλα, στην Αργεντινή, όπου η σειρά είναι ιδιαίτερα αγαπητή, θαυμαστές δίνουν ονόματα των πρωταγωνιστών στα νεογέννητα μωρά τους.

Αυτή η επιτυχία, που προέκυψε κατά βάση από τα άτομα που άρχισαν να βλέπουν τη σειρά, μεταφράστηκε αργότερα σε μία τεράστια αναπαραγωγή από τα μέσα ενημέρωσης και το διαδίκτυο, μέσα από άρθρα, memes και merchandise. Η αναγνώριση αυτή εξαργυρώθηκε και από τη πλευρά των κριτικών, καθώς το “La Casa De Papel”, ήταν υποψήφιο για βραβείο καλύτερου σεναρίου, παραγωγής και σκηνοθεσίας, ενώ κατάφερε να αποσπάσει τρία βραβεία σε κατηγορίες υποκριτικής και καλύτερης σειράς, στα 46α International Emmy Awards – τα οποία είναι ξεχωριστά τα αντίστοιχα βραβεία που δίνονται στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι προηγούμενες σειρές του δημιουργού του “La Casa De Papel”, όπως η γυναικεία δραματική σειρά “Locked Up”, μαζί με το εφηβικό θρίλερ “Elite” και τη σειρά εποχής “Higg Seas”, είναι μέρος ενός κύματος ισπανικών σειρών, που έχουν δημιουργήσει μεγάλή διεθνή επιτυχία τα τελευταία χρόνια, όλες, ως ένα μεγάλο βαθμό, χάρης στο Netflix. Παρόλα αυτά, η επιτυχία της σειράς, ξεπερνά κατά πολύ, τη συγκεκριμένη τάση.

Σύμφωνα με τον τηλεοπτικό Professor, Alvaro Morte, «η σειρά είναι ένα καθαρόαιμο rock n’ roll. Με το που δεις το πρώτο επεισόδιο, χάνεσαι στον κόσμο της». «Είναι επίσης μία διαφορετική συνθήκη, για το κοινό που δεν κατάγεται από την Ισπανία ή τη Λατινική Αμερική», τονίζει η ηθοποιός που ενσαρκώνει το ρόλο της Τόκιο, Ursula Corbero.«Υπάρχει μία σημαντική πολιτισμική διαφορά, στον τρόπο που εκφράζουμε τους εαυτούς και τα συναισθήματά μας κι αυτό αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες της επιτυχίας της σειράς», προσθέτει ο δημιουργός της. «Στο “La Casa De Papel” έννοιες όπως το συναίσθημα, η αδελφοσύνη και η αγάπη, παίζουν ισάξιο ρόλο με τη πλοκή».

Παράλληλα, όπως αναφέρει η συντάκτρια της Guardian, Ellen E. Jones, το “La Casa De Papel” διαφοροποιείται αρκετά από τις αντίστοιχες βρετανικές σειρές του είδους, που είναι πιο επιστημονικές και περιορισμένες, καθώς και από τις σκοτεινές σειρές μυστηρίου από τη Σκανδιναβία. Το βασικό χαρακτηριστικό όμως, σύμφωνα με την αναλύτρια, που έκανε τη σειρά να εκτοξευθεί, είναι οι ιδεολογικές και πολιτικές προεκτάσεις που φέρει, που έχουν τις ρίζες τους στην Ισπανική λογοτεχνία και τον Δον Κιχώτη, όπου το να εναντιώνεσαι στο σύστημα είναι τόσο αφελές, όσο και ιδεαλιστικό.

«Οι βασικοί χαρακτήρες της σειράς», όπως αναφέρει το firstpost.com, «δεν παρουσιάζονται ως κακοποιοί αλλά ως σύγχρονοι Ρομπέν των Δασών, που επαναστατούν ενάντια στη κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα που τους απογοήτευσε και εγκατέλειψε. Βλέποντας το παρελθόν των ηρώων, μέσα από flashbacks, αναδεικνύονται οι πραγματικοί λόγοι που τους οδήγησαν σε αυτή τη κατάσταση. Γίνονται έτσι, αγαπητές φιγούρες, τις οποίες το κοινό υποστηρίζει και τάσσεται με το μέρος τους. Σε μία κοινωνία λοιπόν, που τα προηγούμενα χρόνια χτυπήθηκε απανωτά από την οικονομική κατάρρευση του 2008, το “La Casa De Papel”, αναδεικνύεται σε ένα παραμύθι αντίστασης και εναντίωσης στο πολιτικό και οικονομικό σύστημα, στις κυβερνήσεις και τις τράπεζες που έχουν επανειλημμένα γυρίσει τη πλάτη στους πολίτες των χαμηλότερων τάξεων».

Η πολιτική διάσταση της σειράς, ενδυναμώνεται και από το τραγούδι “Bella Ciao”, το οποίο ακούστηκε για πρώτη φορά στη πρώτη σεζόν της σειράς κι από τότε έχει μετατραπεί σε ύμνο της. Το τραγούδι έχει ξεκάθαρη πολιτική χροιά, καθώς χρησιμοποιούνταν από το Ιταλικό Αντιφασιστικό Κίνημα, σε διαδηλώσεις ενάντια στους Ναζί, τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ανατροφοδοτημένο μέσα από το “La Casa De Papel” λοιπόν, το “Bella Ciao” έγινε και πάλι μέσο αντίστασης σε δεκάδες διαδηλώσεις ανά τον κόσμο, στις οποίες χρησιμοποιούνται κατά κόρον και οι κόκκινες στολές, με τις μάσκες του Σαλβαντόρ Νταλί, της σειράς.

Όπως θυμάται με δάκρυα στα μάτια, ο πρωταγωνιστής της σειράς Alvaro Morte, όταν έβλεπε ειδήσεις ένα βράδυ, ένα καράβι με μετανάστες προσπαθούσε να προσεγγίσει την ισπανική ακτή. Όταν όλοι οι άνθρωποι που επέβαιναν στο μικρό πλοίο σώθηκαν και μεταφέρθηκαν στη στεριά, άρχισαν να τραγουδούν το τραγούδι της σειράς “Bella Ciao”. Ο δημιουργός της σειράς φαίνεται να αγκαλιάζει τη πολιτική διάσταση που έχει πάρει το “La Casa De Papel” κι έρχεται να προσθέσει πως «το είδος της περιπέτειας συνήθως χαρακτηριζόταν ως ρηχό και επιφανειακό και οι κοινωνικές ταινίες ως βαρετές. Εμείς σκεφτήκαμε να συνδυάσουμε τα δύο είδη, χωρίς να αναιρεί το ένα το άλλο».

Τέλος, κατασκευαστικά, το “La Casa De Papel” συνδυάζει πολλά από τα χαρακτηριστικά του είδους, που έχουν γίνει γνωστά από προγενέστερες σειρές και ταινίες σε συνδυασμό με καταιγιστικό ρυθμό, καλογραμμένο σενάριο και προσεγμένη παραγωγή, με ανατροπές σχεδόν στο τέλος κάθε επεισοδίου. Οι πρωταγωνιστές συμπληρώνουν ο ένας τον άλλο, τόσο σε επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων, όσο και σε επίπεδο χαρακτήρων και συμπεριφορών. Το ρομάντζο, το μελόδραμα και πολλές δράσεις ηρωισμού και αυτοθυσίας, δεν λείπουν από τη πλοκή.

Αξίζει πάντως να σημειωθεί ότι σε αντίθεση με περισσότερες σύγχρονες σειρές, το σενάριο του “La Casa De Papel”, γράφεται σχεδόν παράλληλα με την κινηματογράφηση του. Δεν υπάρχει κανένας, μεταξύ των σεναριογράφων, που να ξέρει ακριβώς προς τα που κατευθύνεται η ιστορία. Η λογική πίσω από αυτή την απόφαση, είναι ότι σεναριογράφοι μπορούν να κατανοήσουν καλύτερα τι θα χρειαστεί ιστορία, βασισμένοι στα αποτελέσματα που βλέπουν κατά την κινηματογράφηση. Ο σεναριογράφος και παραγωγός της σειράς,  Javier Gómez Santander, περιγράφει την διαδικασία «σαν μία προσπάθεια να κρατήσεις το αυτί σου στο έδαφος, για να αισθανθείς από πού έρχεται το τρένο. Όσο πιο κοντά είναι το τρένο, τόσες περισσότερες πληροφορίες έχεις».

Η πέμπτη και τελευταία σεζόν του “La Casa De Papel” καταφτάνει στο Netflix το Σεπτέμβριο. Έχετε αρκετό χρόνο λοιπόν, για να παρακολουθήσετε όσα επεισόδια έχουν προηγηθεί και να ετοιμαστείτε για το επικό φινάλε της σειράς.

Πηγές: theguardian.com, firstpost.com, telegraphstar.com.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα