Μάνα, Μητέρα, Μαμά – Ιστορίες Γυναικών
Χαρές, λύπες και αγωνίες από γυναίκες που έζησαν την μητρότητα και μοιράζονται μαζί μας όλους τους λόγους που σήμερα αξίζουν να γιορτάζουν
Θα πουν πολλοί πως οι γιορτές αυτές είναι κατασκεύασμα διαφημιστών και ενός παγκόσμιου μάρκετινγκ για να πουλήσουν γλυκά και λουλούδια.
Άλλοι, θα πουν πως δεν έχεις ανάγκη καμία μέρα για να εκφράσεις αυτό που νιώθεις, όταν μπορείς να το κάνεις κάθε μέρα ή όποια θέλεις εσύ.
Όπου κι αν βρίσκεται μία αλήθεια, μεγαλύτερη δεν μπορεί να είναι από την αλήθεια που κρύβει ένα χάδι, ένα “ζακέτα να πάρεις’ ή ένα “φάε όλο το φαγητό σου”.
Από την αλήθεια που κρύβει η αγάπη μίας μάνας, σε μία μέρα που αντί να μιλάμε για το πόσο ίδια θα μπορούσε να είναι με όλες τις άλλες, ας το αντιστρέψουμε και ας πούμε πως είναι άλλη μία ξεχωριστή στις τόσες που ζούμε δίπλα σε αυτή τη γυναίκα σε όλη τη ζωή μας.
Η γιορτή της μητέρας ή ημέρα της μητέρας, είναι γιορτή προς τιμήν της μητρότητας. Στην Ελλάδα και σε πολλές άλλες χώρες, γιορτάζεται την δεύτερη Κυριακή του μήνα Μάη.
Καθιερώθηκε τον 20ό αιώνα και προέρχεται από το αγγλικό και το αμερικανικό κίνημα των γυναικών. Η Αμερικανίδα Ανν Τζάρβις (Ann Maria Reeves Jarvis) διοργάνωσε για πρώτη φορά το 1865 ένα κίνημα με το όνομα Mothers Friendships Day και συναντήσεις με το όνομα Mothers Day Meetings, κατά τις οποίες οι μητέρες αντάλλασσαν απόψεις και εμπειρίες. Το 1870 η Τζούλια Γουόρντ Χάου (Julia Ward Howe) διοργάνωσε μια εκδήλωση φιλειρηνικής συγκέντρωσης μητέρων με το σλόγκαν peace and motherhood με σκοπό, τα παιδιά να μη στέλνονται στον πόλεμο.
Σήμερα, με αφορμή την γιορτή της μητέρας, γυναίκες που βιώνουν την μητρότητα, διαφορετικών ηλικιών και περιπτώσεων, μιλάνε στην Parallaxi και θυμούνται όλες εκείνες τις στιγμές που της κάνανε να μην μετανιώσουν ποτέ την απόφαση τους να γίνουν μητέρες.
ΝΑΤΑΛΙΑ ΜΟΥΓΚΡΑ | “Η ΑΠΟΡΙΑ ΤΗΣ, ΑΝ ΘΑ ΠΑΜΕ ΞΑΝΑ ΣΤΗΝ ΟΥΚΡΑΝΙΑ”
Την Ναταλία την γνώρισα στις εθελοντικές δράσεις για ανθρωπιστική βοήθεια που γίνονται όλο αυτό το διάστημα στη Θεσσαλονίκη, για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Είναι μία νέα γυναίκα που τις τελευταίες εβδομάδες δίνει τις δικές της “μάχες” για να βοηθήσει συμπατριώτες της που ζουν ακόμα στην Ουκρανία, στέλνοντας μαζί με άλλους εθελοντές κούτες με είδη πρώτης ανάγκης ή και Ουκρανούς που έχουν έρθει στην χώρα μας μετά την έναρξη του πολέμου. Η μητέρα της και άλλοι συγγενείς της παραμένουν εκεί, αφού δεν θέλανε να αφήσουν το σπίτι και τον τόπο τους. Αυτή έχει χρόνια που ζει στην Θεσσαλονίκη με τον Παναγιώτη, τον άντρα της και την 7 ετών κόρη της. Η συζήτηση μας, μοιραία ξεκινάει με εκείνη την πρώτη μέρα που έγινε γνωστή η εισβολή της Ρωσίας στην χώρα της.
“Ποτέ δεν είχα σκεφτεί ότι θα γίνει κάτι στη χώρα μου. Πιο πολύ φοβόμουν ότι μπορεί να γίνει κάτι εδώ στην Ελλάδα με την Τουρκία, παρά εκεί. Μάλιστα θυμάμαι ότι έλεγα στον Παναγιώτη ότι αν γίνει κάτι εδώ, θα το πάω το παιδί στην Ουκρανία στη μητέρα μου και θα γυρίσω για να είμαστε εδώ να πολεμήσουμε για το σπίτι μας, τη χώρα και το μέλλον μας. Αγαπάω την Ελλάδα. Πάντα λέω ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη πατρίδα μου, αλλά είμαι Ουκρανή. Προσπάθησα από την αρχή να δώσω στο παιδί μου δύο πατρίδες, δύο κουλτούρες, δύο γλώσσες.” αναφέρει η Ναταλία και συνεχίζει, με σπασμένη φωνή, να μου λέει για την πρώτη φορά που μίλησε στην κόρη της για τον πόλεμο. “Πηγαίναμε στην Ουκρανία κάθε χρόνο μέχρι πριν την καραντίνα. Η μικρή μιλάει ουκρανικά, διαβάζει, έχει παραδοσιακά ρούχα, την αγαπάει και την Ουκρανία. Θυμάμαι ήταν 23 Φεβρουαρίου, ξέραμε ότι θα γίνει κάτι στη χώρα. Την επόμενη μέρα, ήταν Πέμπτη και ξύπνησα πιο νωρίς. Τότε είδα ότι έγιναν ήδη βομβαρδισμοί από τη Ρωσία στα αεροδρόμια μας. Η πρώτη μου αντίδραση ήταν να αρχίσω να κλαίω, ενώ είχαν ξυπνήσει ήδη ο Παναγιώτης και το παιδί, επειδή ήταν ώρα για το σχολείο. Η μικρή θυμάμαι με ρώτησε “μανούλα γιατί κλαις;” – Δεν μπορούσα να της απαντήσω εκείνη τη στιγμή. Απλά της είπα ότι “αγάπη μου, είμαι πολύ στεναχωρημένη αλλά θα μιλήσουμε όταν γυρίσεις από το σχολείο.”
Άφησα τη μικρή στο σχολείο και γύρισα σπίτι. Ήμουν σε σοκ. Πήρα τηλέφωνο τη μαμά μου, μίλησα με τα κορίτσια εδώ, συγγενείς και φίλους μας και όταν πήγε μία, που ήταν η ώρα να πάω να πάρω τη μικρή από το σχολείο, μου είπε ο άντρας μου ότι δεν γίνεται να της το κρύβουμε. Έτσι λοιπόν, όταν γυρίσαμε σπίτι, καθίσαμε στο σαλόνι μας και της είπαμε “αγάπη μου στην Ουκρανία ξεκίνησε πόλεμος”. Της εξηγήσαμε τι είναι όλο αυτό και μετά βάλαμε κανάλια ευρωπαϊκά και Ελληνικά που δείχνανε να καίγονται τα αεροδρόμια. Σε κάποια στιγμή θυμάμαι, πως είδε η μικρή ότι καταστρέψανε δρόμους. Η απορία της, ήταν αν θα μπορέσουμε να πάμε ξανά στην Ουκρανία στο σπίτι της γιαγιάς της. Τότε της είπα ότι εννοείται πως θα τα ξαναφτιάξουμε και θα πάμε στην Ουκρανία πολύ σύντομα…
Από την πρώτη μέρα σχεδόν εγώ μπήκα σαν εθελόντρια στην ανθρωπιστική βοήθεια για Ουκρανία. Η μικρή τα έβλεπε όλα αυτά και κάθε φορά που πηγαίναμε για να αγοράσει κάτι, μου ζητούσε να αγοράσει ένα ακόμα ίδιο, για να το στείλουμε στην Ουκρανία για τα παιδάκια. Δύο σοκολάτες, δύο μπαλόνια, δύο καραμέλες.
Μέχρι και τα παιχνίδια της μοιράστηκε, τα ρούχα της , έκανε ζωγραφιές και τις έβαζε μέσα στις κούτες της ανθρωπιστικής βοήθειας που στέλναμε με τα φορτηγά. Ζωγράφιζε καρδούλες θυμάμαι πάνω στις κούτες!
Βλέπουμε στην Ουκρανία τους άντρες να μένουν πίσω και οι γυναίκες με τα παιδιά να φεύγουν. Στη γιορτή της μητέρας πού είναι σήμερα θα ήθελα να πω, πόσο δύσκολα είναι όταν βλέπεις την εικόνα μιας μητέρας και μετά αγκαλιάζεις το δικό σου παιδί. Καταλαβαίνεις τότε πόσο δυνατή πρέπει να είναι μία μητέρα που αφήνει τα πάντα πίσω της και χωράει μία ζωή μέσα σε μία μικρή βαλίτσα. Και αυτές οι γυναίκες, που φτάνουν σε ξένες χώρες, θα πρέπει να στήσουν μία καινούργια ζωή. Μία καινούργια πραγματικότητα για τον εαυτό τους αλλά και για τα παιδιά τους. Για να σώσουν και το μέλλον του λαού.”
Η Ναταλία έγινε μητέρα αρκετά μικρή, στα 25 χρόνια της. Την ρωτάω αν εντόπισε διαφορές στον εαυτό της πριν και μετά την γέννηση της κόρης της. Η απάντηση της, συγκλονιστική…
“Η μόνη διαφορά που μπορώ να βρω πριν και μετά το παιδί σε αυτά δηλαδή τα εφτά χρόνια που είμαι μαζί της είναι ότι δεν ήξερα ότι μπορώ να αγαπάω τόσο πολύ. Δεν ήξερα ότι μπορώ να έχω τόση αγάπη μέσα μου.
Έχω αγαπήσει τους γονείς, έχω αγαπήσει τον άντρα μου, αλλά η αγάπη για το παιδί είναι πολύ διαφορετική και τώρα που μιλάω νιώθω πως είναι φως γύρω μου. Αυτή η αγάπη δεν περιγράφεται.”, ενώ θυμάται και την αρχή αυτής της όμορφης, προσωπικής της ιστορίας, “. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τη μέρα που γέννησα. Ενώ έπρεπε να γεννήσω 11 Μαΐου, τελικά γέννησα 11 Απριλίου. Μεγάλο Σάββατο. Θυμάμαι στο Διαβαλκανικό ότι ήμουν μόνη. Τη μέρα που είδα το παιδί, φάγαμε χωρίς πλάκα, αυγά και τσουρέκια. Η κόρη μου δηλαδή είναι το παιδί του μεγάλου Σαββάτου. Ήταν μεγάλο δώρο από τον Θεό αυτό το παιδί. Η εγκυμοσύνη μου ήταν πάρα πολύ ευχάριστη και η μικρή δεν με κούρασε καθόλου. Η γέννα από την άλλη, φανταστική. Έχω την καλύτερη μνήμη από εκείνη τη μέρα.
Ήμουν πολύ τυχερή, το παιδί ήταν πάρα πολύ καλό και αργότερα, δεν μας κούρασε ποτέ. Τις νύχτες θυμάμαι ότι πάντα μας άφηνε να κοιμηθούμε.”
Κλείνοντας την κουβέντα μας κι ενώ και η Ναταλία και εγώ συγκινηθήκαμε αρκετές φορές, με αφορμή τις μνήμες της, της ζητάω να μου πει τι θέλει από την κόρη της όταν μεγαλώσει, για να μου δώσει την πιο γρήγορη απάντηση της: “Καλός άνθρωπος! Το μόνο που μας νοιάζει είναι να μεγαλώνουμε έναν καλό άνθρωπο. Με μεγάλη καρδιά. Να ενδιαφέρεται για τον κόσμο. Να παίρνει παράδειγμα από εμάς, τους γονείς της. Γιατί όταν μεγαλώνεις ένα παιδί ουσιαστικά εξελίξεις τον εαυτό σου. Το παιδί γίνεται καθρέφτης της οικογένειάς του. Γι’ αυτό και πρέπει πριν αποφασίσουμε να φτιάξουμε έναν άνθρωπο, να φτιάξουμε πρώτα τον εαυτό μας. Κι αν είμαι έτσι σήμερα εγώ, θέλω να πω ένα ευχαριστώ στη μαμά μου στην Ουκρανία αλλά και στην πεθερά μου εδώ στην Ελλάδα, που μεγάλωσε το παιδί που έγινε ο άντρας μου.”
ΠΕΝΝΥ ΜΠΑΛΤΑΤΖΗ | ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΩΡΟ
Η Πέννυ Μπαλτατζή είναι από τις ερμηνεύτριες που αγαπήσαμε πολύ μέσα από το “Εξωτικό Χαρμάνι” της. Ήταν η πρώτη της δουλειά και ο πρώτος λόγος για να τη γνωρίσουμε, τότε, καλύτερα.
Τα χρόνια πέρασαν, οι επιτυχίες διαδέχονται μέχρι και σήμερα, η μία την άλλη και μέσα σε όλα αυτά, η Πέννυ δημιούργησε και τη δική της οικογένεια, φέρνοντας στον κόσμο τον γιο της, τον Κάρολο.
“Τολμώ να πω πως εγώ έχω αλλάξει από τότε που ήρθε ο γιος μου για να έχει μία ρουτίνα το παιδί μου. Μπορεί πριν να ήμουν χύμα αλλά για έχει μία συναισθηματική σταθερότητα το παιδί, πρέπει να είναι σε μία ρουτίνα. Σαν μαμά έχω πολύ ψυχραιμία και υπομονή κι αυτό με κάνει να απολαμβάνω τη μητρότητα. Περνάμε δηλαδή καλά με το παιδί, ενώ αν ήμουν αγχώδης δεν θα το απολαμβάναμε.” αναφέρει στην Parallaxi η αγαπημένη ερμηνεύτρια, εξηγώντας πως “Η καθημερινότητα για μία γυναίκα που γίνεται μαμά, είναι πολύ απαιτητική. Αλλά είναι και πάρα πολύ όμορφη. Σίγουρα έχει να κάνει και με τον άνθρωπο, πόσο αγχώδης ή χαλαρός μπορεί να είναι. Έχει μεγάλη σημασία.”
Πώς ήταν όμως οι πρώτες μέρες για την Πέννυ;
“Εγώ με τον Κάρολο είχα αποφασίσει να μη σταματήσω τη δουλειά ούτε όσο ήμουν έγκυος, ούτε μετά. Τον είχα μαζί μου στο καμαρίνι, τον θήλαζα και έβγαινα μετά και χτυπιόμουν στη σκηνή. Σωματικά αυτό ήταν πάρα πολύ κουραστικό. Τα τελευταία δυόμιση χρόνια όμως, με όσα έγιναν, δεν έχω δουλέψει και έχω βρει τον χρόνο να σκεφτώ όλο αυτό που έκανα στον εαυτό μου και από την άλλη βρήκα χρόνο να επενδύσω σε εμένα και αυτό θα με ισορροπήσει στις αποφάσεις και τις επιλογές μου από εδώ και πέρα.”
“Έχω ανησυχίες. Βασικά πιστεύω δεν υπάρχει καμία μαμά που να μην έχει ανησυχίες. Είναι φυσιολογικό, έχεις αγωνίες, υπάρχουν φορές που σκέφτεσαι αν αυτό που κάνεις, το κάνεις καλά. Αν αργότερα, θα μπορεί να επηρεαστεί ή ακόμα και να επηρεάσει αυτός την κοινωνία. Όταν όμως μπαίνουν όλες αυτές οι σκέψεις στο μυαλό μου, πάντα λέω στον εαυτό μου “Ένα βήμα Πέννυ τη φορά, αλλιώς δε θα μπορείς να απολαύσεις το τώρα”. Θέλει να προσπαθήσεις να βρεις μια ισορροπία.” λέει, ενώ σε λίγους μήνες, συγκεκριμένα τον Ιούλιο, περιμένει το δεύτερο παιδί της κι αυτό από μόνο του ως γεγονός την βάζει σε μία νέα διαδικασία να συζητήσει με τον Κάρολο…”Το έχουμε συζητήσει πώς θα έρθει ένα κοριτσάκι στο σπίτι, η αδερφή του και τώρα θα πάρουμε και κάποια βιβλία για να διαβάσουμε. Δεν ήθελα να τα πω νωρίς, απλά του έδινα πληροφορίες. Το πάω σταδιακά. Σίγουρα κι αυτός θέλει τον χρόνο του. Ποιος ξέρει πως θα νιώσει η ψυχούλα του όταν έρθει το μωρό στο σπίτι και είμαστε όλοι από πάνω του. Εκεί είναι που θέλει μία ισορροπία από τους γονείς και είναι αυτό το κομμάτι που δεν γνωρίζω, αλλά ο καθένας βαδίζει σύμφωνα με την οικογένεια του και όσα προκύψουν”
ΡΟΥΛΑ ΧΟΡΤΑΡΙΑ | ΖΟΡΙΣΤΗΚΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ
Η Ρούλα Χορταριά είναι η πιο νέα μητέρα των ιστοριών μας. Η κόρη της είναι μόλις 10 μηνών και όπως, αστειευόμενη μου λέει, φέτος που είναι η πρώτη φορά που την αφορά η γιορτή της μητέρας, έχει σκοπό να πάρει μόνη της δώρο στον εαυτό της και να πει πως της το έκανε το κορίτσι της.
Την Ρούλα, την γνωρίζω πολλά χρόνια. Ήταν πάντα η κοπέλα με την έντονη κοινωνική ζωή, με τις γνωριμίες της, τη δουλειά της. Μία κοπέλα της γενιάς της που δύσκολα θα σκεφτόσουν πως μία μέρα θα πρέπει να “κλειστεί” στο σπίτι για ένα παιδί. Κι όμως…
“Το πρώτο διάστημα, δεν καταλαβαίνεις πώς περνάνε οι μέρες, οπότε δεν έχεις χρόνο να σκεφτείς πώς ήσουν πριν και τι άλλαξε. Αυτό άρχισα να το συνειδητοποιώ εγώ και να ζορίζομαι, κάπου στους πέντε μήνες. Μάλιστα, λόγω και ενός σοβαρού προβλήματος υγείας ενός πολύ κοντινού μου προσώπου που προέκυψε εκείνη τη χρονική περίοδο, δεν γινόταν να έχω βοήθεια από πουθενά, ενώ η μικρή ήταν συνέχεια πάνω μου και έπρεπε να μοιράσω και τις αγωνίες μου. Ζορίστηκα ψυχολογικά. Στη ζωή του συζύγου, δεν άλλαξε κάτι. Δηλαδή έφευγε πάλι, πήγαινε στη δουλειά του απλά όταν γυρνούσε στο σπίτι, υπήρχε κι ένα μωρό. Εγώ από εκεί που ήμουν ανεξάρτητη, που πήγαινα στη δουλειά μου, που έβγαινα, τώρα ξαφνικά είμαι με ένα μωρό που δεν μπορώ να το αφήσω πουθενά.” αναφέρει η Ρούλα, ενώ συνεχίζει λέγοντας πως “Σωματικά έχεις αντοχές, επειδή σου βγαίνει σαν ένστικτο αλλά θέλει μεγάλη ψυχολογική υποστήριξη. Εγώ, ευτυχώς είχα από τον Τάσο τον άντρα μου που με καταλαβαίνει. Βέβαια, έχει πολλές καλές στιγμές όλο αυτό και, εννοείται, δεν θα το άλλαζα αλλά αν είχα και κάποια βοήθεια θα ήταν καλύτερα σίγουρα.’
Μιλώντας μαζί της για αυτούς τους δέκα πρώτους μήνες με την μικρή της, αλλά και για τις επιθυμίες της για το μέλλον της κόρης της, μου αναφέρει: “”Αυτοί οι δέκα μήνες ήταν μεν ευχάριστοι, αλλά και κουραστικοί. Κάθε μέρα και κάτι καινούριο ανακαλύπτω ακόμα. Είμαι μαζί της όλο αυτό, το διάστημα, πρωί, μεσημέρι και βράδυ. Όλο το 24ωρο. Μεγαλώνοντας, θα ήθελα κυρίως να είναι καλός άνθρωπος. Να μην προσβάλει, να είναι ευγενική, να μη κρίνει άλλους από την εμφάνιση, τις ερωτικές επιθυμίες τους. Να δέχεται τους ανθρώπους ακριβώς όπως είναι”.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΜΑΥΡΟΓΕΝΗ | ΜΗΤΕΡΑ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΓΥΝΑΙΚΑ
Η Σταυρούλα Μαυρογένη έχει δύο γιους, έναν 24 ετών και έναν 21. Μία γυναίκα ιδιαίτερα δραστήρια που κι εγώ γνώρισα μέσα από τις δράσεις που συμμετέχει αλλά και από τις ιδιότητες της ως Αναπληρώτρια Καθηγήτρια στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, καθώς και ως Διευθύντρια του Κέντρου Έρευνας Μακεδονικής Ιστορίας και Τεκμηρίωσης του Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα.
Η δική της ιστορία, περιλαμβάνει δύσκολες γέννες, εφηβείες, φοιτητικά χρόνια αλλά και μία επιμονή από την ίδια να μη ξεχάσει ποτέ πως εκτός από μητέρα, είναι και γυναίκα, όπως χαρακτηριστικά μου λέει στη συζήτηση μας.
“Τα χρόνια με τα παιδιά, στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα. Δούλευα σε μία γκαλερί όταν έμεινα έγκυος στον μεγάλο. Ήταν από τις πιο δύσκολες καταστάσεις και ευτυχώς από τη δουλειά, έδειξαν μεγάλη κατανόηση τότε και με βοήθησαν. Είχα προβλήματα την περίοδο της εγκυμοσύνης και ήμουν μόνη μου. Ο σύζυγος μου είναι στο Υπουργείο Εξωτερικών και υπηρετούσε τότε στο Γραφείο Συνδέσμου στα Σκόπια. Αυτό σήμαινε πως όποια στιγμή με έπιαναν οι πόνοι ήμουν μόνη μου. Περιττό να σου πω πως ο μεγάλος, τα πρώτα του χρόνια τα πέρασε μέσα στην γκαλερί… Δύσκολα χρόνια, αλλά είχαν και μία μαγεία. Στο δεύτερο παιδί μου έμεινα έγκυος όταν ξεκίνησα την πανεπιστημιακή μου καριέρα. Ήταν επίσης δύσκολο, επειδή ήμουν σε περίοδο εξέλιξης και ο χώρος μας είναι δύσκολος, απαιτητικός, δεν συγχωρεί, δεν υπήρχαν μάλιστα άδειες επειδή δεν ήμουν μία μόνιμη υπάλληλος στο δημόσιο κι όταν ήρθε ο μικρός είχαμε και θέματα δύσκολα με εντατικές κλπ. Ευτυχώς πήγαν όλα καλά. Μετά όμως, ήταν ένας μεγάλος αγώνας, επειδή η πρώτη μου θέση στο Πανεπιστήμιο ήταν στην Φλώρινα. Έλειπα τρεις μέρες και αυτό σημαίνει πως τα παιδιά πήγαιναν σε παιδικό σταθμό που πληρώναμε εμείς. Εκείνη την περίοδο θυμάμαι πως ήμουν σαν τρελή. Έτρεχα, ετοίμαζα ρούχα και φαγητά. Είχα αισθήματα ανασφάλειας και ενοχής που άφηνα πίσω τα παιδιά μου, αλλά από την άλλη ήθελα να κάνω πράγματα και για τον εαυτό μου, γιατί ήξερα πως θα έρθει γρήγορα η μέρα που τα παιδιά μου θα γίνουν 18.” θυμάται η Σταυρούλα στην κουβέντα μας, ενώ μετά, έρχεται η δύσκολη περίοδος της εφηβείας που λίγο πολύ όλοι μας περάσαμε περίεργα.
“Περάσαμε εφηβεία δύσκολη. Ο μεγάλος μου ο γιος ήθελε να αφήσει το σχολείο και εμείς έπρεπε να το διαχειριστούμε όλο αυτό. Ο μικρός από την άλλη, στην εφηβεία του ήταν εσωστρεφής και δεν μιλούσε. Φυσικά πέρασαν όλα αυτά μία μέρα…” συμπληρώνει, ενώ μου εξομολογείται τις επιθυμίες που έχει τώρα για τους γιους της αλλά και το πόσο πια απολαμβάνει την παρέα τους…
“Αυτό που θέλω γι’ αυτά είναι να είναι γερά. Η υγεία είναι το πιο σημαντικό πράγμα στη ζωή μας. Να είναι ευτυχισμένα, να έχουν συντρόφους και να ερωτεύονται. Ο μεγάλος μου ο γιος έχει τελειώσει και τις πρώτες του σπουδές και το φανταρικό του και εργάζεται, ο μικρός σπουδάζει ακόμα. Θέλω να ακολουθήσουν τα όνειρα τους. Πάντα σκεφτόμουν πως είμαι μητέρα, αλλά είμαι και γυναίκα. Σε αυτό βοήθησε και ο σύζυγος και οι γονείς μου με τον τρόπο που με μεγάλωσαν.
Όλα τα ζούσα μαζί με τα παιδιά μου όμως. Ποτέ δεν είπα “έχουμε εξετάσεις”, έλεγα “έχουν εξετάσεις” – έχουν τη ζωή τους, έχω τη δική μου. Τώρα που μεγαλώσαμε, τα παιδιά μου μου λένε πως χαίρονται που είχαν τελικά μία τέτοια μητέρα. Έχουμε μια πολύ ωραία σχέση. Είναι ελεύθερα, δεν είμαι βάρος τους να με κουβαλάν. Ξέρεις, οι γονείς δεν γίνονται φίλοι με τα παιδιά. Πάντα θα έχεις την σκέψη να είναι καλά τα παιδιά σου. Τώρα όμως, κάνουμε μια καλή παρέα. Θα σου πω μόνο πως ενώ πηγαίναμε πάντα μαζί ταξίδια όσο ήταν μικρά, σταματήσαμε στην εφηβεία. Φέτος λοιπόν, πήγαμε ένα ταξίδι όλοι μαζί και ήταν σαν να πήγα με τρεις άντρες φίλους μου ταξίδι στο Λονδίνο. Περάσαμε εξαιρετικά…”
Και ένα τραγούδι, για το τέλος: