Μείωση τουριστικών εισπράξεων και τον Αύγουστο στην Ελλάδα
Σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα πέρσι
Και τον Αύγουστο φαίνεται να συνεχίστηκε, και μάλιστα να επιταχύνθηκε, η καθοδική πορεία των τουριστικών εισπράξεων, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023, σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες του ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ.
Δίμηνο το σερί της μείωσης
Υπενθυμίζεται ότι τον Ιούλιο του 2024 σημειώθηκε μείωση των τουριστικών εισπράξεων κατά 4,2% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2023, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος. Πιο αναλυτικά οι τουριστικές εισπράξεις τον Ιούλιο ανήλθαν στα 4,03 δισ. €, έναντι 4,2 δισ. € τον Ιούλιο 2023.
Συγκεκριμένα, οι εισπράξεις από επισκέπτες από χώρες της ΕΕ-27 μειώθηκαν κατά 2,9%, ενώ οι εισπράξεις από χώρες εκτός της ΕΕ παρουσίασαν μείωση 6,1%. Ενδεικτικά, οι εισπράξεις από τη Γαλλία υποχώρησαν κατά 34%, από τις ΗΠΑ κατά 11,7% και από τη Γερμανία κατά 10%. Η μείωση αυτή φαίνεται να συνδέεται κυρίως με τη χαμηλότερη μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη, η οποία μειώθηκε κατά 5,7%, παρά το γεγονός ότι υπήρξε αύξηση στην εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση κατά 11,2% για την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024. Παρά την αρνητική εξέλιξη στις εισπράξεις, συνολικά το ταξιδιωτικό ισοζύγιο παραμένει πλεονασματικό λόγω της πολύ καλής πορείας των εισπράξεων τους πρώτους μήνες του 2024.
Την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2024, το ταξιδιωτικό ισοζύγιο εμφάνισε πλεόνασμα 9.308,5 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 9.005,5 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2023. Άνοδο κατά 577,5 εκατ. ευρώ, ή 5,6%, παρουσίασαν οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 10.952,7 εκατ. ευρώ, ενώ αύξηση κατά 274,5 εκατ. ευρώ, ή 20,0%, παρατηρήθηκε και στις ταξιδιωτικές πληρωμές, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 1.644,3 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των ταξιδιωτικών εισπράξεων οφείλεται στην άνοδο της εισερχόμενης ταξιδιωτικής κίνησης κατά 11,2%, καθώς η μέση δαπάνη ανά ταξίδι μειώθηκε κατά 5,7%. Οι καθαρές εισπράξεις από την παροχή ταξιδιωτικών υπηρεσιών αντιστάθμισαν κατά 45,8% το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών και συνέβαλαν κατά 81,7% στο σύνολο των καθαρών εισπράξεων από υπηρεσίες.
Οι φορείς αναδεικνύουν τους κινδύνους για το τουριστικό προϊόν συνολικά
Η εξέλιξη αυτή είναι εξόχως ανησυχητική, καθώς το κόστος του ελληνικού τουριστικού προϊόντος έχει αυξηθεί σημαντικά, λόγω των γεωμετρικών αυξήσεων στα κόστη λειτουργίας και της επιβάρυνσης από τα κυβερνητικά μέτρα, της οικονομικής κρίσης στην Ευρώπη, της όξυνσης του ανταγωνισμού και της αστάθεια λόγω των συρράξεων, που αποτυπώνονται πλέον στα μεγέθη. Η τάση αυτή δε θα επιταχυνθεί, ενόψει των νέων επιβαρύνσεων που επιβάλλει η κυβέρνηση στον Τουρισμό, και οι οποίες θα «περάσουν» στις τιμές για το 2025!
Τον κίνδυνο από τις συνεχείς επιβαρύνσεις στο τουριστικό προϊόν έχουν επισημάνει κατ’ επανάληψη όλοι οι τουριστικοί φορείς, το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος, ο ΣΕΤΕ και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ξενοδόχων, με επιστολές και υπομνήματα προς την κυβέρνηση.
Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ Γιάννης Παράσχης σε δήλωσή του σε εκδήλωση του Συνδέσμου ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «Θα στηρίζουμε ως υπεύθυνος κοινωνικός εταίρος τις όποιες παρεμβάσεις αφορούν στην βελτίωση διαδικασιών διαφάνειας και ελέγχου στην τουριστική αγορά αλλά και την εύλογη αύξηση των εσόδων του κράτους και της τοπικής αυτοδιοίκησης στο βαθμό που αυτές συνδέονται με συγκεκριμένες και κοστολογημένες δράσεις που αφορούν στην αναβάθμιση υποδομών, και την βελτίωση της βιώσιμης λειτουργίας των τουριστικών προορισμών για κατοίκους και επισκέπτες. Για τις όποιες αυξήσεις θεωρούμε φυσικά ότι θα πρέπει να έχει προηγηθεί η σχετική διαβούλευση με τους φορείς του κλάδου. Δεν μπορούμε βέβαια παρά να είμαστε αντίθετοι σε μέτρα αμιγώς εισπρακτικού χαρακτήρα, που έχουν ήδη κριθεί ως αναποτελεσματικά, καθώς επιβαρύνουν την ανταγωνιστικότητα και την βιωσιμότητα του τουριστικού μας προϊόντος».
Είχε προηγηθεί επιστολή στην οποία γινόταν λόγος για «μέτρα καθαρά εισπρακτικού χαρακτήρα, τα οποία έχουν αποδειχθεί αναποτελεσματικά, καθώς πλήττουν την ανταγωνιστικότητα και τη βιωσιμότητα του τουριστικού προϊόντος». Τονιζόταν δε εμφατικά ότι δεν έχει γίνει οποιασδήποτε απολογισμός για την χρήση των ποσών που έχουν συγκεντρωθεί από πέρυσι, καθώς και ότι «δημοσιονομικές ανάγκες που απορρέουν από τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης δεν μπορούν να καλύπτονται αποκλειστικά από έναν τομέα της οικονομίας».
Επιπροσθέτως σε ανάρτησή του αμέσως μετά την ολοκλήρωση της ομιλίας του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην ΔΕΘ, ο πρόεδρος της ΠΟΞ Γιάννης Χατζής, «σήκωσε τους τόνους» γράφοντας χαρακτηριστικά: «Προβληματισμό κι ανησυχία προκαλούν στον ξενοδοχειακό κόσμο της χώρας οι ανακοινώσεις του Πρωθυπουργού από το βήμα της ΔΕΘ. Όπως έχουμε τονίσει πολλές φορές είναι ώρα αποφάσεων προκειμένου ο τουρισμός να μπορέσει να συνεχίσει τη μεγάλη προσφορά του στην οικονομία και την κοινωνία. Αυτό σημαίνει σχέδιο. Για τις υποδομές, για την ποιοτική αναβάθμιση του προϊόντος μας, για τη βιωσιμότητα επιχειρήσεων και τοπικών κοινωνιών. Δυστυχώς, αυτά τα ζητούμενα έμειναν και πάλι στο «ράφι».
Ο «αντίλογος» της Εθνικής Τράπεζας
Στα αξιοπρόσεκτα της περιόδου, μετά την ανακοίνωση των στοιχείων του Ιουλίου 2024, ήταν η δημοσιοποίηση μιας «σύντομης ανάλυσης» της Εθνικής Τράπεζας, η οποία αμφισβήτησε ευθέως τα επίσημα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, αναφέροντας ότι «η πραγματική τελική δαπάνη των τουριστών είναι πιθανό να υπερβεί κατά σχεδόν €1 δισ. την τελική επίσημη καταγραφή στο σύνολο του 2024».
Πηγή: Χρήμα & Τουρισμός