Μελό – Η αιώνια γοητεία των δακρύων
Και όμως οι άνθρωποι κάποτε έκλαιγαν με τις ταινίες...
Γκρεμισμένα όνειρα, Κατέστρεψα μια νύχτα τη ζωή μου, Αντίο ζωή, Το παιδί μου πρέπει να ζήσει, Έτσι έσβησε η ζωή μου, Μητέρα στον βούρκο, Η ωραία του Πέραν, Ο Γολγοθάς μιας ορφανής, Καταδικασμένη και από το παιδί της, Μανούλα θέλω να ζήσεις, Ξαναγύρισε αγάπη μου, Το παραστράτημα μιας αθώας, Το κορίτσι της αμαρτίας, Για την αγάπη μιας ορφανής, Ο Γολγοθάς μιας αθώας, Το κορίτσι της γειτονιάς, Το κορίτσι του δρόμου, Η φτωχούλα και το βασιλόπουλο; Δυο μάνες στο σταυρό του πόνου, Το δράμα μιας αμαρτωλής, Μάνα μου παραστράτησα, Αγνή και ατιμασμένη, Στέγνωσαν τα δάκρυα μας, Σκότωσα για το παιδί μου, Η εξομολόγηση μιας μητέρας, Σαν πας Μαλάμω για νερό…, Πρέπει να ζήσεις τίμια, Τα Χριστούγεννα του αλήτη, Πονεμένη μητέρα, Μάνα γιατί με γέννησες, Κλάψε φτωχή μου καρδιά, Ορφανή σε ξένα χέρια, Μάνα κάνε κουράγιο, Το μεροκάματο του πόνου, Κουράστηκα να σ’ αποκτήσω, Όλα, και τη ζωή μου ακόμα, Φεύγω με πίκρα στα ξένα, Κάθε λιμάνι και καημός, Ζωή γεμάτη πόνο, Θεέ μου, δώσε μου το φως μου, Για λίγη στοργή, Συντρίμμια της ζωής, Καρδιές στην καταιγίδα, Η καρδιά της μάνας, Μας ενώνει ο πόνος; Για την αγάπη του παιδιού μου, Ο κατήφoρoς μιας ορφανής, Με πόνο και με δάκρυα, Είμαι μια δυστυχισμένη, Ζητιάνος μιας αγάπης, Είναι μεγάλος ο καημός, Κάθε καημός και δάκρυ, Έκλαψα πικρά για σένα, Ορφανή στους πέντε δρόμους, Άπονη ζωή, Σε ποιον να πω τον πόνο μου, Ένα παιδί χωρίς όνομα, Μια γυναίκα χωρίς ντροπή, Το κορίτσι του πόνου, Κατάρα με δέρνει βαριά, Με λύγισε η φτώχεια, Η μοίρα μιας ορφανής, Θύελλα σε παιδική καρδιά, Συγχώρεσέ με αγάπη μου, Περιφρόνα με γυναίκα μου, Καρδιά μου πάψε να πoνάς, Τα δάκρυα, μου είναι καυτά, Με ιδρώτα και δάκρυα, Δεν μπορούν να μας χωρίσουν, Πόνεσα πολύ για σένα, Δεν είναι ατιμασμένη, Διψασμένη για αγάπη, Τσακισμένη από την ορφάνια, Καημοί στη φτωχογειτονιά, Ξαναγύρισε κοντά μου, Κλαίω και σε αναζητώ, Η φωνή μιας αθώας, Του χωρισμού ο πόνος, Η μοίρα μας χώρισε, Κάποια μάνα αναστενάζει, Ενώνει ο πόνος δυο καρδιές, Φτωχός αλλά τίμιος, Είναι βαρύς ο πόνος μου, Γιατί με εγκατέλειψες, Γιατί γεννήθηκα φτωχή, Η μοίρα μας χτύπησε σκληρά, Κάποτε κλαίνε και οι δυνατοί, Ο άνθρωπος που γύρισε από τον πόνο, Έχω δικαίωμα να σ’ αγαπώ, Τώρα που Φεύγω από τη ζωή, Δακρυσμένα μάπα, Μην αδικήσεις ορφανή, Δεν πουλάω την καρδιά μου, Άδικη κατάρα, Τα ψίχουλα του κόσμου, Τι και αν γεννήθηκα Φτωχός, Κατάρα είναι ο χωρισμός, Καρδιά που λύγισε από τον πόνο, Συντρίμμια τα όνειρά μας, Καρδιές που ξέρουν να αγαπούν, Θα κάνω πέτρα την καρδιά μου, Η Οδύσσεια ενός ξεριζωμένου, Κατηγορούμενη απολογήσου, Πήρε ο άνεμος τα όνειρά μου, Ζήσε για την αγάπη μας, Τα ξένα είναι πικρά, Τίμησέ με πριν φύγεις για πάντα, Αργυρώ η προδομένη τσελιγκοπούλα, Δρόσω η αρχοντοπούλα, Στη ζωή μαζί σου πόνεσα, Δεν έχω δρόμο να διαβώ, Θέλω πίσω το παιδί μου, Μη με αφήνεις μανούλα, Μαριώ η καταραμένη βοσκοπούλα, Ακόμα μια μέρα πριν ξεψυχήσω, Μάρθα η γυναίκα του πόνου, Ζούσε μονάχος χωρίς αγάπη, Που πας χωρίς αγάπη, Μια μάνα κατηγορείται, Μια γυναίκα φεύγει, ΟΥΦ! Με μια ανάσα όλα αυτά και μην ξεχνάμε, τον τίτλο σύμβολο και μύθο, το θρυλικό Αμάρτησα για το παιδί μου του 1950 με την Ελένη Χατζηαργύρη, φτιαγμένο από τον Χρήστο Σπέντζο, τον ιδρυτή της σημερινής εταιρείας διανομής.
Η βιομηχανία του δράματος
Κάποιος από όλους αυτούς τους τίτλους ίσως τους έχετε ακούσει, μπορεί και να έχετε δει κάποιες από αυτές τις ταινίες σε μικρά – μεσαία κανάλια, σε ζώνες χωρίς μεγάλη Θεαματικότητα. Οι περισσότερες χάθηκαν, καταστράφηκαν, πνίγηκαν στον ωκεανό της υπερπαραγωγής τότε που κάθε Έλληνας πουλούσε τα κτήματα του παππού του στο χωριό και γινόταν “παραγωγός” στα χρόνια του ’60, κυνηγώντας, όπως πάντα, το εύκολο και γρηγόρο κέρδος – στην ταινία “Το ανθρωπάκι”, ο Δαλιανίδης αυτό ακριβώς σατιρίζει …
Πέρα του τι είναι το μελό, γιατί το μελό υπάρχει γύρω μας σαν το χιούμορ και συνυπάρχει ίσως σε όλα τα κινηματογραφικά είδη ανάλογα πως το τοποθετεί ο δημιουργός εκεί, το μελό παρόλo που υπάρχει σε όλες σχεδόν τις ελληνικές ταινίες έως τις αρχές του ’70, ακόμα και στις κωμωδίες, εντούτοις στην Ελλάδα, έγινε κινηματογραφικό είδος προς αποφυγή. Και παρερμηνεύθηκε, χλευάστηκε, αντιμετωπίστηκε με σνομπισμό, το ξόρκισαν, ό,τι έγινε δηλαδή και με την λέξη κιτς, η οποία τακτικά έκανε “παρέα” με το μελό, τη σημασία τηςοποίας ουδείς από όσους την χρησιμοποιεί ως “κακό γούστο” τη γνωρίζει … Για να είμαστεόμως δίκαιοι όλες αυτές οι ταινίες, από τις οποίες ελάχιστες γνώρισαν την τύχη της Α’ προβολής, κατευθείαν στην τρίτη και στην επαρχία παίζονταν, φταίνε για την κακή τους τύχη και την κακή τους φήμη, η οποία δυστυχώς έγινε και κακή φήμη όλου του ψυχαγωγικού σινεμά της εποχής ’50 – ’70, παρασύροντας στη δίνη τους και τις καλές ταινίες της εποχής του Φίνου ή της Δαμασκηνός – Μιχαηλίδης. Στην πραγματικότητα, οι ταινίες πάντα ήταν μελό ή κωμωδίες – για να απλοποιήσουμε στο έπακρο τα πράγματα- αλλά αυτές στην πλειοψηφία τους ήταν σκουπίδια. Και να εξαιρέσεις κάποια πρόσωπα πουέπαιξαν σε αυτές – όλο το Εθνικό Θέατρο – και κάποιους που ξεχώρισαν σαν τη Μάρθα Βούρτση τον Νίκο Ξανθόπουλο και κάποιους σαν τη Χριστίνα Σύλβα, την Γκέλι Μαυροπούλου τον Καμπανέλλη και δυο τρεις άλλους, συν κάποια τραγούδια από σπουδαίους λαϊκoύς συνθέτες – Τσιτσάνης, Καλδάρας, Μητσάκης, Καζαντζίδης, Μαρινέλλα, Πόλι Πάνου, Καίτη Γκρέι κ.λ.π. κατά τα άλλα πρέπει να κατεβάσει κανείς, όλο το θεωρητικό του οπλοστάσιο για να γράψει για όλα από μια καλή κουβέντα – εκτός ίσως, αν το θέσει κοινωνιολογικά σε σχέση με τη χώρα που πεινούσε και μετανάστευε ή μιλώντας για την άλλη διασκέδαση των πιο κάτω στρωμάτων του λαού…
Μελό θα μπορούσε να πει και ταινίες μαγικές του παλιού ελληνικού σινεμά, σαν τον Μεθύστακα, την Κάλπικη λίρα, την Αγνή του λιμανιού – ο Χορν πάντα έλεγε πως ο Τζαβέλλας ήταν μελό ως άνθρωπος – μελό και η Λατέρνα του Σακελλαρίου, Ο κατηφόρος, ο Ίλιγγος. Ο Νόμος 4000 του Δαλιανίδη, το Ένας μεγάλος έρωτας του Δημόπουλου, όμως αυτές δεν τις λες “μελό”, τις λες «δράματα» γιατί είναι «κανονικές» ταινίες, δεν λιγώνεις συναισθηματικά βλέποντάς τις, δεν σου γαργαλούν τους δακρυγόνους αδένες, δεν συμβαίνουν οι συμπτώσεις η μία μετά την άλλη, δεν οδηγούνται όλα προς ένα ευτυχισμένο ή δυστυχισμένο τέλος, ικανό όμως να ικανοποιήσει το θεατή. Μπορείς να πεις μελό την Καζαμπλάνκα, με τη σημασία που έχει πλέον η λέξη; Όχι. Όλα αυτά όμως που γύρισε τα χρόνια του ΄50, ο Κερκ Ντάγκλας με την Λάνα Τάρνερ, μπορείς και παραμπορείς – ή και χωρίς τον Κερκ Ντάγκλας – από τον Άγνωστο έως το Πέιτον Πλέις – μίλησε κανείς για το Love Story; Γυρίστηκε και έσπασε τα ταμεία το 1970, πάνω στην κορυφαία στιγμή της “αμφισβήτησης”, της “επανάστασης” των νέων, τότε που όλα θέτονταν σε καινούριες βάσεις Όλα, είναι των συναισθημάτων και των δακρυγόνων αδένων τελικά. Το μελό, είναι όπως το χιούμορ, υπάρχει παντού, ακόμη και όταν δεν το βλέπουμε, όταν δεν διακρίνουμε καθαρά. Μελό και ο Ε.Τ. Εξωγήινος, μελό οι ταινίες της Γκάρμπο, οι ταινίες του Τρυφό, του Τσάπλιν, οι περισσότερες από τις ταινίες της εποχής του βωβού σινεμά, από τα φιλμ νουάρ, από τα χρόνια του ΄30, οι ταινίες του Κάπρα, – Μια υπέροχη ζωή – του Φορντ, του…, του…, του…
Η ζωή είναι ένα μελό
Βρείτε το “μελό” στο έργο του Σέξπιρ ας πούμε, βρείτε το μελό στη ζωή σας, εκεί παίζεται το παιχνίδι…
Μια μάνα με προβλήματα, ένα παιδί με προβλήματα, ένα ζευγάρι με προβλήματα…
Παιδιά, σκυλιά, μάνες, πατέρες, λίγη αμαρτία, αλλά με καλή καρδιά και ατέλειωτα οδυνηρά προβλήματα. Φτωχογειτονιές, σπίτια με κόκκινα φώτα και για τους κακούς του έργου, ένα πλούσιο σπίτι. Και λόγια, μεγάλα λόγια “Όλα, όλα, όλα και τη ζωή μου ακόμα Παύλο”, “Καλέ μου Χριστούλη, καλή μου Παναγίτσα εγώ την κούκλα δεν τη θέλω, κάνε καλά τη μανούλα του Νικολάκη…”, “Σαμπάνια για όλους, μήπως έχει κανείς ένα τσιγάρο;”, “Τα ξένα χέρια είναι μαχαίρια…”.
Καλοί, φτωχοί, κακοί πλούσιοι, έρωτες που περνούν του λιναριού τα πάθη, παιδιά που ορφανεύουν, γυναίκες με παρελθόν, άντρες χωρίς μέλλον. Τον περασμένο αιώνα “έβραζε” το μελό στη λογοτεχνία και στο θέατρο από την Κυρία με τις Καμέλιες έως την Μαντάμ Μποβαρί και στην Ελλάδα μιλούσε και καθαρεύουσα, Όλη αυτή η τάση που κατέλαβε τα θέατρα με τις μελιστάλαχτες μεγαλοστομίες της σε όλον τον κόσμο, πέρασε αμέσως στο σινεμά και το βουβό του πράγματος, με τις έντονες χειρονομίες το έκανε ακόμα πιο μεγαλοπρεπές και εντυπωσιακό. Ακόμα πιο δακρύβεχτο. Το μελό είναι ένα δράμα στην ακρότητά του, κάτι που γαργαλάει τον θεατή, που ερεθίζει επί τόπου τους δακρυγόνους αδένες του, που οι υπερβολικές συμπτώσεις και όχι η εξέλιξη της πλοκής οδηγεί τα πάντα.
Δηλαδή μελό είναι ένα από τα αριστουργήματα όλων των εποχών, το Χαμίνι του Σαρλό.
Άρα δεν είναι ο τίτλος που δίνουμε. Κάθε τίτλος, κάθε “είδος” έχει καλά και με καλά δείγματα και ένα που πολλοί “θεωρητικοί” ζήλεψαν την αμεσότητα της ανταπόκρισης του κόσμου – “αυτό το κλάμα, το μικρό, το μέγα…” που όπως και στην κωμωδία, στην καλή κωμωδία, με το γέλιο αισθάνεσαι ως δημιουργός, εκείνη τη στιγμή σε ενεστώτα χρόνο, πως το δημιούργημα σου όντως είναι ζωντανό και επικοινωνεί με τον κόσμο, δεν χρειάζεται συζήτηση, ούτε ανάλυση επ’ αυτού…
Η Γκάρμπο λέει “θέλω να μείνω μόνη”, ο Τσάπλιν παίρνει ένα λουλουδάκι από το χέρι της ανθοπώλιδας, “αύριο είναι μια καινούρια μέρα” διαλαλεί η Σκάρλετ, “Παίξτο πάλι Σαμ”, το ”As time goes by” λέει η ‘Ινγκριντ Μπέργκμαν, “γιατί ήρθες; Γιατί δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς. Τότε γιατί άργησες αγάπη μου;” λένε η Καρέζη και ο Κούρκουλος, “Είναι κάτι χορταράκια που φυτρώνουν σε πολυτελείς επαύλεις, ενώ κάτι άλλα μέσα στα λασπόνερα, τέτοιο ήμουν και εγώ” δακρύζει και λέει η Αλίκη… Η ιστορία του σινεμά, που γράφεται στις καρδιές των θεατών και όχι σε θεωρητικά κείμενα περιέχει “μεγάλες δραματικές στιγμές” μελό και ξεκαρδιστικές ατάκες από κωμωδίες.
Για αυτό και ποτέ δεν θα πάψουν να γυρίζονται μελό σε όλον τον κόσμο. Στο Χόλιγουντ συχνά πρόσχαρα μελό, με “δροσερή” σχεδόν κωμική “επιφάνεια” και μελό υπόβαθρο κάπως αλλιώτικο από τις πιο βαριές καταστάσεις του παρελθόντος.
Ένα μελό για την καινούρια εποχή, λοιπόν. Πηγαίνετε και απολαύστε το. Μην αφήνετε να σας κομπλεξάρουν οι “ειδικοί” και μην ακούτε αυτούς που λένε “ο τάδε αναιρεί το μελό εκ των έσω” – το έχω διαβάσει για τις ταινίες του Αλμοδοβάρ οι οποίες είναι απόλυτα μελό και ούτε το αναιρούν ούτε τίποτα, φαίνεται καθαρά ότι του αρέσει του ανθρώπου το μελό, το οποίο δεν αρέσει στους θεατρικούς. Να πάτε και να χαρείτε και να κλάψετε αν το θέλετε. Αυτό είναι ζωντανό σινεμά. Το μελό… ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΘΑΙΝΕΙ…
*Από το αρχείο της Parallaxi.