1.000 και 1 ιστορίες της Θεσσαλονίκης – Ένας ξεναγός μου δείχνει την πόλη
Μια βόλτα σε μια πόλη που συχνά προσπερνάμε και δεν βλέπουμε.
Αν κάτι δεν μπορώ ν’ αφήσω να σβήσει μέσα μου είναι ο έρωτας για την πόλη μου. Η Θεσσαλονίκη για τους περισσότερους είναι άσχημη, για εκείνους όμως που έχουν μάθει να αδράττουν την μέρα και να μαγεύονται από εκείνα που προσπέρασαν στο παρελθόν, είναι ένα κοσμοπολίτικο κόσμημα.
Ζω εδώ τα τελευταία 21 χρόνια και μπορώ να δηλώσω με βεβαιότητα πως την πόλη ακόμα δεν την ξέρω. Κάθε μέρα ανακαλύπτω και κάτι που δεν παρατήρησα την προηγούμενη. Για παράδειγμα μπορείς να σταθείς κάτω από την Καμάρα μια ολόκληρη μέρα και στο τέλος της να συνειδητοποιήσεις ότι δεν είδες ούτε τα μισά της μικρά αριστουργήματα.
Μπορεί να χαθείς στα καλάθια και τα μεζεδοπωλεία της Παπαμάρκου και να μην σηκώσεις το κεφάλι ποτέ για να παρατηρήσεις τα ιστορικά χαμηλά κτίρια που ξυπνούν αναμνήσεις από τα χρόνια που η πόλη κρατούσε σφιχτά στην αγκαλιά της τον τίτλο της πολυ-πολιτισμικότητας! Και μπορώ να σου περιγράψω δεκάδες ακόμη γειτονιές που είμαι σίγουρος πως τις διασχίζεις καθημερινά μα ποτέ σου δεν βρήκες κάτι να σε κάνει να γυρίσεις σε αυτές.
O Κωνσταντίνος Σφήκας ένας από τους πιο ξεχωριστούς ξεναγούς της πόλης μου έδειξε μερικά τα μυστικά της.
”Στα 20 βρέθηκα στην τράπεζα,με τα τετραπλάσια χρήματα από το χαρτζιλίκι των γονιών, γλυκάθηκα. Eίχα τόσα χρήματα στην άκρη το ’80, που δεν ήξερα τι να τα κάνω. Μπορούσα να κάνω τα χόμπι μου, φωτογραφία και χορό, είχα χρόνο. Αλλά 20 χρόνια μετά, οι τράπεζες συνενώθηκαν και απαιτούσαν ώρες δουλειάς. Όταν λοιπόν μας δόθηκε η δυνατότητα για εθελούσια έξοδο, αποφασίσαμε 200 άτομα να παραιτηθούμε από την τράπεζα Μακεδονίας Θράκης.
Η πιο σημαντική απόφαση της ζωής μου. Όταν έφυγα από την τράπεζα θυμήθηκα αστραπιαία έναν ξεναγό τον Ιορδάνη Πασχαλίδη, που μας είχε ξεναγήσει στην Βεργίνα και μέσα στο χάος των 42 τμ του σπιτιού μου βρήκα σε ένα χαρτί το τηλέφωνο του και τον κάλεσα, βρεθήκαμε την ίδια μέρα και μου έδωσε την προκήρυξη. Άμεσα προέκυψε η σχολή ξεναγών, είχα τρεις μήνες να διαβάσω και αυτό σημαίνει παρανοϊκό διάβασμα. Όταν μπήκα στην Ξεναγών ήταν η δεύτερη πιο σημαντική απόφαση για εμένα. Από τους 820 μπήκα τρίτος και τελειώσα δεύτερος. Δεν το πιστεύω ακόμα καμία φορά τσιμπιέμαι νομίζοντας ότι είμαι τραπεζικός και ότι βλέπω ένα όνειρο.”
Αυτή η δουλειά γεννά νέα προϊόντα, ο ξεναγός οφείλει να δημιουργεί νέα προϊόντα και να απολαμβάνεις την πόλη σου, την χώρα σου και να επικοινωνείς με τον κόσμο για να τους δώσεις εκείνο που βλέπεις εσύ. Ο ουσιώδης σκοπός είναι φεύγοντας ο ξένος να λέει ”Time Of My Life”.
”Η δουλειά αυτή είναι δύσκολη, σε απομονώνει κοινωνικά. Όλοι νομίζουν ότι είναι μία γκλαμουριά, ξυπνάς κάθε μέρα σε άλλο χώρο, αλλά ξεχνάνε πως από πίσω σου έχεις 40 ανθρώπους και μία ζωή που χάνετε. Άνοιξη και φθινόπωρο πιάνουμε 120 ημέρες δουλειά περίπου. Το σπίτι σου δεν σε βλέπει και να σε δει θα είναι για ελάχιστες ώρες. Πώς μπορείς να κρατήσεις μία σχέση. Όταν η πόρτα κλείνει από το ξενοδοχείο πίσω σου είσαι μόνος σου και κανένα τηλέφωνο δεν μπορεί να σου δώσει την επικοινωνία με τον άνθρωπο σου. Χάνεις φιλίες σταδιακά δύσκολα βρίσκεις σύντροφο, με πολύ μεγάλες θυσίες μπορεί να κρατηθεί μία σχέση.”
Ωστόσο υπό τον Κωνσταντίνο, αυτό το επάγγελμα είναι το ομορφότερο του κόσμου. ”Είμαστε λίγο σαν τους γιατρούς του πνεύματος. Δεν τελειώνεις ποτέ. Οφείλεις να γνωρίζεις τα πάντα από εκεί που θα καθίσεις και θα πιεις τον καφέ σου, να μπορείς να εξηγήσεις ποιο είναι το τσάϊ που πίνουν και πως δημιουργήθηκε, μέχρι τον αρχαιολογικό χώρο, την κάθε προθήκη του κάθε μουσείου, που θα τα ξέρω απ’ έξω. Γυρνάς όλη την Ελλάδα, πίνεις τον καφέ σου στο Ναύπλιο και μετέπειτα τρως το φαγητό σου στις Μυκήνες.”
”Οι Δελφοί είναι το μέρος στην Ελλάδα που πάντα θα γυρίζω. Εξαιτίας του Απόλλωνα, που ήταν αρχηγέτης που έδινε τις μαντείες μέχρι της Πυθίας άπλωσε τον ελληνισμό στα πέρατα της οικουμένης στην Ανατολική Μεσόγειο και ακόμα πιο πέρα. Ένας χώρος που είναι μαγικός η καρδιά της Ελλάδας, του αρχαίου Ελληνικού Κόσμου. Κάθε φορά τους Δελφούς τους βλέπεις διαφορετικούς, ακόμα και με την πλήρη ηλιοφάνεια τους διαφέρει, οποτεδήποτε υπάρχουν διαφορετικά καιρικά φαινόμενα τα οποία σε πηγαίνουν σε μία άλλη σφαίρα γοητεύεσαι. Έχει τον άνω και τον κάτω αρχαιολογικό χώρο. έχει έναν πολύ κακό μουσειολογικό χώρο αλλά με αριστουργήματα εντός.”
Μέσα από αυτή τη δουλειά αγαπάς την πόλη σου λίγο παραπάνω, πόλη unesco 456, 15 μνημεία, κρυμμένες γωνιές. Έχεις την δυνατότητα να βρεις τι τρώνε οι Θεσσαλονικείς, από που προέρχονται όλες αυτές οι κουζίνες. Όταν ο ξεναγός έχει όλες αυτές τις γνώσεις τις επικοινωνεί με τον κόσμο, εκείνοι την αγαπάνε ολό ένα και περισσότερο.
”Δηλώνω ερωτευμένος με την πόλη μου. Χρειάζεσαι έναν άνθρωπο να σε σπρώξει. Για εμένα αυτός ο άνθρωπος ήταν ο σύντροφος μου, ο οποίος έχει ζήσει από το Λος Άντζελες μέχρι το Παρίσι και μου είχε πει πως είναι επιλογή του να ζει εδώ. Αναρωτιόμουν γιατί άραγε; Σταδιακά η γνώση της δουλειάς μας γίνεται δύναμη. Δεν θα ξεχάσω ποτέ μία κυρία 60 χρονών η οποία έκανε το tour νο.2 της Άνω Πόλης. Φτάνοντας λοιπόν στην Αγία Αικατερίνη μου λέει το απίστευτο. Είμαι νύφη στην Θεσσαλονίκη εδώ και 30 χρόνια και δεν την αγαπούσα καθόλου αισθανόμουν ότι έχω ξεμείνει εδώ. Με τα tour που κάνετε ερωτεύτηκα την πόλη και την απολαμβάνω σε κάθε μου βήμα.
Συνήθως κοιτάμε την πόλη από το επίπεδο των μαγαζιών που έχουν υποστεί τρομερές αλλοιώσεις. Έτσι χάνουμε το νόημα. Αν κοιτάς την πόλη ψηλά η πόλη είναι μαγική. Η Θεσσαλονίκη είναι ένα συνονθήλευμα αριθμών, τα τελευταία 15 χρόνια ο εκλεκτiκισμός που είναι ο κύριος αρχιτεκτονικός χαρακτήρας της πόλης άρχισε να διεκδικεί από εμάς την πολυπολιτισμικότητα της. Η Θεσσαλονίκη είναι πολυσυλλεκτική. Αυτή τη στιγμή έχουμε 6.000 κτίρια στην πόλη τα οποία έχουν αρχιτεκτονική αξία και έχουν καταλογογραφηθεί και είναι διατηρητέα. Όταν κάτι μισοκαταστρέφεται από αυτά θα πρέπει άμεσα οι αρχές και ο κόσμος να συνδράμει στο να σώζεται το κτίριο που ρημάζει.
Τα τελευταία χρόνια έχει επεκταθεί αρκετά η διπλωματία πόλεων και υποχρεώνει τον κόσμο να γυρνά στην πόλη, αλλά και μέσω αυτής να γίνονται οι περσβευτές μας στο εξωτερικό. Λόγου χάριν το Φεστιβάλ Κινηματογράφου.
”Έχει τύχει να επισκεφτεί την πόλη Γερμανίδα για το Φεστιβάλ και μέσα σε λίγες ώρες να στείλει στην χώρα της μηνύματα απελπισίας για το πόσο άσχημη είναι η Θεσσαλονίκη. Μόλις ξεκίνησε το Φεστιβάλ και μπήκε στο mood, έκανε τις ξεναγήσεις, η εικόνα της άλλαξε. Έστειλε χίλια μηνύματα πίσω που έγραφε πως δεν μπορεί κανείς να χάσει αυτή την πόλη. Αν αυτή η γυναίκα έγινε η πρέσβειρα της Θεσσαλονίκης προς 1.000 ανθρώπους, θα ξανάρθει και θα φέρει κι άλλους. ”
Ο Θεσσαλονικιός για να γνωρίσει την πόλη πρέπει να παρακολουθήσει ξεναγούς ή να διαβάσει βιβλία, η σύζευξη των δύο αυτών συνισταμένων μπορεί να του χαρίσει απλόχερα έρωτα για την πόλη. Κάποιος που θα ήθελε να δει κάτι εδώ, θα έπρεπε να επισκεφθεί τα ρωμαϊκά και τα βυζαντινά κτίρια, τα οποία είναι τα 15 καταλογογραφημένα αριστουργήματα της UNESCO και ό,τι έχει απομείνει από τους δύο βασικούς πολιτισμούς της, τον Ρωμαϊκό και τον Εβραϊκό. Μετέπειτα αν ξεκινήσεις από τα μεγάλα και ουσιώδη μνημεία, θα μάθεις και το υπόλοιπο κομμάτι του παζλ.
Ένα tour δομείται από 4 άξονες, στους οποίους μπορείς να ενσωματώσεις απίστευτες ιστορίες της πόλης. Για παράδειγμα την δολοφονία του Τάσου Τούση στην Εγνατία το οποίο συνδυάζεται άψογα με τον επιτάφιο του Ρίτσου και τα γεγονότα του ’36. Και όταν περάσει κάποιος από το σημείο δεν θα γνωρίζει ότι εκεί δολοφονήθηκε ενώ είναι ανατριχιαστικό.
Oι τουρίστες-ταξιδιώτες χωρίζονται σε κατηγορίες. Δηλαδή αν επισκεφτούν την Θεσσαλονίκη Εβραίοι θα θέλουν να μάθουν την κάθε γωνιά του εβραϊκού πολιτισμού. Επιπροσθέτως εδώ έρχεται Ελίτ Τούρκων, άνθρωποι που επιθυμείς να συναναστρέφεσαι για την ευγένεια τους, για τον τρόπο που σε κοιτάνε και τον σεβασμό της ιστορίας. Είναι εκείνοι που θα αποδεχτούν την ιστορία και θα θέλουν να μάθουν την συνέχεια χωρίς απαραίτητα να τους αφορά. Η μεγάλη νίκη του ξεναγού είναι να μην πάιρνει θέση, να παραθέτει γεγονότα να εξηγεί τα μειονεκτήματα και τα πλεονεκτήματα της κάθε περιόδου και να μην αποδομεί έναν πολιτισμό που για 500 χρόνια εδραιώθηκε εδώ, στην οθωμανική Θεσσαλονίκη η οποία ταυτίζεται με την Εβραϊκή.
Είναι η ιστορία μας, εγώ είμαι περήφανος γι αυτά τα κομμάτια της πόλης. Τα ιστορικά κομμάτια αλλά και για το κτιριακό απόθεμα όπου έχει καταστραφεί ένα μεγάλο κομμάτι του αλλά αυτή τη στιγμή υπάρχει.
Στην Θεσσαλονίκη τα προηγούμενα χρόνια οι ξένοι ερχόντουσαν αρθρόα. Είχαμε την εισροή των Ρώσων, είχαμε την εισροή των Τούρκων και είχαμε την εισροή των Εβραίων. Αυτό έγινε με την διπλωματία πόλεων, αυτή η κατάσταση δημιούργησε μία δυναμική στην πόλη ούτως σώστε ο Έλληνας να συνεχίσει να έρχεται. Έχει πολλά tour η πόλη, έχουμε αποκτήσει εξαιρετικά εστιατόρια μικρά στα οποία είναι στοχευμένη η κουζίνα τους. Καταλήγουμε να σκεφτόμαστε ότι είναι τα συστατικά τα οποία δημιουργούν τις μικρότερες μονάδες κουζίνας από καφέ που σερβίρουν φαγητό ή μαγειρεία.
Ο άνθρωπος θέλει μία καλή ποιότητα στο φαγητό του, γι αυτό και οι παράγοντες αυτοί έχουν κάνει την πόλη να θεωρείται mecca της ελληνικής κουζίνας. Οι διαφορετικές φυλές που έχουν εισρεύσει εδώ. Άλλη κουζίνα οι Βλάχοι, άλλη οι Πόντιοι, άλλη η Μικρασιάτες. Όλη αυτή η γαστρονομική ιστορία έχει γίνει μία ενιαία διαδρομή εν ονόματι ”Τα πολλά πρόσωπα της πόλης.”
Τα πιο συχνά σχόλια που ακούει ένας ξεναγός σε μία ξενάγηση χωρίζονται σε δύο κατηγορίες εκείνα των ξένων και τα άλλα των Ελλήνων. ”Οι Εβραίοι συνήθως με την πρώτη εικόνα λένε πως έχουμε μία πολύ άσχημη πόλη. Εγώ τους απαντώ πως έχουν δίκιο, θέλετε όμως να το συζητήσουμε μετά το τρίωρο tour. Αυτό για μας είναι πρόκληση, δεν κάνουμε απλά την νορμάλ ξενάγηση που θα βάζαμε τα δυνατά μας για την επιτυχία. Έπρεπε να κάνουμε παππάδες. Όταν έχεις την γνώση και γνωρίζεις την εθνικότητα του επισκέπτη και το backround μπορείς να εστιάσεις πιο εύκολα. Όταν τελειώνει το tour, τους λέω σας ευχαριστώ που δώσατε το παρόν στην ξενάγηση θα ήθελα τώρα να ακούσω την γνώμη σας. Και μου λένε αν δεν είχαμε κατέβει από αυτό το καράβι που υπολόγιζαμε να μην κατέβουμε και απογοητευτήκαμε με αυτό που είδαμε μέσα από το καράβι μέχρι να φτάσουμε στο λιμάνι, θα είχαμε χάσει άπειρα πράγματα.”
Συνεπώς, οι ξένοι απολαμβάνουν την πόλη μέσα από την γνώση, γιατί όντως έχουμε άσχημη πόλη, μην ονειρευόμαστε. Η Θεσσαλονίκη αντικειμενικά είναι άσχημη. Το κέντρο όμως έχει σημαντικά μνημεία αλλά ο άνθρωπος ο οποίος σε καθοδηγεί (ο διπλωματούχος ξεναγός και όχι οι παράνομοι ξεναγοί) σου υποδεικνύει τι να κοιτάξεις και από εκεί και πέρα σου δίνει με γνώσεις και λόγια τα πάντα. Οι στάσεις στα μνημεία είναι αυτές που καθορίζουν την ξενάγηση και την ανεβάζουν σκαλιά ψηλά. Οι ξένοι απολαμβάνουν πάρα πολύ αυτό το κομμάτι.
Έχει διαφορετική οπτική ο τρόπος με τον οποίο σε πλησιάζουν οι άνθρωποι από διαφορετικές εισοδηματικές κατηγορίες. Οι πλούσιοι άνθρωποι της πόλης μου λένε ”Θέλουμε να μας ξεναγήσεις σε ένα μνημείο και μετά να φάμε ένα εξαιρετικό φαγητό.” Είναι στην δική μου ευχέρεια για το που θα πάμε και το τι θα δούμε και να απολαύσουμε με χαλαρούς ρυθμούς αυτό που λέμε slow guiding, slow food. Υπάρχουνε οι best price δηλαδή εκείνοι που θέλουν να δουν περισσότερα πράγματα με χαμηλή τιμή άρα θα είμαστε σε έναν πανικό να τα προλάβουμε όλα.
Οι οδηγοί πρέπει να ξέρουν την δυναμική των ξεναγών. Το δύσκολο της δουλειάς μας είναι η περίληψη και όχι το άπλωμα. Οι πράκτορες είναι με το ρολόι και περιμένουν να τελειώσουμε ακριβώς στο χρόνο. Αυτοί είναι η κασέτα. Οι χειρότεροι απ’ όλους τους επισκέπτες είναι οι Ιάπωνες. Προειδοποιούν έχεις 2 ώρες κι εσύ πρέπει να τηρήσεις κατά γράμμα το πρόγραμμα που έχεις δώσει. Τα τελευταία 10 λεπτά λοιπόν της ξενάγησης, κοιτάζουν συνέχεια με το ρολόι. Και τέλος σου δίνουν το χέρι για την ακρίβεια σου, όχι για εκείνα που έχεις πει. Εκτιμούν πολύ την ακρίβεια.
Μία πόλη αποτελείται από τους ανθρώπους της πάνω από όλα και το τι κάνουν οι άνθρωποι σε αυτή την πόλη. Η πόλη μας έχει τον τίτλο της προσφυγομάνας. Άνθρωποι οι οποίοι φτάνουν κατά κύματα εδώ, έχουν περάσει δια πυρός και σιδήρου. Άνθρωποι που φτάνουν στην Καλαμαριά και μένουν εδώ, οι χαμένοι Εβραίοι, ιστορία που βαραίνει τρομακτικά τον κορμό και την καρδιά της πόλης. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο χάσιμο για εμάς.
Η μητέρα μου που είναι 97 χρονών ακόμα θυμάται που τους οδηγούσαν από την Εγνατία οδό και τους συγκεντρώναν στην Βαρόνου Χιρς. Όταν έφυγε και το τελευταίο τρένο, ήταν τέλος Αυγούστου, είχε πέσει μία πολύ βαριά σιωπή στην πόλη για περίπου 15 μέρες. Μετά άρχισε το γιάγμα γιατί μπουκάρανε στις περιουσίες τους. Εκείνη την περίοδο η πόλη είχε αδειάσει άρα η πόλη των απόντων είχε να κάνει με την ιστορία των Εβραίων. Στην Σαρανταπόρου υπήρχαν 9 συναγωγές και χώροι λατρείας.
Το πρώτο Ισραήλ της πόλης ήταν εδώ. Οφείλουμε να το πούμε. Εκείνοι οι άνθρωποι όταν έφταναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τους ρωτούσαν από που είστε απαντούσαν είμαι ”Σαλονικάοι” δεν λέγανε είμαι Έλληνας- Εβραίος. Και δεν ξέρανε οι Γερμανοί περί τίνος επρόκειτο. Γι αυτό κι εκείνοι που γνώριζαν έστω και λίγα γερμανικά γινόταν μεταφραστές.
Η πόλη έχασε ένα απίστευτο δυναμικό και μετέπειτα μειώθηκε πληθυσμιακά, χάθηκε η εμπορική της ουσία. Από εκείνη την περίοδο άρχισε να αλλάζει πάρα πολύ. Τούρκοι που ήρθαν μετά από 20 χρόνια δεν μπορούσαν να πιστέψουν πόσο έχει αλλάξει η εικόνα της. Με τα ρεύματα και τα δέντρα που υπήρχαν σε κάθε γωνιά της, υπήρχε φυσική ομορφιά η οποία σταδιακά άρχισε να εξαφανίζεται και υπήρξαν οικοπεδοποιήσεις και πολυκατοικίες το ’60-’70 και ήρθε η μεγάλη καταστροφή.
Η Θεσσαλονίκη εξίσου αποτελείται από πάρα πολλούς μύθους. Η περίφημη Ρωσίδα, στα λευκά ντυμένη που εμφανιζόταν να περνά μπροστά από την Αγία Σοφία. Δεν ήξερε κανείς πως την έλεγαν και από που ήρθε. Ντυμένη με τα κρινολίνα της, το καπέλο και τη λευκή της ομπρέλα. Περνούσε καθημερινά από εκεί. Δεν μάθανε ποτέ την ταυτότητα της. Φανταζόμαστε την Ερμού και την Αγία Σοφία το κομμάτι αυτό να υπηρετεί ως τελευταία κατοικία μιας αριστοκράτισσας που έχει φύγει από μία ιστορία.
Ο μύθος της μαύρης Πέτρας, ισχυρίζονται πως κάθε βράδυ στις 00:00, ένα μικρό δρομάκι που έχει σύζευξη τεσσάρων δρόμων, μετακινείται. Και λέγανε ότι αν βρεθείς σε εκείνο το σημείο εκείνη την ώρα μπορεί να εξαφανιστείς και να μην μπορούνε να σε βρούνε. Η πόλη έχει άπειρους μύθους, όλες οι σήραγγες που υπάρχουν κάτω από την Θεσσαλονίκη. Είτε σαν όπερες διαφυγής γιατί υπήρχαν κι αυτές. Είτε σαν το υδροδοτικό συγκρότημα, το οποίο ξεκινούσε από το υδραγωγείο του Χορτιάτη και κατέληγε με αυτές τις σήραγγες υδροδότησης στα διάφορα σημεία της πόλης καταλήγοντας κάτω στα παράκτια τείχη τα οποία δεν υπάρχουν αυτή τη στιγμή, έδωσαν τροφή για σκέψη στην λαϊκή ρήση για να μιλάμε για μία πόλη κάτω από την πόλη, η οποία είναι υπαρκτή. Υπάρχει όχι στο μέγεθος που θέλουν να εμφανίζουν.
Τα ghost guided tours, είναι γνωστά. Ο κόσμος τρελαίνεται γι αυτά. Τα στοιχειωμένα σπίτια, αυτά όλα προκύπτουν από περιφερειακούς τύπους, άνθρωποι που κοιτούσαν να κάνουν μέχρι και παροδικές σχέσεις ή να μπούνε σε τέτοια σπίτια. Ακούγανε θορύβους και κάπως έτσι δημιουργούνται οι αστικοί μύθοι.
Το βασικό στοιχείο που κάνει τον ταξιδιώτη-τουρίστα να γυρνά στην Θεσσαλονίκη είναι οι άνθρωποι της. Αν μιλήσεις στους Θεσσαλονικείς με τακτ και ευγένεια, αν δηλαδή ”πατήσεις τα κουμπιά τους”, γίνονται χαλί να τους πατήσεις. Οι άνθρωποι που έρχονται στην πόλη μου το λένε ”οι πολίτες σας ντύνονται πάρα πολύ κομψά ειδικά οι γυναίκες, και είστε πολύ ευγενικοί.” Ο Θεσσαλονικιός θα δώσει σημασία στην ερώτηση που θα κάνουν οι επισκέπτες. Τα γκαρσόν θα σκύψουν πάνω από τον ταξιδιώτη με αγάπη να τον βοηθήσουν σε ό,τι χρειαστεί. Οι άνθρωποι στα μουσεία είναι διατεθειμένοι να βοηθήσουν. Τεράστια υπόθεση η πόλη να έχει ευγένεια και προθυμία, είναι τα δύο βασικά στοιχεία που αλλάζουν την ροή της.
”Βάλε ένα καλό φαγητό, βάλε αρχαιολογικούς χώρους μέσα (ιδανικά στο κέντρο για να μην ταλαιπωρηθούν με τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς), αν δεν παρατηρήσουν τα σκουπίδια της πόλης, τον ελλιπή φωτισμό, τα μείον της πόλης γενικά, οι άνθρωποι είναι ενθουσιασμένοι και θα ξαναγυρίσουν. Τα μειονεκτήματα τα παρατηρούν οι πιο ψαγμένοι και τα τονίζουν στους ξεναγούς. Εσύ δεν μπορείς να τα αρνηθείς, στα σημεία παίζεται η διαφορά. Αυτά τα σημεία πρέπει να τα καλυτερέψουμε. Μιλάμε για μία μετά-covid εποχή που δεν μπορούμε να ξέρουμε ακόμη πως θα εξελιχθεί η κατάσταση των προσωπικών σχέσεων ακόμα και σε τέτοιο επίπεδο.”
Το Γαλεριανό Συγκρότημα και οι Δώδεκα Απόστολοι είναι σημεία διαμάντια της πόλης. Η Ροτόντα περιλαμβάνει τρεις διαφορετικές εποχές, Ρωμαϊκή, Βυζαντινή, Οθωμανική με τον μοναδικό Μιναρέ που σώζεται, κατεβαίνοντας προς τα κάτω με την τεχνολογία μπορεί κάποιος να δει το βίντεο και να απολαύσει το Ανάκτορο. Ο άλλος πόλος, οι Δώδεκα Απόστολοι είναι μία εκκλησία μπιζού, ένα αριστούργημα! Όπως πάμε στην Κωνσταντινούπολη και βλέπουμε την ”Μονή της χώρας” που είναι το αντίστοιχο της Αγίας Σοφίας ,κάνε έναν παρόμοιο συσχετισμό με τη Ροτόντα και τους Δώδεκα Αποστόλους.
Αν σκεφτούμε λίγο υπάρχει και μία σύζευξη ιστορική σ’ αυτό το δίπολο της Θεσσαλονίκης με αυτό το δίπολο της Κωνσταντινούπολης. Γιατί οι Δώδεκα Απόστολοι είναι παλαιολόγια- τέχνη, η αρχιτεκτονική της, τα ψηφιδωτά της, οι τοιχογραφίες, είναι μεταξύ του 1310 και μεταξύ το 1314 και είναι ο τελευταίος σημαντικός ναός που δημιουργείται στην πόλη με την αντίστοιχη Μονή της Χώρας στην Κωνσταντινούπολη. Παραγνωρισμένο μνημείο γιατί οι Θεσσαλονικείς δεν το ξέρουνε και μέσα από τα tour το μάθανε. Οφείλει κάποιος να πάει οπωσδήποτε.
Από την άλλη, η Αριστοτέλους είναι η αληθινή καρδιά της πόλης. Τόσες ιστορίες και αναμνήσεις χρόνων. Φεστιβάλ, Ηλέκτρα Palace. Είναι κρίμα που δεν διοργανώνονται ποιοτικές εκδηλώσεις στην πλατεία. Κάθε φορά που συμβαίνει κάτι εκεί με γοητεύει. Η Άνω πόλη που εντός της μπορείς να έχεις την πλήρη αίσθηση της Θεσσαλονίκης. Αν ανέβεις και χαζέψεις την πόλη, αντιλαμβάνεσαι την τοπογραφία της, τον Θερμαϊκό, τον Όλυμπο, τα τείχη. Η παραλία. 6 χιλιόμετρα ανάμεσα στα πάρκα, την περπατάς και την ευχαριστιέσαι.
”Εδώ είναι η μεγάλη της νίκη σε σχέση με τις άλλες πόλεις της Ελλάδας. Η γειτνίαση της θάλασσας με την Θεσσαλονίκη είναι το μαγικό της κομμάτι. Ηλιοβασίλεμα στα ξύλα της παραλίας. Αν μάθουμε να πουλάμε αυτές τις εικόνες, που ο κόσμος τρέχει στην Σαντορίνη για να το βρει, θα βγούμε κερδισμένοι. Ειδικά όταν βρέχει και φυσάει, αυτό που βλέπουμε στην πλευρά του Ολύμπου είναι αριστούργημα. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να το περάσουμε προς τα έξω. Να φροντίσουν οι ηγεσίες μας να το κοινωνήσουν προς τα έξω.”