Στο βιλίο του ” Refugees, Terror and other Troubles with the Neighbors” o Σλοβένος φιλόσοφος Slavoj Žižek πραγματεύεται την προσφυγική κρίση της Ευρώπης, με πρόσφυγες από την Ασία και την Αφρική που ονειρεύονται μια καλύτερη ζωή στην Ευρώπη.
“Η αριστερά προσπαθεί να αγνοήσει το πρόβλημα, για παράδειγμα προσπαθούν να μη δίνουν δημοσιότητα στα προβλήματα που δημιουργούνται λόγω των προσφύγων. Το βιβλίο μου είναι μία απελπισμένη προσπάθεια για να μη μείνουμε σιωπηλοί για αυτό”.
Μετά τις επιθέσεις στο Παρίσι το 2015, ο Ζίζεκ είχε προειδοποιήσει ότι οι φιλελεύθεροι θα πρέπει να ξεπεράσουν τα ταμπού τους και να είναι ανοιχτοί στη συζήτηση για τα προβλήματα που δημιουργούνται με το να εισέρχονται διαφορετικές κουλτούρες στην Ευρώπη και συγκεκριμένα τους κινδύνους της δημόσιας ασφάλειας.
Το λάθος της αριστεράς, πιστεύει ο Ζίζεκ πως έγκειται σε μια λάθος πεποίθηση. “Ποτέ δε μου άρεσε αυτή η ανθρωπιστική προσέγγιση του αν μιλήσεις μαζί τους θα ανακαλύψεις ότι είναι σαν εμάς,” εξηγεί “Όχι, δεν είναι σαν εμάς, έχουμε θεμελιώδεις διαφορές, και η πραγματική αλληλεγγύη υπάρχει παρά όλων αυτών των διαφορών”.
“Το να καταλάβουμε και δεχτούμε όλα αυτά που χωρίζουν τους Ευρωπαίους από αυτούς που αναζητούν άσυλο στην Ευρώπη, είναι θεμελιώδες για πραγματική αποδοχή.”
Για αυτό το λόγο αναφέρεται στους πρόσφυγες ως “πλησίον”. “Στο χριστιανισμό”, εξηγεί, “ο πλησίον δεν είναι άποιος που είναι σαν εμάς , ο πλησίον είναι ακριβώς κάποιος που πιστεύεις ότι είναι κοντά σε εσένα και μετά κάνει κάτι απροσδόκητο και λες στον ευατό σου ‘Θεέ μου, δε ξέρω καθόλου αυτόν τον άνθρωπο’.”
“Γι’αυτό το μότο του χριστιανισμού ‘αγάπα τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου’ δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται.”
Ακόμη ένα πρόβλημα με την αριστερά είναι ότι έχουν την επικίνδυνη τάση να μυθοποιούν τους πρόσφυγες ως ιδιαιτέρα ευγενείς λόγω της ταλαιπωρίας τους: “Δε μου αρέσει αυτή η ρομαντική λάθος ιδέα πως η ταλαιπωρία σε κάνει καλύτερο, ότι σε κάνει ευγενή. Δε σε κάνει! Το αντίθετο, σε κάνει να κάνεις τα πάντα για να επιβιώσεις.”
Αυτό δε σημαίνει πως η Ευρώπη θα πρέπει να είναι λιγότερο δεσμευμένη στο να βοηθήσει απελπισμένους ανθρώπους που αναζητούν άσυλο, αλλά οι Ευρωπαίοι πρέπει να είναι λίγο πιο ρεαλιστές για το πόση προσπάθεια χρειάζεται αυτό. Είναι εύκολο το να είσαι ανθρωπιστής αν οι αρχές σου είναι πως αυτοί που βοηθάς είναι ζεστοί, φιλικοί άνθρωποι. Αλλά αν δεν είναι; Αυτό που λέω είναι πως ακόμη και σε αυτή την περίπτωση πρέπει να τους βοηθήσουμε.”
“Οι πρόσφυγες είναι αυτό που πληρώνει η ανθρωπότητα για την παγκόσμια οικονομία”, γράφει ο Ζίζεκ, και αν και είναι πεπεισμένος πως η μόνη αληθινή λύση είναι “μία ριζική αλλαγή στην οικονομία που εξαλείφει τις συνθήκες που δημιουργούν πρόσφυγες”, αυτό δεν αλλάζει τον άμεσο κίνδυνο. Η μόνη επιλογή της Ευρώπης τώρα είναι να δεσμευτεί στο να παρέχει μία αξιοπρεπή ζωή για τους μετανάστες που φτάνουν στις ακτές της”.
Η άρνηση της αριστεράς να αντιμετωπίσει τις πολιτιστικές διαφορές μεταξύ Ευρωπαίων και μεταναστών, στην ουσία προωθεί τη μισαλλοδοξία: “Οι μόνοι που μιλάνε ανοιχτά για τις διαφορές είναι αυτοί που είναι κατά των μεταναστών και οι δεξιοί, και αφήνουμε όλη τη συζήτηση σε αυτούς”, εξηγεί.
Αντί να απαγορεύσουμε οποιαδήποτε κριτική στο Ισλάμ ως “Ισλαμοφοβία”, οι αριστεροί Ευρωπαίοι θα πρέπει να έχουν το θάρρος να συζητάνε ανοιχτά για τις διαφορές στις αξίες μας. “Είναι πολύ απλό το γεγονός ότι οι περισσότεροι μετανάστες έρχονται από χώρες των οποίων οι αξίες είναι πολύ διαφορετικές με αυτές της Ανατολικής Ευρώπης όσο αναφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα. Το πρόβλημα εδώ είναι πως η προφανής λύση (αμοιβαίος σεβασμός) δε λειτουργεί.”
Ο Ζίζεκ επίσης θέτει το ζήτημα πως ίσως θα πρέπει να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια της δημοκρατίας. “Αυτοί που είναι υπέρ των μεταναστών λένε πως πρέπει να είμαστε ‘ανοιχτοί και δημοκράτες’, αλλά τι σημαίνει το να είσαι δημοκράτης; Οι περισσότεροι άνθρωποι ξεκάθαρα είναι κατά των μεταναστών.”
Όμως, συνεχίζει, “εκ μέρους ενός ανώτερου ηθικού προτύπου θα πρέπει να δεχτούμε τους μετανάστες και να τους φροντίσουμε ακόμη και αν η πλειοψηφία του κόσμου είναι εναντίον πους. Το κλειδί είναι πως θα πρέπει να αποδεχτούμε ότι αυτή η στάση δεν είναι μία δημοκρατική απόφαση, αλλά μια επιβολή”.