Στιγμιότυπα φιλοξενίας

«Αυτή είναι η ζωή που θέλουμε. Να μην έχουμε πόλεμο. Τώρα είμαστε εδώ. Δεν με νοιάζει αν θα μείνουμε ή θα φύγουμε. Αρκεί να μην γυρίσουμε στον εφιάλτη που ζούσαμε» μου είχε πει ο Ουαλίντ στο τέλος της κουβέντας μας σ΄ έναν καταυλισμό προσφύγων στη βόρεια Ελλάδα. Ήταν μία αφήγηση που κράτησε αρκετή ώρα, που […]

Παύλος Νεράντζης
στιγμιότυπα-φιλοξενίας-105049
Παύλος Νεράντζης

IMG_2623

«Αυτή είναι η ζωή που θέλουμε. Να μην έχουμε πόλεμο. Τώρα είμαστε εδώ. Δεν με νοιάζει αν θα μείνουμε ή θα φύγουμε. Αρκεί να μην γυρίσουμε στον εφιάλτη που ζούσαμε» μου είχε πει ο Ουαλίντ στο τέλος της κουβέντας μας σ΄ έναν καταυλισμό προσφύγων στη βόρεια Ελλάδα.

Ήταν μία αφήγηση που κράτησε αρκετή ώρα, που είχε μέσα της πολύ πόνο και αγωνία και σασπένς σαν fiction ταινία. Αλλά μήπως έτσι, σκέφτηκα αργότερα, δεν είναι όλες οι ιστορίες  των κατατρεγμένων, που ακούω εδώ και χρόνια; Αυτών που φεύγουν κυνηγημένοι από βομβαρδισμούς, από τρομοκράτες, από δικτατορικά καθεστώτα, από τη βαναυσότητα για να αναζητήσουν σανίδα σωτηρίας στην πολιτισμένη Ευρώπη; Έστω κι αν αυτή η Γηραιά Ήπειρος, ή μάλλον ακροδεξιές και νεοφιλελεύθερες κυβερνήσεις της, τους κλείνουν τώρα τις πόρτες και ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τα δεινά του πολέμου, εισβάλοντας σε τρίτες χώρες, πουλώντας όπλα σε συμμάχους και αντιπάλους; Πόση υποκρισία μπορεί ν΄ αντέξει ο νους του ανθρώπου;

Ο Ουαλίντ χαμογέλασε μετά από μια στιγμιαία διακοπή. Και σα να είχε διαβάσει τη σκέψη μου, μού λέει: «Ναι, αλλά εδώ έχετε ειρήνη».

Λίγες μέρες αργότερα η Άννα γνώρισε τυχαία τον Ουαλίντ συνοδεύοντας ανθρωπιστική βοήθεια στον καταυλισμό και η πρόσκληση για αυτόν και την οικογένειά του, τη Μέϊς, τον δωδεκάχρονο Αμπόντι και τον πεντάχρονο Μίσου προέκυψε αβίαστα.

Όχι, δεν ήταν τόσο η αίσθηση ενός ανείπωτου χρέους καθότι κι οι δυο μας είμαστε γόνοι προσφύγων. Ήταν η απλή σκέψη ότι έστω για λίγο οι άνθρωποι αυτοί πρέπει να πάρουν μια ανάσα, να ξαποστάσουν μακριά από τις σκηνές, το κρύο και τη λάσπη. Ήταν περισσότερο η ανάγκη να εκφράσουμε έμπρακτα την αλληλεγγύη μας, να προσφέρουμε φιλοξενία σε ανθρώπους που στερούνται ακόμη και τα στοιχειώδη, αυτά που χαρακτηρίζουν μια κανονική –με ή χωρίς εισαγωγικά η λέξη- ζωή. Να φάνε σ΄ ένα τραπέζι, και όχι να περιμένουν σε ουρές το συσσίτιο. Να κάνουν ένα ζεστό μπάνιο, να κοιμηθούν σ΄ ένα κρεβάτι και όχι κατάχαμα, να κάνουν μια βόλτα δίπλα στη θάλασσα, τα παιδιά να παίξουν, να δουν τηλεόραση.

Έτσι κι έγινε

Όσο διάστημα μείναμε κάτω από την ίδια στέγη ο Ουαλίντ, η Μέϊς, ο Αμπόντι, και ο Μίσου γελούσαν. Απολάμβαναν. Έφυγε εκείνη η καταχνιά από τα βλέμματά τους. Ήταν χαρούμενοι και απίστευτα διακριτικοί. Ο μικρός Μίσου είχε στηθεί για ώρες μπροστά στην τηλεόραση, παρακολουθούσε cartoons και κάθε τόσο μας αγκάλιαζε, ρίχνοντάς μας ένα σβουριχτό φιλί. Ο Αμπόντι δεν άφησε από τα χέριά του ένα ζευγάρι κιάλια. Στη βόλτα τα παιδιά έπιασαν αμέσως παρέα και έπαιζαν με άλλα αγόρια και κορίτσια. Η Μέϊς μας μαγείρεψε εξαίσια. Λιχουδιές ανατολίτικες που θα ζήλευαν οι καλύτεροι σεφ.

Δεν ήταν λίγες και οι κουβέντες που κάναμε. Κανείς, εκτός από τα παιδιά, δεν ενδιαφερόταν να παρακολουθήσει αραβικά κανάλια. «Το Al Jazeera –λέει ο Ουαλίντ- μεταδίδει από το Κατάρ, μία χώρα που έχει στενές σχέσεις και παραδίδει όπλα και βοήθεια στο DAESH (το αραβικό ακρωνύμιο του ISIS). Για αυτό δεν είναι αξιόπιστο». Οι τζιχανιστές «είναι θύτες και θύματα ταυτόχρονα. Θύτες γιατί δολοφονούν αθώους, σπέρνοντας τον τρόμο. Θύματα ενός φανατισμού που καλλιεργείται σκόπιμα στο όνομα της θρησκείας». Για τον Ουαλίντ «ο Θεός είναι ένας, όπως και να λέγεται». Άλλωστε «και  εμείς οι μουσουλμάνοι πιστεύουμε στη Μάριαμ» (το όνομα της Παναγίας στο Κοράνι).

Η συζήτηση για τη θέση της γυναίκας στη μουσουλμανική κοινωνία άναψε, όταν παρακολουθήσαμε την εξαιρετική ταινία «Το Απαγορευμένο Ποδήλατο» της Χάϊφα Αλ-Μανσούρ που αναφέρεται στην προσπάθεια της δεκάχρονης Γουάντζντα να αποκτήσει το ποδήλατο που λαχταρά σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, όπως στη Σαουδική Αραβία, όπου θεωρείται ανήθικο για τις γυναίκες να κάνουν ποδήλατο.

«Εμείς στο Ιράκ δεν είμαστε θεοκρατούμενοι όπως στη Σαουδική Αραβία, αλλά η θέση της γυναίκας στην κοινωνία είναι συγκεκριμένη» είπε κάποια στιγμή ο Ουαλίντ, τραβώντας μια ακόμη βαθιά ρουφηξιά από το φλιτζάνι του καφέ που του είχε ετοιμάσει η Άννα.

Είχε βραδιάσει όταν προέτρεψα τους φιλοξενούμενους να παρακολουθήσουν το αραβικό δελτίο ειδήσεων της ΕΡΤ. Ο εκφωνητής ανέφερε ότι οι πρόσφυγες μπορούν να υποβάλουν αιτήσεις για την παροχή ασύλου είτε μέσω Skype για μία ώρα την ημέρα, είτε στα κατά τόπους αρμόδια γραφεία. Ο Ουαλίντ γέλασε. «Στο Skype κανείς δεν απαντά και στο Γραφείο Ασύλου που πήγα στη Θεσσαλονίκη, ένας υπάλληλος ήταν όλο κι όλο και μας έδιωξε».

Η ατμόσφαιρα βάρυνε όταν έκανα το λάθος να τους δείξω φωτογραφίες από τις επισκέψεις μου στο Ιράκ, το ΄91, το ΄97 στα χρόνια του εμπάργκο και μετά το 2003, όταν έγινε η εισβολή των Αμερικανών. Η Μέϊς δάκρυσε και ο Ουαλίντ έβγαλε κάποιες δικές του  τυλιγμένες σε κουβάρι μέσα σ΄ ένα νάϋλον. Τις άπλωσε πάνω στο τραπέζι. Εικόνες μιας καθημερινότητας που χάθηκε οριστικά για αυτούς. Στιγμιότυπα από τη ζωή τους στη Βαγδάτη, των γονιών, των παιδιών τους. Μνήμες που κανείς δεν μπορεί να τους τις αφαιρέσει.

Ο Ουαλίντ και η οικογένειά του είχαν επικηρυχθεί από τον ISIS. Σε λιγότερο από 24 ώρες έπρεπε να εγκαταλείψουν το σπιτικό τους. Η οδύσσειά τους άρχιζε.

Από τον εφιάλτη του ISIS στην αγκαλιά των Ελλήνων

Στο Ιράκ η δουλειά του Ουαλίντ δεν ήταν εύκολη. Τα τελευταία χρόνια μετά από μια περίοδο σκληρής εκπαίδευσης, υπηρετούσε στη SWAT (Special Weapons and Tactics), τις ειδικές δυνάμεις της ιρακινής αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας. Στόχος της SWAT είναι να εξουδετερώνει τους πυρήνες της ISIS. Οι άνδρες της SWAT βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα. Ζουν με άλλα ονόματα, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της μάχης, εκτελούν ειδικές αποστολές κι αν τυχόν συλληφθούν από τους τρομοκράτες, εκτελούνται αμέσως με αποκεφαλισμό.

Ο Ουαλίντ ήταν ένας από αυτούς. Για αυτό και μπήκε στο στόχαστρο των τζιχανιστών. «Επιστρέφοντας μια μέρα σπίτι μου βρήκα στην είσοδο θυροκολλημένο ένα χαρτί με την μαύρη σφραγίδα της DAESH (ISIS). Κανείς στο σπίτι ή από τους γείτονες δεν αντιλήφθηκε ποιος το είχε βάλει. Στο έγγραφο, όμως, ανέφερε ότι μέσα σε 24 ώρες έπρεπε να φύγουμε, εγώ και η οικογένειά μου, αλλιώς θα μας εκτελούσαν».

img533

Μου δείχνει μια φωτογραφία του εγγράφου. «Αλήτη αποστάτη Ουαλίντ έγινες ένα με το διάβολο. Τα χέριά σου έχουν βρωμίσει, οι πράξεις σου είναι αμαρτωλές. Γνωρίζουμε πολύ καλά τι κάνεις: σκορπάς τη διαφθορά στη γη του Θεού, σπέρνεις το κακό.

Σου δίνουμε 24 ώρες για να σταματήσεις να συνεργάζεσαι με τα σκυλιά του Μαλίκι (σ.σ.: πρωθυπουργός του Ιράκ από το 2006 έως το 2014) και να μετανοήσεις ενώπιον του Θεού. Αλλιώς σε προειδοποιούμε ότι θα το πληρώσεις ακριβά. Θα βρεθείς με μία σφαίρα ανάμεσα στα μάτια».

Ο Ουαλίντ πήρε μια βαθιά ανάσα. «Δεν ήταν η πρώτη φορά που φοβήθηκα για τη ζωή της γυναίκας και των δύο παιδιών μου. Φαντάζεσαι τι θα γινόταν αν έπεφταν στα χέρια των τζιχαντιστών; Λίγους μήνες νωρίτερα άγνωστοι είχαν επιχειρήσει να με σκοτώσουν. Έβαλαν εκρηκτικά κάτω από το αυτοκίνητό μου. Τη στιγμή που απομακρυνόμουν, έγινε η έκρηξη ακριβώς εκεί που το είχα σταθμεύσει. Σώθηκα μάλλον γιατί δεν πρόλαβαν να πυροδοτήσουν εγκαίρως τη βόμβα.

Μια άλλη φορά ένοπλοι μπήκαν νύχτα στο σπίτι μου. Με ρώτησαν αν είμαι αστυνομικός. Αρνήθηκα. Τους είπα ότι είμαι κουρέας. Έψαχναν παντού για να βρουν έγγραφα, ρούχα, που θα πρόδιδαν την ταυτότητά μου. Ευτυχώς δεν βρήκαν τίποτε. Τα παιδιά μου έκλαιγαν. Τους παρακαλούσα γονατιστός να μη μας σκοτώσουν.

Άλλαξα σπίτι, αλλά προφανώς με παρακολουθούσαν. Κι όταν βρήκα θυροκολλημένο το χαρτί της DAESH (ISIS),  που ανέφερε το πραγματικό μου όνομα κατάλαβα ότι ήταν η τελευταία προειδοποίηση. Μίλησα στη γυναίκα μου, το ανέφερα αμέσως στην υπηρεσία μου, αλλά ο επικεφαλής της ομάδας μου μού είπε ότι δεν μπορούσαν να με προστατέψουν. Έτσι αποφασίσαμε να φύγουμε. Δεν είχαμε άλλη επιλογή.

img534

Κρυβόμασταν για αρκετές μέρες, ταξιδεύαμε νύχτα μέχρι που φτάσαμε στο Ερμπίλ, στο ιρακινό Κουρδιστάν. Παρουσιάστηκα στην αστυνομία και στις ένοπλες δυνάμεις, όπου τους εξιστόρησα τα γεγονότα. Τους ζήτησα βοήθεια. Η απάντηση ήταν σκληρή. Δεν την περίμενα. «Δεν είσαι Κούρδος. Είσαι Άραβας. Κι εδώ δεν θέλουμε Άραβες. Έχεις διορία μια εβδομάδα για να εγκαταλείψεις την περιοχή μας» μου είπαν.

Δεν ήξερα τι να κάνω. Ήμουν απελπισμένος. Για να φτάσουμε στα σύνορα με την Τουρκία έπρεπε να περάσουμε μέσα από ζώνες που ελέγχει ο DAESH (ISIS), μέσα από περιοχές που γίνονται μάχες. Για να διανύσουμε μία απόσταση που κανονικά γίνεται σε τρεις ώρες, κάναμε τριπλάσιο χρόνο. Ευτυχώς είχαμε έμπειρο οδηγό, που ήξερε τα κατατόπια. Πληρώσαμε εξακόσια δολάρια το άτομο.

Ούτε στην Τουρκία τα πράγματα ήταν εύκολα. Στην Κόνυα (Ικόνιο) μείναμε πάνω από ένα χρόνο. Κατέθεσα αίτηση για να πάρουμε άσυλο, αλλά οι συνθήκες ήταν άθλιες. Στο Μπαλικασίρ μένει ακόμη και τώρα η μητέρα μου που είχε φύγει νωρίτερα από τη Βαγδάτη όταν φοβήθηκε ότι θα απαγάγουν τον αδελφό μου.

Εμείς τελικά αποφασίσαμε να ταξιδέψουμε στην Ευρώπη. Πλήρωσα στους διακινητές δύο χιλιάδες εκατό δολάρια για να φτάσουμε μέχρι τη Σμύρνη. Από επτακόσια εγώ και η γυναίκα μου, από τριακόσια πενήντα κάθε παιδί. Από τη Σμύρνη μας μετέφεραν νύχτα σ΄ένα κοντινό χωριό. Τριάντα τρία άτομα μαζί με μωρά που έκλαιγαν στριμωχθήκαμε μέσα σ΄ ένα φορτηγάκι. Γίνονταν έλεγχοι στους δρόμους από την αστυνομία και ο κόσμος, οι πρόσφυγες φοβόντουσαν. Περιμέναμε μέρες κρυμμένοι ώσπου ένας διακινητής μάς ειδοποίησε να πάμε μέχρι την πλησιέστερη ακτή.

γραεγ

Πλήρωσα άλλα χίλια οκτακόσια δολάρια και μπήκαμε σε μια βάρκα μαζί με άλλους. Απέναντί μας φαινόταν η Λέσβος. Όμως μετά από πέντε λεπτά στη θάλασσα, η μηχανή έσβησε. Ο οδηγός ειδοποίησε με το κινητό του κάποιον, που ήρθε και την έφτιαξε.

Ήμασταν μεσοπέλαγα όταν χάλασε για δεύτερη φορά η μηχανή. Ο κόσμος άρχισε να φωνάζει. Φοβόμασταν ότι η βάρκα θα αναποδογύριζε. Κάποια στιγμή μας πλησίασε ένας άγνωστος με ταχύπλοο. Επιδιόρθωσε τη βλάβη, αλλά πήρε μαζί του και τον διακινητή. Ήμασταν τρεις ώρες στη θάλασσα και το νησί απέναντί μας ήταν ακόμη μακριά.

Όμως τα καταφέραμε. Φτάσαμε στην ακτή της Μυτιλήνης. Όλοι μας υποδέχθηκαν με ανοιχτές αγκαλιές. Για μας ήταν κάτι απίστευτο μετά τα όσα περάσαμε. Αυτά τα χαμόγελα, αυτή η συμπεριφορά των Ελλήνων απευθύνονταν σε μας; Ήταν δυνατόν;».

Ο Ουαλίντ επανέλαβε ό,τι μου είχε πει στον καταυλισμό. «Και τώρα είμαστε εδώ. Είμαστε ζωντανοί. Δεν με νοιάζει αν θα μείνουμε ή θα φύγουμε στη Γερμανία. Αρκεί να μην γυρίσουμε στον εφιάλτη».

Η επιστροφή

Στο δρόμο της επιστροφής σκεφτόμουν προς στιγμήν αν είχε νόημα αυτή η στιγμιαία φιλοξενία, εφόσον οι άνθρωποι επέστρεφαν πάλι στον καταυλισμό, που κινδυνεύει όπως και οι άλλοι να μετατραπούν σε αποθήκες ψυχών. Το κράτος θα μπορούσε κάλλιστα να προσφέρει στέγη στους πρόσφυγες, στα τόσα άδεια σπίτια που ρημάζουν στην επαρχία, δίνοντας κίνητρα στους ιδιοκτήτες τους. Ή επιτάσσοντας κτίρια, όπως γίνεται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και να τους κατανείμει σ΄ όλη την επικράτεια χωρίς να δημιουργεί προβλήματα, ούτε και να δοκιμάζει τις αντοχές της κοινωνίας.

Από τις σκέψεις μ΄ έβγαλε ο Ουαλίντ, που φτάνοντας στην είσοδο του καταυλισμού, μου λέει: «Νιώθουμε μια χαρά». Πράγματι το έβλεπα στα πρόσωπά τους. Μας το έδειξαν με μια ακόμη μεγάλη σφιχτή αγκαλιά τα παιδιά. Φορτωμένοι με πράγματα, τετράδια, μπογιές, μπάλες και παιχνίδια, κυρίως, όμως, με πολλή αγάπη που τους πρόσφεραν απλόχερα γνωστοί και φίλοι, χάθηκαν ανάμεσα στους συμπατριώτες τους.

Υ.Σ. Η δημοσιοποίηση προσωπικών στιγμών της οικογένειας του Ουαλίντ έγινε με τη συναίνεση τους γιατί υπερίσχυσε η επιθυμία όλων να μοιραστούν αυτές τις στιγμές, αλλά και γιατί πιστεύουμε ότι ο καθένας μπορεί να φιλοξενήσει μία οικογένεια προσφύγων.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα