Τα κηρύγματα και η αστικοποίηση

Ο Βυϊγιάρ δείχνει και πάλι τι μπορεί να κάνει με την ιστορία ως στοιχείο, ως υλικό για τη λογοτεχνία του.

Χρήστος Ωραιόπουλος
τα-κηρύγματα-και-η-αστικοποίηση-764540
Χρήστος Ωραιόπουλος

Κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πόλις το νέο μυθιστόρημα του Ερίκ Βυϊγιάρ, «ο Πόλεμος των Φτωχών» σε μετάφραση από τα γαλλικά του Γιώργου Φαράκλα. Ύστερα από τα τρία προηγούμενά του βιβλία (Κονγκό, 14η Ιουλίου, Ημερήσια Διάταξη) ο Βυϊγιάρ δείχνει και πάλι τι μπορεί να κάνει με την ιστορία ως στοιχείο, ως υλικό για τη λογοτεχνία του, κάνοντάς την να ισορροπεί στο μυθιστόρημα και το δοκίμιο με αναλογικές προεκτάσεις στο σύγχρονο κόσμο, σε μόλις 80 σελίδες! Για το λόγο αυτό άλλωστε, τη ρωγμή, το σπάσιμο στον παραδοσιακό τύπο μυθιστορήματος βρίσκεται στη βραχεία λίστα του International Booker Prize 2021. 

Το 1524 οι φτωχοί ξεσηκώθηκαν στο Νότο της Γερμανίας. Η εξέγερση αυτή επεκτάθηκε τόσο ως προς τον χώρο, Ελβετία και Αλσατία όσο και ως προς του εξεγερμένους, καθώς μαζί με τους φτωχούς ξεσηκώθηκαν και -κυρίως- αγρότες, εργάτες, σκαφτιάδες, πλανόδιοι. Σημειωτέον ότι οι φτωχοί ήταν και αυτοί που επέμειναν και άντεξαν και συνέχισαν να το παλεύουν. Υπό μια άλλη οπτική θα έλεγε κανείς ότι αφέθηκαν ή έμειναν πίσω, αφού κατά τον ξεσηκωμό του κινήματος της Μεταρρύθμισης των διαμαρτυρομένων κατά τον 16ο αιώνα παρά το γεγονός ότι υπήρχε μια μαζικότερη εναντίωση στην εξουσία και τα προνόμια των ισχυρών, γρήγορα μεγάλη μερίδα εξεγερμένων λάκισε και αστικοποιήθηκε. Οι κατατρεγμένοι, όμως, αυτού του κόσμου πάντα θα κρατάνε ανοιχτό το λογαριασμό με την ισότητα του κοινωνικού συμβολαίου, της οποίας η ιστορία είναι παλιά και τρομερή και σίγουρα δεν έχει τελειώσει ακόμα. 

Στο να μείνουν οι φτωχοί φτωχοί την περίοδο εκείνη έπαιξαν ρόλο οι νουθεσίες και τα κηρύγματα των συμβιβασμένων προτεσταντών που βρίσκονταν σε ευθεία σύμπλευση με την εξουσία, αφού παρουσίαζαν την ισότητα ως κάτι μεταφυσικό που ανήκε στη σφαίρα της άλλης ζωής, καθιστώντας έτσι το όνειρο της ισότητας μια παρηγοριά, μια κατάσταση θρησκευτικού περιεχομένου ώστε να αναζητείται προς τα ουράνια, κάνοντας ταυτόχρονα τους φτωχούς να προχωράνε και να ζουν αδιαμαρτύρητα στα εγκόσμια, όπως όριζαν και ήθελαν οι έχοντες και άρχοντες, αφού η ένδειά τους πίστευαν θα άλλαζε μόνο στη μετά θάνατον ζωή. Μέχρι που αυτό αμφισβητήθηκε και μέσα σε αυτή τη μικρή εξέγερση αμφισβήτηση που αναρωτιόταν γιατί να μην υπάρχει ισότητα εδώ, εδώ και τώρα ξεχώρισε η προσωπικότητα του Τόμας Μύντσερ, ο οποίος αποτελεί άξονα τόσο για την ιστορία και το ξεσηκωμό, όσο και τη αφήγηση ( γιατί περί αφηγήματος πρόκειται κατά το γαλλικό récit) του συγγραφέα. 

Αν και ο Τόμας Μύντσερ ήταν μόλις έντεκα όταν κρέμασαν τον πατέρα του και θα μπορούσε να είχε γίνει ένας ληστής ή αντάρτης-φονιάς, μετέτρεψε το μίσος, που ίσως στιγμιαία τον κατέκλυσε, σε πόνο και βάσισε την όλη πίστη του στον πόνο, ως απαραίτητο συναίσθημα για τη γνησιότητα της πίστης. Έτσι, ξεκίνησε μια επανάσταση του λόγου και όχι των όπλων. Του λόγου ως κινητήριας δύναμης, ως βάσης για τον ξεσηκωμό, που απευθύνεται στον καθένα, καταργώντας τις προϋποθέσεις λογιοσύνης για τη σύλληψη της σκέψης και του κηρύγματος. 

Πάνω σε αυτό θέλω να πω πως ο Πόλεμος των Φτωχών σε κάθε του σελίδα, αν και ολιγοσέλιδο βιβλίο, διατρέχεται από πυκνότητα θεμάτων και νοημάτων  που παρουσιάζονται με μια πρωτοφανή απλότητα ως προς τη ροή ή την ανάλυση που δέχονται, γιατί συνήθως η απλότητα που επιλέγει ο Μύντσερ για το λόγο του, συνεχίζει και χρησιμοποιείται από τον Βυϊγιάρ. Ορισμένες φορές δε επιστρατεύει ποιητική γλώσσα κυρίως για περιγραφές του φυσικού περιβάλλοντος, ώστε να μεταδώσει είτε τη σκληρότητα του αγώνα είτε την κακουχία της ήττας. 

Η μεγάλη λογοτεχνία είναι αυτή που έχει να κάνει με τη σύλληψη του κόσμου, τον εξηγεί ή τον παραθέτει, τον παρουσιάζει με τρόπο τέτοιο, ώστε να τον ερμηνεύει. Ο Βυϊγιάρ σε αυτό το βιβλίο μιλάει για το συστημικό ρόλο που διαδραματίζει συχνά η επίσημη εκκλησία κάθε τόπου, μεγαλώνοντας το χάσμα της σχέσης της με το Θεό, αλλά καπηλευόμενη την ισχύ, τη δύναμη επιρροής που δίνει η πίστη αυτή των ανθρώπων. Μιλά για το λόγο ως απαραίτητο ‘’τούβλο’’ στο χτίσιμο μιας εξέγερσης, ώστε να μην καταπέσει γρήγορα. Και γιατί θα καταπέσει; το λέει κι αυτό με τον τρόπο του, επειδή οι άντρες γοητεύονται μεν από τα φλογερά κηρύγματα του Μύντσερ, αλλά τους ενθουσιάζουν και οι ιππείς με τα τις πανοπλίες. Ακόμη κι αν βοηθά την αφήγηση το γεγονός ότι ένα πρόσωπο ξεχωρίζει στην ιστορία και το πλήθος, αυτό δεν παύει να αποτελεί και έμμεσο σχόλιο ότι κάθε εξέγερση χρειάζεται και έναν μπροστάρη, ακόμη κι αν επιδιώκει την ισότητα. 

Ο Βυϊγιάρ μέσω του Μύντσερ συνδέει το λόγο με την άρνηση ή έστω τη δυνατότητα, την προσπάθεια, τη μάχη να γίνει αντικείμενο κατανόησης του κόσμου, ώστε να μπορεί να αποδομήσει και να αρνηθεί τα πράγματα όπως παρουσιάζονται και επιβάλλονται. Κινείται με απίστευτη γνώση στις Γραφές από τα ευαγγέλια μέχρι τους ψαλμούς και βάζει τον Τόμας Μύντσερ να χρησιμοποιεί αποσπάσματα για να πετύχει τον εκάστοτε στόχο του, αλλά ταυτόχρονα το ίδιο μπορεί να κάνουν και οι αντίπαλοι. Αυτό που νομίζω ότι θέλει να πει εν προκειμένω ο Βυϊγιάρ, το έχω ακούσει από το Σταύρο Ζουμπουλάκη σε μια συνέντευξη στο Τρίτο Πρόγραμμα, που λέει πως στην Καινή ή την Παλαιά Διαθήκη, ο καθένας μπορεί να βρει κομμάτια, που μέχρι και σε πόλεμο παρακινούν αν τα διαβάσει κάπως, όμως το θέμα είναι τι θα επιλέξει να φωτίσει ο καθένας, πού θα εστιάσει.  

Το συγκλονιστικότερο από όλη αυτή τη μεγάλη και βαριά θεματολογία στον Πόλεμο των Φτωχών είναι ο τρόπος και τα μέσα που οι δομές της συστημικής κοινωνίας καταπνίγουν με ένα ψέμα ή ένα μύθο μια ιδέα που πήγε να τη χτυπήσει, να την αμφισβητήσει. Ακόμα και με το πρόσωπο που την πρέσβευσε νεκρό, με μια φήμη γύρω από το θάνατό του είναι τόσο ισχυρά τα μέσα που έχουμε παραδώσει πια οι πολλοί στους λίγους που και εκ των υστέρων μπορούν να εκμεταλλευτούν το ψέμα που έχουν πλάσει ώστε να απαλλαγούν μια και καλή από την ιδέα. Όπως έγινε με τον Μύντσερ, όπως και συνεχίζει να γίνεται.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα