Ταξιδεύουμε στο χωροχρόνο και τρυπώνουμε στις μύχιες σκέψεις του Ρήγα για τη Χάρτα του

Ένα χαρτογραφικό θρίλερ με φόντο τη Βιέννη γυρεύει απαντήσεις από τον καθ. Ευ. Λιβιεράτο.

Parallaxi
ταξιδεύουμε-στο-χωροχρόνο-και-τρυπών-268620
Parallaxi
Χάρτης της Βιέννης του von Grimm της ίδιας ακριβώς χρονιάς με τη Χάρτα (1797). Σημειώνονται περιοχές σχετικές με την έκδοση της Χάρτας και με πρόσωπα κοντά στο έργο του Ρήγα: Το τυπογραφείο της περιοχής που αναφέρεται ως εκείνη που τυπώθηκε η Χάρτα (1). Το εργαστήριο χαλκογραφίας που χαράχθηκαν τα φύλλα της Χάρτας (2). H περιοχή της κρεαταγοράς στο κέντρο της πόλης, με τα τυπογραφεία και το κτίριο που θα γίνει αργότερα η Αγία Τριάδα των Ελλήνων (3). Τα σπίτια τυπογράφων που σχετίζονται με την παραγωγή της Χάρτας του Ρήγα.

Βουκουρέστι, 4 Αυγούστου 1796: Ο πρόξενος της Αυστρίας ειδοποιεί τη Βιέννη ότι …ένας γραμματικός Ρήγας έρχεται εκεί, για να τυπώσει έναν ελληνικό γεωγραφικό χάρτη. Κάπου μεταξύ της κατοικίας του -στην αριστοκρατική συνοικία του Βουκουρεστίου, κοντά στον Άγιο Δημήτριο- και κάποιων από τ’ αρχοντικά εύπορων φίλων του, ο Ρήγας είναι βέβαιο πως προετοίμαζε για πολλά χρόνια τη Χάρτα του.

Όντως, λίγες ημέρες μετά την ενημέρωση από το Προξενείο, ο Ρήγας φτάνει στη Βιέννη. Στόχος του είναι να βρει τον κατάλληλο χαράκτη, για να εκτυπώσει τους χάρτες του, σε ένα από τα μεγάλα χαλκογραφεία της πόλης. Έτσι κι έγινε. Μέσα στο επόμενο τρίμηνο -και πριν το τέλος του 17 έχει βρει χαράκτη και έχει τυπώσει το πρώτο Φύλλο της Χάρτας, που απεικονίζει την Κωνσταντινούπολη. Θέλει να το πουλήσει ξεχωριστά, προκειμένου να εξασφαλίσει τα αναγκαία έσοδα, για να εκτυπώσει τα επόμενα φύλλα.

Στο Wieden, στην οδό Heumühlgasse 404 (στην ομώνυμη και σήμερα οδό, πίσω από το Πολυτεχνείο) βρίσκει τον χαλκογράφο Franz Müller και του αναθέτει τη χάραξη της Χάρτας σε 12 πλάκες. Στο μεγάλο τυπογραφείο του Trattner στην Kaisergasse (σήμερα Josefstädterstr) εκτυπώνεται η Χάρτα.

Τον Ιούνιο του 1797 εκτυπώνονται 1.220 πλήρη αντίτυπά της, συνολικά δηλαδή 16.640 φύλλα! Τα γρόσια υπήρχαν τότε στους Έλληνες της Διασποράς, παρόλα αυτά, η Χάρτα ήταν μάλλον ακριβή… Τα 36 Groschen της τιμής των δώδεκα φύλλων της, στη Βιέννη της εποχής, ήταν όσα θα έπρεπε να αποταμιεύει κάθε μέρα επί έξι μήνες, όποιος επιθυμούσε να αγοράσει το pianoforte Stein του Μότσαρτ!

Την εποχή, άλλωστε, που εκδόθηκε η Χάρτα ο κόσμος στη Βιέννη άκουγε Μότσαρτ και Χάυδν. Και σήμερα, όμως, η Symphony No. 40 είναι ιδιαίτερα ταιριαστή ως μουσική επένδυση της χαρτογράφησης των κινήσεων του Ρήγα στη Βιέννη, κατά τους 16 μήνες της παραμονής του εκεί. Εικόνες, ήχοι και μυρωδιές ξεπηδούν από τις περιγραφές των διαδρομών του στο κέντρο της πόλης, ανάμεσα στα φημισμένα τυπογραφεία της εποχής, την κρεαταγορά Fleischmarkt, δίπλα στη Συναγωγή και τα αρχοντικά σπίτια.

Στο βιβλίο του «Η Χάρτα του Ρήγα ΤΑ ΔΥΟ (συν) ΠΡΟΣΩΠΑ Μια άλλη ανάγνωση του χάρτη» ο ομότιμος καθηγητής Χαρτογραφίας του ΑΠΘ και πρόεδρος της Επιτροπής Χαρτογραφικής Κληρονομιάς και Ψηφιακότητας της Διεθνούς Χαρτογραφικής Ένωσης, Ευάγγελος Λιβιεράτος, πριν ξεκινήσει να αναλύει τι αποκάλυψε η χαρτογραφική μελέτη του εμβληματικού έργου του Ρήγα, ταξιδεύει τον αναγνώστη στον χωροχρόνο, γυρίζοντάς τον 220 χρόνια πίσω, σε μία Βιέννη, που μέσα στο νέο μορφωτικό περιβάλλον της Ευρώπης του 18ου αιώνα των Φώτων, ανάγει σε πρώτιστο μέλημα την προσωπική ελευθερία και τις νέες μορφωτικές προσλήψεις, τις οποίες καθορίζει η γνώση και η επιστήμη, ερεθίζοντας την πολιτική συνείδηση του Ρήγα, για την ανάγκη απελευθέρωσης του Γένους.

 «Το μυστήριο των χαμένων χαρτών»

Κάπως έτσι, το καλοκαίρι του 1797, ξεκινά το ταξίδι των αντιτύπων της Χάρτας. Τα μισά αντίτυπα -600 πλήρεις Χάρτες, δηλαδή συνολικά 7.200 φύλλα, σε 12 κιβώτια- προορίζονται για τη Σμύρνη, μέσω Τεργέστης, ενώ τα υπόλοιπα έχουν προορισμό το Βουκουρέστι. Το χαρτογραφικό θρίλερ ήδη υφαίνεται. Τελικά έφτασαν τα αντίτυπα στους προορισμούς τους; Πόσα και πού; Τι απέγιναν οι χάλκινες μήτρες των δώδεκα φύλλων της Χάρτας, που χάραξε ο Müller; Χαράχθηκαν άλλες, για να υπάρξει και νέα έκδοση της Χάρτας;

Απόψεις, αναλύσεις, έρευνες, επαναλήψεις -δημιουργικές και μη- ασχολήθηκαν εξαντλητικά με τις ιστορικές, πολιτικές, παιδαγωγικές και ιδεολογικού τύπου πτυχές της Χάρτας του Ρήγα. Απαντήσεις στα ερωτήματα για την τύχη της Χάρτας, βέβαια, δεν δόθηκαν. Ποιος, λοιπόν, θα επιθυμούσε να διαβάσει άλλο ένα βιβλίο για τη Χάρτα, που στα βιβλία του δημοτικού αναφέρεται ως «περίφημο έργο», στην ίδια πρόταση με τον Θούριο, ένα βιβλίο Φυσικής, μια εικόνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και άλλα έργα του Ρήγα;

Είναι παράδοξο πως, ενώ πρόκειται για χάρτη, εκείνοι που ασχολήθηκαν λιγότερο από οποιονδήποτε άλλο επιστημονικό κλάδο με το έργο είναι οι χαρτογράφοι. «Οι χαρτογράφοι στην Ελλάδα δεν ασχολήθηκαν με το θέμα, γιατί η ιστορική χαρτογραφία δεν ήταν ένα θέμα που τους ενδιέφερε τόσο, όσο η σύγχρονη χαρτογραφία της εποχής τους», παραδέχεται ο κ. Λιβιεράτος, σε συνέντευξη, που παραχώρησε στο Αθηναϊκό Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ).

«Δύο αιώνες, για δύο+ πρόσωπα»

Έστω με …δυο αιώνες καθυστέρηση το ΑΠΘ ξεκίνησε το 1997 να μελετά τη Χάρτα του Ρήγα, ως αυτό που είναι στην πραγματικότητα: Χάρτης. Άλλωστε, είχε το προνόμιο να φιλοξενεί στη Βιβλιοθήκη του -ως μέρος της Δωρεάς του ευπατρίδη του αιγυπτιώτικου ελληνισμού, Ιωάννη Τρικόγλου- ένα από τα ελάχιστα αντίτυπα της Χάρτας στην Ελλάδα, τα οποία το 2008 έμελλε να αποδειχθούν …ακόμη σπανιότερα, όταν διαπιστώθηκε ότι αποτελούν μέρος ενός τύπου της έκδοσης της Χάρτας και ότι υπάρχει και δεύτερος τύπος. Είκοσι διαφορές εντοπίστηκαν μεταξύ των δύο τύπων της Χάρτας.

Η πρώτη διαφορά, που διαπιστώθηκε, αφορούσε το σύνθετο τοπωνύμιο «Πανδοσία παραμυθιά» -σε μικρή απόσταση νοτιοδυτικά των Ιωαννίνων- το οποίο υπήρχε στη μία έκδοση του χάρτη, όχι όμως στην άλλη. «Εργαζόμουν για ένα χαρτογραφικό συνέδριο, που θα γινόταν στα Γιάννινα το φθινόπωρο του 2008, με δύο ψηφιακά αντίγραφα, που είχα στον υπολογιστή και κοιτούσα την περιοχή γύρω από την πόλη, να δω πώς την απέδιδε ο Ρήγας. Από έναν συνδυασμό των δύο εικόνων, που η αναλυτική πείρα στο αντικείμενο με οδήγησε αυθόρμητα να κάνω, διαπίστωσα τη διαφορά στο τοπωνύμιο. Στον έναν χάρτη υπήρχε, στον άλλο όχι… Από εκεί ξεκίνησε η ιστορία», θυμάται ο κ. Λιβιεράτος.

Έκτοτε η ύπαρξη δύο τύπων της Χάρτας (με μερικές επιπλέον μικρές παραλλαγές των δύο) παραμένει ιστορικά ανεξήγητη, ενώ η έρευνα, καθώς προχώρησε, μάλλον γέννησε περισσότερα ερωτήματα από απαντήσεις. Για παράδειγμα, τα αντίτυπα του Α’ τύπου της Χάρτας φαίνεται πως κυκλοφόρησαν μόνο στον ελληνικό χώρο, πριν από τις προσθήκες στα αντίτυπα του τύπου Β’, τα οποία ακολούθησαν και αποτελούν σήμερα την πλέον πολυάριθμη τυπολογία αντιτύπων που σώζονται εντός Ελλάδος και αποκλειστικά στο εξωτερικό. Ερμηνεία τεκμηριωμένη γι’ αυτό δεν υπάρχει, ούτε και απάντηση στο ερώτημα, γιατί τα αντίτυπα τύπου Β’ αποκτήθηκαν από τους κτήτορές τους περί τα μέσα του 19ου αιώνα.

«Επιστροφή στον τόπο του …εγκλήματος»

Πού βρίσκονταν οι χάρτες προηγουμένως; Και με τις διαφορές μεταξύ των δύο τύπων τι μπορεί να συμβαίνει; Ήταν δοκιμαστική έκδοση ο Α’ τύπος ή ο Β’ μία αναβάθμιση; Μήπως το χέρι του σχεδιαστή δεν ήταν μόνον ένα, αλλά ενδεχομένως περισσότερα και όχι ίδιων δυνατοτήτων; Μήπως αυτό αποκαλύπτουν οι διαφορές και στη διαδικασία της αντιγραφικής σχεδίασης, που εντοπίζονται ακόμη και από τη μία στην άλλη πλευρά ενός και μόνο φύλλου του χάρτη; Μήπως οι απαντήσεις κρύβονται στην επιστημονική χρονολόγηση του χαρτιού, στο οποίο τυπώθηκαν τα αντίτυπα των τύπων Α’ και Β’; Όσο το κουβάρι μπλέκεται, το νήμα ξαναγυρνά στη Βιέννη, στο καλοκαίρι του 1797.

Τέλη Νοεμβρίου του 1797 τρία κιβώτια με υλικό του Ρήγα -με χάρτες, αλλά χωρίς να επιβεβαιώνεται ανάμεσά τους η Χάρτα- φθάνουν από τη Βιέννη στην Τεργέστη, για να προωθηθούν στο Ιόνιο. Στις 19/12/1797 ο Ρήγας συλλαμβάνεται μόλις φθάνει στην Τεργέστη. Στις 24/6/1798 θανατώνεται στο Βελιγράδι.

Οι Τύποι Α, Β και Α(π) με παραλλαγές και οι 20 διαφορές στους Τύπους της Χάρτας, παρουσιάζονται στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών ΑΠΘ, μέσα από την έκθεση -για πρώτη φορά μαζί- 6 αντιτύπων της Χάρτας, τριών τυπολογιών, από την Τρικόγλειο Βιβλιοθήκη ΒΚΠ-ΑΠΘ, την Τράπεζα της Ελλάδος (2 Χάρτες), το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, την Πασχάλειο Σχολή Καπεσόβου και το Ίδρυμα Σύλβιας Ιωάννου. Μαζί εκτίθεται και «Ο Πίναξ του Άνθιμου Γαζή» και εξετάζεται η σχέση του με τη Χάρτα του Ρήγα.

Το γεωγραφικό παράθυρο της Χάρτας του Ρήγα Βελεστινλή προσαρμοσμένο κατάλληλα στο αντίστοιχο πλέγμα μεσημβρινών και παραλλήλων μιας σύγχρονης απεικόνισης Google Earth.

Την έκθεση για τα 220 χρόνια από την έκδοση της Χάρτας του Ρήγα οργανώνει η Βιβλιοθήκη και Κέντρο Πληροφόρησης ΑΠΘ (ΒΠΚ-ΑΠΘ) με αφορμή και τα 90 χρόνια από την ίδρυση της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, το 1927. Ο κ. Λιβιεράτος τονίζει πως η προσπάθεια του ΑΠΘ για την ανάδειξη των θησαυρών της γνώσης και του πολιτισμού, που βρίσκονται στη Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ, «αποδίδει ήδη καρπούς», γνωστοποιώντας, μάλιστα, ότι την Άνοιξη η Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ θα συμμετάσχει δίπλα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας, στο διεθνές συνέδριο για τη χαρτογραφική κληρονομιά, στη Μαδρίτη.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του καθ. Ευάγγελου Λιβιεράτου στο ΑΠΕ-ΜΠΕ και στη Σμαρώ Αβραμίδου:

Ερώτηση: Μπορεί να γίνει αυστηρή τεχνική ανάλυση ενός έργου, όπως η Χάρτα του Ρήγα, έξω από το ιστορικό, πολιτικό, ιδεολογικό ή άλλο πλαίσιό του;

Απάντηση:Κάθε χάρτης μπορεί να αναλυθεί αυστηρά από την «τεχνική» του και μόνο πλευρά, με βάση τους κανόνες της επιστημονικής χαρτογραφίας και της τεχνολογίας της. Ως προϊόν του ανθρώπινου πνεύματος, όμως, έχει πάντα ενδιαφέρον -και χρησιμότητα- να εντάσσεται και να σχολιάζεται στο ιστορικό, πολιτικό και ιδεολογικό του πλαίσιο. Άλλο το ένα και άλλο το άλλο. Αρκεί, σε κάθε περίπτωση να ξέρει κανείς τι ακριβώς κάνει… Άλλωστε αυτό ισχύει με όλες τις επιστήμες και τις τεχνολογίες. Είναι άλλο να μελετάς ένα αυτοκίνητο, ως αυτοκίνητο και άλλο να το βλέπεις ως αντικείμενο μέσα στο ιστορικό, πολιτικό, ιδεολογικό κ.α. περιβάλλον του.

Ερ.: Εσείς ασχοληθήκατε με την Χάρτα ως χάρτη. Ήταν παρόλα αυτά συμπτωματική η ανακάλυψη το 2008; Υπεισέρχεται, παρά τα διαθέσιμα τεχνολογικά εργαλεία, ο παράγοντας της ανθρώπινης παρατηρητικότητας και εμπειρίας στη μελέτη των χαρτών; Πώς νιώσατε διαπιστώνοντας για πρώτη φορά τις διαφορές στο τοπωνύμιο “Πανδοσία παραμυθιά”;

Απ.:«Προκλητική» η ερώτησή σας, γιατί είναι «προκλητική» στη συγκεκριμένη περίπτωση η λέξη «συμπτωματική»… Ναι, σε μια πρώτη προσέγγιση μπορεί να πει κανείς ότι ήταν έτσι. Εργαζόμουν για ένα χαρτογραφικό συνέδριο, που θα γινόταν στα Γιάννινα το φθινόπωρο του 2008, με δύο ψηφιακά αντίγραφα που είχα στον υπολογιστή και κοιτούσα (όχι βέβαια απλά όπως κοιτάμε φωτογραφίες) την περιοχή γύρω από την πόλη, να δω πώς την απέδιδε ο Ρήγας. Από έναν συνδυασμό των δύο εικόνων, που η αναλυτική πείρα στο αντικείμενο με οδήγησε αυθόρμητα να κάνω, διαπίστωσα τη διαφορά στο τοπωνύμιο που λέτε. Στον έναν χάρτη υπήρχε, στον άλλον όχι… Από εκεί ξεκίνησε η ιστορία. Τώρα, αν αυτό ήταν μια απλή τυχαία σύμπτωση, που θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα μη ειδικό της χαρτογραφίας, π.χ. έναν φιλόλογο, ιστορικό ή συλλέκτη που δεν είναι χαρτογράφος, αλλά ασχολείται με χάρτες, ή μια υποσυνείδητη κίνηση ενός χαρτογράφου (που έχει φτιάξει πολλούς χάρτες στη ζωή του και όχι απλώς τους έβλεπε ως εικόνες) καθοδηγούμενη από τη μακρόχρονη επιστημονική συνήθεια, που οδήγησε στο γεγονός, είναι κάτι που μπορούμε να το συζητήσουμε. Όμως, καλό είναι να θυμόμαστε ότι στα 211 χρόνια που μεσολάβησαν από το 1797 μέχρι το 2008, που βρήκαμε τις διαφορές σε αντίτυπα της Χάρτας, κανείς δεν τις είχε παρατηρήσει… Και ήταν πολλοί εκείνοι, που ασχολήθηκαν μαζί της αυτά τα 211 χρόνια (πάρα πολύ λιγότεροι από αυτούς οι χαρτογράφοι).

Ερ.: Μέχρι σήμερα δεν έχει υπάρξει καμία ιστορική τεκμηρίωση, για να εξηγήσει την ύπαρξη των διαφορετικών τυπολογιών της Χάρτας, τις οποίες απέδειξε η ψηφιακή χαρτογραφική έρευνα. Και στο βιβλίο σας διατυπώνονται διάφορα ερωτήματα και πιθανά σενάρια. Πιστεύετε ότι τελικά οι απαντήσεις υπάρχουν μέσα στη Χάρτα;

Απ.: Αυτά τα πράγματα θέλουν χρόνο. Ούτε δέκα χρόνια δεν πέρασαν από το 2008, που ανακαλύφθηκαν οι διαφορές. Θέλουν χρόνο, για να χωνευτούν από ένα ευρύτερο ερευνητικό σύστημα… Πιστεύω ότι τα ερωτήματα που διατυπώνονται στο βιβλίο, κάποτε θα απαντηθούν με συγκεκριμένα στοιχεία. Άλλωστε για τα «τεχνικά» της Χάρτας πολύ λίγο ενδιαφέρον είχε υπάρξει μέχρι σήμερα…

Ερ.: Τα προβλήματα, τα οποία εντοπίσατε στην τεχνική της αντιγραφικής διαδικασίας της Χάρτας, από τα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν, και η αναγνώριση διαφορών στη σχεδίαση του ανατολικού και δυτικού τμήματος της Χάρτας, που -όπως εκτιμάτε- μαρτυρούν ότι ο Ρήγας είχε έναν ή περισσότερους συνεργάτες, σας καθοδηγούν και στην ερμηνεία της ύπαρξης δύο (συν) Τύπων της Χάρτας; Η επιστημονική χρονολόγηση του χαρτιού συνιστά πιο αξιόπιστο στοιχείο;

Απ.: Από την ψηφιακή επεξεργασία και ανάλυση φαίνονται καθαρά οι σχεδιαστικές ανισότητες στο γεωμετρικό μέρος της Χάρτας, ως προς τα πρότυπα που χρησιμοποιήθηκαν. Όποιος έχει φτιάξει ο ίδιος χάρτης (όχι βέβαια ως ερασιτέχνης) το βλέπει αυτό αμέσως, ως ποιοτική και ποσοτική διαφορά. Επομένως δεν μπορώ να φανταστώ ότι αν ήταν μόνον ο Ρήγας ο σχεδιαστής της, θα ήταν προσεκτικός στην μία πλευρά του χάρτη και απρόσεκτος στην άλλη. Εδώ μπορούν να διατυπωθούν τεχνικές υποθέσεις, που προκύπτουν, όχι από τη φαντασία, αλλά από την τεχνική εμπειρία… Η κλασική χρονολόγηση του χαρτιού δεν οδηγεί συνήθως αξιόπιστα αποτελέσματα. Υπάρχουν, όμως, άλλες συγκριτικές τεχνικές μελέτης του είδους του χαρτιού και του μελανιού, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν κάπου. Αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία…

Χρήσιμες πληροφορίες θα μπορούσαμε επίσης να έχουμε, αν υπήρχαν στοιχεία σχετικά με την περίοδο απόκτησης της Χάρτας από τους πρώτους κτήτορες. Όπου έχουμε βρει τέτοια, αξιόπιστα, π.χ. στις βιβλιοθήκες του Λονδίνου και του Παρισιού, εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι έχουν αγοραστεί την ίδια περίοδο του 19ου αιώνα.

Ερ.: Γράφετε πως για την εποχή της η Χάρτα δεν παύει να είναι ένα μείζον χαρτογραφικό επίτευγμα. Θα είχε σήμερα νόημα μία χωρική πολυεπίπεδη αναπαράσταση ιστορικής και πολιτιστικής πληροφορίας -όπως στη Χάρτα του Ρήγα- ως ένας πιο εύγλωττος τρόπος οπτικοποίησης της πληροφορίας και μετάδοσης της γνώσης; Μήπως υπάρχουν παραδείγματα σύγχρονης “Χάρτας”;

Απ.: Ναι, βέβαια. Προκύπτουν πολλά στοιχεία από αυτό. Η μέθοδος και ο τρόπος είναι γνωστά και ακολουθούνται στα ερευνητικά εργαστήρια χαρτογραφίας. Τα τοπωνύμια είναι από τα πλέον σημαντικά χαρτογραφικά στοιχεία μιας ειδικής και διακριτής κατηγορίας μέσα στο μεγάλο ρεύμα της χαρτογραφίας, που ορίζεται συνήθως ως «θεματική χαρτογραφία».

Ερ.: Η καταγραφή πλήθους τοπωνυμίων στη Χάρτα ενδέχεται να δείχνει την πολιτική επιρροή του Ρήγα;

Απ.: Δεν θα το έλεγα. Τα τοπωνύμια είναι μια πολύ παλιά ιστορία στην εξέλιξη των χαρτών, από την αρχαιότητα. Τα περί «πολιτικής» επιλογής του Ρήγα στην καταγραφή των τοπωνυμίων ίσως είναι αυθαίρετες «κατασκευές», που λίγη σχέση έχουν με τη χαρτογραφία. Θα έλεγα ότι στη Χάρτα αποτελούν απεικόνιση των γνωστικών αποσκευών του Ρήγα και των προτύπων που χρησιμοποιεί.

Ερ.: Τι γνωρίζουμε για τους πρώτους αγοραστές της Χάρτας; Είναι γνωστό μέσω ποιας διαδρομής έφτασαν τα αντίτυπα της Χάρτας στην Ελλάδα και πόσα;

Απ.: Δύσκολη ερώτηση, ιδιαίτερα για τους «πρώτους» αγοραστές ή τους «πρώτους» κατόχους. Οι διαδρομές δεν μπορούν να προσδιοριστούν με ακρίβεια…

Σημειακή θεματική χαρτογράφηση της πυκνότητας των οικιστικών κατηγοριών στη Χάρτα, ανά μονάδα εδαφικής επιφανείας 20΄ × 20΄ (περ. 35 × 35 χλμ.). Φαίνεται εναργέστατα ο βαθμός συσσώρευσης των οικισμών που καταγράφονται από τον Ρήγα, με τα μέγιστα σε ευρύτερες γεωγραφικές περιοχές, αλλά και σε μεμονωμένους τόπους που τον ενδιέφεραν.

Ερ.: Θα επιχειρούσατε κάποια ερμηνεία του γεγονότος ότι δεν υπάρχουν αντίτυπα του Τύπου Α’ της Χάρτας στο εξωτερικό;

Απ.: Είναι ακόμα νωρίς, να μιλήσει κανείς οριστικά γι’ αυτό. Η πρώτη, πάντως, εικόνα μέχρι τώρα είναι υπέρ της πολυπληθέστερης τυπολογίας Β. Μπορεί να υπάρχουν και στο εξωτερικό τύπου Α ή παραλλαγής του, αλλά δεν έχουμε επαρκή στοιχεία, εκτός από ένα αντίτυπο στο Βουκουρέστι, που μας έχει περιγραφεί, όμως δεν το έχω ακόμη δει ο ίδιος. Στο εξωτερικό συναντάμε πολύ τον τύπο Β.

Ερ.: Τι αξία έχει η Χάρτα ως οικονομικός θεματικός χάρτης;

Απ.: Νομίζω ότι εντάσσεται σε μια ευρύτερη, πολύ διαδεδομένη την εποχή εκείνη αντίληψη (και πολύ ανάμεσα στους Έλληνες της Διασποράς) περί του «επιχειρείν» ως συμπληρώματος των ιδεωδών της «μόρφωσης» και της «ελευθερίας». Έχουμε πολλά στοιχεία, που συνηγορούν σ’ αυτό, από το γνωστό «πρώτοι στ’ άρματα, στα γρόσια και στα γράμματα», μέχρι το εμβληματικό χαρακτικό στο Λεξικό του Άνθιμου Γαζή. Ο ίδιος ο Ρήγας ήταν ένας ευκατάστατος άνθρωπος στη Βλαχία και οι άνθρωποι του περιβάλλοντός του με ιδιαίτερα οικονομικά ενδιαφέροντα. Ακόμα και οι «επαναστατημένοι» Γάλλοι, κοντά στον Ρήγα, που κινούνται πολιτικά μεταξύ Κωνσταντινούπολης και των παραδουνάβιων περιοχών για τη διάδοση των ιδεών της Γαλλικής Επανάστασης, ενδιαφέρονται πολύ για επιχειρηματικές και εμπορικές υποθέσεις στην περιοχή. Τα γρόσια είναι παντού λοιπόν…

Ερ.: Υπάρχει στο βιβλίο μία εικόνα με το γεωγραφικό «παράθυρο» της Χάρτας του Ρήγα στον κόσμο. Ο Ρήγας είχε στο μυαλό του αυτή την εικόνα, τον ενδιέφεραν η σφαίρα και οι μετρήσεις ή επικράτησε τελικά ο ιδεολογικός παράγοντας;

Απ.: Θα μπορούσε να το φανταστεί κανείς. Οι υδρόγειες σφαίρες ήταν πολύ διαδεδομένες την εποχή εκείνη, όπως και οι χάρτες. Για το συγκεκριμένο γεωγραφικό «παράθυρο» είναι πολύ πιθανό, ο Ρήγας να το είχε δει σε πολύ παλιότερους χάρτες, που το χρησιμοποιούσαν. Νομίζω ότι το θέμα της ιδεολογίας εδώ είναι κάπως εξεζητημένο στην περίπτωση αυτή, ίσως γιατί προσφέρει «ευκολίες» στην προσέγγιση της Χάρτας, ιδίως όταν δεν γνωρίζει κανείς σε βάθος τη χαρτογραφία. Ο Ρήγας δεν τα επινόησε όλα ο ίδιος, χρησιμοποίησε υπάρχοντα πρότυπα.

Ερ.: Ο Πίνακας του Γαζή πώς αξιολογείται ως τεχνικό επίτευγμα;

Απ.: Με εξαιρετικό ενδιαφέρον και γιατί είναι πολύ λιγότερο γνωστός από τη Χάρτα, αλλά επειδή αποτελεί ένα ιδιαίτερο έργο στο κλίμα που δημιούργησε η Χάρτα. Είναι αξιοπρόσεκτο πόσα λανθασμένα έχουν γραφεί για το έργο αυτό του Γαζή.

Ερ.: Έχει γίνει ψηφιακή χαρτογραφική ανάλυση άλλων χαρτών της εποχής, που -ενδεχομένως και- να έχει αποκαλύψει διαφορές ανάμεσα σε διαφορετικά αντίτυπα εκδόσεών τους; Π.χ. ξέρουμε αν γίνονταν τότε δοκιμαστικές εκδόσεις, τις οποίες ακολουθούσαν “αναβαθμίσεις”;

Απ.: Ναι, από το 2005 που ιδρύθηκε στην Διεθνή Χαρτογραφική Ένωση η Επιτροπή για τη Χαρτογραφική Κληρονομιά στην Ψηφιακότητα, στην οποία έχω την τιμή να εργάζομαι ως εκλεγμένος πρόεδρος για τρεις συνεχείς θητείες, έχει αναπτυχθεί μια προσανατολισμένη διεθνής δραστηριότητα στα θέματα αυτά. Ειδικά για την περίοδο εκείνη έχουμε αντιγραφικές διαδικασίες με προσθήκες και αλλαγές (π.χ. γλώσσας, διακοσμήσεων κλπ), αλλά επώνυμες και προσδιορισμένες. Μιλάμε βέβαια για το διεθνές χαρτογραφικό σκηνικό, πολύ καλύτερα προσδιορισμένο, για ιστορικούς λόγους.

Ερ.: Από τις διαφορές που εντοπίσατε στους δύο (συν) Τύπους της Χάρτας είναι κάποια που σας έχει απασχολήσει περισσότερο και για ποιον λόγο;

Απ.: Είναι οι διαφορές που δυσκολεύουν τη διατύπωση μιας λογικής αλληλουχίας στη σειρά των τυπολογιών. Βέβαια από τις 20 εντοπισμένες διαφορές σε όσα ψηφιακά αντίτυπα έχουμε στη διάθεσή μας οι διαφορές που τραβούν την προσοχή είναι οι λεγόμενες «μεγάλες», π.χ. η παράλειψη ολόκληρων φράσεων (Καστελόριζο), η αλλαγή στη διάταξη του ονόματος της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και μεγαλύτερη συσσώρευση διαφορών σε ένα φύλλο από τα 12, όπως και η έλλειψη διαφορών σε συγκεκριμένα φύλλα.

Ερ.: Η πρώτη εστίαση στη χαρτογραφική αντιμετώπιση της Χάρτας έγινε από τον Γ.Λάιο το 1960. Γιατί άργησε τόσο πολύ να απασχολήσει τους χαρτογράφους; Θα λέγατε πως, τώρα, μέσα από το βιβλίο σας επιχειρείται μία πρώτη ολοκληρωμένη προσέγγιση της Χάρτας από τη σκοπιά της χαρτογραφικής επιστήμης;

Απ.: Ο Λάιος δεν ήταν χαρτογράφος. Στην πολύ χρήσιμη μελέτη του, εστιασμένη στη Χάρτα, ασχολείται με θέματα, με τα οποία θα μπορούσε να ασχοληθεί οποιοσδήποτε καλός μελετητής, που δεν θα ήταν χαρτογράφος, όπως πολλοί τέτοιοι το έκαναν και το κάνουν αργότερα. Τα θέματα είναι π.χ. περιγραφές και επισκοπήσεις του περιεχομένου, η μελέτη της καταγωγής του πρώτου φύλλου της Χάρτας με την Κωνσταντινούπολη (μια πολύ καλή ανάλυση για τα πρότυπα του Ρήγα) και κυρίως η μελέτη των νομισμάτων, στην οποία δίνει μεγάλο βάρος. Επίσης ασχολείται και με τους άλλους δύο χάρτες του Ρήγα, της Βλαχίας και Μολδαβίας, οι οποίοι είναι ανεξάρτητοι της Χάρτας και άλλης καταγωγής, προσδιορίζοντας και τα σχετικά πρότυπα. Αυτό που κάνει ο Λάιος θα μπορούσε να το κάνει ένας αφοσιωμένος μελετητής οποιασδήποτε ειδικότητας, όχι κατ’ ανάγκην χαρτογράφος. Γι’ αυτό και όταν χρειαστεί να έλθει σε επαφή με τον σκληρό πυρήνα της «χαρτογραφίας της Χάρτας», αποποιείται ο ίδιος της ευθύνης, λόγω έλλειψης των απαραίτητων γνώσεων και «καλεί τους ειδικούς» της χαρτογραφίας, οι οποίοι στην εποχή του, κατά τον Λάιο, ήταν οι εκ παραδόσεως στρατιωτικοί χαρτογράφοι. Βέβαια, δεν βρέθηκε κανείς τότε από εκείνους που φανταζόταν ο Λάιος ως ειδικούς να ασχοληθεί με το θέμα.

Οι χαρτογράφοι -μιλάμε πάντα για την Ελλάδα- δεν ασχολήθηκαν με το θέμα, γιατί η ιστορική χαρτογραφία δεν ήταν ένα θέμα που τους ενδιέφερε τόσο, όσο η σύγχρονη χαρτογραφία της εποχής τους. Είναι ένα θέμα μεγάλο, συνδεδεμένο με τα μορφωτικά συστήματα που ακολουθήθηκαν στο νεοελληνικό κράτος…

Δεν θα έλεγα ότι με το βιβλίο μου επιχειρείται μια πρώτη ολοκληρωμένη χαρτογραφική προσέγγιση της Χάρτας, γιατί το περιεχόμενό του εστιάζεται περισσότερο στο συγκεκριμένο θέμα των διαφορετικών τύπων που ανακαλύψαμε το 2008. Άλλωστε η έρευνα στο ΑΠΘ για τη «χαρτογραφία της Χάρτας» έχει κάνει πολλά βήματα από το 1997 που αρχίσαμε.

Ερ.: Λέτε ότι τους Έλληνες χαρτογράφους ενδιέφερε κυρίως η σύγχρονη χαρτογραφία της εποχής τους. Δεν προκύπτει εδώ ένα διαχρονικό έλλειμμα τεκμηρίωσης και διαχείρισης της χαρτογραφικής κληρονομιάς της χώρας;

Απ.: Το έλλειμμα τεκμηρίωσης και διαχείρισης της χαρτογραφικής κληρονομιάς της χώρας οφείλεται στην ελλειμματική αντίληψη περί της ανάγκης των χαρτών, που υπάρχει στην Ελλάδα ήδη από την περίοδο του Καποδίστρια μέχρι σήμερα, σε σύγκριση με τη θέση που έχουν οι χάρτες στις άλλες χώρες της Ευρώπης. Τα έχω αναλύσει και εξηγήσει αυτά στο βιβλίο μου «Χαρτογραφικές περιπέτειες της Ελλάδας: 1821-1919». Το ξέρετε ότι υπάρχουν ακόμη και σήμερα «μορφωμένοι» άνθρωποι στη χώρα που διατείνονται -δεν γνωρίζω αν είναι σκόπιμα ή όχ- ότι δεν …χρειάζονται χάρτες! Θα είχε ενδιαφέρον βέβαια να έβλεπε κανείς, πώς θα τους αντιμετώπιζαν, αν τα έλεγαν αυτά οπουδήποτε εκτός Ελλάδας!

Ερ.: Τι πρωτοβουλίες προωθείτε ως εκλεγμένος πρόεδρος της Επιτροπής για τη Χαρτογραφική Κληρονομιά στην Ψηφιακότητα της Διεθνούς Χαρτογραφικής Ένωσης;

Απ.: Οι πρωτοβουλίες μας είναι πολλές, κυρίως όμως είναι η καθιέρωση της χαρτογραφικής κληρονομιάς ως βασικού ζητήματος στη διεθνή χαρτογραφική κοινότητα, η διοργάνωση κάθε χρόνο του διεθνούς συνεδρίου περί των ψηφιακών προσεγγίσεων της κληρονομιάς αυτής –το 12ο έγινε εφέτος στη Βενετία και το 2018 γίνεται στη Μαδρίτη, η προσέλκυση νέων ερευνητών στο αντικείμενο και η ανάδειξη της χαρτογραφικής κληρονομιάς ως αντικείμενο των βιβλιοθηκών και των «Ανθρωπιστικών επιστημών στην Ψηφιακότητα» (Digital Humanities).

Ερ.: Ποια είναι τα οφέλη της ψηφιοποίησης των ιστορικών χαρτών; Ίσως ο μέσος άνθρωπος να πιστεύει πως ουσιαστικά πρόκειται για ένα σκανάρισμά τους, ώστε να έχουμε περισσότερες δυνατότητες επεξεργασίας τους, να είμαστε σίγουροι πως δε θα χαθούν στοιχεία από φυσική φθορά κ.λπ.

Απ.:Το πρόβλημα είναι ότι αυτό που λέτε περί σκαναρίσματος το πιστεύουν όχι μόνο όσοι εντάσσετε στους μέσους ανθρώπους. Το πιστεύουν δυστυχώς και πολλοί άλλοι… Αλλά αυτό είναι θέμα άγνοιας και οφείλεται στο χαρτογραφικό έλλειμμα που έχει η χώρα από την διαμόρφωσή της ως κράτους μέχρι σήμερα. Πρέπει, όμως, να σημειωθεί ότι τα πράγματα δεν ήταν έτσι πριν την ίδρυση του κράτους, όταν π.χ. τον 18ο αιώνα πολλοί Έλληνες μορφωμένοι είχαν καταλάβει τη σημασία της γεωγραφίας και των χαρτών. Οι χάρτες του Χρύσανθου Νοταρά, η Χάρτα του Ρήγα ή οι χάρτες του Άνθιμου Γαζή είναι οι αποδείξεις.

Ερ.: Που αποδίδετε τη μικρή βιβλιογραφική παρουσία και προβολή της Χάρτας του Ρήγα στη διεθνή χαρτογραφική κοινότητα;

Απ.:Τα τελευταία χρόνια έχουμε προσπαθήσει στο ΑΠΘ να προβάλλουμε τη Χάρτα στη διεθνή κοινότητα, κυρίως ως χαρτογραφικό έργο. Το πρόβλημα του ερωτήματός σας είναι σύνθετο και πολυπαραγοντικό και δύσκολα απαντάται στο πλαίσιο μιας συνέντευξης. Η Χάρτα, πάντως, είναι περισσότερο γνωστή στην περιφερειακή βαλκανική ιστορική κοινότητα, λόγω των πολιτικών, ιδεολογικών και συναφών προβολών της, που ενδιαφέρει ένα πολυπληθέστερο ακροατήριο ιστορικών και άλλων συναφών ειδικοτήτων, από εκείνο της πολύ μικρότερης χαρτογραφικής κοινότητας, ακόμα και στα Βαλκάνια.

Ερ.: Προχωρά η προσπάθεια ανάδειξης της χαρτογραφικής κληρονομιάς της βιβλιοθήκης του ΑΠΘ, μέσα από την ψηφιοποίηση σπάνιων αρχείων και συλλογών;

Απ.: Πρόκειται για μια συντονισμένη προσπάθεια που στηρίζεται στο έμπρακτο ενδιαφέρον του Πρύτανη καθ. Περικλή Μήτκα και των Αντιπρυτάνεων του ΑΠΘ, τον Πρόεδρο και τα στελέχη της Βιβλιοθήκης, καθ. Γιάννη Τζιφόπουλο, την προϊσταμένη της Βιβλιοθήκης Κατερίνα Νάστα και το Εργαστήριο Χαρτογραφίας της Πολυτεχνικής, για τη δημιουργία ενός «παραδείγματος καλής πρακτικής», όπως κατ’ επανάληψη έχει σημειώσει ο πρύτανης, στο πλαίσιο των διεθνών αυτονοήτων στις βιβλιοθήκες, που διαθέτουν σημαντικούς χάρτες. Η προσπάθεια αυτή και οι καλές πρακτικές στηρίζονται και στον μεγάλο πλούτο της Τρικογλείου Βιβλιοθήκης, που δώρισε στο ΑΠΘ ο ευεργέτης της Θεσσαλονίκης Ιωάννης Τρικόγλου (βασικός χρηματοδότης της ολοκλήρωσης του έργου του κτιρίου της ΕΜΣ στην αρχή της δεκαετίας του 1950). Αυτή η προσπάθεια αποδίδει ήδη καρπούς, εφόσον η Βιβλιοθήκη του ΑΠΘ συμμετέχει δίπλα στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ισπανίας, στο διεθνές συνέδριο για τη χαρτογραφική κληρονομιά, που γίνεται την Άνοιξη του 2018 στη Μαδρίτη.

Πηγή: Σμαρώ Αβραμίδου/ΑΠΕ

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα