Η σκοτεινή πλευρά του να είσαι ένας ψηφιακός νομάς

Μήπως τελικά ο συνδυασμός «ταξιδεύω και δουλεύω από όπου θέλω» δεν είναι τόσο ειδυλλιακός όσο παρουσιάζεται στα social media

Ραφαήλ Γκαϊδατζής
η-σκοτεινή-πλευρά-του-να-είσαι-ένας-ψηφ-1068486
Ραφαήλ Γκαϊδατζής

Ο ψηφιακός νομάς έγινε ο εμβληματικός χαρακτήρας της σύγχρονης εποχής της τηλεργασίας.

Συχνά δημιουργούμε την εικόνα ενός επαγγελματία συγγραφέα ή εργαζόμενου στον τομέα της τεχνολογίας που κουβαλάει τον υπολογιστή του, κυκλοφορεί στους δρόμους μιας γραφικής ξένης πόλης ή χτυπά το πληκτρολόγιό του ενώ κάθεται σε ένα παραθαλάσσιο καφέ.

Βλέπουν τον κόσμο, γνωρίζουν νέους ανθρώπους, δουλεύουν στους χρόνους που αυτοί θέλουν.

Οι ψηφιακοί νομάδες είναι πολλοί διαφορετικοί τύποι εργαζομένων. Άλλοι είναι ελεύθεροι επαγγελματίες. Κάποιοι είναι επιχειρηματίες που κάνουν πράξη τα σχέδιά τους. Υπάρχουν και εκείνοι που εργάζονται εξ αποστάσεως σε θέσεις πλήρους απασχόλησης για εταιρείες που βρίσκονται σε κάθε γωνιά του πλανήτη.

Ορισμένοι είναι μισθωτοί, ενώ άλλοι βασίζονται σε ένα ad-hoc εισόδημα. Οι ειδικοί, σημειώνουν, ότι οι περισσότεροι ψηφιακοί νομάδες είναι λευκοί και μορφωμένοι.

Ο αριθμός των ψηφιακών νομάδων έχει αυξηθεί κατακόρυφα μετά την πανδημία. Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί ο ακριβής αριθμός, αλλά μια αμερικανική έκθεση του 2022 εκτιμά ότι ο αριθμός των Αμερικανών ψηφιακών νομάδων έχει σημειώσει εκπληκτική αύξηση 131% από το 2019.

Ωστόσο, όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι που έχουν δοκιμάσει τον παραπάνω τρόπο εργασίας εξομολογούνται ότι πίσω από τις αναρτήσεις στο Instagram που τροφοδοτούνται από περιπλανήσεις και τα ρόδινα ταξιδιωτικά ιστολόγια, η πραγματικότητα δεν είναι πάντα τόσο λαμπερή.

Αν και υπάρχουν πολλά θετικά για τους ψηφιακούς νομάδες, υπάρχουν πολλοί που λένε ότι η σωματική τους και ψυχική τους υγεία επηρεάστηκε από το γεγονός ότι δεν είχαν «τριβή» με συναδέλφους τους, ενώ αυτό είχε αντίκτυπο και στη δουλειά τους.

Γι’ αυτό το λόγο και κάποιοι έχουν αποφασίσει να εγκαταλείψουν το συγκεκριμένο τρόπο ζωής και εργασίας.

Το 2011 η Lauren Juliff παράτησε τη δουλειά της σε ένα σούπερ μάρκετ στο Ηνωμένο Βασίλειο για να δει τον κόσμο. Δημιούργησε μια ταξιδιωτική ιστοσελίδα με στόχο να χρηματοδοτήσει τις περιπέτειές της. Προς έκπληξή της, άρχισε να βγάζει αρκετά μέσα σε ένα χρόνο για να καταφέρει να κάνει πράξη το όνειρό της.

«Για εμένα που μου άρεζαν πάντα τα ταξίδια, το όνειρό μου ήταν πάντα να δω όσο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου μπορούσα. Οπότε μόλις έκανα πραγματικότητα το όνειρο μου, είπα ότι δε θα το εγκαταλείψω ποτέ. Το να εξερευνώ νέους χώρους με έκανε να νιώθω τόσο ζωντανή και να μαθαίνω διαρκώς νέα πράγματα για άλλους πολιτισμούς, ακόμα και για τον εαυτό μου, και μάλιστα σε καθημερινή βάση».

Μετά από πέντε χρόνια ωστόσο ο ενθουσιασμός αρχίζει να υποχωρεί. Τώρα, στα 34 της, περιγράφει την αρχή της νομαδικής εργασιακής ζωής ως ειδυλλιακή που όμως σταδιακά μετατράπηκε σε μία εξαντλητική δοκιμασία από την οποία ήθελε να ξεφύγει.

«Άρχισα να έχω κρίσεις πανικού σε καθημερινή βάση και σταματούσαν μόνο όποτε φανταζόμουν ότι είχα ένα σπίτι».

Το να έχεις το αίσθημα ότι δεν είσαι μέλος μιας σταθερής κοινότητας, ότι οι μακροχρόνιες φιλίες χάνονται λόγω απόστασης, οδηγούσε σε συναισθήματα μοναξιάς και κατάθλιψης.

Η Lauren Juliff αντιμετώπιζε συχνά περιστατικά τροφικής δηλητηρίασης. Χωρίς πρόσβαση σε κουζίνα ή γυμναστήριο ο τρόπος ζωής της ήταν ανθυγιεινός. Η διατροφή της στηρίζονταν κατά κύριο λόγο σε γεύματα από το εστιατόριο. Η προσωπική της ζωή ήταν και αυτή σε κρίση. «Δεν μπορούσα να έχω ούτε ένα χόμπι, όσο ζούσα εκεί έξω με ένα σακίδιο».

Επιπλέον, το να συνεχίσεις να είσαι παραγωγικός ενώ βρίσκεσαι διαρκώς εν κινήσει ήταν επίσης μια πρόκληση. Το να προσπαθείς παράλληλα να διαχειριστείς τα θέματα εργασίας, την εξερεύνηση νέων μερών και να έχεις να αντιμετωπίσεις και αναξιόπιστες συνδέσεις στο διαδίκτυο, μπορεί να σε αποθάρρυναν.

«Δυσκολεύτηκα να διευθύνω αποτελεσματικά την επιχείρηση μου από το να είμαι ξαπλωμένη σε ένα κρεβάτι.

Οι κρίσεις πανικού την ώθησαν στο να βρει ένα σπίτι. Και αποφάσισε έτσι να εγκατασταθεί στην Πορτογαλία. Είδε τις απολαβές της να τριπλασιάζονται μέσα σε ένα χρόνο. Και αυτό πιστεύει ότι οφείλεται στο γεγονός ότι πλέον είχε μία βάση και δε χρειαζόταν να ταξιδεύει διαρκώς. Οι κρίσεις πανικού άρχισαν να εξαφανίζονται, ξεκίνησε γυμναστήριο, άρχισε να μαγειρεύει υγιεινά γεύματα, βρήκε πάλι μια σταθερή παρέα φίλων.

Το να αφήσει πίσω της τη νομαδική ζωή ήταν βέβαια δύσκολο καθώς είχε χτίσει την ταυτότητα της πάνω σε αυτό. Ότι έκανε ήταν επικεντρωμένο στα ταξίδια. Να «τρέχει» ένα ταξιδιωτικό blog, να σχεδιάζει μελλοντικά ταξίδια, να έχει φίλους που ήταν όλοι ταξιδιώτες.

«Το να πάρω την απόφαση να σταματήσω ήταν δύσκολο. Δυσκολεύτηκα αρκετά να μάθω ποιο άτομο είμαι τελικά, αν δεν ήμουν πλέον μία ταξιδιώτισσα πλήρους απασχόλησης».

Η Beverly Thompson, κοινωνιολόγος από το Sienna College των ΗΠΑ, που ερευνά τον ψηφιακό νομαδισμό, λέει ότι πολλοί άνθρωποι που επέλεξαν τον ψηφιακό νομαδικό τρόπο ζωής δεν ήταν προετοιμασμένοι για τα μειονεκτήματα, γιατί δεν μιλούσε κανείς για αυτά, στις εικόνες που δημοσίευε στα social media.

Μπορεί για κάποιους το παραπάνω μοντέλο να τους έφερε εισοδήματα, όμως για όλους δεν λειτούργησε το ίδιο.

«Είσαι απόλυτα δεσμευμένος από το διαβατήριο που έχεις. Πρέπει να έχεις ισχυρό διαβατήριο» λέει η Thompson επισημαίνοντας ότι τα πιο αδύναμα διαβατήρια περιορίζουν τον αριθμό των χωρών στις οποίες μπορεί να ταξιδέψει ένα άτομο χωρίς τουριστική βίζα.

Αυτό έγινε πρόβλημα για τον Darius Foroux. Οι πρώτοι μήνες του που ζούσε τον ψηφιακό νομαδικό τρόπο ζωής ήταν ευτυχισμένοι. Απόλαυσε τον ηλιόλουστο καιρό και τους φοίνικες δίπλα στην παραλία.

Όταν άρχισε όμως να ψάχνει για μια μόνιμη στέγη εκεί διαπίστωσε ότι η διαδικασία δεν ήταν τόσο απλή, αλλά γεμάτη με περίπλοκες νομικές διαδικασίες που θα έπαιρναν πολύ χρόνο για να διεκπεραιωθούν.

Επίσης, σε περιοχές όπως η Μάλαγα και η Μπαρμπέγια η αυξημένη ζήτηση για σπίτι έχει οδηγήσει σε «έκρηξη» των ενοικίων. Έμεινε έκπληκτος από τα ποσά που καλούνταν να πληρώσει.

«Δεν το περίμενα αυτό. Μετακόμισα στην Ισπανία επειδή πίστευα ότι το κόστος ζωής θα ήταν χαμηλότερο. Αλλά αποδείχτηκε ότι ήταν το ίδιο ακριβό όπως και στην Ολλανδία. Στην ουσία ήταν σα να πληρώνω ένα… ασφάλιστρο για τις καλές καιρικές συνθήκες».

Μετά από έξι μήνες στην Ισπανία επέστρεψε στην Ολλανδία σχεδιάζοντας μια πιο σταθερή και οργανωμένη καθημερινότητα που συνειδητοποίησε ότι χρειαζόταν περισσότερο ως συγγραφές και σόλο επιχειρηματίας.

Φυσικά, πολλοί εξακολουθούν να ζουν αποτελεσματικά ως ψηφιακοί νομάδες. Αλλά ακόμα και εκείνοι που πέτυχαν αντιμετώπισαν προκλήσεις διατήρησης της παραγωγικότητας, της υγείας και των προσωπικών σχέσεων.

Και μπορεί σαν τάση να έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, αλλά είναι χαμηλό ποσοστό των εργαζομένων παγκοσμίως και τείνουν να συγκεντρώνονται σε χώρες με πλεονεκτήματα ως προς τα διαβατήρια που έχουν στην κατοχή τους.

«Δεν πρόκειται να σταματήσει» λέει η Thompson. «Οι νεότεροι θα περάσουν μερικά χρόνια προσπαθώντας να γίνουν ψηφιακοί νομάδες. Αλλά συνολικά όλο και περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν την πραγματικότητα αυτού του τρόπου ζωής. Στο μεταξύ, οι εργοδότες θέλουν τους εργαζόμενους πίσω στο γραφείο. Έτσι η τάση αυτή μπορεί μεν να αυξάνεται, αλλά όχι με τον ίδιο ρυθμό όπως γίνεται ως τώρα».

Πηγή: BBC

Πηγή εικόνας: pexels

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα