To Bερολίνο κι η Υποτροπή
Βλέπουμε τη Δημοκρατία να καταλύεται σε επεισόδια. Νομίζουμε ότι θα ξυπνήσουμε κι η λογική θα επικρατήσει.
Διανύουμε την εποχή της τεχνολογικής επανάστασης και της τεχνητής νοημοσύνης που αν και φαινομενικά διευκολύνουν το κοινό σε παγκόσμια κλίμακα, ουσιαστικά μας οδηγούν έμμεσα χρόνια πίσω σε σκοτεινές εποχές. Μέσα στο 2020 από τις Εκδόσεις Πόλις κυκλοφόρησαν δύο εξαιρετικά βιβλία για τον ρόλο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης την κρίσιμη δεκαετία 1930-1940. Επέλεξα να δημιουργήσω έναν ιδιότυπο διάλογο μεταξύ του “Βερολίνο, 1933” του Ντανιέλ Σνεντερμάν και του “Υποτροπή 1938” του Μίκαελ Φέσελ που αποκτούν επίκαιρο χαρακτήρα σήμερα και θυμίζουν σε όλους μας ότι το τέρας συχνά φορά αγγελικό προσωπείο.
Η δημοκρατία κινδυνεύει. Είναι μία παραδοχή που πρέπει να κάνουμε από την αρχή για να κατανοήσουμε βαθιά τη δουλειά σε βάθος των δύο σπουδαίων ερευνητών. “Συνάντησα το 1938, δεν έκανα μία μελέτη γι΄αυτό” μας λέει ο Φέσελ. Οδηγούμαστε σε μία εποχή “εκλογών αποδοκιμασίας” σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο παραδοσιακός κοινοβουλευτισμός οδεύει από ήττα σε ήττα κι ο νεοφιλελευθερισμός πληγώνει τους πολίτες. Κοινά σημεία του τότε και του σήμερα η Μεγάλη κρίση κι οι δυσμενείς συνέπειές της. Οι άνθρωποι αναζητούν απεγνωσμένα σανίδα σωτηρίας για την επιβίωση. “Τρόμος και δυσπιστία, δύο λογικές, δύο γλώσσες” όπως εύστοχα αναφέρει ο Σνεντερμάν. Δύο ασύμπτωτοι κόσμοι σαν δύο γραμμές που δε θα ενωθούν ποτέ.
Μία παραπλανητική γαλήνη κι ένα αίσθημα ασφάλειας καλά καμωμένο από τους μηχανισμούς προπαγάνδας της εποχής. “Να ξαναστρώσουμε τη Γαλλία στη δουλειά”. Φακελώματα, παρακολουθήσεις τηλεφωνικών γραμμών, κατασκευή εσωτερικών κι εξωτερικών εχθρών. “Τους κατατρεγμένους δεν τους θέλει κανένας”. Αποτέλεσμα σύγχυση, πόλωση, μίσος και οργή. Ο καιρός των προσχημάτων έχει περάσει προ πολλού. Στην κορυφή της πυραμίδας οι ψευδείς ειδήσεις. Γνωστά στη δική μας εποχή μας ως fake news. “Να μη ξέρουμε αν βρισκόμαστε μπροστά σε μία πραγματικά ψευδή είδηση ή αν μία ψευδής είδηση είναι αληθινή”. Περιγράφοντας την μιντιακή ατμόσφαιρα της εποχής εύλογα προκύπτει το ερώτημα: “Γιατί δεν είπαν τίποτα”;
Αρκετοί υποστηρίζουν πως “έρχεται κάποια στιγμή που δεν υπάρχει κανένας να σε ακούσει”. Οι άνθρωποι “θα προτιμούσαν να σκοτώσουν από το να σκεφτούν”. Πριν φτάσουμε όμως σε αυτό το σημείο; Συμβιβασμοί, σκοτεινές συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, αποσιώπηση, αλλαγή ατζέντας. “Οι εφημερίδες γράφουν αυτό που πρέπει να λένε”. Αφωνία και κυνισμός. “Ο τύπος ανακοινώνει αυτοκτονίες χωρίς σχολιασμό”. Πώς όμως κάποιος φτάνει σε αυτή την απόφαση; Αναδύεται η ενδόμυχη βεβαιότητα πως η ιστορία δεν έχει ούτε τέλος, ούτε διέξοδο. Το παράδειγμα του Samuel Zygelbojm αποτελεί ένα ακόμα επεισόδιο της επίγειας κόλασης που πρέπει να μείνει ανεξίτηλο στην μνήμη μας.
Βλέπουμε τη Δημοκρατία να καταλύεται σε επεισόδια. Νομίζουμε ότι θα ξυπνήσουμε κι η λογική θα επικρατήσει. Σήμερα ο γραπτός τύπος έχει δώσει τη θέση του στο αχανές Διαδίκτυο. Οι αποστάσεις μικραίνουν, ο όγκος των πληροφοριών τεράστιος, τα προβλήματα όμως τα ίδια. Τα κοινωνικά αιτήματα στο περιθώριο. Ο Τραμπ αποτέλεσε μονάχα την αρχή. Ο ενορχηστρωτής της εκστρατείας του Στιβ Μπάνον διαβρώνει ολόκληρο το δημοκρατικό τόξο του Δυτικού κόσμου έχοντας ρίξει τον καρπό του. Η Ελευθερία, η Ισότητα, η Χειραφέτηση. Λέξεις που αποτελούν πια άγνωστο λήμμα στο λεξικό της εποχής. To πρόσφατο βιβλίο του Ζαν Πωλ Φιτουσί, “Τι μας κρύβουν οι λέξεις-Εκδ.Πόλις” μας πληροφορεί ακριβώς γι΄αυτό το γεγονός με τον καλύτερο τρόπο.
Ολοκληρώνοντας θα ήθελα να τονίσω πως και σήμερα για διαφορετικούς λόγους η ανθρώπινη ζωή τείνει να γίνει αριθμός. Τα κρούσματα, οι νεκροί, οι διασωληνωμένοι. Παύει να αποτελεί την υπέρτατη αξία στο μυαλό κάποιων. Ο νους εξοικειώθηκε ήδη, καθημερινά μετράει. Μετράει και φοβάται πως θα΄ναι ο επόμενος αριθμός. Είναι η ώρα για δύσκολες αποφάσεις. Έφτασε η στιγμή να μετρηθούμε και να χαράξουμε το μέλλον. Τελευταία όλων άφησα την πρακτική φίμωσης της φωτογραφίας. Γιατί θα αναρωτηθεί κάποιος; Μία εικόνα ίσον χίλιες λέξεις κι αυτοί που έπρεπε … κατάλαβαν ήδη.