Το ηθικό κομμάτι του να δουλεύεις λιγότερο

Μέσα από το προσωπικό βίωμα ενός εξαιρετικά πετυχημένου επαγγελματικά ατόμου.

Parallaxi
το-ηθικό-κομμάτι-του-να-δουλεύεις-λιγό-1013114
Parallaxi

Eικόνα αρχείου: Pixabay

Ο 40χρονος Τζος Έπερσον εργάζεται 10 με 15 ώρες την εβδομάδα και βγάζει περίπου 100.000 δολάρια το χρόνο. Μετά από περισσότερο από μια δεκαετία στον κόσμο των εταιρειών και επτά χρόνια εργασίας σε μια εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών, πέρασε τα τελευταία τρία χρόνια “τρέχοντας” αυτό που ο ίδιος χαρακτηρίζει ως «Το Πείραμα».

«Το Πείραμα» έχει τρεις αρχές: Πρώτον, ο Έπερσον δέχεται μόνο την εργασία που θεωρεί ότι έχει κάποιο νόημα. Δεύτερον, δέχεται μόνο την εργασία που πληρώνει καλά. Τρίτον, δεν εργάζεται ποτέ πάνω από 20 ώρες την εβδομάδα. Αντί να αξιοποιήσει την τεχνογνωσία του για περισσότερα χρήματα, όπως συνηθίζεται από τους περισσότερους φιλόδοξους επαγγελματίες, έχει επιλέξει να την αξιοποιήσει για να διαθέτει περισσότερο χρόνο.

Να σημειωθεί εδώ ότι, τα τελευταία 50 χρόνια, έχει εμφανιστεί μια περίεργη τάση: Παρά τα κέρδη τους σε πλούτο και παραγωγικότητα, πολλοί Αμερικανοί με πανεπιστημιακή μόρφωση-και ιδιαίτερα άνδρες με μόρφωση κολεγίου- εργάζονται περισσότερο από ποτέ. Αντί να ανταλλάσσουν δηλαδή τον πλούτο με την αναψυχή, οι Αμερικανοί επαγγελματίες άρχισαν να αντικαθιστούν τον ελεύθερο χρόνο με περισσότερη δουλειά.
Ο Έπερσον—στον οποίο η Simone Stolzoff, η συντάκτρια του παρόντος κειμένου που δημοσιεύτηκε στο The Atlantic, πήρε συνέντευξη για πρώτη φορά πέρυσι ενώ ερευνούσε τον ρόλο της εργασίας στις ζωές των Αμερικανών—μεγάλωσε με τη μητέρα του και τη μεγαλύτερη αδερφή του στο Reston της Βιρτζίνια.
Μετά από μερικά χρόνια στο κολέγιο, πήγε στο Πανεπιστήμιο της Κοινοπολιτείας της Βιρτζίνια, στο Ρίτσμοντ, όπου ζει από τότε. Η πρώτη του δουλειά μετά το σχολείο ήταν ένα πόστο για την United Airlines στο αεροδρόμιο του Ρίτσμοντ. Έκανε πέντε νυχτερινές βάρδιες την εβδομάδα, από τις 4 μέχρι να φτάσει το τελευταίο αεροπλάνο, μετά τα μεσάνυχτα. Πληρωνόταν 10 δολάρια την ώρα χωρίς υπερωρίες, ακόμη και όταν οι πτήσεις καθυστερούσαν μέχρι το πρωί.
Η πρώτη αυτή εργασιακή εμπειρία του Epperson ήταν χαρακτηριστική για πολλούς εξαντλημένους υπαλλήλους που δούλευαν εκεί έξω για πολλές ώρες για να τα βγάλουν πέρα. Σύμφωνα με μια έκθεση από το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής, το ένα πέμπτο των Αμερικανών με τις χαμηλότερες αποδοχές εργάστηκε σχεδόν 25 τοις εκατό περισσότερες ώρες το 2016 σε σχέση με το 1979. Καθώς οι μισθοί έμειναν σταθεροί για τους Αμερικανούς με χαμηλό εισόδημα, εκείνοι έπρεπε να εργάζονται περισσότερες ώρες για να τα βγάλουν πέρα. 
Στα 25 του, ο Έπερσον βρήκε μια διοικητική θέση σε ένα τοπικό νοσοκομείο που πλήρωνε 12 δολάρια την ώρα. Αν και η αύξηση του μισθού δεν άλλαξε τη ζωή του, για πρώτη φορά ο Epperson περιστοιχίστηκε από ανθρώπους που ήταν παθιασμένοι με αυτό που έκαναν. «Το να βρίσκεσαι με ανθρώπους που νοιάζονται για το πώς περνούν το χρόνο τους, σε σημείο που θέλουν να αφιερώνουν τόσο πολύ χρόνο στη δουλειά τους, ήταν κάτι καινούριο», είπε.
Το 2011, ενώ εργαζόταν στο νοσοκομείο, ο Έπερσον άρχισε να ψάχνει για το επόμενο βήμα της καριέρας του. Ταξίδεψε στη Νέα Υόρκη για να παρακολουθήσει ένα πενθήμερο συνέδριο με τίτλο “Φεστιβάλ Ιδεών”. Το συνέδριο περιλάμβανε βασικές ομιλίες από συγγραφείς, γεύματα από ανερχόμενους εστιάτορες και δημόσιες εγκαταστάσεις τέχνης από τα πιο μοντέρνα μουσεία και γκαλερί της πόλης. Από τα εκατοντάδες εκθέματα, ένα έργο αιχμαλώτισε τη φαντασία του Έπερσον.
Το έργο ονομαζόταν “FEAST”, ένα αρκτικόλεξο του Funding Emerging Art with Sustainable Tactics (Χρηματοδότηση Αναδυόμενης Τέχνης με Βιώσιμες Πρακτικές). Σε κάθε εκδήλωση του FEAST, καλλιτέχνες και φορείς παρουσίαζαν στους συμμετέχοντες τις ιδέες τους για έργα. Στη συνέχεια, οι παρευρισκόμενοι ψήφιζαν τα αγαπημένα τους και οι πωλήσεις εισιτηρίων από την εκδήλωση δίδονταν ως επιχορηγήσεις στους νικητές.
Αφού επέστρεψαν από τη Νέα Υόρκη, ο Έπερσον και ένας φίλος του αφιέρωσαν χρόνο στο να ζωντανέψουν μια εκδοχή του FEAST στη Βιρτζίνια. Ο Έπερσον εργαζόταν ως τότε στο νοσοκομείο, αλλά το πάθος και η προσοχή του ήταν αλλού. Το Φεστιβάλ Ιδεών συνέβαλε στη δημιουργία της νέας του ταυτότητας. Ο Έπερσον παράτησε τη δουλειά του στο νοσοκομείο. Έγραψε άρθρα για εγκαίνια γκαλερί και συναυλίες. Παρήγαγε την πρώτη εκδήλωση FEAST Virginia, η οποία ήταν sold out.
Αφού είδε τις δεξιότητές του πάνω σε αυτό, μια τοπική εταιρεία παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών που ονομάζεται “Prophet” προσέλαβε τον Έπερσον για να σχεδιάσει μια σειρά εκδηλώσεων για την ιστορία του Ρίτσμοντ. Στα 28 του, ο Έπερσον ξεκίνησε την πρώτη του μισθωτή εργασία, κερδίζοντας 45.000 δολάρια το χρόνο. Καθώς μάλιστα προχωρούσε εκεί αυξανόταν και το εισόδημά του. Σύντομα έβγαζε 140.000 δολάρια το χρόνο. Δούλευε πολλές ώρες και ταξίδευε για τη δουλειά του πολλές φορές το μήνα. Όμως, ακόμη και όταν η δουλειά τον κούρασε, θεωρούσε την εξάντλησή του ως ένδειξη επιτυχίας.
Η ειρωνεία ήταν ότι όσο ο Έπερσον δούλευε περισσότερες ώρες, η δουλειά του δεν βελτιωνόταν απαραίτητα. Καθώς άρχισε να ηγείται ομάδων και να αναλαμβάνει περισσότερες ευθύνες, υπήρχε λιγότερος χρόνος επί των ημερών του κατά τον οποίο μπορούσε να συνθέσει όσα είχε μάθει και να δημιουργήσει νέες ιδέες.
Ωστόσο, κράτησε το κεφάλι χαμηλά. Διεκδικούσε κιόλας μια προαγωγή προκειμένου να γίνει ένας από τους δημιουργικούς διευθυντές της εταιρείας.
Μια μέρα, ο μέντορας στη δουλειά του τον κάλεσε να πάνε μια βόλτα. Ο Έπερσον σκέφτηκε ότι ήξερε τι σήμαινε η πρόσκληση: προαγωγή. Παρόλα αυτά, ο μέντοράς του γύρισε προς το μέρος του και του είπε: «Συγγνώμη, Τζος, αλλά δεν πρόκειται να πάρεις». Ο Έπερσον απήντησε: «Εντάξει, φεύγω».
Ο Έπερσον αποφάσισε να πάρει μια τρίμηνη άδεια. Αλλά μετά τις δύο πρώτες εβδομάδες, άρχισε να νιώθει άβολα. Έθεσε στον εαυτό του το ερώτημα: «Πιστεύω ότι στη μία και μοναδική, σύντομη ανθρώπινη ζωή μας, αυτό που δίνει αξία είναι η συμβολή στην εταιρική εργασία που έχει οικονομικές απολαβές;». «Όχι. Η απάντησή μου σε αυτή την ερώτηση είναι όχι».
Ο Έπερσον δεν είχε αυταπάτες. Έπρεπε να βγάλει χρήματα. Αλλά ήξερε ότι θα χρειαζόταν να κάνει αλλαγές, συμπεριλαμβανομένης της ενσωμάτωσης περισσότερου χρόνου στις μέρες του.
Ο Έπερσον ξεκίνησε “Το Πείραμα”- για το οποίο έγινε λόγος στην αρχή του κειμένου. Παραιτήθηκε από τον ρόλο του στο διοικητικό συμβούλιο ενός φεστιβάλ κινηματογράφου. Μετακόμισε από το κομψό διαμέρισμά του σε ένα φθηνότερο μέρος του Ρίτσμοντ και αντάλλαξε το Land Rover του με ένα Honda CR-V. Παρά τις συγκεκριμένες υποβαθμίσεις, η “αλλαγή πλεύσης” του είχε πλεονεκτήματα. Ετοίμαζε τα γεύματά του και έτρωγε πιο υγιεινά. Περνούσε αβίαστα τα απογεύματά του με φίλους στον κήπο. Και μπήκε σε τακτικό πρόγραμμα που περιλάμβανε διαλογισμό και άσκηση.
Ο Έπερσον είδε επίσης πώς ο πρόσθετος χρόνος ωφέλησε την επαγγελματική του ζωή. Άρχισε να εργάζεται για διάφορα project. Με περισσότερο “χώρο” γύρω από τη δουλειά του, η δουλειά του έγινε τελικά καλύτερη. «Κατά το παλιό βιομηχανικό μοντέλο απασχόλησης, όσες περισσότερες ώρες αφιέρωνε κανείς, τόσο περισσότερα προϊόντα έβγαζε», εξήγησε. Αλλά αν το προϊόν είναι μια ιδέα για μια καμπάνια μάρκετινγκ ή ένας τίτλος για έναν ιστότοπο, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε αντίστοιχα θετική συσχέτιση.
Υπάρχει κάτι στη διορατικότητα του Έπερσον ως προς το ότι η λιγότερη δουλειά μπορεί να αποφέρει καλύτερη δουλειά. Ας σκεφτούμε μόνο ότι από το 2015 έως το 2019, η Ισλανδία έκανε δύο μεγάλης κλίμακας δοκιμές τετραήμερης εργασίας την εβδομάδα.
Τα αποτελέσματα από τις δοκιμές ήταν εντυπωσιακά. Σε όλους τους κλάδους, δε σημειώθηκε μείωση της παραγωγής εργασίας. Οργανισμοί βελτίωσαν πραγματικά την παραγωγικότητά τους. Οι εργαζόμενοι ανέφεραν ότι δεν είχαν απλώς περισσότερο χρόνο, αλλά και περισσότερη ενέργεια για χόμπι, κοινωνική ζωή και οικογένεια. Και με καλά ξεκούραστους υπαλλήλους, οι οργανισμοί διατήρησαν, αν όχι βελτίωσαν, την ποιότητα των υπηρεσιών τους.
Πιο πρόσφατα, αν και μικρότερα, πειράματα στο Ηνωμένο Βασίλειο και τις Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βρει παρόμοια αποτελέσματα. Μεταξύ των 60 εταιρειών που συμμετείχαν στη μελέτη του Ηνωμένου Βασιλείου, το 92 τοις εκατό σχεδιάζει να συνεχίσει με λιγότερη εργασία εβδομαδιαίως. Η μείωση των ωρών είναι πιο δύσκολη για τομείς όπως η μεταποίηση και οι κατασκευές, όπου υπάρχει πιο άμεση σχέση μεταξύ των ωρών εργασίας και της παραγωγής. «Δεν είχαμε την πολυτέλεια να δίνουμε στο προσωπικό μια μέρα άδεια κάθε εβδομάδα», είπε στο BBC ο ιδιοκτήτης μιας εταιρείας βιομηχανικών προμηθειών. Αλλά ως επί το πλείστον, οι εργαζόμενοι ήταν σε θέση να κάνουν τον ίδιο όγκο εργασίας σε λιγότερες ώρες.
Πάντως, αν και τα επιχειρήματα που βασίζονται στην παραγωγικότητα μπορεί να βοηθήσουν να πείσουν τους εργοδότες και τους νομοθέτες να εξετάσουν το ενδεχόμενο μικρότερων ωρών εργασίας εβδομαδιαίως, δε θα πρέπει να μειώσουμε τις ώρες μόνο και μόνο επειδή μπορούμε ακόμα να παράγουμε τον ίδιο όγκο προϊόντων. Διότι υπάρχει και το ηθικό κομμάτι της υπόθεσης. Δεν πρέπει να εργαζόμαστε λιγότερο απλώς και μόνο επειδή μπορούμε έτσι να είμαστε καλύτεροι εργαζόμενοι. Πρέπει να εργαζόμαστε λιγότερο γιατί αυτό μας επιτρέπει να είμαστε καλύτεροι άνθρωποι.
Για τον Έπερσον, η μείωση των ωρών εργασίας του δίνει το χώρο να επενδύσει σε άλλες πτυχές της ζωής του. Συμμετέχει στην κοινότητά του. Είναι ένας γενναιόδωρος φίλος.

*Το παραπάνω κείμενο αποτελεί απόσπασμα / μετάφραση από το άρθρο που συνέταξε η Simone Stolzoff για το The Atlantic. Το αρχικό κείμενο έχει τροποποιηθεί ελάχιστα προκειμένου να προσαρμοστεί στην ελληνική γλώσσα. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα