Αυτή είναι η φάση στο κέντρο της Θεσσαλονίκης σήμερα
Εδώ βγαίνουμε (όλοι) αυτή την σεζόν!
Πάνω και κάτω από την Εγνατία, στις συνοικίες, στις πλατείες, σε παλιά και νέα στέκια, σε πεζόδρομους, σε παγκάκια, οι παλμοί της καρδιάς της διασκέδασης των νέων αλλάζει ανά την εποχή και παραμένει σχεδόν ίδια ανά τα χρόνια. Παγωμένα ποτά σε πλαστικά στο χέρι, μουσικές που ξετρυπώνουν από τις χαραμάδες των τζαμαριών στα bars, συντριβάνια που δεν λειτουργούν, πεντάδες από κορίτσια που γλυκοκοιτούν τα αγόρια απέναντι, αυτοκίνητα για stand και τραπέζια, αυτό είναι το σκηνικό που οι άνθρωποι δίνουν φιλιά αναζωγώνησης σε μία πόλη που αποτελείται κυρίως από θερμό φωτισμό και έντονους ρυθμούς που το βράδυ πέφτουν και την μεταμορφώνουν.
Μέχρι σήμερα έχουν μείνει μερικές “παραδόσεις” στα στέκια της Θεσσαλονίκης, ενώ μερικά από αυτά έχουν προχωρήσει χιλιόμετρα ανανέωσης μακριά, εξελίσσονται και συμβαδίζουν με τα standar μίας Ευρωπαϊκής πόλης, όπως ακριβώς της αρμόζει. Πάμε λοιπόν μία βόλτα στην φάση του κέντρου της πόλης σήμερα.
Άνω και Κάτω Λαδάδικα
Μοιάζει να χωρίζει ένα μεγάλο ποτάμι τα Άνω από τα Κάτω Λαδάδικα. Αισθητικό αλλά και ουσιαστικό ταυτόχρονα. Η Τσιμισκή. Αν υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα σημείο του κέντρου που αξίζει να ερευνήσεις αυτό βρίσκεται βορείως του ποταμιού. Από την μία όχθη, στα Κάτω Λαδάδικα, η απόλυτη εμπορευματοποίηση, κράχτες έξω από κιτσάτα μαγαζιά και αδιανόητη φασαρία των clubs, κοσμοσυρροή, mainstream bar, φθηνό φαγητό σε “τουριστικά” τσιπουράδικα και μία Αιγύπτου που προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρατήσει την ταυτότητα της, με τα τελευταία ροκ μπαρ του κέντρου και τις παραδοσιακές μπιραρίες. Εκεί η ηλικιακή ομάδα που προτιμά την περιοχή κυμαίνεται από τα 16 έτη έως και τα 2. Ενώ εντός υτού του μεγάλου και ιστορικού τετραγώνου υπάρχουν ακόμη μερικά ιστορικά στέκια όπως το Eightball, το Σάρωθρον και το Stones Rock Bar που κρατιούνται πίσω στον χρόνο και απαρτήζονται από τους άνω των 25 άνευ ορίου ηλικίας, σταθερούς θαμώνες τους. Στα Κάτω Λαδάδικα η ζωή ξεκινά μετά τις 23:30, και σβήνει στις 8 το πρωί με τα τελευταία φώτα των ξενυχτάδικων. Εκεί, οι νέοι δεν αράζουν στον δρόμο αλλά, μέσα στα μαγαζιά. Το σκηνικό το πρωί είναι πραγματικά εντελώς διαφορετικό, τα λαδάδικα είναι άδεια εκτός από κάποια bistro που επιβίωσαν, τα υπόλοιπα καταστήματα κατεβάζουν ρολό.
Και από την άλλη όχθη βιοτεχνικές πολυκατοικίες που γέμισαν καλλιτέχνες, galleries, minimal μπαράκια με πολύ ψαγμένες μουσικές και καλαίσθητα μικρά street food points. Το στενάκι της οδού Εμπράρ, με τα δίδυμα κτίρια του, που στέκουν σαν καθρέφτης το ένα απέναντι στο άλλο, μεταμορφώθηκε σε αστικό σαλόνι, όπου έλαβε χώρα ένα φαντασμαγορικό σουαρέ. Που συνδύασε μουσικές, χορό και αφήγηση σκοτεινών ημερών της πρόσφατης Ιστορίας. Εκείνος ο δρόμος που έμοιαζε άδειος, δίχως πνοή ανάπτυξης, με καταστήματα που είχαν κολλημένο το “ενοικιάζεται” στις βιτρίνες, ελλιπή φωτισμό και βρωμιά τα τελευταία χρόνια, κατάφερε να γίνει η πιο urban και ψαγμένη περιοχή της πόλης. Να γίνει η αφορμή να ξεκινήσει η μεταμόρφωση μιας περιοχής και τελικά σήμερα να γίνει η απόλυτη τάση και να λάμπει. Νέοι 20-30, συχνάζουν στους δρόμους με τα ποτά τους στο χέρι, κάτω από πολύχρωμα λαμπιόνια, θυμίζοντας συνοικίες της Νέας Υόρκης, βγαλμένες από ταινίες του δρόμου.
Βαλαωρίτου
Τις δεκαετίες του 1970-1980 ο τομέας της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα απασχολούσε πάνω από 150.000 ανθρώπους που αποτελούσαν εργατικό δυναμικό της Θεσσαλονίκης. Εκείνη την εποχή η Βαλαωρίτου ήταν ένας δρόμος που εξελίχθηκε πάνω του το εμπόριο της πόλης. Η περιοχή δεν έχει καμία σχέση με αυτό που βλέπουμε σήμερα, στα κτίρια της, στους πάνω ορόφους υπήρχαν βιοτεχνίες, ενώ στα υπόγεια είχε καταστήματα λιανικής και χονδρικής κάλυψης, με κεντρικό προϊόν της αγοράς τα κλωστοϋφαντικά προϊόντα, δηλαδή, κιλίμια, υφάσματα, μοκέτες, πουκάμισα. Όλη η Βαλαωρίτου και τα γύρω στενά, περιβαλλόταν από μαγαζιά τα οποία είχαν είδη προικός, ενδύματα και παιχνίδια, όλα τα αγαθά υλικά προς πώληση ήταν τοπικά, κυρίως από την Βόρεια Ελλάδα. Υπήρχαν πολλές αποθήκες που είχαν χειροποίητα τοπικά παιχνίδια. Η γειτονιά ήταν πόλος έλξης για τους εμπόρους της Βορείου Ελλάδος. Την δεκαετία του ’90 όταν το fast fashion έφτασε στην Ελλάδα, οι ελληνικές επιχειρήσεις ξεκίνησαν να βάζουν λουκέτο, έκτοτε η περιοχή βιώνει μεγάλη εγκατάλειψη, με ελάχιστα να έχουν καταφέρει μέχρι σήμερα να μείνουν ανοιχτά και πια να πουλούν είδη εισαγωγής.
Γύρω στο 2000, ανοίγει η πρώτη μεγάλη τσέχικη μπυραρία ”Gabrinus’ στην Συγγρού μέσα στην Πάικου δημιουργείται ένα στέκι από φοιτητές, έτσι η γειτονιά αλλάζει σταδιακά όψη. Τα μπαρ και οι μπυραρίες που άνοιξαν στην γειτονιά χαρακτηριζόταν από τις χαμηλές τιμές τους, oι περαστικοί και οι πελάτες της αλλάζουν ηλικία, η Βαλαωρίτου γεμίζει ασφυκτικά από το νέο κόσμο της Θεσσαλονίκης, τα clubs ανοίγουν το ένα δίπλα στο άλλο σε σύντομο χρονικό διάστημα. Οι ένοικοι της γειτονιάς ξεκινούν τα παράπονα για την φασαρία. Γύρω στο 2017, βιώνει και πάλι την παρακμή, τα εναπομείναντα καταστήματα κλείνουν, τα μπαράκια αδειάζουν και μεταφέρονται στα Λαδάδικα έτσι παραμένει μία γειτονιά με ιστορία αλλά πια δίχως ζωή. Όσο η πόλη βρισκόταν στην ατελείωτη παύση των δύο χρόνων του lockdown, η περιοχή επιλέγεται από σοβαρές προσπάθειες που θα πρωταγωνιστήσουν στο μετασχηματισμό της. Τα βιομηχανικά της αρχιτεκτονικά διαμάντια, οι θεόρατες πολυκατοικίες με τα μεγάλα παράθυρα και η ιστορία της ενέπνευσαν ανθρώπους του design της πόλης να μετακομίσουν εκεί και να της δώσουν ευκαιρία για μία ανάπτυξη που θα αποτελέσει νέα σελίδα στο βιβλίο της.
Έτσι η Βαλαωρίτου μπορεί να αποκτήσει ένα πρόσωπο δημιουργικής οικονομίας, προσελκύοντας designers, γραφίστες και δημιουργικές ομάδες της πόλης. Και φυσικά σήμερα να απαρτιστεί από καλαίσθητα bar, που αποζητούν την κομψότητα, χαρίζουν απλόχερα ωραίες μουσικές και παραμένουν προσεγμένα συμβαδίζοντας στις τάσεις του σήμερα. Η Βαλαωρίτου αυτή την στιγμή, αποτελείται από gallery που μένουν μέχρι αργά του βράδυ ανοιχτές, την καντίνα του 12ου πίθηκου με τις λαχταριστές πανσέτες, ιστορικές μπιραρίες, σε στοές και εναλλακτικά bar που προτιμούν και αγαπούν την ηλεκτρονική μουσική την οποία και παίζουν κάτω από τον σκοτεινό φωτισμό των neon lights. Mία από τις αγαπημένες περιοχές των εναλλακτικών νέων σήμερα. Και όσο ανοίγει ο καιρός φυσικά, δεν της λείπουν τα street party τα Σαββατοκύριακα.
Ρωμαϊκή Αγορά και πέριξ
Μιλάμε για την πιο φασεϊκη και εναλλακτική γειτονιά του κέντρου, η οποία και απαρτίζεται από alternative bar και φθηνά ποτά. Εκεί το Σαββατοκύριακο, κυρίως νέοι ξεχύνονται στον ανεβατό πεζόδρομο της ρωμαϊκής αγοράς με τις μπίρες στα χέρια και αράζουν μέχρι πρωϊάς. Πολλές φορές από μία περατζάδα στ’ αυτιά σου φτάνουν μουσικές από φορητά ηχειάκια. Στα πέριξ της Ρωμαϊκής Αγοράς, στους δύο παράλληλους της δρόμους, στην Ολύμπου και την Φιλίππου μικρά minimal και maximal μπαράκια σου σερβίρουν στα τραπέζια τους μοναδικά cocktail. Ενώ δεν λείπουν οι όρθιοι που πιάνουν κουβέντες πεζοδρομίου σε μία γωνιά του καταστήματος. Σε αυτό το οικοδομικό τετράγωνα ο πυρετός το Σαββατόβραδο Ανεβαίνει και σπάει τα ρεκόρ ηλικίας, και φτάνει μέχρι την Ίωνος Δραγούμη.
Πλατεία Μαβίλη και Δώδεκα Απόστολοι
Αυτές οι γειτονιές ξανά γεννήθηκαν μετά την ανάπλαση τους και διεκδικούν πια το μερίδιο τους στην νυχτερινή και όχι μόνο ζωή της πόλης! Στους Δώδεκα Απόστολους από νωρίς το μεσημέρι, παρέες απολαμβάνουν το καλό φαγητό και το άφθονο τσίπουρο, ενώ γύρω από την ιστορική εκκλησία, έχουν στηθεί gallery και γραφεία υπέροχων designers σαν μία ανοιχτή έκθεση τέχνης, πλάι στα Δυτικά Τείχη της πόλης. Σε αυτό το οικοδομικό τετράγωνο, θα βρεις τα πιο hipster και ενδιαφέροντα bar. Δεκάδες παρέες εναλλάσσονται στο ιστορικό The Little Cup, ενώ δίπλα του ανθίζουν μοναδικά στέκια με θεϊκές neon πινακίδες και πολύχρωμες καρέκλες. Λίγο παραδίπλα, ένα vintaτζάδικο προσφέρει μπράντες σε φθηνές τιμές, ενώ στην γωνία του δρόμου μία τρατοία προσφέρει λιχουδιές! Συνειδητά και λόγο αδιανόητης κίνησς, από την ανάπλαση της γειτονιάς και έπειτα, η εναλλακτική Θεσσαλονίκη αποφεύγει το καράκεντρο και στρέφεται στις συνοικίες άνω της Εγνατίας. Στην Πλατεία Μαβίλη από νωρίς το πρωί με ζεστό καφέ σε cozy vibe bistro, μέχρι αργά το βράδυ στα παγκάκια και τους πεζόδρομους με τα δροσερά cocktail στο χέρι. Η ανανέωση μίας παρακμιακής γειτονιάς ξεκίνησε και σε περιμένει να γράψεις κι εσύ την δική σου ιστορία στα στενά της.
Πλατεία Φαναριωτών
Με θέα τον Θερμαϊκό από την μία και τον Λευκό Πύργο από την άλλη, η Πλατεία Φαναριωτών σου υπόσχεται το απόλυτο γαστρονομικό ταξίδι της πόλης και σου ορκίζεται να σου αφηγηθεί το ιστορικό νυχτερινό παρελθόν της. Εκεί τις Κυριακές το μεσημέρι, οικογένειες απλώνονται στα εστιατόρια και απολαμβάνουν γεύσεις από το τότε στο σήμερα, όσο τα μικρά παιδιά παίζουν γύρω από το συντριβάνι. Το Σάββατο το βράδυ, οι νέοι μαζεύονται στα στενά γύρω από την πλατεία, στα θρυλικά ξενυχτάδικα “Ταξίδι” και “Berlin” ενώ οι πιο μεγάλη δεν έχουν σταματήσει να δίνουν το παρόν στο ιστορικό Residence. Μία γειτονιά που αλλάζει ταυτότητα σε κάθε ανάσα του 24ωρου και μπορεί να συλλέξει διαφορετικές προσωπικότητες, διαφορετικών ηλικιών.
Αχειροποίητος
Αν και η αισχρή ανάπλαση του μετρό κάλυψε την αίγλη της, η γειτονιά της Αχειροποιήτου παραμένει λαμπερή. Εκεί το πρωί, πηγαίνεις για τον πιο ωραίο καφέ της πόλης, σε μαγαζιά που στον πάνω όροφο τους έχουν tattoo εργαστήριο, σε κινέζικα στέκια, σε ΚΟΙΝ.ΣΕΠ. και το βράδυ πίνεις το τελευταίο ποτό αποφόρτισης, στην θρυλική κονσέρβα που εντός της πέραν της βαριάς λαϊκής μουσικής θα βρεις την προτομή του Μητροπάνου. Η γειτονιά της Αχειροποιήτου, προσφέρει φθηνά σεντόνια και συνάμα καλά piercing, καλό φαγητό και καφέ και ταυτόχρονα φθηνά ποτά που συμβάλλουν στην μέθη που μπορεί να έχεις τα δύσκολα βράδια. Η τάση κι εδώ απλώνεται στους πεσόδρομους.
Εικόνες: Μυρτώ Τούλα/Ευθύμης Βλάχος