#12 Οι ιστορίες πίσω από τις φωτογραφίες της εβδομάδας
Αναρωτήθηκες ποτέ πως όλα εκείνα που συναντάς με τα μάτια σου νοητά καθημερινά μπορεί να είναι στιγμές μίας ιστορίας ενός ανθρώπου;
Αναρωτήθηκες ποτέ πως όλα εκείνα που συναντάς με τα μάτια σου νοητά καθημερινά μπορεί να είναι στιγμές μίας ιστορίας ενός ανθρώπου;
*Εδώ κάθε εβδομάδα σου παραθέτω λήψεις που με άγγιξαν και μία ενδεχόμενη ιστορία πίσω από αυτές. 1# Τελευταίο φιλί
Είχαν μία περίεργη χημεία μόνο εκείνοι την καταλάβαιναν. Πολλές φορές μιλούσαν με τα μάτια, άλλες με το άγγιγμα, ήταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον έτσι της είχε πει. Εκείνη του έλεγε να μην λέει μεγάλα λόγια. Η σχέση τους ήταν δύσκολη από την πρώτη ημέρα μέχρι την τελευταία. Εκείνος δεν άντεχε τους αποχαιρετισμούς, της το είχε πει, εκείνη αισθανόταν πως έφτανε το τέλος. Βρεθήκανε για μία τελευταία βόλτα, εκείνη ήξερε πως είναι το τέλος της δικής τους ιστορίας, εκείνος ήταν σίγουρος πως δεν θα τελειώσουν ποτέ. Το τελευταίο τους φιλί ήταν βιαστικό, εκείνη έπρεπε να προλάβει το λεωφορείο. Ήταν βιαστικό και γεμάτο παράπονο. Το ήξεραν πως αγαπιούνται πολύ και κάτι μέσα τους έσπαγε μέρα με την μέρα, πίστευαν στο μαζί το λέγανε συνέχεια με λύσσα, δεν τα κατάφεραν. Πριν φύγει της ψυθίρισε “σαγαπώ” εκείνη χαμογέλασε και του έπιασε το χέρι. Τα φώτα στο λιμάνι τρεμοπαίζανε, σαν στίχος του Παυλίδη που γράφτηκε γι αυτούς. Κι έτσι εκείνο το βράδυ χάθηκαν. Eκείνος προσπάθησε να βρει τον εαυτό του, εκείνη απλώς τον άφησε να φύγει. Γύρισε την έψαξε μα εκείνη έλειπε. Εκείνος βρήκε την επόμενη του σχέση, εκείνη σταμάτησε να επικοινωνεί είχε πληγές πολλές. Κατέληξαν χώρια γιατί εκείνη δεν μπόρεσε να το προσπαθήσει πάλι. Κι εκείνος δεν της είπε ποτέ τα τελευταία του λόγια γιατί φοβόταν. Δεν συνειδητοποίησε ποτέ πως την έχανε…
#2 Επέστρεφε πάντοτε
Ζει πολλά χρόνια στο εξωτερικό, έχει εγκαταλείψει την πατρίδα, την πλήγωσε πολύ, την έδιωξε. Το φως της όμως λέει πως είναι αιώνιο και όμοιο του πουθενά. Κάθε Σεπτέμβρη επιστρέφει στην πόλη που μεγάλωσε, παραθερίζει στις άδειες φθινοπωρινές θάλασσες, της αρέσει η αγριάδα της εξοχής αυτή την εποχή. Κάνει βόλτες σε μέρη της Σαλονίκης που της θυμίζουν τα παλιά, λέει πως είναι συνδεδεμένη με την ιστορία της, έτσι την αγάπησε λέει, κοσμοπολίτισσα και κοσμογυρισμένη. Απολαμβάνει πάντοτε φασόλια γίγαντες, ελληνικό καφέ σε καφενείο και ένα ρυζόγαλο. Εδώ γνώρισε την μεγαλύτερη της αγάπη την αγαπημένη της φίλη πάντοτε επέστρεφε τον Σεπτέμβρη για να ανταμώσουν. Ήταν ο μήνας τους. Θυμούνταν ιστορίες από τις αλάνες και το ωδείο. Στο καφέ της γειτονιάς τους στην Κασσάνδρου. Την αποχωρίστηκε πέρσι και τώρα απολαμβάνει τον καφέ μόνη της και πάντοτε την θυμάται και χαμογελά. Γι αυτό και η Θεσσαλονίκη έμεινε κομμάτι της. #3 Λήξη εποχής
Φέτος πήγανε σε όλες τις συναυλίες που υπήρξαν στα ανοιχτά θέατρα. Ένα μεγάλο αντάμωμα, ένα γλέντι μια τεράστια αγκαλιά. Λουστήκανε με τσίπουρα και ούζα, γίνανε ένα σώμα, ανέβηκαν στις πλάτες των αγοριών, φωτίστηκαν από τους προβολείς και το φεγγάρι. Τις είδαν με μία τεράστια δίψα, μία αδιανότητη ανάγκη, ανάγκη αναπλήρωσης, ανάγκη έκφρασης ανάγκη ζωής. Τίποτε δεν τους ένοιαξε, στεκόντουσαν μπροστά στην σκηνή και χόρευαν, τραγουδούσαν, γνώριζαν την δίπλα παρέα που είχε παραπάνω αλκόολ. Δημιούργησαν την δική τους τρικυμία, την δική τους φλόγα, μια φλόγα που την έζησαν και τους έκαψε όλα τα βράδια του καλοκαιριού. Οι στίχοι των αγαπημένων τους τραγουδιών είχαν πιο πολύ νόημα από ποτέ. Αναπνοή αυτό έλεγαν στην λήξη κάθε live. #4 Έφυγε μα κοιτάμε μαζί το φεγγάρι
Ο Χ. μεγάλωσε με την γιαγιά του, στο σπίτι της κάθε πρωί πίνανε ελληνικό και βουτούσαν τα πτιφούρ. Εκείνη πάντοτε του έλεγε το φλιτζάνι πριν πάει για δουλειά κι αν δεν το λεγε το κοιτούσε κρυφά όση ώρα εκείνος φορούσε το καρό πουκάμισο στην κάμαρα. Τα βράδια βλέπανε μαζί σειρές, της έκανε τον περίμενε με λαχτάρα να γυρίσει στο μπαλκόνι του πρώτου ορόφου με άφιλτρα Ασσος. Κάπνιζε πολύ η κυρά Βαϊτσα. Μία ολόκληρη ζωή στην αγκαλιά της. Παιχνίδια με τα μαξιλάρια του καναπέ που έπαιρναν σχήμα νοητού σπιτιού, βόλτες με το καρότσι της λαϊκής όλη η γειτονιά τους ήξερε μαζί. Το χαμένο αντράκι της έλεγε πως είναι. Η αγαπημένη τους συνήθεια να κοιτούν το φεγγάρι από το μπαλκόνι, κρυμμένο πίσω από τις πολυκατοικίες της Τούμπας. Συζητήσεις ωρών, ιστορίες της κυρά Βαϊτσας από την Κατοχή. Έφυγε πριν λίγες ημέρες, ήρεμη στο κρεβάτι της. Πάντα έτσι την θυμόταν ήρεμη. #5 Αποχωρισμός
Τα αντίο. Τέτοια εποχή πάντα της έρχεται στο μυαλό μιαν εικόνα. Γύρω στα 24 οι φίλοι της μετανάστευσαν, ο καθένας σε διαφορετική χώρα. Και ενώ είχαν σχεδιάσει την ζωή τους μαζί ξαφνικά οι συνθήκες και οι ανάγκες τους χώρισαν. Επί περίπου έναν μήνα αποχαιρετιόντουσαν σε σταθμούς τρένων και αεροδρόμια. Μία ολόκληρη ζωή περνούσε από μπροστά τους στην τελευταία αγκαλιά. Φεύγανε για καλό και το μέλλον ήταν λαμπρό για όλους. Όμως, ο καθημερινός καφές έγινε τηλεφωνική κλήση, το αυθόρμητο “έρχομαι από το σπίτι σου” έγινε μήνυμα. Οι ημέρες του ημερολογίου ξαφνικά είχαν νοήμα, τις έσβηναν με τελικό στόχο την αντάμωση. Τα τρένα και τα αεροπλάνα γίναν το αγαπημένο τους Μέσο. Τακτικά εισιτήρια έβγαιναν στις αρχές. Όποτε μπορούσε ο ένας να επισκέπτεται τον άλλον το έκαναν. Δεν χάθηκαν, όλοι αυτό τους έλεγαν πως οι παρέες του σχολείου με τα χρόνια ξεθωριάζουν. Μείνανε μαζί. Ο καθένας σε άλλο μέρος του πλανήτη αλλά πάντοτε κατέληγαν μαζί. Τελικά οι αποχωρισμοί ήταν μικροί μπροστά τους.