5 πράγματα που μου έμαθε η φετινή Τελετή Έναρξης του 55ου Φεστιβάλ
της Κύας Τζήμου Γενικά ως Τελετή χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε διεξαγωγή με περισσότερο πανηγυρικό χαρακτήρα, λέει η Βικιπαίδεια. Αυτό το “πανηγυρικού χαρακτήρα” χτες πέρασε και δεν μας άγγιξε. 1. Οι απουσίες πια είναι περισσότερες από τις παρουσίες. Τα τελευταία χρόνια η αίσθηση που έχω κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του Φεστιβάλ είναι το “δραπετεύουμε σιγά σιγά προς […]
της Κύας Τζήμου
Γενικά ως Τελετή χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε διεξαγωγή με περισσότερο πανηγυρικό χαρακτήρα, λέει η Βικιπαίδεια. Αυτό το “πανηγυρικού χαρακτήρα” χτες πέρασε και δεν μας άγγιξε.
1. Οι απουσίες πια είναι περισσότερες από τις παρουσίες.
Τα τελευταία χρόνια η αίσθηση που έχω κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας του Φεστιβάλ είναι το “δραπετεύουμε σιγά σιγά προς Αθήνα μεριά”. Βλέπετε εδώ και μερικά χρόνια όλη η οργάνωση γίνεται από Αθήνα. Πάλι καλά που επέστρεψε στη βάση της η καθιερωμένη συνέντευξη τύπου που κι αυτή για 2-3 χρόνια είχε κατέβει στην πρωτεύουσα. Αυτή η μετακόμιση του φεστιβάλ είναι μια “απειλή” που κρέμεται πάνω από την πόλη εδώ και πολλά χρόνια και όσο οι “απόντες” του Υπουργείου και του “επώνυμου” κινηματογραφικού κόσμου από τις Τελετές αυξάνονται, η αίσθηση ότι μας έχουν “γραμμένους” μεγαλώνει. Και δεν είναι βέβαια το γιουχάισμα που “τρώνε” οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Πολιτισμού όταν ανεβαίνουν στο βήμα (το τελευταίο ήταν πέρσι με στόχο τον σύμβουλο σε θέματα Πολιτισμού του Αντώνη Σαμαρά, Δημοσθένη Δαββέτα, που πλατείασε σε ένα λόγο άνευ σημασίας και χωρίς ίχνος επαφής με την πραγματικότητα, μην έχοντας ιδέα πού έμπλεκε μάλλον. Μέχρι και ο δήμαρχος τον αποδοκίμασε με τον τρόπο του), που τους τρομάζει, αυτό είναι μέσα στο πρόγραμμα από καταβολής Φεστιβάλ. Είναι που ξέρουν και οι ίδιοι ότι όσα λόγια κι αν πουν την ελληνική κινηματογραφική πραγματικότητα την ξέρουν όλοι όσοι παρευρίσκονται στην αίθουσα. Βέβαια πέρσι είχε έρθει και ο τότε Υφυπουργός Πολιτισμού, κ. Ανδριανός. Φέτος δεν “άνοιξε ρουθούνι” γιατί δεν εμφανίστηκε κανείς -πέραν των ντόπιων επισήμων- ούτε πάνω ούτε κάτω απ΄το βήμα, στο πλαίσιο της λογικής του “αν δεν εμφανιστούμε ίσως ξεχάσουν την υπάρξη μας και σταματήσουν να ζητάνε” (πιάνει πάντως αυτό…).
Παρένθεση: Για να κάνω λίγο βέβαια και τον δικηγόρο του διαβόλου, φταίει και ο “αποκλεισμός” του ελληνικού σινεμά από το Φεστιβάλ. Μια κακή σχέση που ξεκίνησε με την κατάργηση των κρατικών βραβείων και συνεχίστηκε με την κίνηση των “κινηματογραφιστών της Ομίχλης” και την επιμονή του κ. Εϊπίδη να κρατήσει μόνο τον διεθνή χαρακτήρα του Φεστιβάλ. Φέτος μπορεί το ελληνικό τμήμα να περιλαμβάνει 36 ταινίες αλλά οι 20 από αυτές είναι λόγω του αφιερώματος στα 100 χρόνια ελληνικού σινεμά. Και το 16 πάντως είναι ένα καλό νούμερο σχετικά με τις προηγούμενες χρονιές. Να μην ξεχνάμε ότι αυτό το φεστιβάλ είναι το μόνο που έχουν αυτές οι ταινίες για να γίνουν γνωστές στον ξένο τύπο που διαπιστεύεται στο Φεστιβάλ και μπορούν να δουν νέο ελληνικό σινεμά με υπότιτλους. Αλλιώς ο καθείς δημιουργός παίρνει μόνος του την ταινία του υπό μάλης και την γυρνάει στα φεστιβάλ του κόσμου. Πράγμα που συμβαίνει βέβαια. Όταν λοιπόν σ΄αυτή τη χώρα σταματήσουν να γυρίζονται ταινίες με μόνο κίνητρο την αγάπη και το μεράκι κάποιων ανθρώπων για το σινεμά και υπάρξει κρατικός σχεδιασμός που θα επιτρέπει στους κινηματογραφιστές να βιοπορίζονται αξιοπρεπώς από το επάγγελμά τους, τότε ίσως οι εκπρόσωποι του Υπουργείου Πολιτισμού και της Κυβέρνησης (της όποια κυβέρνησης) θα τολμούν να σταθούν στο φεστιβαλικό βήμα, αν αυτό υπάρχει ακόμη στην πόλη μας στα επόμενα χρόνια.
2. Μια Τελετή που δεν είναι Τελετή, δεν χρειάζεται να “προσπαθεί” τόσο πολύ στην παρουσιάστρια.
Η Πηνελόπη Τσιλίκα, πρωταγωνίστρια της Μικράς Αγγλίας, που παρουσίασε την Τελετή χτες το βράδυ έμοιαζε να έχει διακτινιστεί από κάποιο άλλο Φεστιβάλ, απ΄αυτά με τα πολλά φώτα και την απαστράπτουσα λάμψη. Απήγγειλε (στην κυριολεξία όμως) τα λόγια της λες και αυτά ήταν μέρος κάποιου θεατρικού μονολόγου που θα συμμετείχε στο Διαγωνιστικό Τμήμα, κατηγορία από μόνη της. Η μόνη ντυμένη στην τρίχα με φινετσάτο “ένδυμα επίσημο” και ρετρό κόμμωση ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τη γενικότερη μελαγχολία μιας κατ’ όνομα μόνο Τελετής.
3. Ξέχασα τι θα πει ουρά φέτος.
Ο κόσμος που ξεροστάλιαζε έξω από το Ολύμπιον περιμένοντας τους επισήμους να βγουν για να βρουν μια θέση ώστε να παρακολουθήσουν την Ταινία Έναρξης υπάρχει πια μόνο σαν ανάμνηση στο μυαλό όσων τόσα χρόνια φεστιβαλίζονταν θαρρείς και κρεμόταν η ζωή τους από αυτό. Τέλειωσαν και οι εποχές που οι διαπιστευμένοι έμπαιναν από την πλαϊνή πόρτα γιατί το αδιαχώρητο στην κύρια είσοδο δεν επέτρεπε ούτε σε μύγα να εισέλθει. Λιγότεροι διαπιστευμένοι, λιγότεροι επισκέπτες, λιγότεροι Αθηναίοι (το Φεστιβάλ δεν έχει πια λεφτά να τους πληρώσει ναύλα και διαμονή), λιγότεροι γενικά. Μπήκαμε σαν κύριοι όλοι από την κύρια είσοδο και δεν κατεβάσαμε καν ταχύτητα. Τι έγινε ρε παιδιά;
4. Η έλλειψη φαντασίας είναι μεγαλύτερη από την έλλειψη χρημάτων.
Η γενικότερη απάθεια απέναντι στην υποβάθμιση έκατσε πάνω σε όλους σαν υγρασία. Και μας μούλιασε όλους. Το νιώσαμε χτες στην αίθουσα. Κανένας ενθουσιασμός, καμιά δυσαρέσκεια, καμιά διαταραχή της ηρεμίας. Ο σύντομος πυροβολισμός για την έναρξη ενός αγώνα ταχύτητας έχει μεγαλύτερη διάρκεια από την wanna be Τελετή Έναρξης. Κι αυτό δεν έχει να κάνει με κανέναν προϋπολογισμό. Στην πόλη έχουν στηθεί γιορτές με το τίποτα (πραγματικά όμως). Με πολλαπλάσια διάθεση εξωστρέφειας από την χθεσινή που σήμανε την έναρξη της πιο σπουδαίας πολιτιστικής γιορτής της πόλης.
5. Στο τέλος το μόνο που σου μένει είναι η ταινία έναρξης.
Συμπέρασμα. Μόνο μια δυνατή σε συναίσθημα και κινηματογράφηση ταινία, σαν τον “Λευκό Θεό”, μπορεί να σου διώξει αυτήν την χλιαρή βαρεμάρα που σου δημιουργεί η ατμόσφαιρα της “Τελετής”. Πολύ σωστή η επιλογή της ταινίας. Κάνεις την καλή αρχή και λες “φέτος θα δω ταινίες” και τίποτα άλλο (εξάλλου δεν υπάρχει και κάτι άλλο να δεις μη γελιόμαστε).