Άφωνη η Ελλάδα στην εποχή των τεράτων
Σε ποιο βαθμό συμμετέχει στις ραγδαίες εξελίξεις στον διεθνή γεωπολιτικό χάρτη;
Με την έλευση του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο ανατρέπονται δεδομένα δεκαετιών.
Εισερχόμαστε στην «εποχή των τεράτων», όπως εύστοχα είχαν γράψει πριν ενάμιση μήνα οι New York Times. Ο νέος σερίφης στην Ουάσινγκτον κάνει ό,τι μπορεί για να «βάλει στον πάγο» την Χάρτα των Ηνωμένων Εθνών, το Διεθνές Δίκαιο, την πολυπολικότητα.
Εάν μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου και τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση έγινε σαφής η αυξανόμενη επιρροή της οικονομίας και κυρίως του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου επί της πολιτικής, σήμερα πλέον μεγιστάνες του πλούτου κυβερνούν σε ολοένα και περισσότερες χώρες, από το Μπαγκλαντές, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Ρωσία έως τη Χιλή και τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Και το καθόλα αξιοσημείωτο είναι ότι, παρότι οι κοινωνικές ανισότητες διευρύνονται, ένα σημαντικό τμήμα φτωχοποιημένων κοινωνικών κατηγοριών τους ψηφίζουν.
Διότι εμφανίζονται ως αντισυστημικοί, ως το αντίπαλο δέος στη διαφθορά ή/και την αδυναμία του πολιτικού συστήματος να δώσει λύσεις στα προβλήματα των πολιτών.
Διαβάζει κανείς την τρέχουσα ειδησεογραφία και εύλογα διερωτάται πού βαδίζει ετούτος ο κόσμος με την άνοδο της ακροδεξιάς. Ποια θα είναι η θέση της Ελλάδας στη νέα αρχιτεκτονική που διαμορφώνεται;
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ήδη ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τη Ρωσία, παρακάμπτοντας την Ουκρανία και την Ευρώπη. Οι συνομιλίες αυτές δεν θα περιοριστούν μόνο στον τερματισμό του πολέμου, αλλά θα επεκταθούν, όπως φαίνεται, και στη μελλοντική αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης.
Το κλίμα ανάμεσα στην ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την κυβέρνηση Τραμπ γίνεται ακόμη βαρύτερο, με τον Τζέι Ντι Βανς να προειδοποιεί περί λήξης συμμαχιών.
Κοντολογίς, δεν ήταν αρκετά τα εσωτερικά προβλήματα, εξαιτίας των οποίων κλονίζεται εδώ και χρόνια το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, δεν ήταν αρκετό το τίμημα που πληρώνει η Ευρώπη, εξαιτίας του πολέμου στην Ουκρανία και της στάσης που κράτησε ο πρώην πρόεδρος Μπάϊντεν, έρχεται και ο Τραμπ με στόχο να δώσει ώθηση στις φυγόκεντρες δυνάμεις στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Από την άλλη, ο Βολοντίμιρ Ζελένσκυ, που επισκέφτηκε την Τουρκία και διεξήγαγε συνομιλίες με τον Ταγίπ Ερντογάν, ζήτησε στις συνομιλίες με τις ΗΠΑ για τη θεμελίωση εγγυήσεων ασφάλειας στην Ουκρανία, να συμμετάσχει και η Τουρκία. Και αναρωτιέται πάλι ο έλληνας πολίτης πώς ο Ερντογάν θα εγγυηθεί την ασφάλεια της Ουκρανίας, όταν η γειτονική χώρα κατέχει τη μισή Κύπρο και έχει εισβάλει στην Συρία.
Και πώς ο Ζελένσκι εξακολουθεί, ή μάλλον απαιτεί από την Ευρώπη και συνεπώς και την Ελλάδα να εξακολουθεί να στέλνει όπλα για να αντιμετωπίσει τη ρωσική εισβολή, και στην περίπτωση που επέλθει η ειρήνευση, να στείλει στρατεύματα, όταν στους λόγους που εκφώνησε στην ελληνική και την τουρκική βουλή, ο κύριος αυτός δεν είπε ούτε μια λέξη για τον Αττίλα. Κι αυτό δεν το ξεχνώ.
Πού είναι, λοιπόν, σε όλα αυτά η Ελλάδα; Σε ποιο βαθμό συμμετέχει στις ραγδαίες εξελίξεις στον διεθνή γεωπολιτικό χάρτη;
Ο Γάλλος Μακρόν καλεί ευρωπαίους ηγέτες στο Παρίσι για να συζητήσουν την ευρωπαϊκή ασφάλεια, αλλά στην πρώτη συνάντηση η Ελλάδα μένει απέξω.
Ηγέτες και άλλων χωρών δεν συμμετείχαν, αλλά η Αθήνα θα έπρεπε να βρίσκεται εκεί, λόγω της καίριας γεωπολιτικής της θέσης. Πέραν τούτου, το Παρίσι έχει υπογράψει συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής γραμμής με την Αθήνα το 2021, έχει πουλήσει 24 μαχητικά αεροσκάφη Rafale, που θα τα πληρώνει ο έλληνας φορολογούμενος για δεκαετίες, για να διασφαλίσουμε, λέει, την υπεροπλία στο Αιγαίο.
Τότε είχα διατυπώσει δημόσια τη διαφωνία μου, υπογραμμίζοντας ότι αυτή η πολιτική της κούρσας των εξοπλισμών είναι αδιέξοδη. Τέσσερα χρόνια μετά, το Παρίσι προμηθεύει πυραύλους αέρος-αέρος Meteor στην Άγκυρα. Και ο Μακρόν σφυρίζει αδιάφορα και προσπαθεί να καθησυχάσει τον Μητσοτάκη. Ανησυχεί ο έλληνας πρωθυπουργός. Ανησυχεί ο ΥΠΕΞ.
Όμως ο καθένας/μια διερωτάται: αυτοί που εκλέχθηκαν για να μας κυβερνούν βρίσκονται εκεί στις θέσεις τους για να ανησυχούν και να κάνουν διαβήματα διαμαρτυρίας μόνον; Δεν υπάρχουν άλλα εργαλεία για να παρέμβουν;
Υπάρχει η πολιτική βούληση για την χάραξη μιας δυναμικής εξωτερικής πολιτικής; Ή, μήπως κινούμαστε με βάση το δόγμα «βλέποντας και κάνοντας»;
Ή, μήπως ακόμη, λόγω της στάσης της πολιτικής ηγεσίας ότι «είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας», μας θεωρούν πειθήνιους συμμάχους, «η μικρή αλλά ένδοξη Ελλάδα που δεν θα φέρει ποτέ αντίρρηση»;
Για να μην αναφερθώ στις συνέπειες των επιλογών της ελληνικής κυβέρνησης να στέλνει όπλα και πάλι όπλα στην Ουκρανία, χωρίς κανείς να της το επιβάλει, διαρρηγνύοντας τις παραδοσιακές σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία. Αν δείχναμε λίγη ευελιξία και λίγο δυναμισμό στο διπλωματικό πεδίο, τα πράγματα δεν θα άλλαζαν δραματικά, αλλά τουλάχιστον δε θα μας θεωρούσαν δεδομένους.
Στο παρελθόν το έδειξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, το έδειξε ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Τώρα που οι «ασκοί του Αιόλου» έχουν ανοίξει και «η εποχή των τεράτων» ξεκίνησε, η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθεί να παραμένει άφωνη, απλός παρατηρητής των εξελίξεων. Και ό,τι προκύψει…