Άγρια Παιδιά VII

Από το αρχείο της Parallaxi...

Παναγιώτης Ιωσηφέλης
άγρια-παιδιά-vii-39086
Παναγιώτης Ιωσηφέλης
ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΧΕΙΟ ΤΗΣ PARALLAXI

Κάποιες άλλες στο σχολείο, αυτά που φοράνε είναι αυθεντικά. Η µαϊµού, οι νεκροκεφαλές, τα αθλητικά δεν είναι απ’ τη λαϊκή. Είναι από µαγαζιά κανονικά. Με βιτρίνες. Μακριά από την αρχή της Κασσάνδρου, µακριά από το σχολείο τους. Μπορεί να πάει, δεν είναι το θέµα η απόσταση. Είναι ακριβά, όµως. Το ξέρει, βλέπει πως πουλάνε πόζα αυτές που τα φοράνε και ξέρει. Το θέµα είναι ότι δεν θέλει να τα ζητήσει από τους γονείς της. Γιατί αν τους τα ζητήσει, έτσι όπως δεν της χαλάν χατίρι, θα της τα πάρουν. Και µετά µπορεί να µην έχουν λεφτά. Αυτό είναι το θέµα. Οπότε και της λαϊκής, µια χαρά. Κι ας βλέπει πώς την κοιτάνε. Αλλά δεν την πειράζει. ∆ηλαδή την πειράζει, αλλά έχει τόσα πράγµατα να κάνει. Που τελικά δεν το σκέφτεται.

Τα Σάββατα, όλη µέρα, µια εκείνη, µια η αδελφή της πρέπει να κρατάνε τη µικρή. Που είναι τέσσερα. Και το µυαλό της είναι όλο στο παιχνίδι και στα πάρκα και δεν τη νοιάζει καθόλου τι φοράει. ∆ηλαδή τη νοιάζει, αλλά περισσότερο τα χρώµατα, όχι οι µάρκες. Θέλει να φοράει όλο ροζ, γιατί νοµίζει ότι είναι η Μπάρµπι Πριγκίπισσα. Τέλος πάντων, πρέπει να της ετοιµάσουν πρωινό, να το φάει βλέποντας τα παιδικά και µετά στο πάρκο µέχρι το απόγευµα. Μετά πλύσιµο, φαί και ύπνο. Όποια µένει σπίτι πρέπει να καθαρίσει, να πάει σούπερ µάρκετ και να µαγειρέψει. Η Μαρία προτιµάει να πηγαίνει µε το µικρό στο πάρκο. Αλλά αυτό τον καιρό η µεγάλη , που πέρσι πέρασε Πανεπιστήµιο, έχει εξετάσεις. Πάει µόνο σούπερ µάρκετ. Οπότε όταν γυρίζει από το πάρκο, η Μαρία πρέπει να καθαρίσει το σπίτι. Και να µαγειρέψει. Είναι πολλά που πρέπει να γίνουν.

Ο µπαµπάς κι η µαµά λένε ότι δουλεύουν οχτάωρο. Αλλά όσο και να το µετράει, της Μαρίας δεν της βγαίνει. Πολύ παραπάνω πρέπει να δουλεύουν. Από το πρωί ως το βράδυ. Όταν γυρίζουν από τη δουλειά δείχνουν πολύ κουρασµένοι. Χαµογελάνε και κάνουν τους ξένοιαστους, µάλλον για να µην στεναχωρέσουν τη Μαρία και τη µεγάλη (το µικρό κοιµάται όταν γυρνάνε). Αλλά µιλάνε ρώσικα. Ψιθυριστά , µεταξύ τους. Μόνο όταν γυρνάνε από τη δουλειά µιλάνε ρώσικα.

Η Μαρία διαβάζει. ∆ίπλα της το µικρό κοιµάται – η αναπνοή του βγαίνει ήσυχη. Η µεγάλη έχει βγει. Θα αργήσει. Η Μαρία διαβάζει αλλά δεν µπορεί να συγκεντρωθεί. Σκέφτεται. Το «Αλλού Φαν Παρκ» που πρέπει να είναι φοβερό, αν είναι όπως το δείχνει η διαφήµιση. Επειδή έχει και ειδική κατηγορία παιχνιδιών για παιδιά. Και το «Μάτζικ Παρκ» δηλαδή καλό είναι , αλλά το «Αλλού» δείχνει αλλιώς. Σκέφτεται το Μάρκο που µοιάζει σαν να ψήλωσε σε ένα βράδυ. ∆ηλαδή το πρόσωπό του συνεχίζει να έχει τα περισσότερα σπυριά από όλα τα παιδιά στη Β’ γυµνασίου, αλλά η πλάτη του. Κάτι ανάµεσα στη χαρά του «Αλλού φαν Παρκ» και στη σκέψη ότι τα Χριστούγεννα µπορεί να πάρει ένα αυθεντικό φούτερ µε τη µαϊµού τής προκαλεί η πλάτη του Μάρκου. Τέλος πάντων.

Η Μαρία σκαρφαλωµένη στην τσουλήθρα. Η µικρή έχει καθίσει στην αρχή της τσουλήθρας και χτυπάει τα πόδια της πάνω στη λαµαρίνα, κάνοντας ένα ρυθµικό θόρυβο. Φυσάει. Τα φύλλα των ψηλών δέντρων γίνονται µια ασηµένια, µια πράσινα. Ο ουρανός µια µπλε, µια γκρι. Η Μαρία από ‘κει ψηλά, δε βλέπει. Την αδελφή της, δηλαδή, δεν τη χάνει από τα µάτια της, αλλά κατά τα άλλα σκέφτεται. ∆ηλαδή αν κάποιος τη δει στο δρόµο και δεν καθίσει να την προσέξει, µπορεί να καταλάβει; Πώς θα το καταλάβει; Οι άλλες στο σχολείο το καταλαβαίνουν γιατί µόνο για αυτά µιλάνε. Αλλά έξω στο δρόµο, γενικά, άµα τη δεις δεν µπορείς να καταλάβεις. Μπορεί να νοµίσεις ότι δεν έχει διαφορά. Ότι η µαϊµού, οι νεκροκεφαλές και τα αθλητικά είναι κανονικά. Αυθεντικά.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα