Ακολουθεί σεξιστική διαφήμιση
του Άκη Δήμου Για να είμαι ειλικρινής, εγώ το έχω ξανακάνει. Πολλές, πάρα πολλές Κυριακές, ακόμη και την προηγούμενη. Και όχι πάντα με ενθουσιασμό. Τις περισσότερες φορές το έκανα λίγο άκεφα, σαν από υποχρέωση και χωρίς να περιμένω τίποτα αφού κανένας τους δεν με ενέπνεε. Ωστόσο πάντοτε με νίκαγε η πεποίθηση ότι είναι βαρετό να […]
του Άκη Δήμου
Για να είμαι ειλικρινής, εγώ το έχω ξανακάνει. Πολλές, πάρα πολλές Κυριακές, ακόμη και την προηγούμενη. Και όχι πάντα με ενθουσιασμό. Τις περισσότερες φορές το έκανα λίγο άκεφα, σαν από υποχρέωση και χωρίς να περιμένω τίποτα αφού κανένας τους δεν με ενέπνεε. Ωστόσο πάντοτε με νίκαγε η πεποίθηση ότι είναι βαρετό να κάνεις μόνος σου παιχνίδι, η πίστη πως την επομένη φορά μπορεί να είναι καλύτερα, ότι στο τέλος μπορεί να βγει απ’ όλο αυτό κάτι παραπάνω από μιας Κυριακής χαρά και μιας Δευτέρας λύπη. Αλλά άνθρακες ο θησαυρός. Και μετά απελπιζόμουν κι έλεγα, γιατί το κάνεις; Αφού κανέναν τους στην πραγματικότητα δεν θέλεις και κανείς τους δεν δείχνει να σε θέλει. Αλλά φέτος με κατατρόπωσε μια υπόσχεση, μπορεί και να την κρατήσει σκέφτηκα, πήγαινε καν’ το μη σου μείνει απωθημένο ότι δεν το πάλεψες αρκετά. Την Κυριακή λοιπόν θα το κάνω για μια ακόμη φορά. Κι ας ξέρω από τώρα ότι τη Δευτέρα ο κόσμος θα ξαναβρεθεί στη θέση του κι όσοι του τάξανε ότι θα τον βγάλουν απ’ αυτήν θα μείνουν στη δικιά τους, που δεν τη λες και δύσκολη ακριβώς.
Εν τω μεταξύ, κάθομαι και παρατηρώ διάφορα. Τα δύο βίντεο του «Ποταμιού», ας πούμε, που μιλάγανε, αν δεν είμαι πολύ ηλίθιος, για την ανάγκη να ψηφίσει κανείς και που έσπειραν ανέμους και τρέξανε μετά πολλοί στα καλντερίμια ξεμαλλιασμένοι και ωρυόμενοι «αίσχος!» και «κατεβάστε τα!» – μια καινούργια λογοκρισία στο όνομα της πολιτικής ορθότητας, κυρίως (και για λόγους απολύτως εξηγήσιμους) απ’ το χριστεπώνυμο πλήρωμα που έχει καβατζώσει εδώ και χρόνια τα στασίδια του προοδευτισμού κερνώντας αντίδωρα τους ομόθρησκους ψηφοφόρους. Από κοντά και η Γενική Γραμματεία Ισότητας να διαπιστώνει «με χαρά ότι οι μηχανισμοί ορθού πολιτικού λόγου, που τελικά διαθέτουμε ως κοινωνία, αυτή τη φορά λειτούργησαν!».
Σωστά. Γιατί δεν είναι σε καμία περίπτωση πολιτικά ορθό να παίζεις μ’ ένα ταμπού ούτε να επιλέγεις το κλείσιμο του ματιού αντί για το γούρλωμα. Ούτε το χιούμορ είναι πολιτικά ορθό, ας είμαστε σοβαροί, σύντροφοι! Πολιτικά ορθό, ορθότατο θα έλεγα, είναι να ψευδολογείς, να δημαγωγείς, να κινδυνολογείς, να εκβιάζεις, να μασάς τα λόγια σου και να γυρνάς την πλάτη στο τέρας που ανασαίνει δίπλα σου. Και είναι –βάζω το χέρι μου στη φωτιά – πολύ σεξιστικός ο υπαινικτικός λόγος των δύο γυναικών αλλά δεν είναι καθόλου σεξιστικός ο λόγος πολλών (και γυναικών) πολιτικών. Ούτε να τα χώνεις στη Ραχήλ Μακρή ή τη Ζωή Κωνσταντοπούλου με «σκανδαλιστικά» υπονοούμενα είναι σεξιστικό. Ούτε να το γλεντάς με γυναίκες που παρουσιάζονται σαν καρικατούρες σε υψηλής ακροαματικότητας τηλεοπτικές σειρές. Ούτε να κάνεις ότι δε θυμάσαι πόσες κακοποιούνται, βιάζονται, απολύονται καθημερινά. Και, επιπλέον, είναι αντιαισθητικά και κακόγουστα τα εν λόγω βίντεο, ποιος θα διαφωνήσει; Δεδομένης μάλιστα της υψηλής αισθητικής των επικριτών τους, την οποία εμπράκτως αποδεικνύουν ρυπαίνοντας την Αθήνα με πορτρέτα της υποψήφιάς τους για την Περιφέρεια ή γεμίζοντας τις οθόνες με τα σκοτεινά, βαρύγδουπα πλάνα του συνοφρυωμένου Πρωθυπουργού σε γραφεία και διαδρόμους να αναγγέλλει με τη σπηλαιώδη φωνή του ότι ναι, οι παχιές αγελάδες χτυπάνε την πόρτα μας, δεν άκουσες το κουδούνι;
Δε θέλει και πολύ για να καταλάβεις ότι η υποκρισία χτυπάει κόκκινο. Κι ότι έχουμε πιάσει τόση μούχλα που είναι αρκετή μια κανονική κουβέντα για να μας απορυθμίσει, ψημένοι όπως είμαστε σε μια γλώσσα νεκρή εδώ και χρόνια.
Σκέφτομαι πόσο πολύ έχει ξεπεράσει η εποχή όσους ανατρίχιασαν με τα δύο βίντεο. Στην Αμερική προβλήθηκε ένα ανάλογο και δεν άνοιξε ρουθούνι, εκτός από κάτι γραφικούς υπερσυντηρητικούς. Στην Ελλάδα, οι «υπέρμαχοι» της ισότητας των δύο φύλων και του καλού γούστου σηκώσανε το δάχτυλο κι ύστερα, τρέμοντας ακόμα από οργή και με την ηδονή εκείνου που έχει πράξει το σωστό, έτρεξαν να κρυφτούν πίσω απ’ αυτό. Η συζήτηση θα ήταν άνευ σημασίας (εξάλλου το «Ποτάμι» απέσυρε τα βίντεο, πράγμα εντελώς λάθος κατά τη γνώμη μου) αν δεν αποδείκνυε για μια ακόμη φορά ότι ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας – και στις κορυφές και στις παρυφές και στους πρόποδες- βγαίνει απ’ τα ρούχα του μονάχα όταν πρόκειται να καννιβαλίσει τον αντίπαλο. Όλες τις άλλες ώρες κυκλοφορεί με ράσο. Προφανώς γιατί το κολακεύει.-