Άκου μια νύχτα!

Το βράδυ της Πέμπτης είχε ζέστη, μάλλον όχι ακριβώς ζέστη, κάτι σαν προειδοποίηση άνοιξης. Είχε και λίγο φεγγάρι, μια ιδέα μυρωδιές από ένα – δυο τυχαία δεντρολίβανα, μια σειρά φώτα κόκκινα και μπλε που αναβοσβήνανε πάνω στο φρύδι της παραλίας, στα τσιμέντα – πουλάνε οι Κινέζοι φώτα ποδηλάτου, έμαθα μετά. Μαζί με κουδούνια, αλλά κουδουνίσματα […]

Άκης Δήμου
άκου-μια-νύχτα-24210
Άκης Δήμου
1.jpg

Το βράδυ της Πέμπτης είχε ζέστη, μάλλον όχι ακριβώς ζέστη, κάτι σαν προειδοποίηση άνοιξης. Είχε και λίγο φεγγάρι, μια ιδέα μυρωδιές από ένα – δυο τυχαία δεντρολίβανα, μια σειρά φώτα κόκκινα και μπλε που αναβοσβήνανε πάνω στο φρύδι της παραλίας, στα τσιμέντα – πουλάνε οι Κινέζοι φώτα ποδηλάτου, έμαθα μετά. Μαζί με κουδούνια, αλλά κουδουνίσματα δεν άκουσα. Το βράδυ της Πέμπτης, επίσης, είχε και κόσμο. Πολύ. Στην αυλή και στο φουαγέ του Μεγάρου Μουσικής, περιμένοντας. Μπερδεμένες ηλικίες, ερευνητικά βλέμματα, ετερόκλητες αφετηρίες. Καθένας μόλις σηκωμένος όρθιος κι από άλλη ζάλη – είχε προλάβει να πιεί καφέ; Δεν είχε; Πάντως ξεκούραστος. Χάζευα γύρω μου πριν ανοίξει η αυλαία, θα σε καταπιεί η σκηνή μόλις φωτιστεί, σκεφτόμουν, ή θα κάτσεις εδώ που είσαι, νωθρός, λίγο μπλαζέ και κει που ήρθες για τραγούδια, θα τρέχει πάλι το μυαλό σου στα παρατράγουδα της επόμενης μέρας; Στα επόμενα λεπτά θα μου απαντούσα.

Η Χάρις Αλεξίου και η Δήμητρα Γαλάνη έχουν το χάρισμα των αληθινών δημιουργών: ακυρώνουν το χρόνο υποχρεώνοντάς σε, χωρίς να το καταλάβεις, να τον μετρήσεις απ’ την αρχή και αλλιώς, αποδεικνύοντας πως ότι γράφτηκε και τραγουδήθηκε στην ώρα του, με παθιασμένη ειλικρίνεια και δροσερή έξαψη, συνεχίζει ν’ ανθίζει σε κάθε παρόν, αλλάζοντας κάθε φορά χρώμα ανάλογα από πού το φωτίζει η σκιά σου. Γιατί τα τραγούδια είναι η φωνή τους και η ώρα μας. Όταν η ώρα σου έρθει και πέσεις πάνω στη σωστή φωνή, έχεις κερδίσει σύμμαχο για τις παρακάτω συρράξεις.

Γι’ αυτό και οι δυο τους, τραγουδώντας στιγμές από ένα αμύθητο ρεπερτόριο που ξεδιπλώνεται από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 μέχρι τώρα, πολλά τραγούδια της στιγμής δηλαδή, μοιάζει να λένε ένα τραγούδι όλα τα χρόνια: εκείνο της αυριανής σου ησυχίας. Που έρχεται και σε βρίσκει ακριβώς τη στιγμή που και τίποτα δε θες ν’ ακούσεις αλλά και τόση σιωπή δεν αντέχεται, νισάφι. Κάπως έτσι ήταν (είναι) το πρόγραμμά τους στο Μέγαρο: αβίαστο, παρηγορητικό, υγρό και ανήσυχο. Το ολόγραμμα δυο ωραίων (πολύ ωραίων, επιμένω) γυναικών που άντεξαν τον εαυτό τους και τους άλλους, γι’ αυτό και όσες φορές φάνηκε να λοξοδρομούν, μετά όλοι καταλαβαίναμε ότι δεν είχαν χάσει το μπούσουλα (όχι ότι είναι κακό να τον χάνεις που και που), απλώς πεθύμησαν για λίγο να βγουν στη λεωφόρο τους κι από έναν άλλο δρόμο. Από πολύ παλιά μέχρι σήμερα όλ’ αυτά. Πριν το τραγούδι παραδοθεί αμαχητί σε γεννημένες κομμώτριες που βγήκαν στις πίστες απλώς γιατί δεν άνοιγε τα Σάββατα η σχολή κομμωτικής που είχαν γραφτεί, μέχρι τις μέρες μας που, ενώ έχεις ένα σωρό λόγους να τραγουδήσεις, δε βρίσκεις τραγούδι να σε χωράει, η Αλεξίου και η Γαλάνη απέδειξαν και συνεχίζουν να αποδεικνύουν ότι πας στο μέλλον με τις όλες σου τις αποσκευές παραμάσχαλα. Κι ότι όσο πιο γερές είναι αυτές οι αποσκευές, τόσο λιγότερο σε βαραίνουν. Απλώς υπέροχες! Τα υπόλοιπα είναι σκέτη πλήξη.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα