Άκου να σου πω χρυσό μου…
Μπήκα σε ένα εκπτωσιακό σουπερ μάρκετ στο κέντρο. Το αδιαχώρητο. Στους διαδρόμους του συνωστισμός όλων των κοινωνικών στρωμάτων και ηλικιών. Άνθρωποι που ζύγιαζαν τα πάντα με το μάτι. Όλοι. Σε ένα διάδρομο πέσαμε πάνω σε δυο γνωστές αστές Θεσσαλονικιές. Η μια φορώντας μια καφέ σκούρα γούνα εξηγούσε στην άλλη ότι ο θερμοστάτης του καλοριφέρ δεν […]
Μπήκα σε ένα εκπτωσιακό σουπερ μάρκετ στο κέντρο. Το αδιαχώρητο. Στους διαδρόμους του συνωστισμός όλων των κοινωνικών στρωμάτων και ηλικιών. Άνθρωποι που ζύγιαζαν τα πάντα με το μάτι. Όλοι. Σε ένα διάδρομο πέσαμε πάνω σε δυο γνωστές αστές Θεσσαλονικιές. Η μια φορώντας μια καφέ σκούρα γούνα εξηγούσε στην άλλη ότι ο θερμοστάτης του καλοριφέρ δεν πρέπει ποτέ να ξεφεύγει από τους 20 βαθμούς. Άκου να σου πω χρυσό μου κάντο αλλιώς χάθηκες! Δεν το πίστευα ότι άκουγα αυτή την κουβέντα από το συγκεκριμένο πρόσωπο. Στήσαμε αυτί καθώς ψωνίζαμε. Στον από πίσω διάδρομο μια άλλη κυρία, αναλόγου διαμετρήματος εξηγούσε σε μια κοπέλα από τα Βαλκάνια πως την ήθελε για λίγες ώρες, τα πάνω πάνω θα καθαρίσεις, της έλεγε. Όσα φαίνονται. Επί λέξει!
Φύγαμε με τη γυναίκα μου και το συζητούσαμε για ώρα. Η Κρίση λοιπόν, μεγάλο σχολείο. Έκανε κόσμο και κοσμάκη να κατέβει από το καλάμι των ψευδαισθήσεων. Πριν κανένα χρόνο άκουσα μια άλλη κυρία σε ένα τραπέζι να λέει ότι η κρίση ανάγκασε την υπηρέτρια και την κυρία να σταθούν δίπλα δίπλα στις κρεμάστρες της Ζάρα. Μου είχε πέσει το πιρούνι από το χέρι.
Αυτό που έκανε η Κρίση μέχρι τώρα, αν το έκανε και σε όλους, είναι να τοποθετήσει τα όρια στις ανθρώπινες διαστάσεις της λογικής. Γιατί οι άνθρωποι που υπήρξαν πραγματικά νοικοκύρηδες και δεν έχασαν το μέτρο ακόμα και όταν τα χρήματα τους ήταν περισσότερα και δεν ξιπάστηκαν τον καιρό της ξιπασιάς, είμαι σίγουρος ότι δεν έπεσαν έτσι από τα σύννεφα, γιατί όπως έλεγε και η γιαγιά μου δεν άπλωσαν ποτέ τα πόδια τους πέρα απ’ το πάπλωμα. Εκεί οι προσγειώσεις ήταν λιγότερο ανώμαλες. Για όσους όμως η χρυσόσκονη τύφλωσε τη ματιά και ζούσαν την ψευδαίσθηση πως ήταν ήρωες των σελίδων των περιοδικών που διάβαζαν, εκεί το γκρεμοτσάκισμα μοιάζει μοιραίο. Οι υπηρέτες και τα αφεντικά ανήκουν σε παραμύθια που μας διηγήθηκαν είκοσι χρόνια και κάποιοι μάσησαν και έκαναν ζωή. Σε όλα τα μέρη του κόσμου καλή μου, από τη Ζυρίχη μέχρι το Παρίσι οι κρεμάστρες που στέκονταν οι κυρίες πλάι πλάι, ίδιες ήταν. Εδώ ξεγελαστήκαμε οι πτωχοαλλαζόνες και τις είχαμε διαχωρίσει..