Αναζητωντας μια νέα προσέγγιση που θα σπάσει τα μπλόκα των εγκλωβισμένων αγροτών
Χρειάζεται μια νέα μεταρρύθμιση, με συγκεκριμένους πυλώνες
Βγήκαν οι αγρότες στους δρόμους και ενώ έχουν απόλυτο δίκιο που βγήκαν, και θεωρώ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι στηρίζουν κατά βάση τα αιτήματα τους, νομίζω πως άργησαν πολύ να βγουν, πως άργησαν πολύ να αντιδράσουν.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ δεν είναι καινούργιο…έχει χρόνια που έχουν γίνει γνωστές στους κύκλους των αγροτών οι παρανομίες και οι “περίεργες” δηλώσεις στον αριθμό των ζώων (όπως και οι αντίστοιχες περιπτώσεις σε άλλους κλάδους, όπως π.χ.στα βιολογικά προϊόντα). Γιατί δεν υπήρξε εξαρχής μαζική κατακραυγή; Γιατί δεν υπήρξαν κινητοποιήσεις; Εικάζω πως ο λόγος ήταν ότι νόμιζαν πως δεν τους αφορουσε προσωπικά και ότι αν δεν τους αφορά προσωπικά δεν έχουν λόγο να διαμαρτυρηθούν…Ελα όμως που τελικά έμαθαν με τον χειρότερο τρόπο ότι η κατασπατάληση δημοσίου χρήματος κάπως θα επιστρέψει άσχημα σε όλους….
Δεν έχω στόχο όμως να αποδυναμώσω τα αιτήματα τους. Ακόμα και ετεροχρονισμενα, ακόμα και αν η πλειοψηφία τους πίστεψε σε προεκλογικές υποσχέσεις που έμοιαζαν με ατομικές χάρες και όχι με κοινή στρατηγική για την αγροτική ανάπτυξη, σήμερα έχουν κάθε δίκιο με το μέρος τους. Όμως, ας έχουμε στο μυαλό όλοι ότι η αγροτική κρίση είναι ένα κατεξοχήν ζήτημα θεσμών και μακροπρόθεσμου σχεδιασμού (ή έλλειψης μακροπρόθεσμου σχεδιασμού) και όχι ένα ακόμα τηλεοπτικό ριάλιτι με πρωταγωνιστές τον Μαγειρια και την Κωνσταντοπούλου.
Αν πραγματικά θέλουμε να μιλάμε σοβαρά για τη βιωσιμότητα της γεωργίας, πρέπει να ξεκινήσουμε από το θεμελιώδες: Χωρίς ανεξάρτητους μηχανισμούς ελέγχου, χωρίς σταθερές διαδικασίες, χωρίς διαφάνεια, κανένα μέτρο δεν έχει αποτέλεσμα και διάρκεια. Κάθε χρόνο δίνονται εκατοντάδες εκατομμύρια, αλλά ελάχιστοι γνωρίζουν πραγματικά σε ποιους πάνε και με τι πρακτικό αποτέλεσμα για την γεωργία, την περιφερειακή και τοπική ανάπτυξη, για την προστασία του περιβάλλοντος, για τη στήριξη των απομονωμένων περιοχών, για τη στήριξη των νέων αγροτών. Δεν υπάρχει εύκολη πρόσβαση στα δεδομένα, δεν υπάρχει παρακολούθηση των στόχων, δεν υπάρχει αξιολόγηση (μόνο στους δασκάλους και τους καθηγητές πιέζουν για αξιολόγηση και εκεί οχι για την ουσία αλλά κυρίως για την “επικοινωνία ” και την ιδεολογική κυριαρχία).
Αν θέλουμε να σταματήσει η πελατειακή λογική του «όποιος έχει άκρες, παίρνει επιδοτήσεις» και οι υπόλοιποι λούζονται τις συνέπειες πρέπει να γίνει το αυτονόητο: δημόσια δεδομένα και ανεξάρτητη αξιολόγηση/παρακολούθηση (monitoring) συμπληρωματικά των αντίστοιχων δράσεων των δημόσιων/κρατικών φορέων.
Στενά συνδεδεμένο με τα προηγούμενα είναι το πρόβλημα, που όλοι γνωρίζουμε αλλά σπάνια μπαίνει στο τραπέζι της συζήτησης (γιατί δεν συμφέρει τα κόμματα): η κομματική διείσδυση σε συνεταιρισμούς, συλλογικά όργανα και αρμόδιες υπηρεσίες. Για δεκαετίες, ο αγροτικός χώρος χρησιμοποιήθηκε ως μηχανισμός ψηφοθηρίας και εξυπηρέτησης συμφερόντων. Οι συνεταιρισμοί έγιναν συχνά κέντρα πελατειακών σχέσεων. Οι θέσεις υπευθύνων για τα ευρωπαϊκά κονδύλια, ακόμα χειρότερα. Αυτό πρέπει κάποια στιγμή να τελειώσει, και τελειώνει μόνο με θεσμική απαγόρευση όσων έχουν ή είχαν πρόσφατα στο παρελθόν κομματική θέση από οποιοδήποτε φορέα εκπροσώπησης αγροτών ή διαχείρισης χρημάτων για τους αγρότες.
Από εκεί και πέρα, ένα τεράστιο θέμα είναι η έλλειψη στρατηγικού στόχου. Που πηγαίνει η γεωργία; Που θέλουμε να πάει; Ποιος ο ρόλος του κράτους και ποιος των αγροτών; Πως θα αντιμετωπίσουμε τις πολυεπίπεδες κρίσεις και προκλήσεις του αγροτικού κλάδου με ρεαλιστικά μέτρα για κάθε πρόκληση (από τη κλιματική αλλαγή και τη λειψυδρία, ως την αύξηση του κόστους παραγωγής ή ακόμη και την εγκατάλειψη της υπαίθρου)… Πρέπει να υπάρχει στοχοθεσια όχι μόνο σε επίπεδο χώρας αλλά και σε επίπεδο τουλάχιστον περιφέρειας.
Ως προς το οικονομικό σκέλος, το πιο άμεσο πρόβλημα είναι η απόκλιση μεταξύ τιμής χωραφιού και τιμής στο ράφι. Ένας παραγωγός που πουλάει το λάδι του 4 ευρώ και το βλέπει να πωλείται στα 18 δεν έχει πρόβλημα «αγοράς». Έχει πρόβλημα ισχύος. Την ίδια στιγμή, ένας καταναλωτής πληρώνει τεράστια ποσά σε βασικά προϊόντα χωρίς να ξέρει γιατί. Θα μπορούσε να γίνεται υποχρεωτική δημοσίευση τιμών στα στάδια παραγωγής, χονδρικής και λιανικής και να υπάρχουν παράλληλα και μέτρα ενδυνάμωσης των μικρών παραγωγών (αφού είμαστε η χώρα με τον πιο κατακερματισμένο κλήρο).
Ως προς το τελευταίο, δεν γίνεται να μιλάμε για ανταγωνισμό και για δυναμική διεκδίκηση τιμών από τους γεωργούς όταν η παραγωγή είναι σπασμένη σε άπειρα μικρά και ασύνδετα κομμάτια. Η λύση δεν είναι όμως το μοντέλο της εξόδου των μικρών καλλιεργητών και της επικράτησης των μεγάλο παραγωγών (που εκεί θα οδηγηθούμε σύντομα αν δεν λάβουμε μέτρα). Η λύση ειναι η επιβράβευση συνεργατικών σχημάτων με πραγματικά κίνητρα: κοινή χρήση εξοπλισμού, υποδομών και μεταποίησης χωρίς να αλλάζει η ιδιοκτησία. Αυτό έχει αποδειχθεί σε άλλες μεσογειακές χώρες ότι μειώνει το κόστος και ενισχύει την ποιότητα αλλά και την δύναμη των αγροτών στην αγορά.
Μια σειρά από μέτρα που αφορούν τη γεωργία και το περιβάλλον πρέπει να σχεδιαστούν σωστά, με μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα.
Επιδοτήσεις με μετρήσιμους περιβαλλοντικά στόχους, ορθολογική διαχείριση νερού και διαχείριση κλιματικών κινδύνων, πληρωμές για οικοσυστημικες υπηρεσίες, εκπαίδευση γεωργών σε νέες πρακτικές, είναι όλα απολύτως σημαντικά και πρέπει να εφαρμοστούν σταδιακά, αλλά δεν προηγούνται των θεσμικών αλλαγών. Αν επιχειρήσουμε να τα εφαρμόσουμε χωρίς να αλλάξουμε πρώτα τους κανόνες, θα ανακυκλώσουμε τα ίδια προβλήματα που γνωρίζουμε ήδη. Θα προκύψουν νέες Φεράρι χωρίς κανένα θετικό αποτέλεσμα για το περιβάλλον και την κοινωνία.
Η αγροτική μεταρρύθμιση, λοιπόν, πρέπει να είναι το βασικό αίτημα των γεωργών στα μπλόκα. Μια μεταρρύθμιση που ξεκινά από το κράτος. Από τη λειτουργία του. Από την εμπιστοσύνη. Μόνο όταν μπει η βάση αυτής της εμπιστοσύνης, μπορεί να ακολουθήσει οτιδήποτε άλλο: τιμές, κίνητρα, βιωσιμότητα. Δεν χρειάζονται άλλες νέες υποσχέσεις. Χρειάζονται νέοι κανόνες. Και αυτοί οι κανόνες πρέπει να είναι διαφανείς, σταθεροί και αξιοκρατικοί. Τότε μόνο ο αγροτικός κόσμος θα μπορεί να αναπνεύσει.



