Ανόρα: Μια φεμινιστική Σταχτοπούτα που ζει τον κυνισμό της εποχής μας με ανθρωπιά
Ένα fairytale με όλες τις θετικές προϋποθέσεις, που δυστυχώς δεν έχει το πολυπόθητο ρομαντικό φινάλε...
Είτε την δεις σαν αντεστραμμένη Pretty Woman, είτε σαν Σταχτοπούτα του καιρού μας, η Ανόρα του Σον Μπείκερ έχει όλες τις αρετές να χαρακτηριστεί ως ένα έξοχο σχόλιο για το social status της εποχής μας.
Ένας ανώριμος γόνος ενός Ρώσου ολιγάρχη γνωρίζει μια στρίπερ σε ένα κωλάδικο του Μπρούκλιν. Την καπαρώνει ως αποκλειστική και σε μια φάση απόλυτης μέθης, πλάκας και χαβαλέ καταλήγουν να παντρευτούν στο Λας Βέγκας. Η Ανόρα αισθάνεται ότι κάνει μια θεαματική κίνηση αλλαγής στη ζωή της όμως όταν οι γονείς του αγαπημένου της μάθουν τι συμβαίνει δεν θα είναι και τόσο δεκτικοί με την όλη εξέλιξη του γάμου.
Ο Σον Μπεϊκερ προέρχεται από τα βάθη του αμερικάνικου ανεξάρτητου κινηματογράφου. Προσωπικά από την φιλμογραφία του εκτιμώ περισσότερο το Florida Project, μια τίμια κοινωνική καταγραφή της σύγχρονης Αμερικής με αρετές σε πολλά επιμέρους κομμάτια της. Κάτι ανάλογο κάνει και στην Ανόρα χωρίς ωστόσο να απογειώνει την ταινία του.
Το πολιτικό σχόλιο δίνει την σκυτάλη στο κοινωνικό και στη μέση σφηνώνει με ωραίο τρόπο το φεμινιστικό – γυναικείο: Ρώσοι ολιγάρχες με αμφίβολά οικονομικά πόθεν έσχες εξαπλώνονται και διεισδύουν (και) στην Αμερική με χαρακτηριστική ευκολία και με την ισχύ του νεοπλουτισμού και της οικονομικής άνεσης που τους χαρακτηρίζει. Ο νεαρός γιος τους είναι τελείως ανεύθυνος και ανώριμος καθώς κάνει τα σοβαρότερα πράματα με χαρακτηριστική απερισκεψία γνωρίζοντας ότι εκ των υστέρων οι γονείς και οι μαφιόζοι βαστάζοι τους θα μαζέψουν τις ζημιές του με χαρακτηριστική ευκολία. Ελαφρώς σαρκαστικός ο Μπεϊκερ προσπαθεί να δομήσει όλα αυτά τα στοιχεία θέλοντας να δημιουργήσει παράλληλα μια καταστασιακή ελαφρά κωμική αίσθηση μέσα στην τόση αμηχανία που αισθάνεται η πρωταγωνίστρια του για όσα της συμβαίνουν. Ωστόσο δεν απογειώνει ποτέ την ταινία του καθαρά από την ίδια αθώα αμηχανία που αισθάνεται και ο ίδιος για το υλικό του. Ξεπερνάει με αφέλεια τις δραματικές ή βίαιες κορυφώσεις που ο ίδιος φτιάχνει, πλατειάζει ανεξήγητα σε άλλα σημεία και ενώ παλεύει για το πολυαναμενόμενο love story με το happy ending με φεμινιστικές καταβολές καταλήγει εν τέλει σε ένα αρκετά κλισέ παραμύθι με μεταμοντέρνο φινάλε που ίσως τελικά να αποτελεί και την πολύτιμη παρακαταθήκη της ταινίας στο σύνολο της.
Στο φεμινιστικό πλαίσιο της ιστορίας η Ανόρα είναι μια στρίπερ, ένα λαϊκό κορίτσι έξω καρδιά, αποδέχεται τον εαυτό της, την ζωή της και την δουλειά της όπως είναι και όταν αισθάνεται ότι της κληρώνει ο πρώτος λαχνός δεν εξελίσσεται στην κυνική νεόπλουτη αλλά απολαμβάνει έτσι απλά τις ευκολίες και την άνεση που έχει μπροστά της. Ακόμα όμως κι όταν όλος αυτός ο ρομαντικός παραμυθόκοσμος ανατρέπεται με θεαματικό και οδυνηρό τρόπο η ίδια παλεύει με χαρακτηριστική γενναιότητα να τον διεκδικήσει στα ίσα και να δώσει στον υποτιθέμενο σύζυγο της την ευκαιρία να γίνει επιτέλους από το νεοπλουτίστικο ανεύθυνο κωλoπαίδι σε έναν συνειδητοποιημένο χειραφετημένο άντρα που έχει αυτοπεποίθηση και είναι ανεξάρτητος. Φυσικά οι προσδοκίες της ματαιώνονται με οδυνηρή απογοήτευση βλέποντας την σκληρή πραγματικότητα. Πράγμα που τελικά μας οδηγεί και στην πικρή διαπίστωση ότι στην εποχή μας δεν χωράνε τελικά ρομαντικά παραμύθια με happy endings. Η Σταχτοπούτα ή η Pretty Woman μπορεί να είναι μια στρίπερ με χούφτες δολάρια στο κορμί της και εξαγοράζει κάθε στιγμή ελευθερίας και χειραφέτησης πολύ πιο κυνικά και ακριβά από ότι το έκαναν οι ρομαντικές προκάτοχοι της. Ξεκινάνε το fairytale με όλες τις θετικές προϋποθέσεις αλλά αυτό δυστυχώς δεν έχει το πολυπόθητο ρομαντικό φινάλε γιατί η ίδια η κυνική πραγματικότητα δαγκώνει. Κι αυτό είναι όλα όσα πρέπει να ξέρουμε πλέον για το μεταμοντέρνο κοινωνικό γίγνεσθαι στο όποιο ζούμε.
Μέσα σε όλο αυτό αξίζει φυσικά μια ξεχωριστή μνεία για την πρωταγωνίστρια της ταινία Μίκυ Μάντισον που παίρνει την ταινία στις πλάτες της ακόμα κι όταν το στόρι του Μπεϊκερ πλατειάζει ανεξήγητα. Η σχετική παραφιλολογία για το αν θα βρεθεί στην πεντάδα της φετινής οσκαρικής κούρσας έχει ήδη ξεκινήσει και μην απορήσετε αν την δούμε στο τέλος της σεζόν ως ένα από τα πρόσωπα της χρονιάς. Δεν φοβάται να εκτεθεί, δίνει αρκετές σωματικές, αισθησιακές και ερωτικές σκηνές αλλά η ουσία της ερμηνείας της έρχεται εκεί που δίνει την ανθρωπιά, την ψυχή στην ταινία με ευθύβολες ατάκες και εκφραστικά βλέμματα και με αποθέωση την σκηνή του φινάλε, μια σκηνή που κλείνει με έναν εξαιρετικό λυγμό και ένα παράπονο για αυτή την μεταμοντέρνα Σταχτοπούτα που αλλιώς τα περίμενε κι αλλιώς της βγήκαν.