Parallax View

Αντιγόνη του Σοφοκλή: Μια ετερογενής σκηνοθετική όψις του Τσέζαρις Γκραουζίνις

Η μονομερής ανάγνωση του δημοφιλούς αρχαίου δραματικού κειμένου από τον Λιθουανό σκηνοθέτη αδίκησε την ισχύ του πρωτότυπου

Σιμόνη-Μαρία Γκολούμποβιτς
αντιγόνη-του-σοφοκλή-μια-ετερογενής-σ-903351
Σιμόνη-Μαρία Γκολούμποβιτς

Την Αντιγόνη του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις παρακολούθησε το κοινό της Θεσσαλονίκης στο Θέατρο Δάσους.

Η τραγωδία έχει κύρια -διαχρονική- θεματική την παραβίαση της εντολής, το χρέος την ηθική, την εξουσία, την βία, την έννοια της αγάπης, τους κοινωνικούς και οικογενειακούς δεσμούς και την σύγκρουση της ανθρώπινης ψυχής.

Ο τραγωδός στο δράμα του με την αριστοτεχνική μεταχείριση της τραγικής ειρωνείας αναζητεί τα βαθύτερα κίνητρα και την εσωτερική διάθεση των προσώπων.

Προσπαθεί να τα ερμηνεύσει σεβόμενος τις μυθικές και θρησκευτικές παραδόσεις της εποχής του. Το θεατρικό κείμενο αποτελεί μονάχα τη μια συνιστώσα της θεατρικής δημιουργίας, καθότι είθισται να αποτελεί την αφετηρία της.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση η μονομερής ανάγνωση του δημοφιλούς αρχαίου δραματικού κειμένου από τον Λιθουανό σκηνοθέτη μέσα από μια λαοφιλή και κοσμική θεώρηση και η σκηνική απεικόνιση του βασισμένη σε οικείους προς τους σύγχρονους θεατές κώδικες αδίκησε την ισχύ του πρωτότυπου.

Η αρχιτεκτονική του κειμένου

Στην συνθήκη αυτή συνέβαλλε επιπλέον η άμεσα κατανοητή ελεύθερη και πεζολογική μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, η οποία αφενός αποτέλεσε το πρώτο νοηματικό και συγκινησιακό δεσμό με την παράσταση αλλά αφετέρου μετέθεσε τις προεκτάσεις της τραγωδίας προς ένα πολιτικό ορίζοντα.

Η αρχιτεκτονική του κειμένου δεν είχε καμιά συνάφεια με την αρχιτεκτονική της παράστασης με αποτέλεσμα να προκύπτει μια αισθητική ανισορροπία.

Οι σοφόκλειες έννοιες της παράδοσης, του ανθρώπου, των θεών, του καθήκοντος και της τύχης στην Θήβα δεν αποτυπώθηκαν στην δραματική φόρμα του Γκραουζίνις, με την αισθητική του Ζεϊμπέκικου, των τσάμικων μέχρι τις μελωδικές αγωνιώδεις συγχορδίες, με τα ακούσματα που παρέπεμπαν ακόμα και στον Μπρέγκοβιτς (Δημήτρης Θεοχάρης) και με τη συνολική δράση της παράστασης που τοποθετείται σε ατμόσφαιρα γιορτής να παραπέμπουν σε καφενείο χωριού.

Περίπλοκες σχέσεις 

Οι σχέσεις σκηνογραφίας και δραματουργίας ήταν περίπλοκες. Η μελέτη του θεατρικού χώρου δεν πρέπει να είναι αυτόνομη ανιστορικά αλλά συνδεδεμένη τρόπο τινά με την δραματουργία.

Εδώ, τα σκηνικά (Kenny McLellan) δεν υπαγορεύτηκαν από τις ποιητικές ανάγκες του έργου και επικράτησε η ανάγκη για δημιουργία ενός χώρου περισσότερου ελεύθερου -και λαϊκότροπου.

Ο θεατρικός χώρος του Γκραουζίνις αποτέλεσε τον καθρέφτη όχι της κοινωνίας του αρχαίου δραματουργού, αλλά μιας πιο σύγχρονης, που αποτελούνταν από έναν μεγάλο γεωμετρικό όγκο με τάβλες που μετατρέπονταν σταδιακά σε τραπέζι δείπνου σκεπασμένο με λευκά σεντόνια- τραπεζομάντηλα και κουζινικά σκεύη σε αραιή διάταξη και καρέκλες διάσπαρτες στο κέντρο της σκηνής.

Οι φωτισμοί (Αλέκος Γιάνναρος) συνέβαλαν στη δημιουργία ενός σκηνικού μικρόκοσμου καθορίζοντας τις σχέσεις των όγκων και δίνοντας ενίοτε υπερφυσικά στοιχεία στην παράσταση.

Τα απόντα στοιχεία

Οι ηθοποιοί ως καλλιτεχνικοί δημιουργοί δεν κατάφεραν να επιδιώξουν μια αισθητική και την εν συνόλω αρτιότητα επί σκηνής με αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της παράστασης.

Οι ιδιότητες και οι διαθέσεις των προσώπων δεν διαγράφονται μόνο μέσα από το κείμενο, αλλά και εκτός μέσω των σκηνικών οδηγιών, των κινήσεων, της εκφοράς του λόγου, της ολοκληρωτικής ανάγνωσης και μεταφοράς του κειμένου επί σκηνής, στοιχεία απόντα στον συγκεκριμένο σκηνικό χώρο.

Ο Βασίλης Μπισμπίκης ως Κρέων κινήθηκε με άνεση στο ρόλο του λαϊκού και θρασύδειλου ηγέτη. Όμως, η προσέγγιση του ήρωά του περιορίστηκε για ακόμη μια φορά μονόπλευρα, ρεαλιστικά και επιφανειακά, χωρίς να υπογραμμίσει και την συναισθηματική εσωτερική χροιά του Κρέοντα.

Η Έλλη Τρίγγου θα μπορούσε να ερμηνεύσει μια δυναμική διεκδικήτρια του άγραφου ηθικού νομού απόδοσης τιμής των νεκρών και συνάμα σπαρακτική Αντιγόνη.

Η Ισμήνη της Δανάης Μιχαλάκη διαχειρίστηκε με αξιοπρέπεια τις σκηνές στις οποίες εμφανιζόταν, οι οποίες ήταν ελάχιστες.

Η Μαρίνα Αργυριάδου αμύητη ενδυματολογικά και κινησιολογικά και υποκριτικά στο ρόλο της Ευριδίκης.

Ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης ανταποκρίθηκε στο ρόλο του κορυφαίου του χορού.

Ο Κώστας Κορωναίος έχοντας μόλις επιστρέψει από κάποιο σαφάρι, -όπως υποδείκνυε η ενδυμασία του-, κατέβαλε συνεπή προσπάθεια ως Φύλακας, προσδίδοντας μια νευρωτική κωμική διάσταση στον ρόλο του, η οποία όμως σε συνδυασμό με την έλλειψη καθοδήγησης οδήγησε σε κορεσμό.

Μεγάλη έκπληξη ο νεαρός Στρατής Χατζησταματίου, ο οποίος στάθηκε στο ύψος του κομβικού ρόλου του Αίμωνα.

Ο Χορός (Edgen Lame, Γιάννης Μαστρογιάννης, Χρήστος Σαπουντζής, Περικλής Σιούντας, Γιώργος Παπαγεωργίου) αφενός έδωσε μια αίσθηση συλλογικότητας και θρήνου στο δράμα μέσω της κινησιολογίας τους στους ρυθμούς του ζεϊμπέκικου αφετέρου όμως αποτέλεσε μια ανεξάρτητη ερμηνευτική μονάδα μέσω των μεμονωμένων απαγγελιών σε πεζό λόγο κάθε φορά από ένα και μοναδικό διαφορετικό μέλος.

Από τους παραπάνω οι Γιώργος Παπαγεωργίου και Χρήστος Σαπουντζής επιδόθηκαν σε διπλό υποκριτικό ρόλο, ο πρώτος ως αγγελιαφόρος και ο δεύτερος ως Τειρεσίας.

Η κακή ακουστική και η ηχώ της συναυλίας

Τέλος, δεν μπορεί να μείνει ασχολίαστη και η κακή ακουστική του χώρου, η οποία επιβαρύνθηκε από την ηχώ της συναυλίας που λάμβανε χώρα την ίδια στιγμή στο άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στη Νέα Παραλία, στο πλαίσιο του Τρίτου Φεστιβάλ Καλοκαιριού.

Δυστυχώς η παράσταση φάνηκε να απευθύνεται σε όσους κάθονταν μέχρι και στο μεσαίο σημείο του θεάτρου, καθώς οι θεατές στα ψηλότερα διαζώματα με δυσκολία άκουγαν με την έκδηλη την απορία και απογοήτευση τους. Θα περίμενε κανείς την προσαρμογή της παράστασης ανάλογα με το θέατρο και τις -έκτακτες- συνθήκες, με την απαραίτητη χρήση χειλοφώνου.

Η επικαιροποίηση του αρχαίου δράματος μέσω της ελλειμματικής ή επιφανειακής νοηματικής και δομικής προσέγγισης κατέστησε εν τέλει την παράσταση -ως ενιαίο δημιούργημα- δυσλειτουργική. Η Αντιγόνη δυστυχώς δεν κατάφερε να «αγγίξει» το συναίσθημα ούτε να μετατραπεί σε μια σύγχρονη έκθεση του αρχαίου δράματος. Απεναντίας επικράτησε μια σύγχυση και ένας σκηνοθετικός εκτροχιασμός.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα