Απάτητα βουνά

Έναν χρόνο μετά, τι πέτυχε ένα εργαλείο προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας

Διονύσης Λατινόπουλος
απάτητα-βουνά-962077
Διονύσης Λατινόπουλος

Ένας χρόνος έκλεισε σήμερα από την ημέρα που το Υπουργείο Περιβάλλοντος ανακοίνωσε σε συνέντευξη τύπου (18/1/2022) την θεσμοθέτηση των «Απάτητων Βουνών» ή αλλιώς των Περιοχών Άνευ Δρόμων (ΠΑΔ) που βασίζονταν στα αποτελέσματα ενός πολύ αξιόλογου ερευνητικού έργου του Εργαστηρίου Διατήρησης της Βιοποικιλότητας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. 

Σε πρώτη όψη ένα τέτοιο εργαλείο προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας δεν θα μπορούσε παρά να θεωρηθεί ως κάτι το ιδιαίτερα θετικό για την διατήρηση της ακεραιότητας των ορεινών περιοχών. Και στην πραγματικότητα αποτελεί ένα σημαντικό εργαλείο για την προστασία της βιοποικιλότητας αλλά και του τοπίου από τον κατακερματισμό που προκαλεί η διάνοιξη οδικών αξόνων στον ορεινό χώρο. 

Από την αρχική ένταξη έξι (6) ορεινών περιοχών στο νέο αυτό θεσμό, πέρασε ακριβώς ένας χρόνος και στη διάρκεια αυτού του έτους μόλις δύο ακόμα περιοχές έχουν ενταχθεί στον συγκεκριμένο θεσμό. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι στην πορεία αυτή του χρόνου, ένα εργαλείο που αφορούσε την προστασία από δρόμους ερμηνεύτηκε και σε μεγάλο βαθμό χρησιμοποιήθηκε ανά τη χώρα ως εργαλείο προστασίας από τις ανεμογεννήτριες και τις επενδύσεις σε ΑΠΕ. Τι πέτυχαν όμως τελικά τα «Απάτητα Βουνά» ως προς τον έλεγχο της χωροθέτησης των ΑΠΕ; 

Για να απαντήσει κανείς σε αυτό το ερώτημα πρέπει να πάει ένα βήμα πίσω και να δει ποια ήταν η κατάσταση πριν τη θεσμοθέτησή τους. Πριν τη θεσμοθέτηση των ΠΑΔ αναμένονταν η ολοκλήρωση και η έγκριση ενός νέου χωροταξικού για τις ΑΠΕ που θα καθόριζε τα κριτήρια αποκλεισμού των ΑΠΕ, μεταξύ των οποίων και τα κριτήρια που αφορούν τις προστατευόμενες περιοχές NATURA του ορεινού χώρου. Μια ελάχιστη προστασία από τις ανεμογεννήτριες θα απαιτούσε προφανώς την απαγόρευση χωροθέτησής τους σε περιοχές προστασίας και απόλυτης προστασίας της φύσης  (γεγονός που προϋποθέτει την οριστικοποίηση των ΕΠΜ για τις περιοχές αυτές) καθώς και σε Τοπία ιδιαίτερου Φυσικού Κάλους.

Φωτογραφία: Γιάννης Σαρακατσάνος

Πριν τη θεσμοθέτηση των ΠΑΔ είχαμε επίσης λιγότερες αιτήσεις για άδειες παραγωγής, λιγότερες εγκεκριμένες άδειες και λιγότερες εγκατεστημένες ανεμογεννήτριες. Άλλωστε κάθε χρόνος που περνάει χωρίς αυστηρό (σαφές) θεσμικό πλαίσιο, αφαιρεί από οποιοδήποτε μελλοντικό θεσμικό εργαλείο χωροθέτησης ΑΠΕ, την δυνατότητά του να παίξει κάποιο κρίσιμο ρόλο στην τελική εικόνα που θα διαμορφωθεί στον χάρτη των ΑΠΕ (και του τοπίου) της χώρας (ειδικά αν αποφασισθεί ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο δεν θα έχει εφαρμογή στις χιλιάδες εκκρεμούσες αιτήσεις). 

Τι ρόλο λοιπόν έπαιξαν και παίζουν τα «Απάτητα Βουνά»; Κατά την άποψή μου παίζουν έναν πολύ σημαντικό θετικό ρόλο ως προς τον αρχικό στόχο τους: την προστασία δηλαδή  συγκεκριμένων ορεινών περιοχών και τοπίων από τον κατακερματισμό (που ήταν και ο στόχος της έρευνας του πανεπιστημίου Ιωαννίνων). Ως προς τις ΑΠΕ όμως παίζουν έναν ιδιαίτερα αποπροσανατολιστικό ρόλο, αφού εμφανίζονται να καλύπτουν ένα (τεχνητό) θεσμικό κενό ως προς την προστασία της βιοποικιλότητας (και γενικά του περιβάλλοντος) του ορεινού χώρου. Το θεσμικό κενό όμως έχει προκύψει από την τεράστια καθυστέρηση εφαρμογής του υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου (την ολοκλήρωση της διαδικασίας θεσμικής προστασίας των περιοχών NATURA) καθώς και την πολύ μεγάλη καθυστέρηση της έγκρισης του νέου χωροταξικού για τις ΑΠΕ. Στο διάστημα αυτό, τα «Απάτητα Βουνά» αποτελούν ένα εργαλείο πολιτικής αντιπαράθεσης και σε ένα βαθμό πολιτικής ίντριγκας σε ολόκληρο τον ορεινό χώρο με κύριο πεδίο εφαρμογής την τοπική αυτοδιοίκηση.

Οι ορεινοί δήμοι (όσοι εξ’ αυτών έχουν ως στόχο την ορθή χωροθέτηση των ΑΠΕ και την προστασία του τοπίου και της βιοποικιλότητάς τους), έχοντας χάσει κάθε πίστη (και με το δίκιο τους) ότι θα μπορέσουν να βασιστούν σύντομα στην κείμενη νομοθεσία προστασίας της φύσης έχουν αποθέσει τον τελευταίο χρόνο όλες τις ελπίδες τους στα «Απάτητα Βουνά». Αλλά τα «Απάτητα Βουνά» έχουν δύο μειονεκτήματα: (1) δεν έχουν σχεδιαστεί ως εργαλείο βέλτιστης χωροθέτησης ή μη χωροθέτησης των ΑΠΕ και (2) δεν εφαρμόζουν καμία τυποποιημένη θεσμική διαδικασία ως προς τα κριτήρια που επιλέγονται οι περιοχές αυτές. 

Και όταν δεν υπάρχουν κριτήρια, είναι πολύ εύκολο η ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας να υπόσχεται 40 περιοχές προστασίας, να διαλέγει χωρίς σαφή ιεραρχικά κριτήρια ποιες περιοχές θα ανακοινώσει ότι θα θεσμοθετηθούν στο κοντινό (;) μέλλον, να καθορίσει τα τελικά όρια των περιοχών αυτών, κτλ. Και κάπως έτσι, οι τοπικοί φορείς, οι ΜΚΟ και οι πολίτες περιμένουν πλέον ότι τη λύση δεν θα τη δώσει μια επιστημονική μελέτη (ειδικό χωροταξικό), ούτε μια μακροχρόνια διαδικασία θεσμοθέτησης περιοχών προστασίας, αλλά η μεγάλη θέληση (ή η μεγάλη καρδιά) της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΝ.

Φτάνουμε λοιπόν σε ένα σημείο που οι περιοχές προστασίας (ΠΑΔ) των «Απάτητων Βουνών» μπορούν να  αποτελέσουν ένα εργαλείο πολιτικής/επικοινωνιακής προβολής και εκμετάλλευσης, είτε με την άμεση κήρυξή τους είτε ως υπόσχεση κήρυξής τους στο μέλλον…

Αλλά μια τέτοια τακτική δεν εξυπηρετεί ούτε την πολιτική προστασίας του περιβάλλοντος ούτε και την πολιτική των επενδύσεων στην πράσινη ενέργεια…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα