Απλά θέλω να μαι ελεύθερος. Αυτό μονάχα.

Η Θεσσαλονίκη νεκρή πόλη. Μπροστά στο Λευκό Πύργο δύο άρματα μάχης. Το ίδιο και στην παλιά Ναυτική Βάση, στο Ντεπό. Στους δρόμους κυκλοφορούν μόνον αυτοκίνητα της ασφάλειας και στρατιωτικά.

Παύλος Νεράντζης
απλά-θέλω-να-μαι-ελεύθερος-αυτό-μονάχα-379731
Παύλος Νεράντζης

Παραμονές 17ης Νοεμβρίου 1973.

Μια ομάδα ελλήνων φοιτητών ταξιδεύει με τραίνο από τη Βενετία προς τα ελληνικά σύνορα. Πηγαίνουμε να συμπαρασταθούμε στους δικούς μας, τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Αρκετοί κουβαλάμε στα μπαγκάζιά μας παράνομο υλικό. Προκηρύξεις, απαγορευμένα από την χούντα βιβλία, κασέτες με μουσική του Θεοδωράκη, καλά σφραγισμένα πακέτα που πρέπει να παραδώσουμε σε ανθρώπους κάτω…

Στο σταθμό του Βελιγραδίου το τοπίο μουντό. Νύχτα, βαθιά μεσάνυχτα. Βρέχει. Η θερμοκρασία χαμηλή. Περιμένουμε ώρες. Κάτι, λένε οι πληροφορίες των Γιουγκοσλάβων, έγινε στην Ελλάδα. Κανείς δεν ξέρει τι. Για αυτό δεν ξεκινά η αμαξοστοιχία. Οι ώρες περνούν και το τραίνο μένει καρφωμένο εκεί…

Στα Σκόπια μαθαίνουμε τα κακά μαντάτα. Τα τανκς «έκαναν ντου» στην Αθήνα. Εκκενώνεται και το Πολυτεχνείο στη Θεσσαλονίκη. Υπάρχουν νεκροί, τραυματίες…

Κάποιος ρίχνει την ιδέα να μείνουμε στα Σκόπια μέχρι να ξεκαθαρίσει η εικόνα. Κανείς, όμως, δεν συμφωνεί. Στο τέλος ούτε και ο ίδιος που το πρότεινε.

Το τραίνο κατηφορίζει προς τα σύνορα. Η αγωνία κορυφώνεται. Κάποιοι αποφασίζουν να πετάξουν ό,τι κουβαλούσαν. Άλλοι όχι…

Στην έρημη Ειδομένη, νύχτα πάλι, οι ασφαλίτες μπουκάρουν στα κουπέ. Οι έλεγχοι είναι εξονυχιστικοί. Σχεδόν μας ξεβρακώνουν. Ό,τι κουβαλούσα το είχα κρύψει καλά μακριά από μένα. Ακόμη και να το ΄βρισκαν, δεν θα ΄ξεραν ποιανού είναι…

Κάποιοι στέκονται άτυχοι. Τους συλλαμβάνουν. Οι ασφαλίτες φωνάζουν, βρίζουν. «Κωλόπαιδα. Κομμούνια».

«Τώρα θα δεις εσύ που μου το παίζεις επαναστάτης».

«Για αυτό σε ΄στειλε, ρε η μάνα σου, στην Ιταλία;»…

Στον έρημο σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης, περασμένα μεσάνυχτα, συλλαμβάνουν κι άλλους. Τους επιβιβάζουν σ΄ ένα ΡΕΟ. Πάλι τη γλύτωσα. Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά. Αλλά όχι, δεν θα τους αφήσουμε να κάνουν ό,τι θέλουν. Φτάνω σπίτι με ταξί και τη συνοδεία αστυνομικού. Όπως όλοι οι λιγοστοί επιβάτες.

Η Θεσσαλονίκη νεκρή πόλη. Μπροστά στο Λευκό Πύργο δύο άρματα μάχης. Το ίδιο και στην παλιά Ναυτική Βάση, στο Ντεπό. Στους δρόμους κυκλοφορούν μόνον αυτοκίνητα της ασφάλειας και στρατιωτικά.

Την επομένη το βράδυ, 18 Νοεμβρίου, είμαι έξω παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας. Όχι, δεν κάνω αντίσταση. Απλά θέλω να ΄μαι ελεύθερος.

Στη Μπότσαρη διασταύρωση με Δελφών έχουν στήσει μπλόκο δύο στρατιωτικά οχήματα. Δεν πρόλαβα να τους δω εγκαίρως. Με κυνηγούν. Τρέχω να κρυφτώ. Πέφτω, όμως, σε άλλους ασφαλίτες που έχουν σκάσει από ένα δρομάκι πιο κάτω.

Με οδηγούν στο Α΄ Αστ. Τμήμα απέναντι από τη Villa Bianca. Κόσμος πολύς. Δύο ασφαλίτες ξεχωρίζουν όσους είναι εργάτες και φοιτητές. Στην τουαλέτα προσπαθώ να μασήσω δυο-τρεις προκηρύξεις που είχαν περισσέψει και την ταινία από μια κασέτα. Το χαρτί κατεβαίνει στο στομάχι, αλλά η ταινία… Ξερνάω… Την ρίχνω τελικά σ΄ ένα μικρό καλάθι. Με κλείνουν στο κρατητήριο.

Κάποια στιγμή ακούω το όνομά μου. Με οδηγούν σ΄ένα δωμάτιο. Δύο τυπάδες με ύφος αυστηρό αρχίζουν τις ερωτήσεις. Χαστουκάκια, κλωτσιές, απειλές. Μέσα μου βρίζω. Όχι ρε, φασισταριά. Δεν έκανα τίποτε.

Απλά θέλω να ΄μαι ελεύθερος. Αυτό μονάχα.

Τίποτε δεν ήταν… Πόσες ώρες μετά με αφήνουν, δίνοντάς μου ένα σημείωμα που έχει τη σφραγίδα με το πουλί. Για να μεταβώ, λέει, πεζή μέχρι την οικία μου. Νύχτα πάλι. Μαυρίλα, όπως μαύρη είναι η ψυχή τους.

Αν κάτι με δίδαξαν εκείνα τα χρόνια, η εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι να μην φοβάμαι. Να έχω στόχους στη ζωή μου. Να διεκδικώ, γιατί τίποτε δεν χαρίζεται.

Να έχω όραμα. Αξιοπρέπεια. Ήθος. Κι ας λένε ότι η γενιά του Πολυτεχνείου πουλήθηκε. Ότι όλοι μαζί τα φάγαμε. Έτσι γίνεται πάντα…

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα